4 Οκτ 2012

Για την οπορτουνιστική θεωρία του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα»


Για την οπορτουνιστική θεωρία του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα»



Οι θετικές διεργασίες που έχουν επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής (Βενεζουέλα, Βολιβία, Εκουαδόρ, Νικαράγουα, Ουρουγουάη, Παραγουάη, Χιλή, Αργεντινή, Βραζιλία, τελευταία Σαλβαδόρ, οι διεργασίες στο λαό στην Ονδούρα) σε διαφορετικό βαθμό και βάθος σε κάθε χώρα, έχουν δημιουργήσει σημαντικές προσδοκίες σε ολόκληρο τον κόσμο, ωστόσο δεν είναι λίγες οι συγχύσεις και οι αυταπάτες που τις συνοδεύουν.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της νέας κατάστασης είναι η αντίθεση με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, που ωστόσο καταλήγει στην ίδια την ταύτιση της έννοιας του ιμπεριαλισμού με τις ΗΠΑ και στον χαρακτηρισμό του ως «αυτοκρατορία». Επίσης στρεβλά και μονόπλευρα προσεγγίζεται το ζήτημα των δεσμών της εξάρτησης που κάθε χώρα αντιμετωπίζει στα πλαίσια των αλληλεξαρτήσεων, που υπάρχουν μέσα στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Γίνεται φανερή η απουσία ταξικής προσέγγισης και της αναγκαιότητας της ταξικής πάλης και της σύγκρουσης με τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Ταυτόχρονα λόγω της λαθεμένης ανάλυσης του σύγχρονου ιμπεριαλιστικού κόσμου, καθώς και εξαιτίας της κυριαρχίας των οπορτουνιστικών επιρροών λαθεμένα διαχωρίζεται η αστική τάξη σε εθνική και ξενόδουλη.
Συχνά λοιπόν τμήματα της αστικής τάξης, δηλαδή κατόχων μέσων παραγωγής που ελέγχουν την οικονομία, συμμετέχουν στα μέτωπα, που καταφέρνουν να νικήσουν σε εκλογές, όχι βέβαια με σκοπό να ανατρέψουν τον καπιταλισμό, αλλά για να πλασαριστούν καλύτερα και να διεκδικήσουν καλύτερο κομμάτι από την πίτα της αντιπαράθεσης με το αμερικάνικο κυρίως κεφάλαιο. Αυτό ουσιαστικά συμβαίνει σε όλες τις χώρες, από την Βραζιλία, την Αργεντινή και την Χιλή που διεκδικούν ηγετικό ρόλο στην περιοχή μέχρι το Σαλβαδόρ, το Εκουαδόρ, την Βολιβία ή την Βενεζουέλα, που είναι η πιο προωθημένη διαδικασία. Αυτή η επιδίωξη της αστικής τάξης σε κάθε χώρα, αναλογικά σε σχέση με το επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης, συμβαδίζει με έναν αυθόρμητο αντιιμπεριαλισμό-αντιαμερικανισμό που υπάρχει στα λαϊκά στρώματα ως αντίδραση στις χρόνιες σκληρές αντιλαϊκές πολιτικές που εφαρμόστηκαν την περασμένη δεκαετία σε όλη την ήπειρο από πολιτικές δυνάμεις που είχαν καλές σχέσεις με τα αμερικάνικα μονοπώλια. Την ίδια στιγμή με την έντονη προβολή της πλατφόρμας του λεγόμενου «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα» ιδιαίτερα στην Βενεζουέλα και την Βολιβία, δημιουργείται μια θολή εικόνα για την σοσιαλιστική προοπτική.
Παλιά η ...νέα θεωρία
Ας δούμε όμως τι σημαίνει αυτή η «νέα θεωρία» που λανσάρεται ως «σοσιαλισμός του 21ου αιώνα» που καθόλου τυχαία υιοθετείται από διάφορες πολιτικές δυνάμεις που έχουν συμβιβαστεί με το σύστημα, ρεφορμιστές και οπορτουνιστές , όπως το Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς.
Η λεγόμενη θεωρία του «Σοσιαλισμού του 21ου αιώνα» προωθείται από το 1996, από τον Γερμανό κοινωνιολόγο Χανς Ντίντριχ Στέφαν (που ζει και διδάσκει από το 1977 στο Μεξικό) και έχει διατελέσει σύμβουλος του προέδρου της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες.
Η θεωρία αυτή που αναπτύχθηκε μετά τις ανατροπές στις σοσιαλιστικές χώρες, ξεκινάει από την αυθαίρετη παραδοχή ότι «ο καπιταλισμός και ο υπαρκτός σοσιαλισμός αναπαρήγαγαν ένα τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας και δεν κατάφεραν να επιλύσουν επείγοντα προβλήματα της ανθρωπότητας, όπως η φτώχεια, η πείνα, η εκμετάλλευση, η οικονομική καταπίεση, ο σεξισμός, ο ρατσισμός, η καταστροφή των φυσικών πόρων και η έλλειψη μιας πραγματικά συμμετοχικής δημοκρατίας».
Ο Ντίντριχ και η θεωρία του, μηδενίζοντας την προσφορά του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα, βάζει στο ίδιο τσουβάλι το εκμεταλλευτικό σύστημα και τη σοσιαλιστική οικοδόμηση που έδωσε σημαντικές κατακτήσεις στην ανθρωπότητα και άνοιξε το δρόμο για μια κοινωνία χωρίς την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Κάνει λόγο για αποτυχία του «κοινωνικού προγράμματος της αστικής τάξης και του ιστορικού προλεταριάτου» και σημειώνει ότι «έφτασε η ώρα για την υπέρβαση του πολιτισμού της άρχουσας τάξης προς μια μετακαπιταλιστική παγκόσμια κοινωνία, τη γενικευμένη φιλελεύθερη δημοκρατία». Αυτό το κατασκεύασμα παρουσιάζεται ως «νέος σοσιαλισμός του 21ου αιώνα». Οπως υποστηρίζει θα στηρίζεται «στη μεικτή οικονομία, στην ποικιλομορφία των μορφών ιδιοκτησίας (κοινωνική, συνεταιριστική και ιδιωτική)» όπου υποτίθεται προτεραιότητα θα έχει η κοινωνική και που «θα βασίζεται στη Μαρξική εργασιακή θεωρία της αξίας ενώ οι αξίες που παράγονται θα διανέμονται δημοκρατικά σε αυτούς που τις παράγουν σε αντίθεση με τις αρχές της οικονομίας της αγοράς».
Το ουτοπικό και αυθαίρετο στοιχείο είναι εμφανές αφού σε μια κοινωνία όπου συνυπάρχει ιδιωτική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής με σκοπό το κέρδος, δηλαδή καπιταλιστική επιχείρηση, δεν μπορούν να τεθούν κοινωνικές προτεραιότητες. Αλλά ο Ντίντριχ για να κάνει πιο πειστικό το ιδεολόγημά του, ισχυρίζεται ότι το ιδιωτικό κεφάλαιο θα υποχρεωθεί από την κυριαρχούσα κοινωνική κρατική παραγωγή να μπει στην υπηρεσία της ανάπτυξης υπέρ του λαού, ότι ο «δημόσιος χώρος θα επιβληθεί του ιδιωτικού». Επίσης ξεπερνάει το ζήτημα του κεντρικού σχεδιασμού ως απαραίτητο στοιχείο για την σοσιαλιστική οικοδόμηση, λέγοντας ότι αυτό θα το λύσει η νέα τεχνολογία με τις δυνατότητες που έχει στη σημερινή εποχή. Πρόκειται για «μείγμα» οπορτουνισμού και ουτοπικών αντιλήψεων, που δεν μπορεί να έχουν καμία εφαρμογή γιατί απλά μεικτός σοσιαλισμός, ή σοσιαλισμός της αγοράς δεν μπορεί να υπάρξει. Είναι όμως και μια θεωρία παλιά, όσο και οι πρώτοι αναθεωρητές του μαρξισμού, που στην πραγματικότητα θέλει να δώσει επικάλυμμα αριστεροσύνης σε σοσιαλδημοκρατικού τύπου διαχείριση του καπιταλισμού.
Η θεωρία αυτή ωστόσο επηρεάζει πλατύτερα λαϊκά στρώματα σε χώρες της Λατινικής Αμερικής και αλλού, με μικρή πολιτική εμπειρία. Επίσης πλασάρεται η αντίληψη ότι μπορούν να αναπτύσσονται πλατιές πολιτικές συμμαχίες που δεν χρειάζεται να έχουν ιδεολογική ομοιογένεια, λες και μπορούν η πολιτική και η ιδεολογία να χωριστούν από σινικά τείχη. Καθοριστικό ζήτημα για να κατανοηθεί ότι η θεωρία αυτή συνιστά ουσιαστικά και μόνο μια παραλλαγή σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης του καπιταλισμού, είναι το κριτήριο της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, η ανάλυση από ταξική σκοπιά του ποιον εξυπηρετεί αυτή η «νέα θεωρία». Η οπορτουνιστική αντίληψη, που παρουσιάζεται ως σοσιαλισμός του 21ου αιώνα, παρακάμπτει το θεμελιακό ζήτημα ότι τα συμφέροντα των εργατών και των λαϊκών στρωμάτων και της αστικής τάξης, των κεφαλαιοκρατών είναι αντιτιθέμενα και δεν μπορούν να ταυτιστούν στο όνομα μιας «συμμετοχικής και πλουραλιστικής δημοκρατίας», παραλείπει το γεγονός ότι η ταξική πάλη είναι ανειρήνευτη.
Η Μπολιβαριανή διαδικασία
Με αυτό το πνεύμα πρέπει να ιδωθεί και η λεγόμενη Μπολιβαριανή διαδικασία στην Βενεζουέλα, που ήταν η χώρα που το 1998 άνοιξε το δρόμο για αλλαγές σε όφελος των φτωχών λαϊκών στρωμάτων μέσα από την αξιοποίηση των σημαντικών κρατικών εσόδων που προέρχονται κυρίως από το πετρέλαιο. Εκεί στηρίχτηκαν τα κοινωνικά προγράμματα που συνέβαλαν στην καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, στην παροχή υπηρεσιών υγείας στα λαϊκά στρώματα, στην ενίσχυση των συνεταιρισμών, της διανομής κλήρου σε ακτήμονες, στην βελτίωση της διατροφής μέσα από κρατικά μαγαζιά με χαμηλές τιμές ξεπερνώντας την κερδοσκοπία του ιδιωτικού τομέα των τροφίμων, στις δυνατότητες δανεισμού και στην επιδότηση άλλων τομέων, του πολιτισμού, του αθλητισμού. Σημαντικό ρόλο σε αυτά τα προγράμματα έχει και η αμοιβαία συνεργασία που αναπτύχθηκε από την πρώτη στιγμή με την σοσιαλιστική Κούβα.
Ωστόσο μέσα σε αυτή την διαδικασία που χαρακτηρίζεται ως «αντιιμπεριαλιστική εθνικοαπελευθερωτική» δεν έχει προχωρήσει η σύγκρουση με την αστική τάξη που εξακολουθεί να έχει την οικονομική εξουσία. Ο σοσιαλισμός που επικαλείται ο πρόεδρος της Βενεζουέλας και υιοθετείται από το Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα που οργανώνεται σε όλη την χώρα, ως πολυταξικό και πολυτασικό κόμμα, απέχει πολύ από τον επιστημονικό σοσιαλισμό. Ο Ούγκο Τσάβες επαναφέρει με δηλώσεις του, θέσεις του χρεοκοπημένου ευρωκομμουνισμού, που στρέφονται κατά της δικτατορίας του προλεταριάτου και υπερ ενός δήθεν «δημοκρατικού σοσιαλισμού».
Η ουσία του χαρακτήρα αυτών των θέσεων προκύπτει μέσα από τις επιδράσεις που έχει από αστικές, σοσιαλδημοκρατικές προσεγγίσεις για το σοσιαλισμό του 20ού αιώνα, φτάνοντας μέχρι του σημείου να χαρακτηρίζει την ΕΣΣΔ και τις σοσιαλιστικές χώρες, που γνωρίσαμε στον 20ό αιώνα, ως ολοκληρωτικά και γραφειοκρατικά καθεστώτα, παρόλο που δεν μπορεί παρά να μην αναγνωρίσει την διεθνιστική προσφορά των σοσιαλιστικών χωρών στην πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό, για παράδειγμα στην Κούβα ή στη στήριξη των λαϊκών κινημάτων.
Μικροαστισμός και διατήρηση του καπιταλισμού
Σε αυτή την κατεύθυνση και η πρόταση για συγκρότηση της λεγόμενης «5ης Σοσιαλιστικής Διεθνούς», που προωθεί τώρα ο πρόεδρος Τσάβες και το κόμμα του, ως το αναγκαίο βήμα για την προοπτική του «σοσιαλισμού του 21ου αιώνα». Πρόκειται για μια πρόταση που κυριαρχείται από μεγάλες συγχύσεις. Εμπεριέχει ένα γενικόλογο αντιιμπεριαλισμό, που εμπλέκει τις αναγκαίες πολιτικοκρατικές συμμαχίες για να διατηρηθεί το ρεύμα αλλαγής που υπάρχει στην αμερικανική ήπειρο με την προώθηση ουτοπικών αντιλήψεων που δεν ξεπερνάνε το επίπεδο της διαχείρισης του καπιταλισμού ή της αμοιβαίας συνεργασίας κρατών σε αντιπαράθεση με αυτό που ορίζεται ως «αυτοκρατορία των ΗΠΑ», αλλά παραμένει στα πλαίσια του κυρίαρχου συστήματος.
Τέτοιες συνεργασίες είναι και η προωθημένη μορφή συνεργασίας βασισμένη στην αλληλεγγύη, Μπολιβαριανή Συμμαχία για την Αμερική (ΑLBA) όπου συμμετέχουν η Βενεζουέλα, η Κούβα, η Βολιβία, η Νικαράγουα, το Εκουαδόρ, οι μικρές χώρες της Καραϊβικής Αντίγκουα και Μπαρμπούντα, Ντομίνικα και Σαίντ Βίνσεντ και Γρεναδίνες και η Ονδούρα με τον προηγούμενο (σήμερα ανατραπέντα) πρόεδρο Μανουέλ Σελάγια, που είχε υπογράψει συμφωνία εισόδου. Και φυσικά η συμμετοχή της σοσιαλιστικής Κούβας δεν αλλάζει τον χαρακτήρα αυτής της διακρατικής συμμαχίας ανάμεσα σε καπιταλιστικά κράτη. Ακριβώς γι' αυτό γιατί δηλαδή δεν είναι συνεργασία σοσιαλιστικών χωρών, δεν μπορεί να θεωρείται πραγματικό αντίπαλο δέος στον ιμπεριαλισμό. Πολύ περισσότερο δεν χωράνε αυταπάτες για άλλες ενώσεις όπως η Ενωση των Εθνών της Νότιας Αμερικής UNASUR (συμμετέχουν η Αργεντινή, Βολιβία, Βραζιλία, Χιλή, Κολομβία, Βενεζουέλα, Εκουαδόρ, Παραγουάη, Περού, Σουρινάμ, Ουρουγουάη, Γκουιάνα), όπου εκεί συναντιούνται διάφορα αστικοκρατικά συμφέροντα και ανταγωνισμοί. Ταυτόχρονα μεγάλες δυνάμεις στην Λατινική Αμερική όπως η Βραζιλία, συμμετέχει σε διεθνές επίπεδο σε συνεργασίες όπως η BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα) ή επίσης αναπτύσσονται σχέσεις με την Ρωσία, το Ιράν και την Κίνα.
Επομένως είναι καθαρό ότι οι διπλωματικές σχέσεις και διακρατικές συνεργασίες δεν μπορεί να συγχέονται με πλατφόρμες για την σοσιαλιστική προοπτική. Αυτή η αντίληψη κυριαρχεί τόσο στην λεγόμενη «Δέσμευση του Καράκας», που πρότεινε το Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα Βενεζουέλας στην πρόσφατη συνάντηση κομμάτων στο Καράκας και διακατέχει και το πνεύμα της πρότασης Τσάβες για την «5η Διεθνή».
Ο σοσιαλισμός ως ανώριμος κομμουνισμός σημαίνει κοινωνία στην εξουσία της οποίας βρίσκεται η εργατική τάξη με τους συμμάχους της (αυτή είναι με τον επιστημονικό ορισμό η δικτατορία του προλεταριάτου), αναγκαία προϋπόθεση για την κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και την κοινωνικοποίησή τους. Επίσης η πάλη για το σοσιαλισμό δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την ύπαρξη και δράση, ως αυτοτελούς οργάνωσης, του επαναστατικού κόμματος, του κόμματος της εργατικής τάξης, του Κομμουνιστικού Κόμματος που ηγείται σ' αυτή την πάλη οικοδομώντας ταυτόχρονα κοινωνικοπολιτικές συμμαχίες, για τη σύγκρουση με τον ιμπεριαλισμό και τα μονοπώλια.
Μια πάλη που η ιστορία έχει δείξει πως θα είναι σκληρή, αφού ο ιμπεριαλισμός με «νύχια και με δόντια» πολεμά κάθε προσπάθεια επαναστατικής ανατροπής του άδικου εκμεταλλευτικού συστήματος. Από την άποψη αυτή διατυπώσεις που υπάρχουν στο κείμενο της «Δέσμευσης του Καράκας», που καταδικάζουν και αφορίζουν γενικά την βία, δηλαδή και αυτή που αναγκαστικά προτάσσουν και θα χρειαστεί να προτάξουν οι αγωνιζόμενες επαναστατικές δυνάμεις, επιβεβαιώνουν το σοσιαλδημοκρατικό περιεχόμενο της όλης προσπάθειας, που δεν αναγνωρίζει στους λαούς να επιλέγουν κάθε μορφή πάλης.
Η συζήτηση που αναπτύσσεται περί του νέου σοσιαλισμού αναδεικνύει την ανάγκη της έντασης της ιδεολογικο-πολιτικής διαπάλης, της ισχυροποίησης των Κομμουνιστικών Κομμάτων και της συγκρότησης κομμουνιστικού πόλου μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων, που θα υπερασπίζονται αποφασιστικά τις αρχές της ταξικής πάλης, την αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης, της ανατροπής του καπιταλισμού και της οικοδόμησης του σοσιαλισμού με περιεχόμενο την πολιτική εξουσία της εργατικής τάξης, την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, τον κεντρικό σχεδιασμό και τον εργατικό έλεγχο.
Σ' αυτή τη γραμμή έχει μεγάλη σημασία να αντιμετωπιστούν αυταπάτες και συγχύσεις και πολύ περισσότερο μικροαστικές αντιλήψεις, που παρουσιάζονται ως «σοσιαλισμός του 21ουαιώνα», που σαν βάση έχουν τη διατήρηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, την αποκήρυξη της θετικής συνεισφοράς της ΕΣΣΔ και γενικότερα του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε στον 20ό αιώνα, καθώς και την απόρριψη των νομοτελειών της σοσιαλιστικής επανάστασης και οικοδόμησης, της κοινωνικοποίησης των βασικών μέσων παραγωγής, του κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας και του εργατικού -λαϊκού ελέγχου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ