Λατρεμένος όλων των γενεών, ο Σαρλό παραμένει φάρος φωτεινός
Τα Χριστούγεννα συμπληρώθηκαν 37 χρόνια από το θάνατό του
Βγήκε
για πρώτη φορά στη σκηνή στην ηλικία των 5 ετών, όταν ακόμα η μητέρα
του δεν είχε εγκαταλείψει την καριέρα της, για να την αντικαταστήσει ένα
βράδυ που ήταν άρρωστη, εκτελώντας με κωμικό τρόπο ένα τραγούδι - σουξέ
μέσα σε καταιγισμό χειροκροτημάτων. Αργότερα, με μεσολάβηση του πατέρα
του, έγινε μέλος του παιδικού θιάσου Οι οκτώ λεβέντες του Λανκασάιρ με μισθό μισή κορόνα τη βδομάδα. Τον Ιούλη του 1903 έγινε μέλος ενός θιάσου και έπαιξε στην παράσταση Τζιμ, το μυθιστόρημα ενός Λονδρέζου,
στην οποία υποδυόταν ένα χαμίνι στους δρόμους του Λονδίνου. Εμελλε να
γίνει η πρώτη παγκόσμια αναγνωρίσιμη φιγούρα της κινηματογραφικής
τέχνης, κυρίως μέσω του χαρακτήρα Σαρλό που ενσάρκωνε στις πρώτες
ταινίες του. Ο λατρεμένος όλων των γενεών Σαρλό διασώζεται από τις
φθορές του χρόνου. Γιατί το έργο του, κλασικό, πολιτικό και βαθύτατα
ουμανιστικό, απεικονίζει τον άνθρωπο που παρ' όλες τις αντιξοότητες και
τα εμπόδια αγωνίζεται να επιβιώσει, που αντιστέκεται στις συμπληγάδες,
γι' αυτό και αποτελεί ένα φωτεινό φάρο, μια δέσμη ελπίδας, στις
σκοτεινές εποχές της φτώχειας και της κοινωνικής απορρύθμισης.
Πολιτικά μηνύματα
Τα
πολιτικά μηνύματα των ταινιών του - πιο έντονα στη δεκαετία του 1930 -
είχαν κύριο θέμα τη φτώχεια και την εξαθλίωση, όπως στους «Μοντέρνους
Καιρούς». Η πρώτη ταινία με διαλόγους είναι μια σάτιρα του Αδόλφου
Χίτλερ και του ναζισμού. Στο «Μεγάλο Δικτάτορα», του 1940, έπαιξε το
ρόλο του Αντενόιντ Χίνκελ, δικτάτορα της Τομανίας, εκφράζοντας τα
αντιναζιστικά συναισθήματα του αμερικανικού λαού ένα χρόνο πριν την
είσοδο των Αμερικανών στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στη μαύρη λίστα
Ο
Τσάρλι Τσάπλιν πραγματοποίησε κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου
Πολέμου σειρά πολιτικών ομιλιών, στις οποίες, ανοιχτά, στήριζε τη
Σοβιετική Ενωση. Το γεγονός αυτό τον κατέστησε υποψήφιο - στις θέσεις
της εμπροσθοφυλακής μάλιστα - στη μεταπολεμική, μακαρθική, «μαύρη λίστα»
των ανθρώπων της Τέχνης και της διανόησης που «συνέβαλαν στην προβολή
του κομμουνισμού μέσα από τον κινηματογράφο». Προς το τέλος του πολέμου,
ο εισαγγελέας τού απαγγέλλει κατηγορίες, σύμφωνα με το νόμο Μαν, για
σωματεμπορία, προαγωγή στην πορνεία και ανηθικότητα. Λυσσώντας που «όλες
οι ταινίες του γίνανε για τον καταπιεσμένο άνθρωπο», όπως ο ίδιος
έλεγε, παρακολουθούσαν, κατασυκοφαντούσαν, διέσυραν από τον Τύπο την
προσωπική του ζωή, έστησαν δικαστικές σκευωρίες περί «φοροδιαφυγής»,
«νόθων παιδιών», «βαναυσότητας» στις συζύγους του και πολεμούσαν τις
ταινίες του. Αν και αθωώνεται λίγα χρόνια αργότερα, η δίκη καταστρέφει
τη δημόσια εικόνα του.
Πάντα κυνηγημένος
Το
κυνηγητό του Τσάπλιν μπορεί να πει κανένας ότι αρχίζει με την ταινία
«Μεσιέ Βερντού». Ο ίδιος ο Τσάπλιν στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε για
την ταινία στη Νέα Υόρκη τον Απρίλη του '47, είχε πει αστειευόμενος:
«Εμπρός για τη σφαγή». Τα χτυπήματα άρχισαν να φτάνουν από παντού. Τα
όσα λέει ο Τσάρλι Τσάπλιν ως «Κύριος Βερντού» (1947) ήταν πρωτοφανή για
την άκρως συντηρητική περίοδο του ψυχρού πολέμου και του μακαρθισμού που
βίωνε τότε η Αμερική.«Για την κατηγορία εναντίον μου ότι είμαι κατά συρροήν δολοφόνος, ο ίδιος ο κόσμος δεν το ενθαρρύνει; Δεν παράγει όπλα καταστροφής με σκοπό τη μαζική δολοφονία; Δε διαλύει ανυποψίαστες γυναίκες και μικρά παιδιά σε κομματάκια; Και το κάνει πολύ επιστημονικά. Ως κατά συρροήν δολοφόνος είμαι ερασιτέχνης συγκρινόμενος με αυτούς. Πόλεμοι, συγκρούσεις, όλα είναι δουλειά. Ενας φόνος σε κάνει εγκληματία, εκατομμύρια φόνοι σε κάνουν ήρωα. Οι αριθμοί σε εξαγνίζουν».
Στα 1952, ο Τσάρλι Τσάπλιν, συνοδευόμενος από την οικογένειά του, αναχώρησε με το υπερωκεάνιο «Κουίν Ελίζαμπεθ» για την Αγγλία. Εκεί έμαθε πως του απαγόρευαν την επανείσοδό του στις ΗΠΑ:
«Μας ειδοποιούσαν» - σημειώνει στην αυτοβιογραφία του - «πως μου απαγόρευαν την επιστροφή στις Ηνωμένες Πολιτείες και πως αν ήθελα να ξαναεπισκεφθώ τη χώρα θα έπρεπε να περάσω από μια ανακριτική επιτροπή της Υπηρεσίας Μεταναστών για να απαντήσω σε κατηγορίες πολιτικής φύσης και ηθικής φαυλότητας. Το πρακτορείο Ηνωμένος Τύπος ήθελε να μάθει αν είχα κάποιο σχόλιο για όλα αυτά. Ολα τα νεύρα μέσα μου τεντώθηκαν. Το αν θα ξαναγύριζα σ' αυτήν τη χώρα της δυστυχίας ελάχιστα με ένοιαζε. Θα ήθελα πολύ να τους πω πως όσο νωρίτερα έφευγα μακριά από αυτή την ατμόσφαιρα που έσταζε μίσος, τόσο το καλύτερο, πως είχα βαρεθεί πια τις προσβολές της Αμερικής και τους ηθικούς της κομπασμούς και πως όλη η υπόθεση είχε καταντήσει φρικτά βαρετή. Ομως όλα τα υπάρχοντά μου βρίσκονταν στην Αμερική και ήμουν τρομοκρατημένος μήπως έβρισκαν κάποιον τρόπο για να μου τα κατάσχουν. Εδώ που είχαν φθάσει τα πράγματα, θα μπορούσα να περιμένω την πιο αδίστακτη συμπεριφορά από τη μεριά τους. Ετσι προτίμησα να βγάλω μια πομπώδη ανακοίνωση όπου έλεγα πως θα επέστρεφα και θα απαντούσα στις κατηγορίες τους και πως η άδεια επανεισόδου που μου είχαν δώσει δεν ήταν κάποιο παλιόχαρτο, αλλά ένα έγγραφο που μου παραδόθηκε καλόπιστα από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών - μπλα, μπλα, μπλα».
Σ.Α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου