Τράπεζα της Ελλάδας: Κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής χωρίς κανέναν εφησυχασμό
Για ανάγκη να συνεχιστεί αποφασιστικά η εφαρμογή του αντιλαϊκού προγράμματος προσαρμογής, χωρίς αποκλίσεις και καθυστερήσεις, έκανε λόγο ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιώργος Προβόπουλος, παρουσιάζοντας σήμερα Δευτέρα την ετήσια έκθεση της Τράπεζας, στη Γενική της Συνέλευση.
Εκφράζοντας τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του κεφαλαίου, καθώς και τις επιδιώξεις της συγκυβέρνησης, ανέφερε ότι η προσήλωση στους στόχους και, όπου είναι δυνατόν, η υπέρβασή τους θα εξαλείψουν όσες αβεβαιότητες παραμένουν και θα ενδυναμώσουν τις «θετικές προοπτικές» για την ανάπτυξη, η οποία βέβαια θα είναι ανάπτυξη προς όφελος του κεφαλαίου και θα βασίζεται στη χρεοκοπία του λαού.
Όπως ανέφερε, «διανύσαμε το μεγαλύτερο μέρος μιας μακράς, δύσβατης και επίπονης διαδρομής με υψηλό τίμημα για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Το τμήμα που απομένει, παρότι μικρότερο, θα είναι εξίσου δύσκολο, καθώς η προσπάθεια θα πρέπει να καταβληθεί επιπλέον των θυσιών που ήδη έγιναν» και πρόσθεσε ότι «δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού».
Επιχείρησε παράλληλα να καλλιεργήσει αυταπάτες, ότι «τώρα που το τέρμα της διαδρομής, γίνεται επιτέλους ορατό, οφείλουμε να εντείνουμε την προσπάθεια, προκειμένου να εξασφαλίσουμε ότι οι θυσίες των πολιτών δεν θα πάνε χαμένες».
Πρόβλεψη για ύφεση 4,5% και διόγκωση της ανεργίας το 2013
Η ΤτΕ προβλέπει, μεταξύ άλλων, για το 2013 ύφεση της οικονομίας της τάξης του 4,5% και διόγκωση της ανεργίας, ενώ εκτιμά ότι η ανάκαμψη είναι ορατή το 2014.
Θέτει όμως ως προϋποθέσεις για τη «διατηρήσιμη ανάπτυξη της οικονομίας» τη συνέχιση της εφαρμογής του προγράμματος, την υιοθέτηση ενός νέου εξωστρεφούς αναπτυξιακού προτύπου, καθώς και την αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων.
Για τις εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα, ο κ. Προβόπουλος ανέφερε ότι η αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα (σ.σ. συγκέντρωση του κλάδου σε λιγότερες και μεγαλύτερες τράπεζες) αποτελεί το κλειδί για την αποκατάσταση τη ρευστότητας, που έχουν ανάγκη οι επιχειρηματικοί όμιλοι.
Στοιχεία της έκθεσης
Η έκθεση καταγράφει τη δραματική επιδείνωση των δεικτών φτώχειας και τη δραστική μείωση των μισθών, ενώ αποκαλύπτει τι πραγματικά εξυπηρετούν τα αντιλαϊκά μέτρα όλων των προηγούμενων χρόνων: τη στήριξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας, η οποία έχει σαν προϋπόθεση το τσάκισμα των εργατικών και λαϊκών δικαιωμάτων.
Το ποσοστό φτώχειας για το έτος 2010 υπολογιζόμενο με το κατώφλι φτώχειας του έτους 2005 (60% του διάμεσου εισοδήματος του 2005 εκφρασμένου σε τιμές του 2010 με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή) ήταν 16,0%, το αντίστοιχο ποσοστό για το επόμενο έτος της έρευνας (2011) έφθασε στο 22,9%. Μέσα σε ένα μόλις έτος καταγράφηκε αύξηση της φτώχειας σε απόλυτους όρους κατά 6,9 εκατοστιαίες μονάδες (ή κατά 43,1%).
Από την εξέταση των δεικτών για τις συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού στην Ελλάδα προκύπτει ότι η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών (δυσκολία ικανοποίησης βασικών αναγκών, ανεπαρκείς συνθήκες στέγασης, επιβάρυνση από τις δαπάνες στέγασης, αδυναμία πληρωμής δανείων ή αγορών με δόσεις, δυσκολίες στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών, δυσκολία αντιμετώπισης των συνήθων αναγκών, ποιότητα ζωής) δεν αφορά μόνο τον «επισήμως» φτωχό πληθυσμό, αλλά και σημαντικό μέρος του μη φτωχού πληθυσμού.
Η έκθεση αναφέρει ότι η συνολική μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος την τριετία 2012-2014 θα είναι 17,6%, τη στιγμή που η μνημονιακή πρόβλεψη ήταν να περιοριστεί κατά 15%.
Υπολογίζεται ότι οι μειώσεις μισθών μέσω επιχειρησιακών και ατομικών συμβάσεων μέχρι στιγμής αφορούν τουλάχιστον το 19% των μισθωτών του επιχειρηματικού τομέα, ενώ οι μειώσεις μέσω κλαδικών συμβάσεων αφορούν το 20-25%.
Η διαδικασία της προς τα κάτω προσαρμογής των αποδοχών συνεχίζεται και το 2013, καθώς φέτος λήγουν όσες κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις δεν έληξαν το 2012.
Το 2012 εκτιμάται ότι οι μέσες ονομαστικές προ φορολογίας αποδοχές των μισθωτών στο σύνολο της οικονομίας μειώθηκαν κατά 6,6%, ενώ η μείωση των μέσων πραγματικών αποδοχών έφθασε το 7,5% (οι αντίστοιχες μειώσεις το 2011 ήταν 1,7% και 4,7%). Η μισθολογική δαπάνη ανά μισθωτό, που περιλαμβάνει και τις εργοδοτικές εισφορές καθώς και τις δαπάνες για συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων, εκτιμάται ότι μειώθηκε κατά 6,0%. Η μείωση των μέσων αποδοχών εκτιμάται ότι ήταν μεγαλύτερη στον επιχειρηματικό τομέα (-8,4% σε ονομαστικούς όρους, -9,3% σε πραγματικούς)
Το 2013 αναμένεται ότι η ανεργία θα αυξηθεί περαιτέρω και η εκτίμηση των περισσότερων διεθνών οργανισμών είναι ότι η υποχώρηση της ανεργίας θα εμφανίσει χρονική υστέρηση σε σχέση με την εμφάνιση θετικών ρυθμών ανάπτυξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου