7 Φεβ 2012

Για τη δικτατορία της 21ης Απρίλη 1967


Για τη δικτατορία της 21ης Απρίλη 1967
Συμπληρώθηκαν 42 χρόνια από τη μαύρη για το λαό επέτειο επιβολής της στρατιωτικοφασιστικής δικτατορίας στην Ελλάδα. Μια στιγμή στη νεότερη Ιστορία, η μνήμη της οποίας ξύνει τις ίδιες πληγές της σύγχρονης πραγματικότητας, για τους ίδιους ακριβώς λόγους που η βαρβαρότητα της ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων, μήτρα της χούντας, δρα στην περιοχή, σπέρνοντας πολέμους, με τη συμμετοχή και της ελληνικής πλουτοκρατίας.
Σχετικά με το γιατί επιβλήθηκε η χούντα, μια άποψη της κυρίαρχης προπαγάνδας απαντά ότι επιβλήθηκε για να μην ανέβει στην κυβερνητική εξουσία η Ενωση Κέντρου, με τις εκλογές, που θα διεξάγονταν στις 28 Μάη 1967, αποτέλεσμα που θεωρούσαν πιο πιθανό. Ποιοι όμως δεν ήθελαν την Ενωση Κέντρου στην κυβέρνηση; Το Παλάτι κατανοούσε ότι το νόημα της λαϊκής ψήφου προς την Ενωση Κέντρου θα ήταν ταυτόχρονα, σε μεγάλο βαθμό, και ψήφος ενάντιά του, ιδιαίτερα με τις εξελίξεις μετά τα Ιουλιανά, το 1965. Επίσης, το άλλο αστικό κόμμα, η ΕΡΕ, που διεκδικούσε τη δική του άνοδο στην κυβερνητική εξουσία, δεν ήθελε την άνοδο της Ενωσης Κέντρου στην κυβέρνηση.
Ισως αυτά να εξηγούν, γιατί το Παλάτι σχεδίαζε την επιβολή δικτατορίας με τη «χούντα των στρατηγών». Βεβαίως, οι εξελίξεις ήταν διαφορετικές. Και, μάλιστα, με αποτέλεσμα, πέρα από τους διωγμούς και στα αστικά κόμματα, η χούντα των συνταγματαρχών να εξοστρακίσει και τη Μοναρχία (Δεκέμβρης 1967).
Προπαγανδιστική αιχμή ο «κομμουνιστικός κίνδυνος»
Τρικ που κυκλοφόρησε η ΚΝΕ την Πρωτομαγιά του 1969
Η επιβολή της δικτατορίας δικαιολογήθηκε από τη χούντα με τον «κομμουνιστικό κίνδυνο», που δήθεν απειλούσε την Ελλάδα. Βεβαίως, μετά το παλατιανό πραξικόπημα (Ιούλης 1965), τις μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις και τις δυσκολίες στη λειτουργία του αστικού πολιτικού συστήματος, (αδυνατούσε για σχεδόν δύο χρόνια να σχηματίσει σταθερή κυβέρνηση), είχαν προκηρυχτεί εκλογές για το Μάη του 1967. Βεβαίως, τα ίδια τα λαϊκά προβλήματα συνέβαλαν στην ανάπτυξη των αγώνων εκείνης της εποχής, που ήταν μαζικοί, μαχητικοί και, αναμφίβολα, θα επιδρούσαν και στο εκλογικό αποτέλεσμα. Αλλά αυτοί οι αγώνες δε δικαιολογούσαν άμεσα «κομμουνιστικό κίνδυνο» για την άρχουσα τάξη και τους ξένους συμμάχους της. Είναι δε γεγονός ότι εκείνη την περίοδο το ΚΚΕ, χωρίς κομματικές οργανώσεις στην Ελλάδα, και προπαντός η ΕΔΑ, δεν είχαν στον προσανατολισμό τους την προετοιμασία της εργατικής τάξης και του λαού γενικότερα, ακόμη και για να αντισταθούν στο πραξικόπημα, δεν είχαν προβλέψει τον κίνδυνο. Ετσι, παρά τους ηρωικούς αγώνες του ΚΚΕ, που ηγήθηκε της πάλης του λαϊκού κινήματος, για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του λαού, δεν ανετράπη ούτε το παλατιανό πραξικόπημα, ούτε απετράπη η δικτατορία.
Η ηγεσία της ΕΔΑ περιόριζε το λαϊκό κίνημα «στα υπό των Αρχών καθοριζόμενα πλαίσια», εφαρμόζοντας την «αρχή» της «σώφρονος πολιτικής» (Η. Ηλιού).
Για παράδειγμα, στην κηδεία του δολοφονημένου βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη, «το κλιμάκιο εσωτερικού» της ΚΕ του ΚΚΕ άλλαξε το σύνθημα του ΠΓ για πολιτική απεργιών και διαδηλώσεων για την ανατροπή της κυβέρνησης Καραμανλή και περιόρισε σε μια απλή διαδήλωση τη μεγάλη συγκέντρωση των εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που ήταν στην κηδεία.
Ως προς αυτό, στην απόφαση του 9ου Συνεδρίου, αναφέρεται: «Η αδυναμία του ΠΓ να εξασφαλίσει επιτόπια εφαρμογή των συνθημάτων του κόμματος, και η αλλαγή αυτών των συνθημάτων από το τότε Γραφείο Εσωτερικού, δεν επέτρεψαν το ανέβασμα του αγώνα σε ανώτερα επίπεδα».
Το ίδιο έκανε η ηγεσία της ΕΔΑ και μετά τα «Ιουλιανά», όπου το κίνημα των 70 ημερών το εγκλώβισε στα όρια που καθόριζαν οι Αρχές και το Σύνταγμα, συμπορευόμενη έτσι με την Ενωση Κέντρου, η οποία το χειραγωγούσε. Γι' αυτό το ζήτημα, η απόφαση του 9ου Συνεδρίου του ΚΚΕ εκτιμά τα εξής: «Στο πραξικόπημα αυτό αντιπαρατάχθηκε το μεγαλειώδες κίνημα των 70 ημερών, όπου η εργατική τάξη και η Αριστερά έπαιξαν πρωτοποριακό ρόλο, με αποκορύφωμα την πολιτική απεργία της 27ης του Ιούλη. Εξαιτίας όμως των λαθών που διαπράχτηκαν στην καθοδήγησή του, όπως η μη έγκαιρη πραγματοποίηση πανεργατικής πολιτικής απεργίας και ο ευνουχισμός του, που εκδηλώθηκε από τις πρώτες μέρες με τον περιορισμό του στα πλαίσια που καθόριζαν οι αρχές, το κίνημα των 70 ημερών οδηγήθηκε τελικά στο αποδυνάμωμά του. Δεν μπόρεσε να ανατρέψει το παλατιανό πραξικόπημα, που άνοιξε το δρόμο για τη νεοφασιστική δικτατορία».
Το ΚΚΕ, εκτιμώντας τη δράση του εκείνης της περιόδου, αναφέρει τα εξής στην απόφαση του 9ου Συνεδρίου του: «Στα τέλη του Γενάρη του 1966, το ΠΓ της ΚΕ, με ανακοίνωσή του, κατάγγειλε τον κίνδυνο επιβολής στρατιωτικής δικτατορίας... Το ΠΓ και η ΚΕ δεν είδαν, όμως, ούτε την έκταση ούτε το συγκεκριμένο και το άμεσο του φασιστικού κινδύνου, όταν ήδη χτυπούσε τις πόρτες, και δεν προετοίμασαν το κόμμα και το λαό για την αντιμετώπισή του. Δεν είδαν στο βάθος και τον άμεσο κίνδυνο από την επιθετικότητα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στην περιοχή της Εγγύς και της Μέσης Ανατολής. Η 10η ολομέλεια της ΚΕ (Γενάρης 1967), καθορίζοντας σαν κύριο καθήκον την προετοιμασία για τις εκλογές, τη στιγμή που ο κίνδυνος πραξικοπήματος είχε γίνει άμεσος, αποπροσανατόλισε το κόμμα και το δημοκρατικό κίνημα».
Βεβαίως, ανεξάρτητα από τη σκόπιμη υπερβολή, που ασφαλώς υπήρχε στην προπαγάνδα τους περί «κομμουνιστικού κινδύνου», οι δικτάτορες ομολογούσαν μια πραγματικότητα, όταν έκαναν λόγο γι' αυτό. Το λαϊκό κίνημα, παρά τον όχι σωστό πολιτικό προσανατολισμό του, είχε σημειώσει μια ανοδική πορεία, που δυσκόλευε το αστικό πολιτικό σύστημα, όξυνε τις αντιθέσεις του και, κάτω βεβαίως από ορισμένες προϋποθέσεις, μπορούσε να γίνει στην πορεία επικίνδυνο.
Το αστικό πολιτικό σύστημα και η ανάγκη εκσυγχρονισμού
Ο Κ. Μητσοτάκης, μιλώντας στη ΝΕΤ, σε συνέντευξή του την 31/1/2000, είπε για τους λόγους που οδήγησαν στη δικτατορία: «Πιστεύω ότι στη δικτατορία οδήγησε η αδυναμία του πολιτικού κόσμου να δώσουμε λύση στα προβλήματα» (εννοώντας, όχι τα λαϊκά, αλλά αυτά του αστικού πολιτικού κόσμου).
Είναι γεγονός ότι, ενώ η συγκεκριμένη περίοδος απαιτούσε εκσυγχρονισμό του αστικού πολιτικού συστήματος, η άρχουσα τάξη αδυνατούσε να το κάνει. Το πολιτικό σύστημα λειτουργούσε και δρούσε ουσιαστικά όπως την περίοδο του Εμφυλίου και μετά. Αστικά πολιτικά κόμματα, τα Ανάκτορα, ο στρατός και ένας ισχυρός κρατικός κατασταλτικός μηχανισμός, μαζί με το παρακράτος, αποτελούν το μοχλό της πιο εξοντωτικής δράσης ενάντια στο λαϊκό κίνημα. Ο αντικομμουνισμός, η «εθνικοφροσύνη» και ο «από βορρά κίνδυνος» είναι η επίσημη ιδεολογία. Το Παλάτι είχε μερίδιο στην άσκηση της εξουσίας, επιρροή στο στρατό, ή, πιο σωστά, ήθελαν να έχουν το πάνω χέρι σ' αυτόν το μηχανισμό.
Ομως, αυτή η άκρατη καταστολή, ο αντικομμουνισμός και η «εθνικοφροσύνη», ως μέθοδος κυριαρχίας πάνω στο λαό, μάλλον δημιουργούσαν αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα για την άρχουσα τάξη. Απαιτούνταν, λοιπόν, άλλες μορφές ενσωμάτωσης των λαϊκών μαζών. Αλλά η Μοναρχία αποτελούσε σοβαρό εμπόδιο σ' αυτήν την αναγκαιότητα. Τέτοιες εκσυγχρονιστικές προσπάθειες επιχειρήθηκαν από αστούς πολιτικούς, όπως οι Κ. Καραμανλής και Γ. Παπανδρέου, αλλά γι' αυτούς ακριβώς τους λόγους συγκρούστηκαν με τη Μοναρχία. Αυτές οι αντιθέσεις στο αστικό πολιτικό σύστημα οδήγησαν στην αποχώρηση Καραμανλή από την ελληνική πολιτική σκηνή, έφεραν τα «Ιουλιανά» και μπορούσαν να αποβούν επικίνδυνες, με δεδομένη τη λαϊκή δράση έστω και χωρίς σωστό προσανατολισμό, αφού έθεταν το ζήτημα «ποιος κυβερνά».
Σ' αυτές τις αντιθέσεις Μοναρχίας - αστικών κομμάτων, τα αστικά πολιτικά κόμματα δεν μπορούσαν να δώσουν λύση, αφού ουσιαστικά δεν ήθελαν να έρθουν και σε πλήρη ρήξη μ' αυτήν. Αυτήν την αντίθεση, η άρχουσα τάξη την έλυσε με τη δικτατορία.
Στην απόφαση του 9ου Συνεδρίου του ΚΚΕ, αναφέρονται τα εξής: «Η Ενωση Κέντρου που ήρθε στην εξουσία (σ.σ. στις εκλογές του 1964), και που στην ηγεσία της κυριαρχούσε η μερίδα που εκπροσωπούσε συμφέροντα της χρηματιστικής ολιγαρχίας, εφαρμόζει πολιτική συμβιβασμού με τη Δεξιά και τους Αμερικάνους. Η πραγματική εξουσία παρέμεινε στα χέρια της Δεξιάς, του Παλατιού, της στρατοκρατίας και των αμερικάνικων υπηρεσιών. Ολοι οι μηχανισμοί και οι δομές του κράτους που τους υπηρετούσαν, διατηρήθηκαν ανέπαφοι ή σχεδόν ανέπαφοι... Η ηγεσία της Ενωσης Κέντρου, με την πολιτική της των υποχωρήσεων και των συμβιβασμών απέναντι στη Δεξιά, στο Παλάτι και τους Αμερικάνους, την άρνησή της να προχωρήσει στην εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από τα φασιστικά στοιχεία και τον εκδημοκρατισμό των συνδικάτων, με την εμμονή της στο διμέτωπο, (σ.σ. ενάντια, υποτίθεται, στη Δεξιά και ενάντια στο ΚΚΕ) και τον αντικομμουνισμό... διευκόλυνε στην πράξη την επιτυχία του πραξικοπήματος. Οι ευθύνες της Ενωσης Κέντρου γι' αυτό είναι μεγάλες».
Οι αμερικανοΝΑΤΟικοί
Βεβαίως, μέσα σ' όλ' αυτά, τα οποία καθόριζαν την κατάσταση στην Ελλάδα, πρέπει να συμπεριλάβουμε και το ρόλο των Αμερικανών και του ΝΑΤΟ, που αποτελούσαν επίσης βασικά στηρίγματα της ελληνικής άρχουσας τάξης, αλλά είχαν και τα δικά τους αυτοτελή συμφέροντα στην περιοχή των Βαλκανίων, της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, γενικότερα το αστικό πολιτικό σύστημα είναι στενά δεμένο με τους Αμερικανούς, που δε θα διστάσουν να αξιοποιήσουν αυτήν την πραγματικότητα και για δικούς τους σκοπούς. Αλλωστε, η περιοχή ήταν σημείο διασταύρωσης των δύο αντίθετων κοινωνικοοικονομικών συστημάτων, καπιταλισμού και σοσιαλισμού, γεγονός που δυσχέραινε το ιμπεριαλιστικό σύστημα στη δράση του στην ενεργειακή αυτή περιοχή.
Η Κύπρος, ως στρατηγικό σημείο, «αβύθιστο αεροπλανοφόρο» τη χαρακτήριζαν, είναι απαραίτητη για τον ιμπεριαλισμό. Η διχοτόμησή της, ως μέσο ένταξης στα σχέδια του ιμπεριαλισμού, φαίνεται πως είχε δρομολογηθεί από τότε. Αλλά υπήρχε το καθεστώς του Μακαρίου που εμπόδιζε αυτήν την προοπτική. Και για τα αστικά κόμματα υπήρχε το εμπόδιο του λαϊκού παράγοντα, με την έννοια του πολιτικού κόστους, αν εκτελούσαν τα ιμπεριαλιστικά σχέδια. Η χούντα μπορούσε να αναλάβει αυτήν την εξυπηρέτηση των αμερικανοΝΑΤΟικών για την Κύπρο. Τα όσα έγιναν στη συνέχεια - πραξικόπημα και ανατροπή του Μακαρίου, «Αττίλας» 1 και 2, κατοχή μεγάλου μέρους των εδαφών της έως τα σήμερα, αλλά και η τωρινή εξέλιξη του Κυπριακού - δείχνουν πως αυτό ήταν μια από τις αιτίες επιβολής της χούντας.
Ο ρόλος της «Ενωσης Κέντρου»
Το ΚΚΕ και η ΕΔΑ υποστήριζαν ότι η «Ενωση Κέντρου» ακολουθούσε πολιτική «διμέτωπου αγώνα», ότι δηλαδή εναντιωνόταν τόσο κατά της «Δεξιάς», όσο και κατά του ΚΚΕ και της ΕΔΑ. Ηταν έτσι τα πράγματα;
Η «Ενωση Κέντρου» δεν έκανε διμέτωπο αγώνα, για τον απλούστατο λόγο ότι τέτοιος αγώνας δεν μπορεί να υπάρξει. Δεν είναι δυνατό να αγωνίζεται ένα κόμμα και κατά των μονοπωλίων και κατά του λαού. Οπως δεν είναι δυνατό να τάσσεται και υπέρ του λαού και υπέρ των μονοπωλίων. Κάτι αντίστοιχο επιδιώκει να εμφανίσει ότι κάνει με την πολιτική του και το ΠΑΣΟΚ σήμερα. Οτι, δηλαδή, είναι μεν με το σύστημα, με το κεφάλαιο, αλλά ταυτόχρονα είναι και με το λαό. Η αποκάλυψη αυτής της απάτης του από το ΚΚΕ, ότι δεν μπορεί να είναι και με τους δύο ταξικούς αντιπάλους, άρα είναι με το κεφάλαιο, αποτελεί μια από τις αιτίες του αντικομμουνισμού του. Γιατί, πράγματι, ή με τη μια πλευρά θα βρίσκεται ένα κόμμα ή με την άλλη. Η «Ενωση Κέντρου», είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση, έκανε πάντα ταξικό μονομέτωπο αγώνα κατά του ΚΚΕ και της ΕΔΑ.
Δε βρισκόταν έξω από την πραγματικότητα το γεγονός ότι η «Ενωση Κέντρου» αντιπάλευε την ΕΡΕ (τη «Δεξιά»), μάλιστα η μεταξύ τους σύγκρουση πήρε και δραματικές διαστάσεις. Το γεγονός αυτό δεν είναι πρωτόγνωρο, ούτε αποτελεί μόνο ελληνικό φαινόμενο. Υπήρξαν φορές που οι ενδοαστικές αντιθέσεις αποκτήσανε τέτοια οξύτητα, ώστε χύθηκε και αίμα προκειμένου η μία πλευρά να επικρατήσει επί της άλλης. Για παράδειγμα, το 1922, η «φιλελεύθερη» παράταξη έστειλε στο εκτελεστικό απόσπασμα 6 επιφανή στελέχη της «Δεξιάς» (Γούναρης, Χατζηανέστης, Πρωτοπαπαδάκης, Θεοτόκης, Μπαλτατζής, Στράτος), με τη γνωστή «Δίκη των Εξι», φορτώνοντας σ' αυτούς την ευθύνη της εκστρατείας στη Μικρά Ασία, αν και για την τραγωδία του λαού η βενιζελική παράταξη ήταν εξίσου υπεύθυνη με τη βασιλική. Δεν είναι, επίσης, άγνωστο ότι στρατιωτικές δικτατορίες στην Ελλάδα δεν επιβλήθηκαν μόνο από την «ακροδεξιά», αλλά και από τους «φιλελεύθερους» (δικτατορία Πάγκαλου), στα πλαίσια της σύγκρουσης βενιζελικών - αντιβενιζελικών. Τα αστικά κόμματα, όσο μπορούν να συνενώνουν τις δυνάμεις τους όταν χρειαστεί, άλλο τόσο φτάνουν και σε διαχωρισμούς και σε οξύτατες συγκρούσεις, είτε ως αποτέλεσμα βαθιάς κρίσης τους και μεταξύ τους διαφωνίας για την αντιμετώπιση του λαϊκού κινήματος, είτε ως αποτέλεσμα οξυμένων αντιθέσεων ανάμεσα σε μερίδες της οικονομικής ολιγαρχίας.
Παρά τις διαφορές, λοιπόν, ανάμεσα στην «Ενωση Κέντρου» και την ΕΡΕ, που ασφαλώς υπήρχαν, «Δεξιά» και «Κέντρο» πορευόντουσαν στην ίδια όχθη, «πολεμώντας» μεταξύ τους για το ποια από τις δύο θα υποτάξει καλύτερα τις δυνάμεις της «απέναντι όχθης».
Επιπλέον απόδειξη γι' αυτό αποτελεί και το ότι η «Ενωση Κέντρου» αποδέχτηκε να συνεργαστεί με την ΕΔΑ, όταν χρειάστηκε να τη χρησιμοποιήσει για τους δικούς της σκοπούς. Στις εκλογές του 1956, για παράδειγμα, το «Κέντρο», ενώ συνεργάστηκε εκλογικά με την ΕΔΑ, έβαλε ανάμεσα στους όρους για τη συνεργασία και τον εξής: Οτι το «Κέντρο» θα σχημάτιζε κυβέρνηση μόνο στην περίπτωση που οι δικοί του βουλευτές θα ήταν πλειοψηφία στη Βουλή. Διαφορετικά δε θα σχημάτιζε, έστω κι αν αποκτούσε την πλειοψηφία μαζί με τους βουλευτές της συνεργαζόμενης ΕΔΑ!
Το ΚΚΕ, θεωρώντας ότι η συνεργασία με την «Ενωση Κέντρου» αποτελούσε προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για την υλοποίηση του Προγράμματος της «Εθνικής Δημοκρατικής Αλλαγής», (Πρόγραμμα του 6ου Συνεδρίου του), και επικεντρώνοντας σ' αυτό την πολιτική του, δεν έδινε το πρώτο βάρος στη συμμαχία των κοινωνικών δυνάμεων της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Παράλληλα, η ΕΔΑ, υλοποιώντας αυτήν την πολιτική: α) Αδυνάτιζε την πάλη για τη λαϊκή ενότητα. β) Δεν αποκάλυπτε τον πραγματικό χαρακτήρα της «Ενωσης Κέντρου», γεγονός που όχι μόνο δε βοηθούσε λαϊκές δυνάμεις να απεγκλωβιστούν απ' αυτήν, αλλά και ενίσχυε τη λογική του «μικρότερου κακού». Μήπως σήμερα η στρατηγική του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, τηρουμένων των αναλογιών, απέναντι στο ΠΑΣΟΚ δεν είναι η ίδια;
Βεβαίως, πρέπει να συνυπολογιστεί το εξής αναμφισβήτητο θέμα: Οτι οι τότε πολιτικές συνθήκες (εξόριστοι και φυλακισμένοι, το ΚΚΕ στην παρανομία, πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, θεσμικό πλαίσιο του εμφυλίου κ.ά.) υποχρέωναν το ΚΚΕ και την ΕΔΑ να προσεγγίζουν και να δρουν από κοινού με άλλες δυνάμεις, του «Κέντρου» ακόμη και της «Δεξιάς», που αντετίθεντο στα παραπάνω. Αυτό η ΕΔΑ έπρεπε να το κάνει και ασφαλώς το έκανε (επιτροπές για την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων, υπογραφές για τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ κλπ.). Το θέμα δε βρισκόταν σ' αυτό. Βρισκόταν στο γεγονός ότι η κοινή δράση με αστικές δυνάμεις γι' αυτά τα ζητήματα δεν περιοριζόταν σε πρωτοβουλίες στο μαζικό κίνημα ή και στο πολιτικό επίπεδο (π.χ. Βουλή), αλλά εντασσόταν απ' την πλευρά της ΕΔΑ σε προγράμματα κυβερνητικής συνεργασίας με την «Ενωση Κέντρου». Και ενώ αυτά ήταν προγράμματα αστικού εκσυγχρονισμού, το Κόμμα μας έβλεπε τη συγκεκριμένη κυβερνητική σύμπραξη ως μέσο για να υλοποιηθούν ακόμη και ριζικές αλλαγές. Ενώ στην πραγματικότητα συνέβαινε το εξής: Για να συμπορευτεί με την «Ενωση Κέντρου», με βάση τα όποια κοινά σημεία υπήρχαν, άφηνε στην άκρη τα κύρια, αυτά δηλαδή που καθόριζαν την κατεύθυνση της πολιτικής πάλης κατά της πλουτοκρατίας.
Το 9ο Συνέδριο του ΚΚΕ υπογράμμιζε: «Πολλές φορές η πολιτική της ενότητας όχι μόνο δε βοηθούσε την ενότητα, αλλά, αντίθετα, έδινε την ευχέρεια στην Ενωση Κέντρου να την αποφεύγει και να προβάλλεται σαν ηγετική δύναμη. Ετσι, στην πράξη, της αναγνωριζόταν το προβάδισμα και η Αριστερά οδηγούνταν πολλές φορές στην ουρά της Ενωσης Κέντρου και η επιρροή της, σαν συνέπεια αυτού του γεγονότος, περιοριζόταν».
Ορισμένα συμπεράσματα
Αλλά απ' όλα τα παραπάνω φαίνεται ότι, σε τελευταία ανάλυση, το λαϊκό κίνημα και η προοπτική του μάλλον προκαλούσε φόβο στην άρχουσα τάξη, όχι τόσο άμεσα, όσο στην προοπτική που μπορούσαν να δημιουργούνται προϋποθέσεις να αμφισβητεί γενικότερα το σύστημα.
Συμπερασματικά, εκτός από τους άμεσα υπεύθυνους για τη δικτατορία (ιμπεριαλιστές, ελληνική ολιγαρχία, πλουτοκρατία), ευθύνη έχουν όλα τα αστικά ελληνικά κόμματα, που έστρωσαν το έδαφος για την επιβολή της.
Ιδιαίτερη είναι η ευθύνη της κυβέρνησης της Ενωσης Κέντρου, τόσο για τους συμβιβασμούς της, όσο και για τον αντικομμουνισμό της.
Σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, το βασικό συμπέρασμα, για την εργατική τάξη, τα άλλα λαϊκά στρώματα είναι πως μόνον η δική τους κοινωνικοπολιτική συμμαχία, το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο πάλης για τη λαϊκή εξουσία, μπορεί να καταργήσει οριστικά τις συνθήκες που η άρχουσα τάξη και οι ιμπεριαλιστές σύμμαχοί της καθορίζουν την πραγματικότητα στη χώρα. Και όταν ο λαός θέλει, μπορεί, όχι μόνο να ανατρέπει τα σχέδια των μονοπωλίων, αλλά να επιβάλει οριστικά τη δική του κυριαρχία. Αγώνας, λοιπόν, στη ρότα του άλλου δρόμου ανάπτυξης, αυτού που καθορίζεται από την αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή γραμμή πάλης, να τσακίσει ο λαός τα δύο κόμματα της πλουτοκρατίας, ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, να μην εγκλωβιστεί στον οπορτουνισμό του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, να ενισχύσει αποφασιστικά το ΚΚΕ. Και η πείρα από την Ιστορία σ' αυτό το αναλλοίωτο και θεμελιακό συμπέρασμα οδηγεί.

Επιμέλεια
Στέφανος ΚΡΗΤΙΚΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ