Τώρα το επιστημονικό προσωπικό του κέντρου ελέγχου μελετά τα στοιχεία που στέλνει το σκάφος, ώστε να υπολογίσει αν συλλέχθηκε η απαραίτητη ποσότητα, ή θα χρειαστεί να γίνει και νέα προσπάθεια για να συμπληρωθεί. Ο υπολογισμός αυτός θα απαιτήσει γύρω στη μια βδομάδα. Στη συνέχεια, ο βραχίονας θα τοποθετήσει τον δίσκο με το υλικό μέσα στην κάψουλα επιστροφής που φέρει το «OSIRIS - REx». Η διαστημοσυσκευή θα πυροδοτήσει τον κινητήρα της τον Μάρτη του 2021, ώστε να μπει σε πορεία επιστροφής στη Γη. Οταν το «OSIRIS - REx» πλησιάσει στη Γη, η κάψουλα θα αποκολληθεί για να επιστρέψει το δείγμα για εξέταση στη Γη, όπου θα φτάσει - καλώς εχόντων των πραγμάτων - τον Σεπτέμβρη του 2023. Θα πρόκειται για το βαρύτερο δείγμα εδάφους άλλου ουράνιου σώματος που θα μεταφερθεί στη Γη, μετά από τα δείγματα σεληνιακού εδάφους που έφεραν οι αποστολές «Απόλλων» στη Σελήνη. Το δείγμα από τον Μπενού θα μελετηθεί επί διετία, ενώ το 75% απ' αυτό, σύμφωνα με ανακοίνωση της NASA, θα φυλαχτεί άσπιλο για εξέταση από εξωτερικούς επιστήμονες και για εξέταση στο μέλλον με τις νέες τεχνικές που θα έχουν αναπτυχθεί.
Ενα μη μολυσμένο δείγμα αστεροειδούς από γνωστή πηγή (όχι δηλαδή όπως τα υπολείμματα των μετεωριτών που φτάνουν στην επιφάνεια της Γης και δεν είναι βέβαιο από πού προήλθαν), θα επιτρέψει ακριβείς γεωλογικές και χημικές αναλύσεις, δίνοντας αποτελέσματα πολύ πέραν αυτών που μπορούν να επιτευχθούν από διαστημικά σκάφη σε τροχιά ή από τη μελέτη των μετεωριτών. Αστεροειδείς όπως ο Μπενού είναι υπολείμματα από τον σχηματισμό του ηλιακού συστήματος πριν από 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια. Αρκετοί επιστήμονες υποψιάζονται ότι ίσως είχαν συμβολή στην ύπαρξη νερού και οργανικών μορίων στην πρώιμη Γη και σε άλλα πλανητικά σώματα.
Ο Μπενού είναι ένας ανθρακούχος αστεροειδής, μεγέθους μικρού βουνού (διαμέτρου περίπου 500 μέτρων), που ανήκει στην ομάδα των κοντινών στη Γη ουράνιων αντικειμένων και η τροχιά του θα τον φέρει πολύ κοντά στον πλανήτη μας προς το τέλος του 22ου αιώνα. Η εγγύτητά του, ώστε να είναι εφικτή μια αποστολή επιστροφής δείγματος, σε συνδυασμό με τη χαμηλή εκκεντρότητα και κλίση του επιπέδου της τροχιάς του, ήταν ένας από τους λόγους που επιλέχθηκε ανάμεσα σε άλλους 7.000 υποψήφιους αστεροειδείς. Αλλος λόγος ήταν το μέγεθός του, καθώς αστεροειδείς μικρότερης διαμέτρου περιστρέφονται γύρω από τον άξονά τους πολύ γρήγορα και ο ρεγόλιθος της επιφάνειάς τους μπορεί εύκολα να εκτοξευτεί, θέτοντας σε κίνδυνο κάποιο σκάφος που θα πλησίαζε για να πάρει δείγμα. Ο τρίτος λόγος ήταν η χημική σύσταση του Μπενού. Οι πιο πρωτόγονοι αστεροειδείς, αυτοί που έχουν αλλάξει ελάχιστα από τον σχηματισμό τους πριν από 4 δισ. χρόνια, είναι οι ανθρακούχοι. Περιέχουν οργανικά μόρια, πτητικές ενώσεις και αμινοξέα.
Το βάρους 2,1 τόνων (με τα καύσιμα) σκάφος, φέρει σειρά επιστημονικών οργάνων, κάμερες, ραντάρ, φασματοσκόπια και άλλα, που του επέτρεψαν τη λεπτομερή χαρτογράφηση και απομακρυσμένη γεωλογική και χημική ανάλυση του Μπενού, πριν κάνει τον ελιγμό για λήψη δείγματος εδάφους. Στον μικρό αστεροειδή βρέθηκαν και ίχνη νερού. Τα συμπεράσματα από την αποστολή «OSIRIS - REx» μακροπρόθεσμα θα χρησιμοποιηθούν για να δοθούν απαντήσεις στο αν και πώς θα μπορούσε να γίνει εξόρυξη χρήσιμων υλικών από τέτοια ουράνια σώματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου