Οποιαδήποτε νομοθετική παρέμβαση στον εργάσιμο χρόνο αποτελεί δομική αλλαγή σε όλες τις πλευρές της ζωής των εργαζομένων. Αυτό είναι κάτι που γνωρίζουν καλά όλες οι κυβερνήσεις που τα τελευταία τουλάχιστον 30 χρόνια έβαλαν το λιθαράκι τους να απορρυθμίσουν τον σταθερό ημερήσιο χρόνο δουλειάς και να τον διευθετήσουν με βάση τις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων.
Η κορωνίδα μιας τέτοιας παρέμβασης είναι το νομοσχέδιο που καταθέτει η κυβέρνηση της ΝΔ και επιδιώκει να περάσει την πιο εξελιγμένη από πλευράς αποτελεσμάτων επίθεση στο 8ωρο. Ο δε καβγάς με τον ΣΥΡΙΖΑ γίνεται όχι για την απαρέγκλιτη εφαρμογή του, αλλά για το κατά πόσο η κατάργησή του θα είναι αποτέλεσμα ατομικής ή συλλογικής «διαπραγμάτευσης» που είχε άλλωστε ψηφίσει η προηγούμενη κυβέρνηση.
Πάνω λοιπόν στις προηγούμενες ρυθμίσεις πάτησαν και οι τωρινοί για να πάνε την υπόθεση ένα βήμα παραπέρα, με αποτέλεσμα η επόμενη μέρα για τον εργαζόμενο που θα διαπραγματεύεται ατομικά, όχι μόνο τον μισθό, αλλά τον ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο δουλειάς, να έχει πολλαπλές επιπτώσεις για τον ίδιο και την οικογένειά του.
Γιατί ποιανού άραγε επιθυμία θα ικανοποιείται, αν όχι του εργοδότη, που έχει άμεσο συμφέρον από την επέκταση του 8ωρου σε 10 και ίσως και 12 ώρες και μάλιστα απλήρωτη, για όσες μέρες θα υπολογίζει σε μεγαλύτερη κερδοφορία; Και πόσες και ποιες μπορεί να είναι οι περιπτώσεις εκείνες που ένας εργαζόμενος θα επιθυμεί να εργαστεί περισσότερο για να εξοικονομήσει αναγκαίο χρόνο σε ένα απροσδιόριστο μέλλον, χωρίς μια τέτοια συμφωνία να προσκρούει στις επιχειρηματικές ανάγκες;
Ολες οι προσπάθειες να εξηγηθεί το ανεξήγητο, προκειμένου να κρυφτεί η πραγματικότητα, είναι από την αρχή καταδικασμένες.
Τα βασικότερα ζητήματα που καμιά κυβερνητική και εργοδοτική προπαγάνδα δεν μπορεί να ξεπεράσει είναι δύο. Από τη μια η τεράστια και μη αναστρέψιμη επιδείνωση της υγείας των εργαζομένων από οποιαδήποτε επέκταση του εργάσιμου χρόνου, αφού ο αναγκαίος χρόνος ξεκούρασης ορίζεται για έναν ανθρώπινο οργανισμό στη διάρκεια ενός 24ωρου, και από την άλλη η απλήρωτη δουλειά που έχει ως συνέπεια τη μείωση της τιμής που ένας εργαζόμενος πουλά την εργατική του δύναμη.
Οσο ζωτικής σημασίας είναι για τον εργοστασιάρχη η ιδιοκτησία του πάνω στο εργοστάσιο, στις μηχανές και φυσικά η ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της εργασίας, άλλο τόσο και περισσότερο είναι για τον εργαζόμενο ο σταθερός ημερήσιος χρόνος δουλειάς. Πάνω σε αυτόν αναφέρεται ο μισθός του, πάνω σε αυτόν χτίζει τις οικογενειακές, κοινωνικές του σχέσεις και υποχρεώσεις, εξαιτίας αυτού μπορεί να είναι και την επόμενη μέρα, τον επόμενο μήνα και τα χρόνια μέχρι να συνταξιοδοτηθεί, ικανός για εργασία.
Κανένας «εκσυγχρονισμός» δεν επιτελείται στον 21ο αιώνα χωρίς να βελτιώνεται η ποιότητα ζωής των εργαζομένων, χωρίς να μειώνεται ο εργάσιμος χρόνος, όταν μάλιστα η επιστήμη και η τεχνολογία το επιτρέπουν, όταν η παραγωγή και ο πλούτος έχουν φτάσει σε επίπεδα που δεν μπορεί να αντιληφθεί ο κοινός νους.
Καμιά πρόοδο δεν προϋποθέτει να δουλεύει κανείς παραπάνω από όσο χρόνο απαιτείται για ξεκούραση, από όσο χρόνο χρειάζεται για να απολαμβάνει αυτήν τη ζωή. Η διεκδίκηση των εργατών στο Σικάγο του 1886 να διαχωριστεί το 24ωρο σε τρία ίσα μέρη, δηλαδή 8 ώρες δουλειά, 8 ώρες ξεκούραση και 8 ώρες ελεύθερο χρόνο, είχε ακριβώς αυτήν την έννοια και αποτελούσε πριν 135 χρόνια πραγματική πρόοδο.
Το πισωγύρισμα που επιδιώκουν οι επιχειρηματικοί όμιλοι και οι κυβερνήσεις τους τα τελευταία 30 χρόνια, σχετικά με τον εργάσιμο χρόνο, είναι επιστροφή στον μεσαίωνα και καθόλου κίνηση προς τα μπρος.
Πρόοδος με τα σημερινά δεδομένα για τους εργαζόμενους είναι η μείωση του εργάσιμου χρόνου, με αύξηση αποδοχών, σε βαθμό τέτοιο και για τα δύο που να ικανοποιεί τις σύγχρονες ανάγκες τους. Ανάγκες που είναι άμεσα συνδεδεμένες και με τα δυο. Με τον αντιστρόφως ανάλογο τρόπο συνδέονται για τον καπιταλιστή, αφού για εκείνον το ζητούμενο είναι η μείωση του μισθού και η αύξηση του ημερήσιου χρόνου δουλειάς.
Η δράση των Συνδικάτων μέσα στην πανδημία για την προστασία της υγείας και των δικαιωμάτων των εργαζομένων έδειξε τον δρόμο. Η οργάνωση μιας αληθινής Πρωτομαγιάτικης απεργίας και συγκεντρώσεων σε όλη τη χώρα στις 6 Μάη δίνει τον τόνο για τη συνέχεια: Τη μεγάλη πρόκληση να οργανώσουν και να πολλαπλασιάσουν τις δυνάμεις των εργαζομένων για να μην περάσουν «οι ανατροπές του αιώνα», όπως δίκαια χαρακτήρισαν τη νέα επίθεση κυβέρνησης και επιχειρηματικών ομίλων.
Ο αγώνας που έχουμε λοιπόν μπροστά μας θα είναι δύσκολος, μακρόχρονος, αλλά αναγκαίος όσο ποτέ πριν. Η επιτυχία του έχει κριτήριο την αποφασιστικότητα και την πίστη στο δίκιο μας από τη μια και τη μαζική συμμετοχή των εργαζομένων από την άλλη. Εδώ κρίνεται, εξάλλου, η ίδια η ζωή της εργατικής τάξης.
(Αναδημοσιεύεται από το «newsbomb.gr»)
Μέλος της διοίκησης της ΓΣΕΕ και της Εκτελεστικής Γραμματείας του ΠΑΜΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου