Αστερίκιος εν Ολυμπία
Σημειώσεις δέκα χρόνια μετά
Τα αφιερώματα
κι οι εικόνες σήψης κι εγκατάλειψης των ολυμπιακών εγκαταστάσεων, που έρχονται
στο φως αυτές τις μέρες της πρώτης στρόγγυλης επετείου από το αθήνα 04’, έχουν την ίδια ακριβώς τύχη
με άλλα παρόμοια θέματα που παίζουν στα δελτία ειδήσεων. Το τηλεοπτικό κοινό
συνηθίζει κι εξοικειώνεται με κάτι που κατά βάθος γνώριζε ή υποψιαζόταν και
τελικά παύει να αντιδρά σε ένα επαναλαμβανόμενο ερέθισμα, που μένει στην
επιφάνεια, χωρίς να αναζητά τις πραγματικές αιτίες. Κι όσες αναλύσεις
επιχειρούν να σκάψουνε λίγο βαθύτερα, καταλήγουν συχνά να αναπαράγουν εύκολα
κλισέ κι αστικά ιδεολογήματα.
Μια βασική
πτυχή αυτών των αστικών αφηγήσεων αφορά την προχειρότητα και τον κακό σχεδιασμό
που διακρίνει την ελληνική κοινωνία, με τα λαμόγια και τη λογική του άρπα-κόλλα
–που ο περράκης την είχε επισημάνει ως αιτία του κακού ήδη από τη δεκαετία της αλλαγής,
υπεράνω άλλων ταξικών αναφορών και κοινωνικών συστημάτων. Μια λογική που
πιάνεται απ’ το παράδειγμα της βαρκελώνης το 92’ και τν αξιοποίηση των έργων
που άλλαξαν την εικόνα της πόλης. Ενώ βρήκε άξιο συνεχιστή στη φλυαρία του
ψαριανού, ως υποψήφιου δημάρχου αθηναίων το 10’, που τόνιζε την ομορφιά της καπιταλιστικής
βαρκελώνης και της (πάλαι ποτέ) σοσιαλιστικής πράγας, για να συμπεράνει πως δεν
έχουν σημασία τα συστήματα και δεν ωφελεί να αναλωνόμαστε προεκλογικά σε στείρα
πολιτικολογία κι ιδεολογικές αντιπαραθέσεις.
Όσοι διαμαρτύρονται
βέβαια για το άρπα-κόλλα και την παντελή έλλειψη σχεδιασμού, είναι όλως τυχαίως
οι ίδιοι που έχουν αλλεργία στην ιδέα του κεντρικού σχεδιασμού, που καταργεί
την αναρχία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Και μιλάνε για τα καταπιεστικά
καθεστώτα του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε, που καταπατούσαν ανθρώπινα δικαιώματα
και βασικές ελευθερίες (πχ της διακίνησης κεφαλαίου, εμπορευμάτων, εργαζομένων)
και βασικά την ελευθερία να εκμεταλλεύονται την υπεραξία των εργατών, για να
αυγατίζουν τα κέρδη τους.
Το πιο
ωραίο της υπόθεσης είναι ότι αυτό που βαφτίζεται έλλειψη σχεδίου στην ελληνική
περίπτωση είναι η βάση σχεδίου (και απόλυτα πετυχημένου μάλιστα) αύξηση της κερδοφορίας
των μονοπωλίων από το μεγάλο φαγοπότι των ολυμπιακών και το κυνήγι του μέγιστου
κέρδους, που πολλές φορές δεν περνά από «μακροπρόθεσμες, σοβαρές επενδύσεις»,
αλλά υπηρετείται πολύ καλά από τη λογική της αρπαχτής. Το ζήτημα λοιπόν δεν
είναι αν υπάρχει γενικά ή όχι σχέδιο αλλά σχέδιο για ποιους και με τι σκοπό.
Το δεύτερο
σημείο είναι ένα πολύ έντεχνα φτιαγμένο σχήμα, όπου κάθε φορά προβάλλεται η όψη
που βολεύει περισσότερο στην εκάστοτε συγκυρία. Η σημιτική σαπουνόφουσκα της ισχυρής
ελλάδας σφραγίστηκε από το «μεγάλο καλοκαίρι των ελλήνων» και τη βιομηχανία
παραγωγής μεταλλίων, που μας έφερε στην πρώτη δεκάδα του σχετικού πίνακα και
σκέπασε προσωρινά κάτω απ’ τη λάμψη τους τα προβλήματα του ελληνικού λαού. Σήμερα
που η μάσκα της ισχυρής ελλάδας έπεσε πιο εύκολα κι από τη μηχανή του κεντέρη
και της θάνου τη μέρα της τελετής έναρξης κι οι αθλητικές ομοσπονδίες
εγκαταλείπονται στη μοίρα τους να φυτοζωούν (εκτός από την εοκ και την επο που
έχουν ρεαλιστικές ελπίδες να βρουν χορηγίες), προβάλλεται η κυρίαρχη λογική του
«λιγότερου κράτους», που ήρθε λέει να
δώσει επιτέλους τέλος στο σπάταλο και ύποπτο μοντέλο του κρατικού αθλητισμού,
που εκτός των άλλων, αποδείκνυε –υποτίθεται- ότι είμαστε η τελευταία σοβιετική
χώρα της ευρώπης. Όλα μαζί στο μπλέντερ, μαζί με τις συνειδήσεις του κόσμου.
Η σύγχυση
κι οι αντιφάσεις που προέκυπταν συμπυκνώνονται ίσως με τον πιο χαρακτηριστικό
τρόπο στην περίπτωση του πύρρου δήμα –που έκλεισε μια σπουδαία αθλητική καριέρα
στους ολυμπιακούς της αθήνας, όπου έπεσε η αυλαία και συνολικά για την
ομάδα-όνειρο του ιακώβου και τα (αθλητικά-ιατρικά) θαύματά της. Ο δήμας έδωσε
προεκλογικά, ως πρόεδρος της ομοσπονδίας άρσης βαρών, μια πολύ ενδιαφέρουσα και
αποκαλυπτική για τα προβλήματα του χώρου στον κυριακάτικο ρίζο, για να κατέβει
τελικά υποψήφιος βουλευτής στο επικρατείας του πασόκ –που είχε οδηγήσει στο
όριο της επιβίωσης όλες σχεδόν τις ομοσπονδίες- αναζητώντας προφανώς μια
συντεχνιακή λύση για το σινάφι του –αν όχι και το προσωπικό βόλεμα.
Ένα άλλο
αντίστοιχο ψευδοδίπολο έχει στηθεί στον τομέα της οικονομίας, όπου αρχικά οι
αγώνες παρουσιάστηκαν ως μοχλός ανάπτυξης και μαγικό κλειδί για μια σταθερή και
μακρόχρονη πορεία ευημερίας στην χώρα –προσδοκίες που διαψεύστηκαν παταγωδώς
στην οδυνηρή πραγματικότητα της κρίσης. Ενώ εκ των υστέρων προβάλλουν (όχι
φυσικά ως παράγοντας διόγκωσης του δημόσιου χρέους, που φορτώθηκε να πληρώσει ο
ελληνικός λαός, αλλά) μια από τις αιτίες που συνέβαλαν και –γιατί όχι;-
προκάλεσαν την οικονομική κρίση. Η οποία προφανώς πρέπει οπωσδήποτε να αποδοθεί
σε λανθασμένες επιλογές, χειρισμούς κι εκτιμήσεις και δεν προκύπτει στη βάση
των αντικειμενικών νόμων κίνησης του καπιταλισμού, ως αναπόδραστη νομοτέλεια από
την υπερσυσσώρευση κεφαλαίων.
Μένει
ακόμα να δούμε αυτοκριτικά, με την αφορμή της επετείου, το δισάκι με τα πεπραγμένα
και τις παραλείψεις της δικής μας δουλειάς, τις αντιδράσεις και την αντίδραση
του λαϊκού παράγοντα. Κάτι που δεν αφορά τόσο το σχετικό ντόρο για το αν ο
ρίζος έκανε αφιερώματα στην κουβανική ομάδα και τους ολυμπιακούς της μόσχας
(και πολύ καλά έκανε). Ούτε και τη θετική αρχική ψήφο του κκε επί της αρχής (αν
δηλ μπορεί να αναλάβει τους ολυμπιακούς και μια ταπεινή υποψήφια πόλη, πχ σαν
την αβάνα), για να έρθει ακολούθως η καταψήφιση του συγκεκριμένου φακέλου του «αθήνα
04’».
Το βασικό,
όπου πρέπει να εστιάσουν τα βέλη της αυτοκριτικής, είναι αν οι κομμουνιστές
πέρασαν τον πήχη των απαιτήσεων, οργανώνοντας ένα μαζικό και δυναμικό κίνημα
ενάντια στους αγώνες, τα εργατικά ατυχήματα, τον εθελοντισμό, την εθνική
ομοψυχία και το γενικό κλίμα τεχνητής ευφορίας που καλλιεργήθηκε. Στόχοι δηλ
που πολεμήθηκαν, αλλά με σημαντικές ελλείψεις και ανεπάρκειες. Η κυρίαρχη
προπαγάνδα της περιόδου κατάφερε ν’ αποκτήσει μαζική απήχηση, αποσπώντας
ευρύτερες συναινέσεις, που τις χρησιμοποιεί σήμερα, για να παίζει με τις ενδόμυχες
τύψεις του κόσμου και να πουλάει προκλητικά, με έμμεσους, υπόγειους ή πιο
ξεδιάντροπους τρόπους, ότι όλοι μαζί τα φάγαμε.
Ο λεγόμενος
«δεθελοντισμός» παρέμεινε πρωτίστως ένα άθροισμα έντιμων προσωπικών στάσεων στο
περιθώριο που δικαιώθηκαν εκ των υστέρων για όσα έλεγαν και προειδοποιούσαν. Δεν
μπορούμε καν να ισχυριστούμε αυτό που συνηθίζουν να λένε οι γάβροι, ότι δηλ η
μισή ελλάδα είναι ολυμπιακοί και η άλλη μισή αντι-ολυμπιακοί. Πόσο μάλλον να
φωνάξουμε ένα άλλο δικό τους σύνθημα, που λέει: κοκκίνισε, κοκκίνισε ολόκληρη η
ελλάδα…
Έτσι κι
αλλιώς, αλλά όχι ακόμα.
Η μεγάλη
ιδέα των ολυμπιακών έσπρωξε χρήμα, άλωσε συνειδήσεις και σάρωσε σχεδόν τα πάντα
στο διάβα της, εκτός από μερικά καλά οχυρωμένα γαλατικά χωριά. Παρέσυρε ακόμα
κι αξιόλογους καλλιτέχνες, που συναντάμε στα φεστιβάλ της οργάνωσης και πολλούς
ντελάληδες δημοσιογράφους –πλην μερικών φωτεινών εξαιρέσεων- που άσκησαν
πρόθυμα έναντι παχυλής αμοιβής το αρχαιότερο λειτούργημα (όχι του δημοσιογράφου)
για να εξυμνήσουν αυθόρμητα το αρχαίο ολυμπιακό πνεύμα, που παραμένει αθάνατο
κι αναλλοίωτο ως τις μέρες μας.
Γλώσσες μπλε, που θα έλεγε κι ο ολυμπιονίκης αστερίξ
για τους ντοπαρισμένους ρωμαίους συναθλητές του, που την πάτησαν κι ακυρώθηκαν
γιατί είχαν πιει όλοι χρωματιστό μαγικό ζωμό. Μια ιστορία που μας θυμίζει το ευ
αγωνίζεσθαι, το ευγενές φίλαθλο πνεύμα, την αξία της συμμετοχής … και φυσικά ο
δικός μας αθλητής ή η ομάδα μας, θα υποβάλουμε ένσταση, γιατί (πέρα από τους περίεργους
αντιχυτρικούς κανονισμούς, που έχει αυτή η χώρα) ο αγωνιστικός χώρος ήταν βαρύς
και τα αγριογούρουνα (που είναι πολύ ευαίσθητα ζώα) είχαν φάει κάτι αηδίες…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου