Ποιος βρισκόταν πίσω από τις πλάτες της αντεπανάστασης
Η γραμμή της Δύσης ήταν η εξής: Με τη βοήθεια της αντεπανάστασης στην Τσεχοσλοβακία να καταφερθεί στρατιωτικοπολιτικό πλήγμα στον παγκόσμιο σοσιαλισμό. Η διεθνής αντίδραση υπολόγιζε ότι η κατάσταση που διαμορφώθηκε στην Τσεχοσλοβακία, στο πρώτο εξάμηνο του 1968, δημιούργησε ευνοϊκό έδαφος γι' αυτό το πράγμα, για την αλλαγή του οικονομικού, πολιτικού και κοινωνικού καθεστώτος στην Τσεχοσλοβακία.
Το «Σχέδιο Επιχειρήσεων» του Πενταγώνου και η ΚΥΠ...
Τον Ιούλη του 1968, είδε το φως της δημοσιότητας (χωρίς τη θέληση των εκπονητών του) το «σχέδιο επιχειρήσεων», που επεξεργάστηκε το Πεντάγωνο και η ΚΥΠ (σ.σ. Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ, πρόκειται για τη CIA) ενάντια στις σοσιαλιστικές χώρες και ειδικά ενάντια στην Τσεχοσλοβακία.
Στο σχέδιο αυτό προβλεπόταν «διαφοροποιημένη» μεταχείριση ορισμένων χωρών, συνδυασμός της εξωτερικής πολιτικής και της ιδεολογικής δολιοφθοράς με τις προσπάθειες να εξασθενίσει η ενότητα της σοσιαλιστικής κοινότητας.
Σε πολλές σελίδες του βασικού σχεδίου και στα ειδικά παραρτήματα, που αφορούν στις λεπτομέρειές του, με κυνική αυθάδεια αναφέρονται μερικές παραλλαγές για την προετοιμασία και την πραγματοποίηση υπονομευτικών ενεργειών στις σοσιαλιστικές χώρες. Υπήρχαν προσαρτημένες χωριστές οδηγίες για τις ένοπλες δυνάμεις και τα τμήματα ασφάλειας, ονομαστικές καταστάσεις των στρατιωτικών φρουρών, ειδικά της ΛΔ Γερμανίας και της ΣΔ Τσεχοσλοβακίας.
Στα παραρτήματα του σχεδίου είχαν γραφτεί λεπτομερειακά οι λεγόμενες «πρωτεύουσες ενέργειες» των ενόπλων δυνάμεων των ΕΠΑ και της κατασκοπείας τους ενάντια στις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Αυτές προβλέπουν πρώτα απ' όλα την «απελευθέρωση της Ανατολικής Γερμανίας και της Τσεχοσλοβακίας». Είχαν καθοριστεί συγκεκριμένα οι εντολές υπονομευτικής δράσης.
Στους απεσταλμένους της ΚΥΠ είχε ανατεθεί η αποστολή: «Η αποκατάσταση επαφών με τα ανατρεπτικά στοιχεία στις χώρες αυτές και η παροχή σ' αυτά της σχετικής βοήθειας για την οργάνωση δολιοφθορών και εξεγέρσεων». Εντέλλονται οι ίδιοι να συλλέγουν συστηματικά τις εξής πληροφορίες:
- Να εξακριβωθούν τα αποτελέσματα της διεξαγωγής των ειδικών και ψυχολογικών επιχειρήσεων των συμμάχων.
- Να εξακριβωθεί η παρουσία οποιωνδήποτε οργανωμένων παράνομων ομάδων αντίστασης στην υπάρχουσα κυβέρνηση. Αν υπάρχουν τέτοιες, πού βρίσκονται και ποιες οι δυνατότητές τους; Ποιοι είναι οι καθοδηγητές τους, με ποιο τρόπο μπορούμε ν' αποκαταστήσουμε επαφή μ' αυτές;
- Ποιες ομάδες του πληθυσμού, ποιας επαγγελματικής, είτε οποιασδήποτε άλλης κατηγορίας, είναι περισσότερο πιθανόν ότι μπορούν να κάνουν ανταρσία είτε αυθόρμητη εξέγερση;
- Ποιοι συνασπισμοί ομάδων είναι αυτή τη στιγμή οι περισσότερο επιδεκτικοί στις ψυχολογικές επιχειρήσεις (σ.σ. δηλαδή στην υπονομευτική προπαγάνδα) της Δύσης;
- Πότε, πού και κάτω από ποιες συνθήκες, καθώς και με ποια καθοδήγηση απέξω μπορεί να δημιουργηθεί κίνημα αντίστασης, είτε εξέγερσης ενάντια στις υπάρχουσες κυβερνήσεις;
- Ο βαθμός διείσδυσης αντιπολιτευόμενων δυνάμεων στο κομμουνιστικό κόμμα, οι δυνατότητές τους ν' αντισταθούν στη δράση του κόμματος.
Για ορισμένες σοσιαλιστικές χώρες είχαν επεξεργαστεί και δοθεί ακόμα περισσότερο λεπτομερειακές εντολές στους πράκτορες. Να, λόγου χάρη, μερικές από τις εντολές αυτές για τη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας, που ζητούσαν:
- Ενδείξεις, που να φανερώνουν ότι πολύ γρήγορα είτε στο μέλλον μπορεί να γίνει πραξικόπημα στην Τσεχοσλοβακία, είτε οποιεσδήποτε άλλες αλλαγές, οι οποίες θα εμποδίσουν τα σχέδια του NATO.
- Το βαθμό διείσδυσης των αντιπολιτευόμενων δυνάμεων στα όργανα της κρατικής ασφάλειας, της στρατιωτικής αντικατασκοπίας, είτε στις κατασκοπευτικές υπηρεσίες της Τσεχοσλοβακίας και τις δυνατότητές τους να αντιδράσουν στις ενέργειες αυτών των οργάνων.
Αποκαλύπτοντας τους σκοπούς των ιμπεριαλιστών των ΗΠΑ, το επίσημο όργανο των μεγαλοεπιχειρηματιών, η εφημερίδα «Γουόλ Στριτ Τζόρναλ», έγραφε:
«Η Ευρώπη βρίσκεται λογικά στο κέντρο των συμφερόντων των Ενωμένων Πολιτειών στο εξωτερικό, και αν εκεί είχαν γίνει πραγματικά βήματα προς την κατεύθυνση της αυτοδιάθεσης της Ανατολικής Ευρώπης (διάβαζε: προς την κατεύθυνση της απόσπασης από τη σοσιαλιστική κοινότητα οποιουδήποτε από τα μέλη της), αυτό θα ήταν επιτυχία για την Ουάσιγκτον και πλήγμα για τη Μόσχα. Αυτό θα μπορούσε να αλλάξει το συσχετισμό των δυνάμεων στην Ευρώπη». Ο Αμερικανός γερουσιαστής Τέρμοντ, αναπτύσσοντας αυτήν την «κατευθυντήρια ιδέα», δήλωσε στις 2 Αυγούστου 1968 στο Κογκρέσο των ΗΠΑ: «Πολλοί από τους επίσημους κύκλους της Ουάσιγκτον προτιμούν να ελπίζουν ότι θα πετύχουν, τελικά, να αποσπάσουν τις σοσιαλιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης από τη Σοβιετική Ενωση και να τις πάρουν με το μέρος των ΗΠΑ».
Με την ίδια θρασύτητα ξιφούλκησαν κιόλας και οι πολιτικοί παράγοντες των άλλων δυτικών χωρών. Στην αγγλική Βουλή, ο υπαρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος, Ρέτζιναλντ Μόντλινγκ, εξέφρασε την πεποίθηση ότι αν η «Τσεχοσλοβακία απομακρυνθεί από τη Σοβιετική Ενωση, είτε καταρρεύσει το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, αυτό θα είναι συμφέρον για μας».
...και τα συγκεκριμένα βήματα
Στις αρχές του Μάη ο αντιπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ χαιρέτισε «με ενδιαφέρον και συμπάθεια» την εξέλιξη των γεγονότων στην Τσεχοσλοβακία. Ωστόσο, η ανοιχτή επιδοκιμασία, από την πλευρά της κυβέρνησης των ΗΠΑ, της αμφίβολης δράσης των «φιλελευθεριστών» του σοσιαλισμού δεν περιλαμβανόταν στα σχέδια της Ουάσιγκτον.
Στα επίσημα πρόσωπα είχε υποδειχτεί να τηρήσουν επιφυλακτική στάση, η δε φροντίδα για την ηθική υποστήριξη των αντισοσιαλιστικών δυνάμεων στην Τσεχοσλοβακία είχε ανατεθεί στον αστικό Τύπο.
Ο αμερικανικός Τύπος είχε καταπιαστεί με την αναζήτηση διαφόρων μεθόδων «ενθάρρυνσης» της πορείας της Τσεχοσλοβακίας προς την αντισοσιαλιστική κατεύθυνση και σε πρώτη γραμμή, φυσικά, με τη βοήθεια επιχορηγήσεων σε δολάρια.
«Δυστυχώς, ο πόλεμος στο Βιετνάμ και η λυπηρή κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών, έγραφε με θλίψη η εφημερίδα "Νιου Γιορκ Τάιμς" δε δίνουν στις ΗΠΑ τη δυνατότητα να παίξουν προσεχώς ξεχωριστό ρόλο για τη βοήθεια της Τσεχοσλοβακίας».
«Ωστόσο - συμπλήρωνε η εφημερίδα - η κυβέρνηση θα μπορούσε ν' αναλάβει μερικές ωφέλιμες ενέργειες, για να επιδείξει το ενδιαφέρον της και τη συμπάθεια, που εξέφρασε πριν λίγο καιρό για τα γεγονότα της Πράγας».
Τέτοιες ενέργειες έγιναν κιόλας χωρίς αργοπορία. Στις 17 του Μάη η Γερουσία εξέτασε σχέδιο νόμου με την επωνυμία «Τσεχοσλοβάκικη εμπορική πράξη 1968». Μ' αυτό το νόμο ο Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει το δικαίωμα να κλείνει εμπορικές συμφωνίες με την Τσεχοσλοβακία, παρέχοντας σ' αυτήν περισσότερο ευνοϊκούς όρους, καθώς και το δικαίωμα διευθέτησης του ζητήματος για τον τσεχοσλοβάκικο χρυσό, που πήραν οι ΗΠΑ στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, και τέλος, το δικαίωμα παροχής στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας δανείου ως 500 εκατομμύρια δολάρια.
«Η Τσεχοσλοβακία ακολουθεί ανιούσα γραμμή - δήλωσε ο συντάκτης του νομοσχεδίου γερουσιαστής Ουόλτερ Μεντέιλ - στη χώρα αυτή χρειάζονται νέες επαφές με τη Δύση... Οι εμπορικοί περιορισμοί που χρησιμοποιήθηκαν ως τώρα μπορούν να βλάψουν το φιλελεύθερο κίνημα στην Τσεχοσλοβακία... Η ψήφιση του νομοσχεδίου δείχνει το ενδιαφέρον μας και τη συμπάθειά μας προς τα γεγονότα της Πράγας».
Στα μέσα του Ιούνη οι ΗΠΑ δήλωσαν ότι είναι έτοιμες να πληρώνουν στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας 5 εκατομμύρια δολάρια για το λογαριασμό του χρέους στις κοινωνικές ασφαλίσεις. Στις 26 του Ιούλη οι ΗΠΑ αποκατέστησαν την πληρωμή συντάξεων στους μετανάστες, δημιουργώντας έτσι οικονομικό κίνητρο για τους Τσέχους μετανάστες στις ΗΠΑ, που γύρισαν στην Τσεχοσλοβακία για να μετάσχουν στο κίνημα των αντισοσιαλιστικών δυνάμεων.
Η εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς» χαιρέτισε αμέσως αυτή την απόφαση σαν «πρώτη συνετή προσπάθεια να φανεί, όχι μόνο στα λόγια, αλλά και στα έργα, ότι η Ουάσιγκτον ενδιαφέρεται σοβαρά να εκδηλώσει εκείνη τη "συμπάθεια" που εξέφρασε την άνοιξη σχετικά με τις νέες τάσεις της Πράγας».
Στη γραμμή της «ήσυχης αντεπανάστασης» ανταποκρίνονταν πέρα για πέρα οι επόμενες κυνικές δηλώσεις του υποτακτικού του Κογκρέσου Τζον Σέιλερ: «Ο καιρός για την εξέγερση δεν ήρθε ακόμα. Δεν πρέπει να σπρώχνουμε το λαό της Τσεχοσλοβακίας σε ανοιχτή επίθεση, αφού για την ώρα ο καιρός γι' αυτό δεν ωρίμασε ακόμα». Ωστόσο, ο Σέιλερ τόνισε και πάλι ότι εκείνη η στιγμή θα «ωριμάσει» οπωσδήποτε.
Οι απεσταλμένοι της Δύσης
Ο δυτικός Τύπος στάθμιζε εξονυχιστικά τις πιθανότητες για απόσπαση της Τσεχοσλοβακίας από το σοσιαλιστικό στρατόπεδο, ασχολούνταν με την ανοιχτή υποκίνηση των αντιδραστικών στοιχείων στη χώρα αυτή.
Η εφημερίδα «Ουάσιγκτον Ντέιλ Νιους» έγραφε: «Η Τσεχοσλοβακία αποσπάται από τη Μόσχα. Και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήθελαν να κάνουν ό,τι είναι δυνατό για να βοηθήσουν αυτή τη χώρα να ξεφύγει από τη σοβιετική τροχιά».
Το κυριότερο όργανο των αγγλικών μονοπωλίων, η εφημερίδα «Ομπσέρβερ», στις 12 του Ιούλη 1968 συμβούλευε ανοιχτά τους Τσέχους και τους Σλοβάκους να «ξεκόψουν» από τη Μόσχα. Και οι «Τάιμς» του Λονδίνου ονόμαζαν το αντεπαναστατικό προτσές στην Τσεχοσλοβακία «ένα από τα πιο αισιόδοξα κινήματα στον κομμουνιστικό κόσμο». Η εφημερίδα αυτή έλεγε ανοιχτά: «Αν οι Τσέχοι και οι Σλοβάκοι θέλουν να οικοδομήσουν μια περισσότερο ελεύθερη κοινωνία, είναι υποχρεωμένοι να αποσπαστούν από τη Μόσχα».
Η παρισινή εφημερίδα «Μοντ», υποδεικνύοντας τι πρέπει να κάνουν παραπέρα οι αντισοσιαλιστικές δυνάμεις στην Τσεχοσλοβακία, στις 5 Αυγούστου δήλωνε, ότι «η Τσεχοσλοβακία πρέπει να προσπαθήσει τώρα να προκαλέσει μέσα και έξω από το ΚΟΜΕΚΟΝ (σ.σ. Συμβούλιο Οικονομικής Αλληλοβοήθειας) αναθεώρηση της ανταλλαγής εμπορευμάτων». Και η εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς» υπεδείκνυε ότι «η προσεχτική προσπάθεια αποχώρησης από τη σοβιετική οικονομική σφαίρα» πρέπει να αποτελέσει «δεύτερο γύρο» πάλης.
Πραγματικά «απλόχερη» βοήθεια πήρε ο αστικός Τύπος από την ίδια την Τσεχοσλοβακία. Ο ειδικός ανταποκριτής της αμερικανικής εταιρείας ραδιοφώνου «Κολούμπια Μπροντκάστινγκ Σίστεμ», Κόλινγκβουντ, ανακοίνωσε από την Πράγα ότι η «βασική φάμπρικα» διαδόσεων και διαστρεβλώσεων για τα γεγονότα στην Τσεχοσλοβακία αυτές τις μέρες ήταν το ξενοδοχείο «Αλκρον», όπου συγκεντρώνονταν οι ξένοι δημοσιογράφοι. Ο ανταποκριτής της εφημερίδας του Μονάχου «Ζιουντέιτσε Τσάιτουνγκ» στη Βιέννη Μάνφρεντ φον Κόντα, που είναι συνεργάτης της δυτικογερμανικής κατασκοπείας, συνδέθηκε με τους αντεπαναστάτες παράνομους και διεξήγαγε δραστήρια υπονομευτική δουλειά στην Τσεχοσλοβακία.
Πίσω από τις εκατοντάδες των ανταποκριτών των ιμπεριαλιστικών οργάνων ειδήσεων, κατέφθασαν στη χώρα οι λεγόμενοι νομισματικοί και οικονομικοί εμπειρογνώμονες, τραπεζίτες και τέτοιοι φανεροί απεσταλμένοι του ιμπεριαλισμού, όπως, λόγου χάρη, ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Δυτικής Γερμανίας Μπλέσνιγκ, ο πρόεδρος του δυτικογερμανικού κόμματος των ελεύθερων δημοκρατών Σιελ, ο βουλευτής της Μπούντεσταγκ του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος Επλερ, άσπονδος εχθρός του κομμουνισμού, ο «σοβιετολόγος» από τις ΗΠΑ Ζμπίγκνεφ Μπζεζίνσκι.
Στις 14 του Ιούνη οι Τσεχοσλοβάκοι αντεπαναστάτες προσκάλεσαν τον Μπζεζίνσκι να κάνει διαλέξεις στην Πράγα. Εκεί εξέθεσε τη στρατηγική του «φιλελευθερισμού». Στις διαλέξεις του ο Μπζεζίνσκι καλούσε να συντρίψουν το ΚΚ Τσεχοσλοβακίας και να διαλύσουν την πολιτοφυλακή και τα όργανα της κρατικής ασφάλειας. Σε κλειστή συνεδρίαση στο Ινστιτούτο της Διεθνούς Πολιτικής, δήλωνε στις 14 του Ιούνη 1968 στην Πράγα: «Η αφετηριακή μου θέση συνίσταται στο ότι ο λενινισμός στις συνθήκες της σύγχρονης ανεπτυγμένης κοινωνίας εξέπνευσε». Για να μεταχειριστούμε τα ίδια τα λόγια του Μπζεζίνσκι, υποστήριζε το «ενδιαφέρον τσεχοσλοβάκικο πείραμα».
Σχολιάζοντας την όλο και περισσότερο αυξανόμενη δραστηριοποίηση όλων αυτών των απεσταλμένων της Δύσης στην Τσεχοσλοβακία, η εφημερίδα «Μπερλίνερ Τσάιτουνγκ» διαπίστωνε: «Τώρα, αυτοί εφαρμόζουν στην πράξη εκείνο το οποίο μέχρι σήμερα συνέθεταν μόνο θεωρητικά: Την πολιτική του Τζόνσον της "ζεύξης γεφυρών", τη "νέα ανατολική πολιτική" του Κίσινγκερ και του Μπραντ, σκοπός των οποίων είναι να αποσπάσουν κατά το δυνατό τη μια μετά την άλλη τις σοσιαλιστικές χώρες από το κοινό μέτωπο».
Η Βόννη στο ρόλο του αρχιμουσικού
Η Τσεχοσλοβακία, που βρίσκεται ανάμεσα στους ποταμούς Οδερ και Δούναβη, εκτείνεται από τα Σουδητικά Ορη ως τα Καρπάθια, προσέλκυσε από παλιά τις άπληστες βλέψεις των Γερμανών ιμπεριαλιστών. «Οποιος κατέχει την Τσεχία, αυτός κρατά στα χέρια του το κλειδί της Ευρώπης», έλεγε ο Βίσμαρκ.
Ο τσεχοσλοβάκικος λαός δοκίμασε τη θλίψη της προδοσίας του Μονάχου (σ.σ. Συμφωνία που παρέδιδε στη Γερμανία την Τσεχοσλοβακία στα 1938). Οι δυτικές δυνάμεις την πρόσφεραν θυσία στο βωμό των χιτλερικών σχεδίων «Ντρανγκ ναχ Οστεν». Η Τσεχοσλοβακία για πολλά χρόνια έπαψε να υπάρχει ως αυτοτελές, ανεξάρτητο κράτος. Και μόνο η νίκη του σοβιετικού λαού ενάντια στο χιτλερισμό έφερε στους Τσέχους και τους Σλοβάκους τη λευτεριά.
Τώρα, οι Δυτικογερμανοί μιλιταριστές συνδέουν απαρέγκλιτα τα ρεβανσιστικά τους σχέδια με την κατάλυση του σοσιαλιστικού καθεστώτος της Τσεχοσλοβακίας.
Η προσκείμενη στους ιθύνοντες κύκλους της Βόννης εφημερίδα «Γκένεραλ - Αντσάιγκερ» δήλωνε κυνικά: «Οι Γερμανοί Σουδήτες θα περιμένουν από την Τσεχοσλοβακία, όταν απελευθερωθεί από τον κομμουνισμό, επιστροφή στη συμφωνία του Μονάχου, με την οποία το φθινόπωρο του 1938 η σουδητική περιοχή πέρασε στη Γερμανία».
Τα επιθετικά σχέδια της Βόννης σχετικά με τη σουδητική περιοχή συνδυάζονται με τα απώτερα σχέδια ενέργειας του δυτικογερμανικού ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Ευρώπη. Ο διεθνής ιμπεριαλισμός και οι υποτακτικοί του στην Τσεχοσλοβακία θεωρούσαν τις εκδηλώσεις ενάντια στο σοσιαλισμό και το Κομμουνιστικό Κόμμα σαν το πρώτο και σοβαρό βήμα για την πραγματοποίηση των σχεδίων τους σ' όλες τις σοσιαλιστικές χώρες της Ευρώπης.
Είναι χαρακτηριστική από την άποψη αυτή η αντίδραση των ιθυνόντων κύκλων και του Τύπου της Δυτικής Γερμανίας σε κάθε στροφή των γεγονότων στην Τσεχοσλοβακία. Θριαμβολογώντας σε κάθε εκδήλωση αντισοσιαλιστικών τάσεων, ο δυτικογερμανικός Τύπος δημοσίευε ταυτόχρονα πλήθος από «καλοπροαίρετες» συμβουλές και συστάσεις προς τους Τσεχοσλοβάκους αντεπαναστάτες.
Το Μάρτη του 1968 ο Στράους (σ.σ. ακροδεξιός Βαυαρός πολιτικός) σε συνομιλία με υψηλές προσωπικότητες του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος δήλωνε, ότι αρχίζοντας από το 1968 οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Δυτικής Γερμανίας έκαναν μεγάλη δουλειά για να διασύρουν την καθοδήγηση του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας στα μάτια της τσεχοσλοβάκικης κοινής γνώμης.
Σύμφωνα με τη δήλωση του Στράους, ο δυτικός κόσμος πρέπει λεπτά και επιδέξια να χρησιμοποιήσει όλα τα κανάλια της ιδεολογικής και οικονομικής επίδρασης για τη συνεχή εξασθένιση του ρόλου του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας στην κρατική και πολιτική ζωή της χώρας και τη βαθμιαία απόσπαση της Τσεχοσλοβακίας από την ΕΣΣΔ. Για την επίτευξη αυτών των σκοπών αποφασίστηκε η διεξαγωγή ευρείας προπαγανδιστικής εκστρατείας για την απομάκρυνση από τις καθοδηγητικές θέσεις των κομμουνιστών που ήταν αφοσιωμένοι στην υπόθεση του σοσιαλισμού.
Είχε προταθεί να διατεθούν μέχρι 260 εκατομμύρια μάρκα για την εξαγορά Τσεχοσλοβάκων πολιτών, που θα ταξίδευαν στις δυτικές χωρίς σαν μέλη αντιπροσωπειών, σαν τουρίστες, καθώς και για άλλη «οικονομική βοήθεια».
Ο γνωστός ειδικός του αντικομμουνισμού Κλάους Τένερτ, σχολιάζοντας από τη δυτικογερμανική τηλεόραση την κατάσταση στην Τσεχοσλοβακία, αποκάλυψε ανοιχτά τους υπολογισμούς των πολιτικών της Βόννης: «Αυτό, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί κίνητρο για τη γερμανική ανατολική πολιτική. Εγώ νομίζω ότι μπορούμε να συνεχίσουμε αυτήν την πολιτική. Αν η Τσεχοσλοβακία, είτε άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θα βαδίσουν προς τη σοσιαλδημοκρατία, τότε δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα μπορούμε να μιλάμε ασύγκριτα ευκολότερα με τη σοσιαλδημοκρατική Τσεχοσλοβακία, παρόλο που τυπικά, ίσως, είναι ακόμα κομμουνιστική. Ξέχωρα απ' αυτό, θα πρέπει να απομονώσουμε όλο και περισσότερο το Ανατολικό Βερολίνο».
Το Μάη του 1968 στον Τύπο της Δυτικής Γερμανίας συζητήθηκε ζωηρά το ζήτημα της πρόθεσης της κυβέρνησης της Δυτικής Γερμανίας (σ.σ. τότε υπήρχε και η σοσιαλιστική Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία, ή Ανατολική Γερμανία όπως την ονόμαζαν οι καπιταλιστές), να δώσει στην Τσεχοσλοβακία χρηματική βοήθεια 700 εκατομμυρίων μάρκων. Σύμφωνα με τη γνώμη του Τύπου, μια τέτοια εκδήλωση θα όξυνε σημαντικά τις σχέσεις ανάμεσα στην Τσεχοσλοβακία και την ΕΣΣΔ.
Αμεση υπονόμευση των ζωτικών εθνικών συμφερόντων του τσεχοσλοβάκικου λαού ήταν οι επικλήσεις για «προσέγγιση» με τη Δυτική Γερμανία, που δε δημοσιεύτηκαν μόνο στον Τύπο και μεταδόθηκαν από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, αλλά και αναφέρθηκαν στους λόγους μερικών καθοδηγητικών παραγόντων του ΚΚΤσ. Αυτή η δουλειά δεν περιορίστηκε μόνο σε προφορικές δηλώσεις.
Τα δυτικά σύνορα της Τσεχοσλοβακίας άνοιξαν πραγματικά και πλημμύρισαν ανεμπόδιστα τη χώρα - ανακατεμένοι με το ρεύμα των τουριστών - σαμποταριστές και κατάσκοποι από τις δυτικές χώρες, και πρώτα απ' όλα, όπως ήταν επόμενο, από τη Δυτική Γερμανία.
Τον Απρίλη, στα σύνορα της Τσεχοσλοβακίας με τη Δυτική Γερμανία άνοιξαν 5 κέντρα θεώρησης διαβατηρίων, τα οποία πουλούσαν τη θεώρηση στους πολίτες της Δυτικής Γερμανίας με 8 δολάρια. Κάθε κέντρο επέτρεπε τη διάβαση των συνόρων σε πάνω από 7.000 αυτοκίνητα τη μέρα. Τελωνειακός και συνοριακός έλεγχος, στην πραγματικότητα, δε γινόταν. Τις τρεις πρώτες μέρες του Ιούνη κατέφθασαν στην Πράγα 75.000 περίπου Δυτικογερμανοί, οι οποίοι παρέμεναν εκεί με την ιδιότητα του περιηγητή. Πολλοί απ' αυτούς έκαναν δραστήρια αντισοβιετική προπαγάνδα στον ντόπιο πληθυσμό.
Χιλιάδες Γερμανοί, που ανήκαν σε ρεβανσιστικές οργανώσεις και απαιτούσαν «επιστροφή» της σουδητικής περιοχής, πήγαν ελεύθερα στην Τσεχοσλοβακία να αποκαταστήσουν σύνδεση. Οι πράκτορες του ιμπεριαλισμού απόχτησαν τη δυνατότητα να εισάγουν όπλα στο έδαφος της Τσεχοσλοβακίας.
Φέτος (σ.σ. 1968) τον Απρίλη - Μάη έγιναν πολυάριθμες μυστικές συναντήσεις, στο έδαφος της Βαυαρίας, της ηγεσίας του Χριστιανοσοσιαλιστικού Κόμματος της Δυτικής Γερμανίας με αντιπροσώπους της Τσεχοσλοβάκικης Χριστιανοσοσιαλιστικής Ενωσης, όπου διεξήχθησαν συνομιλίες για την αποκατάσταση άμεσων επαφών ανάμεσα σ' αυτά τα κόμματα.
Η δραστήρια ενέργεια των κυβερνητικών κύκλων και κομμάτων της Δυτικής Γερμανίας γινόταν με σκοπό να ασκήσουν επίδραση στην τσεχοσλοβάκικη νεολαία. Γι' αυτό είχαν οργανωθεί, με έξοδα της ΧΣΕ και του ΣΔΚΓ, πολυάριθμα ταξίδια στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας ειδικά προετοιμασμένων ομάδων φοιτητών και υπαλλήλων των νεολαιίστικων οργανώσεων της Δυτικής Γερμανίας (ιδιαίτερα αυτοί οι οποίοι βρίσκονταν κάτω από την επιρροή των σοσιαλδημοκρατών, των χριστιανοδημοκρατών και της ΧΣΕ).
Ετσι, λόγου χάρη, στη Δυτική Γερμανία από τους φοιτητές της Χαϊδελβέργης, της Στουτγάρδης και άλλων πανεπιστημίων του νότιου τμήματος της Δυτικής Γερμανίας δημιουργήθηκαν ειδικές φοιτητικές ομάδες προπαγάνδας για την αποστολή τους στην Τσεχοσλοβακία την περίοδο των πασχαλινών διακοπών του Απρίλη, με σκοπό την πραγματοποίηση συναντήσεων και συζητήσεων με τους Τσεχοσλοβάκους φοιτητές και τη διάδοση προπαγανδιστικών υλικών.
Ειδικός ρόλος για την ιδεολογική προπαγάνδα στον πληθυσμό της ΣΔ Τσεχοσλοβακίας είχε ανατεθεί στη δυτικογερμανική τηλεόραση, τους ραδιοφωνικούς σταθμούς και τον Τύπο. Εξάλλου, στη βαυαρική επιτροπή του ραδιοσταθμού στο Μόναχο είχε δημιουργηθεί ειδική ομάδα ανταποκριτών, η οποία συγκέντρωνε και επεξεργαζόταν κατάλληλα πληροφορίες για την κατάσταση στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας και μετέδιδε ταχτική προπαγανδιστική ραδιοφωνική εκπομπή για την Τσεχοσλοβακία.
Η ελβετική αστική εφημερίδα «Ζουρνάλ ντε Ζενέβ» δημοσίευσε λεπτομέρειες για το πρόσφατο ταξίδι του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Δυτικής Γερμανίας Μπλέσνιγκ στην Πράγα, με το πρόσχημα της ιδιωτικής επίσκεψης. Η εφημερίδα υπογραμμίζει ότι ο πρώην έμπιστος του Χίμλερ πήγε στην Πράγα με τη «συγκατάθεση του Μπραντ». Στην Πράγα, ο Μπλέσνιγκ συζήτησε με τον πρόεδρο της Κεντρικής Τράπεζας της ΣΛ Τσεχοσλοβακίας. «Ολα τα οικονομικά, νομισματικά και συναλλαγματικά προβλήματα», με τα οποία «θα ασχοληθεί προσεχώς η καθοδήγηση της ΣΔ της Τσεχοσλοβακίας».
Οι ρεβανσιστές σε δράση
Ο Τύπος ομολογεί ότι το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα της Δυτικής Γερμανίας χρηματοδοτούσε την αντεπανάσταση στην Τσεχοσλοβακία.
Ηδη, από τον Απρίλη του 1967, στο Βισίρτσμπουργκ, ο «Σύλλογος συμπατριωτών των Γερμανών σουδητών» διέθεσε ειδικό κονδύλι με την επωνυμία «κοινωνική βοήθεια στους σουδήτες» για τη χρηματοδότηση της ρεβανσιστικής προπαγάνδας και την παροχή βοήθειας στις αντισοσιαλιστικές δυνάμεις στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας.
Επίσημος πρωτεργάτης αυτού του κονδυλίου ήταν ο γκενλεϊνοφικός φασίστας και πρώην καθοδηγητής του ναζιστικού δικαστηρίου της σουδητικής περιοχής στο Ρέιχενμβεργκ (Λίμπερετς) δρ. Φραντς Μπεμ.
Η συμφωνία για τη διάθεση αυτού του κονδυλίου βοήθειας της αντεπανάστασης είχε γίνει στις 21 Φλεβάρη του 1967, στη διάρκεια συνεδρίασης ανάμεσα στην καθοδήγηση του «Συλλόγου συμπατριωτών των Γερμανών σουδητών» με τον Δυτικογερμανό καγκελάριο Κίζινγκερ, τον υπουργό των Εξωτερικών Μπραντ, τον υπουργό Βένερ και άλλα μέλη της κυβέρνησης της Βόννης. Με τη βοήθεια αυτού του κονδυλίου, προβλεπόταν ευρεία παράλληλη εφαρμογή της λεγόμενης «νέας ανατολικής πολιτικής» της κυβέρνησης και της δράσης του «Συλλόγου συμπατριωτών των Γερμανών σουδητών».
Μερικές μέρες αργότερα, δημοσιεύτηκε στη Βόννη η έκκληση του ρεβανσιστή Μπεμ, που καλούσε όλους να συνεισφέρουν σ' αυτό το κονδύλι. Στην έκκληση, αναφερόταν ότι επρόκειτο για «έκτακτα συμπληρωματικά χρηματικά μέσα» για την εφαρμογή στην πράξη των «πολιτικών σχεδίων ενόψει της τωρινής κατάστασης της ανατολικής πολιτικής».
Με τα μέσα του χρηματικού αυτού αποθέματος, προβλεπόταν η διάδοση «φυλλαδίων, φιλμ, επίκαιρων πληροφοριακών υλικών στο εσωτερικό της χώρας και στο εξωτερικό, δημιουργία Ινστιτούτων... εφαρμογή κοινωνικών, οικονομικών, και πολιτιστικο-πολιτικών μέτρων, καθώς και μέτρων με σκοπό την πάλη για την επιστροφή των αρπαγμένων σουδητών».
Η δημιουργία του χρηματικού αυτού αποθέματος έφερε αναζωογόνηση της χρηματοδότησης της επιθετικής, υπονομευτικής δράσης που η αρχή της τέθηκε ήδη από το 1938, όταν με τη βοήθεια των γερμανικών στρατιωτικών κοντσέρν και των μεγάλων τραπεζών διεξήχθη η «εκστρατεία για την επιστροφή στην αυτοκρατορία». Ο ίδιος ο Μπεμ υπεδείκνυε αυτήν τη διαδοχικότητα της πολεμικής πολιτικής, δηλώνοντας: «Εκείνο το οποίο μπόρεσε να γίνει πριν δεκάδες χρόνια, πρέπει και μπορεί να γίνει και σήμερα».
Σήμερα, αυτά τα ίδια στρατιωτικά κοντσέρν χρηματοδοτούν την «κοινωνική βοήθεια των σουδητών». Με τα μέσα αυτά, οι αντεπαναστατικές δυνάμεις είχαν εφοδιαστεί με πομπούς, όπλα κ.λπ.
Οταν οι αντισοσιαλιστικές δυνάμεις στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας κατόρθωσαν να πραγματοποιήσουν τις πρώτες επιτυχίες, δυνάμωσε η διαφημιστική εκστρατεία για το ρεβανσιστικό ταμείο. Με την παρουσία του απεσταλμένου της Βόννης για τις υποθέσεις της Ανατολής Χάσελ και του πρωθυπουργού της Βαυαρίας Γκόπτελ, ο περιβόητος ηγέτης του «Συλλόγου συμπατριωτών των Γερμανών σουδητών» και βουλευτής της Μπούντεσταγκ της ΧΣΕ Βάλτερ Μπέχερ στη σύνταξη αυτής της ρεβανσιστικής ένωσης στις 2 και 3 του Ιούνη 1968 στη Στουτγάρδη καλούσε τους πολίτες να βοηθήσουν στη δημιουργία «αποθέματος εκατομμυρίων».
Και τα χρήματα άρχισαν να καταφθάνουν, ιδιαίτερα, από το λεγόμενο κονδύλι της «αυτοδιάθεσης», που το διαχειριζόταν ο δρ. Πάουλσεν, ισόβιος επίτιμος πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Ενωσης Γερμανών Εργοδοτών.
Ωστόσο, τα πιο μεγάλα ποσά για υπονομευτική δράση τα παίρνουν οι ρεβανσιστές με τη βοήθεια του υπουργού των Οικονομικών, σοσιαλδημοκράτη Σίλερ. Το υπουργείο του καθορίζει τη γραμμή και στη λεγόμενη Επιτροπή της Μπούντεσταγκ της Βόννης για τα ζητήματα των ζημιών, που προξένησε ο πόλεμος.
Το Μάη του 1968, πάρθηκε απόφαση για τη μεταβίβαση στις ενώσεις των ρεβανσιστών της μισής περιουσίας από την κατάσχεση της ιδιοκτησίας των πρώην «ανατολικών τραπεζών».
Αυτή η περιουσία ανέρχεται σήμερα (σ.σ. το 1968) σε 100 εκατομμύρια περίπου μάρκα. Συνεπώς, 50 εκατομμύρια μάρκα μεταβιβάζονται κατευθείαν στο κονδύλι της αντεπανάστασης.
Η ημιεπίσημη εφημερίδα «Γκένεραλ Αντσάιγκερ», στις 23 του Αυγούστου, ανέγραφε την είδηση ότι: «Η κυβέρνηση της Βόννης πήρε απόφαση για τη δημιουργία του λεγόμενου "κριτικού επιτελείου". Στο επιτελείο αυτό μετέχουν ανώτατοι στρατηγοί των επιτελείων της Μπούντεσβερ, του υπουργείου των Στρατιωτικών, καθώς και υπάλληλοι των βασικών υπουργείων της Δυτικής Γερμανίας. Στις αρμοδιότητες του "κριτικού επιτελείου" περιλαμβάνεται η συλλογή πληροφοριών για την κατάσταση στην Τσεχοσλοβακία και η επεξεργασία συστάσεων για την κυβέρνηση της Βόννης».
Ο γενικός επιθεωρητής της Μπούντεσβερ, ντε Μεζιέρ, έβγαλε διαταγή, με την οποία απαγορεύει τη χορήγηση άδειας στους στρατιώτες και τους αξιωματικούς του δυτικογερμανικού στρατού. Το επιτελείο άρχισε κιόλας να δρα. Ετσι δημιουργήθηκε κυβερνητικό κέντρο για τα ζητήματα της ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις της Τσεχοσλοβακίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες από τη Βόννη στις 22 Αυγούστου, το απόγευμα της 21ης Αυγούστου, ο αρχηγός της υπηρεσίας κατασκοπείας της Δυτικής Γερμανίας, υποστράτηγος Βέσελ, έλαβε εντολή από την κυβέρνηση να εντείνει τη δράση των πρακτόρων της και πρώτα απ' όλα να προσπαθήσει να αποκαταστήσει τις επαφές που είχαν διακοπεί με τα έμπιστα πρόσωπα στη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας.
Το δυτικογερμανικό περιοδικό «Σπίγκελ» στις αρχές του Αυγούστου αποκάλυψε τις δραστήριες ενέργειες της δυτικογερμανικής κατασκοπείας με τη χρησιμοποίηση του τουριστικού ρεύματος για την υποδαύλιση των αντεπαναστατικών διαθέσεων στην Τσεχοσλοβακία και τη συλλογή νέων πληροφοριών από εκεί.
Το περιοδικό έγραφε ότι οι δυτικογερμανικές συνοριακές αρχές κατέγραφαν τα ονοματεπώνυμα, τους αριθμούς των αυτοκινήτων και τις διευθύνσεις αυτών των Δυτικογερμανών, οι οποίοι περνούσαν τα σύνορα της Δυτικής Γερμανίας με τη ΣΔ Τσεχοσλοβακίας. Οι καταστάσεις αυτών των ονομάτων αποστέλλονταν στην έδρα του επιτελείου της δυτικογερμανικής κατασκοπείας στο Μόναχο. Εκεί έκαναν επιλογή των ανθρώπων, οι οποίοι μπορούσαν να χρησιμεύσουν σαν πράκτορες, είτε πληροφοριοδότες της «Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Κατασκοπείας».
Αυτή η υπηρεσία, που υπάγεται άμεσα στο γραφείο του καγκελάριου της Δυτικής Γερμανίας, όπως αναφέρει η εφημερίδα, διαθέτει ετήσιο προϋπολογισμό, περισσότερο από 100 εκατομμύρια μάρκα και επιτελείο από 5 χιλιάδες συνεργάτες, οι οποίοι χρησιμοποιούνται κυρίως για κατασκοπεία στις σοσιαλιστικές χώρες.
Το Πρόγραμμα «Ζέφυρος»
Οι θεωρητικοί του ιμπεριαλισμού συνέδεσαν στενά τα σχέδια της παραπέρα έντασης της δράσης του επιθετικού συνασπισμού του NATO, με την εξέλιξη των γεγονότων στην Τσεχοσλοβακία. Τώρα έρχονται στη δημοσιότητα όλο και ευρύτερα τα τυχοδιωκτικά σχέδια του επιθετικού Ατλαντικού Συνασπισμού σχετικά με την Τσεχοσλοβακία.
«To NATO ετοίμασε σχέδια για την έξοδο της Τσεχοσλοβακίας από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας». Μ' αυτόν τον τίτλο η εφημερίδα του Λιβάνου «Αντ Ντουνιά» της 11ης του Σεπτέμβρη δημοσίευε ανταπόκριση από τις Βρυξέλλες για μυστικές αποφάσεις του Συμβουλίου του NATO. Η εφημερίδα γράφει: «Το Συμβούλιο του Βορειοατλαντικού Συνασπισμού επεξεργάστηκε ειδικό πρόγραμμα για την Τσεχοσλοβακία με το κωδικοποιημένο όνομα "Ζέφυρος". Το Συμβούλιο διαπίστωσε την ύπαρξη μερικών μεταρρυθμιστών, οι οποίοι επιθυμούν τη διεύρυνση των σχέσεων της Τσεχοσλοβακίας με την Ευρώπη σ' όλους τους τομείς, και υπάρχει η δυνατότητα να εκμεταλλευτούμε τις υπηρεσίες αυτών των μεταρρυθμιστών.
Στη διάρκεια πλατιάς μελέτης της κατάστασης της Τσεχοσλοβακίας, το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι τα μη ορθόδοξα στοιχεία άρχισαν να παίζουν μεγάλο ρόλο στην εξασθένιση της κομμουνιστικής ιδεολογίας στην Τσεχοσλοβακία και ότι στο μέλλον θα μπορέσουμε να στηριχτούμε σ' αυτά τα στοιχεία. Τα μέλη του Συμβουλίου του NATO πείστηκαν ότι ύστερα από τα γεγονότα του 1948 στην Τσεχοσλοβακία παρέμειναν ομάδες του πληθυσμού, που δεν αναγνώρισαν την κομμουνιστική ιδεολογία και γι' αυτό τρέφουν εχθρικές προς αυτήν διαθέσεις. Αυτές οι ομάδες ασχολούνται με μυστική δράση, που κατευθύνεται ενάντια στο σοσιαλιστικό δρόμο ανάπτυξης της Τσεχοσλοβακίας».
Οπως τονίζεται σε συνέχεια στην ανταπόκριση, «στο φως αυτών των πληροφοριών και των προτάσεων, το Συμβούλιο του NATO επεξεργάστηκε το πρόγραμμα "Ζέφυρος", που έχει σκοπό τη δημιουργία στο εσωτερικό της Τσεχοσλοβακίας και γύρω από αυτήν κατάστασης, η οποία θα μπορούσε να συμβάλει στην ανακήρυξη ουδετερότητας και στην έξοδο της Τσεχοσλοβακίας από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας».
Τέλος, η εφημερίδα υπογραμμίζει: «Το Συμβούλιο του NATO θεώρησε σκόπιμο να συνεχίσει τη δουλειά της "ζεύξης γεφυρών" με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Είχε προβλεφτεί ότι η Τσεχοσλοβακία θα μπορούσε να ετοιμαστεί για ανακήρυξη ουδετερότητας τον ερχόμενο χρόνο, αν τα γεγονότα εκεί εξελίσσονταν προς όφελος της αντιπολίτευσης, στην οποία το NATO έτρεφε μεγάλες ελπίδες, υπολογίζοντας να τη χρησιμοποιήσει για τον προσανατολισμό της γενικής πολιτικής της Τσεχοσλοβακίας προς το συμφέρον του».
Η φινλανδική εφημερίδα «Πιαβιάν Σανομάτ» στις 6 του Σεπτέμβρη δημοσίευσε άρθρο, όπου ξεσκεπάζει το ρόλο του NATO στα γεγονότα της Τσεχοσλοβακίας. Στο άρθρο, αίφνης, αναφέρεται: Δεν είναι καθόλου μυστικό ότι το γενικό επιτελείο του NATO «ανέλαβε την προετοιμασία» του τσεχοσλοβάκικου ζητήματος μερικούς μήνες πριν από τα γεγονότα του Αυγούστου. Πρώτα απ' όλα, ενδιαφέρθηκε για το δυνάμωμα της έντασης στην Τσεχοσλοβακία.
Σύμφωνα με θετικές πηγές από τις Βρυξέλλες, κάτω από τις διαταγές του γενικού επιτελείου του NATO, εργάζεται ειδική οργάνωση, που διαθέτει στελέχη και τεχνικά μέσα για μόνιμη δουλειά πάνω στο τσεχοσλοβάκικο πρόβλημα.
Το γενικό επιτελείο αυτής της ειδικής οργάνωσης, όμως, δε βρίσκεται στις Βρυξέλλες, αλλά στη Δυτική Γερμανία στην περιοχή του Ρέγκενσμπουργκ. Από τον Ιούλη άρχισε να δρα ειδικό Κέντρο παρατήρησης και διεύθυνσης, το οποίο οι Αμερικανοί στρατιωτικοί αντιπρόσωποι ονομάζουν «Επιτελείο της Ομάδας Κρούσης» και το οποίο έχει δικό του σύστημα κώδικα και περισσότερους από 300 συνεργάτες, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν και αξιωματικοί της υπηρεσίας κατασκοπείας και πολιτικοί σύμβουλοι του NATO.
Σύμφωνα με βελγικές πηγές πληροφοριών, αυτό το κέντρο το καθοδηγεί ο Δυτικογερμανός αντιπρόσωπος του NATO, ο οποίος κατάγεται από την Τσεχοσλοβακία, και έτσι είναι άριστα πληροφορημένος γι' αυτούς τους δραστήριους παράγοντες, που έχουν πρωταρχική σημασία. Το «Επιτελείο της Ομάδας Κρούσης» συνεχίζει και τώρα να κρατάει γερά στα χέρια του όλες τις συνδέσεις με την Τσεχοσλοβακία, και το Γενικό Επιτελείο του NATO παίρνει κωδικοποιημένες πληροφορίες, το λιγότερο τρεις φορές το εικοσιτετράωρο.
Στο Βέλγιο, σχετικά μ' αυτήν την περίπτωση, «αφομοίωσαν» με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την άποψη των αντιπροσώπων του Γενικού Επιτελείου του NATO, ότι παρά την είσοδο των στρατευμάτων του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία και τη σύναψη της συμφωνίας της Μόσχας και παρά το γεγονός ότι το ειδικό κέντρο δεν πραγματοποίησε τα καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί, ωστόσο η δράση του ήταν και συνεχίζει να παραμένει «πολύτιμη πείρα για το μέλλον».
Ετσι, οι πιο επιθετικές δυνάμεις της διεθνούς αντίδρασης, στηριζόμενες στο στρατιωτικό και κατασκοπευτικό μηχανισμό του NATO, υποστήριζαν με κάθε τρόπο την αντεπανάσταση στην Τσεχοσλοβακία, υπολογίζοντας να αποσπάσουν τη χώρα αυτή από τη σοσιαλιστική κοινότητα.
- Το άρθρο αναδημοσιεύεται από το βιβλίο «Τσεχοσλοβακία '68 και ο προλεταριακός διεθνισμός», εκδόσεις «Ειρήνη». Οι υπότιτλοι είναι του «Ριζοσπάστη».
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
20/12/2011
-- Τιμούν έναν αντεπαναστάτη
12/9/2010
-- Τα αντεπαναστατικά γεγονότα στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας το 1968
5/7/2009
-- Αντικομμουνισμός. Χτες και σήμερα
7/9/2008
-- Σαράντα χρόνια από την αντεπανάσταση στην Τσεχοσλοβακία το 1968
14/9/2003
-- Η αντεπανάσταση τον Αύγουστο του 1968 και οι υποκινητές της
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου