ΣΥΡΙΖΑ: Επιχείρηση κατευνασμού των «νοικοκυραίων»
Οποιος θέλει να δει από τώρα τι θα γίνει μετά τις εκλογές της 25ης
Γενάρη, τις οποίες –όπως όλα δείχνουν- αναμένεται να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ,
δεν έχει παρά να γυρίσει δυόμισι χρόνια πίσω και να κάνει μια σύγκριση
των όσων έλεγε αυτό το κόμμα κατά τη διπλή προεκλογική περίοδο του
Μάη-Ιούνη του 2012 με όσα λέει τώρα.
Το 2012 ο Τσίπρας έλεγε πως το ευρώ δεν είναι φετίχ, ενώ τώρα
διακηρύσσει από τις στήλες της «Κοριέρε ντε λα Σέρα», με ύφος ελέω θεού
μονάρχη, ότι «Η Ελλάδα μου δεν θα ζημιώσει την Ευρώπη!». Το 2012 ήταν ο
Δραγασάκης που μιλούσε για μονομερή επιβολή μορατόριουμ στην πληρωμή των
τοκοχρεολυσίων, ενώ τώρα λέει ο Τόλιος τα ίδια και τον αποδοκιμάζει ο
Τσίπρας από το βήμα του διαρκούς συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, διότι μ’ αυτά που
λέει προσφέρει όπλα στον Σαμαρά. Πέρα δε από τα στελέχη που όπου
βρεθούν κι όπου σταθούν βροντοφωνάζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δε θα προβεί σε
καμιά μονομερή ενέργεια, ο ίδιος ο Τσίπρας υποστηρίζει (στο άρθρο του
στην «Κοριέρε ντε λα Σέρα»), ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θεωρείται πλέον ένας
κίνδυνος, όπως το 2012, αλλά μια πρόκληση με στόχο την αλλαγή». Το 2012 ο
ΣΥΡΙΖΑ διακήρυσσε ότι σε μια μέρα, με ένα νόμο, θα καταργήσει τα
μνημόνια και τους εφαρμοστικούς τους νόμους, ενώ τώρα διακηρύσσει ότι θα
πάει βήμα-βήμα, ανάλογα με την πρόοδο της ανάπτυξης.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ έπαψε να θεωρείται κίνδυνος, όπως λέει ο Τσίπρας, αυτό
σημαίνει ότι έχει πείσει τους ιμπεριαλιστές δανειστές ότι δεν αποτελεί
κίνδυνο. Επειδή οι ιμπεριαλιστές δεν άλλαξαν, εκείνος που άλλαξε (αν
υποθέσουμε ότι ήταν ποτέ κάτι το διαφορετικό) είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Για την
ακρίβεια, άλλαξε την προεκλογική ρητορική του, προσαρμόζοντάς την στις
ανάγκες ενός κόμματος εξουσίας που θα χρειαστεί σύντομα να τη
διαχειριστεί, καθώς και στις ανάγκες ενός κόμματος που θεωρεί δεδομένη
την ψήφο των πιο ριζοσπαστικών κοινωνικών στρωμάτων και θέλει να
κερδίσει την ψήφο των πιο συντηρητικών στρωμάτων, αυτών που συνηθίζουμε
να προσδιορίζουμε ως «νοικοκυραίους».
Η επίκληση της ψήφου των «νοικοκυραίων» είναι απαραίτητη στον ΣΥΡΙΖΑ
όχι μόνο για την κατάκτηση της εκλογικής νίκης, αλλά και ως άλλοθι για
την πολιτική διαχείρισης της κινεζοποίησης, που πρόκειται να ασκήσει. Οι
«νοικοκυραίοι» θέλουν «πάση θυσία παραμονή στο ευρώ», οπότε η
διαπραγμάτευση με τους «εταίρους» θα έχει αυτή την κόκκινη γραμμή. Κι
επειδή οι «εταίροι» δεν κατοικούν σε κάποιο ξέφραγο αμπέλι, αλλά σε ένα
συνεταιρισμό κρατών που διέπεται από συγκεκριμένους κανόνες (Συνθήκες
και παράγωγο δίκαιο) και διοικείται από συγκεκριμένους μηχανισμούς
(Συμβούλιο, Κομισιόν, ΕΚΤ), η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ (ή με κορμό τον
ΣΥΡΙΖΑ) θα είναι υποχρεωμένη να κινηθεί αυστηρά μέσα σε ό,τι υπαγορεύει
αυτό το πλαίσιο και με βάση τις αποφάσεις που θα παίρνουν οι
μηχανισμοί-θεσμικά όργανα.
Για να μην ξεχνιόμαστε και επειδή πολλά και διάφορα ακούγονται για
σκίσιμο των Μνημονίων και τα συναφή, αλλά και για σεβασμό των δανειακών
συμβάσεων μέχρις ότου υπάρξει «διεθνής διάσκεψη για το χρέος»,
υπενθυμίζουμε ότι το σύνολο των μνημονιακών δεσμεύσεων περιλαμβάνεται σε
απόφαση του Συμβουλίου, δηλαδή του ανώτατου θεσμικού οργάνου της ΕΕ.
Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο ΣΥΡΙΖΑ (άλλο αν έχει συμφέρον να το
κρύβει), γι’ αυτό ακόμη και κατά την προεκλογική περίοδο διατυπώνει
αιτήματα, τα οποία υποτίθεται ότι θα θέσει στη διαπραγμάτευση με τους
«εταίρους» και δανειστές. Μάλιστα, ο Τσίπρας καταφεύγει στη γνωστή
γενικολογία που καταφεύγουν όλα τα αστικά κόμματα: «κόκκινη γραμμή το
συμφέρον του λαού μας». Πώς ακριβώς προσδιορίζεται το συμφέρον, γιατί
γι’ αυτό μιλούσαν όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις και τα κόμματα που τις
στηρίζουν;
Τίποτα καινούργιο δεν πρόσθεσε η παρουσίαση του εκλογικού προγράμματος
του ΣΥΡΙΖΑ από τον Τσίπρα στο διαρκές συνέδριο. Πρόκειται για το
περιβόητο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, το οποίο έχουμε αναλυτικά
παρουσιάσει τότε που πρωτοδημοσιεύτηκε. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα
φιλανθρωπικών παρεμβάσεων, που ακόμη και αν υλοποιηθεί θα αφήσει άθιχτη
την κινεζοποίηση στις βασικές της ορίζουσες.
Τίποτα καινούργιο δεν προστέθηκε και στα αιτήματα της διαπραγμάτευσης
για το χρέος. Ακόμη και η «εξαίρεση του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων
από τους περιορισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης για
ορισμένη χρονική περίοδο» έχει ξαναειπωθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα παίρνει
περίοπτη θέση, γιατί υπάρχει μια τέτοια κίνηση από ιμπεριαλιστικές
πρωτεύουσες (κυρίως τη Ρώμη), οπότε αν το ιμπεριαλιστικό παζάρι
καταλήξει σε κάτι τέτοιο (βοηθάει και η απειλή ενός νέου κύκλου
καπιταλιστικής ύφεσης στην Ευρωζώνη), ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορεί να επαίρεται
ότι συνέβαλε σ’ αυτό (ενώ δε θα έχει παίξει κανένα τέτοιο ρόλο). Και
βέβαια, ακόμη και αν υπάρξει μια τέτοια απόφαση στην ΕΕ, δε θα
σχετίζεται με την αποπληρωμή του χρέους, αλλά με τη δημοσιονομική
πολιτική.
Ο Τσίπρας, πάντως, απαντώντας στη δραχμοφοβία και την τρομοκρατολογία
του Σαμαρά, διακήρυξε: «Και Διαπραγμάτευση θα γίνει! Και Συμφωνία θα
υπάρξει! Και το μνημόνιο μαζί με τη τρόικα θα αποτελέσουν παρελθόν!».
Δεν αμφιβάλλουμε και για τα τρία. Διαπραγμάτευση θα γίνει, όπως γίνεται
πάντοτε. Συμφωνία θα υπάρξει και θα αντανακλά τη θέληση των
ιμπεριαλιστών δανειστών (αλλιώς γιατί οι οικονομικά δυνατοί να κλείσουν
συμφωνία με τον οικονομικά αδύναμο;). Το Μνημόνιο έτσι κι αλλιώς λήγει
στις 28 Φλεβάρη, οπότε τελειώνει η δίμηνη παράτασή του. Η τρόικα θα
φύγει και τη θέση της θα πάρει ο ελεγκτικός μηχανισμός της Κομισιόν, με
την εμπλοκή και του ΔΝΤ, όπως έχει αποφασίσει το Eurogroup στη
συνεδρίασή του της 8ης Δεκέμβρη του 2014.
Τα ερωτήματα τα οποία τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγουν όπως ο διάβολος
το λιβάνι είναι αν μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσει να εισπράττει
τις εναπομένουσες δόσεις του ΔΝΤ (μόνο ο Παπαδημούλης δηλώνει ότι θα
συνεχίσει να τις παίρνει) και αν θα δεχτεί την προληπτική γραμμή
πίστωσης (ECCL), δεδομένου ότι η πρόσβαση στις «αγορές» για δανεισμό,
προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα δάνεια, θα είναι για κάποιο χρονικό
διάστημα απαγορευτική (στις 7 Γενάρη, το επιτόκιο του τριετούς ελληνικού
ομολόγου είχε εκτοξευτεί στο 14%, σχεδόν τετραπλάσιο από το επιτόκιο με
το οποίο έγινε η «έξοδος στις αγορές» τον Απρίλη του 2014). Ακόμη κι αν
δεχτούμε το απίθανο, ότι δηλαδή θα γίνει «διεθνής διάσκεψη για το
χρέος», αυτή θα πάρει χρόνο (χρόνια) και στο μεταξύ τα δάνεια πρέπει να
εξυπηρετούνται (τόκοι συν χρεολύσια), που σημαίνει ότι τη διετία 2015-16
θα πρέπει να πληρωθούν 27,5 δισ. ευρώ (στοιχεία του Γραφείου
Προϋπολογισμού του Κράτους). Αν λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ συμφωνήσει στην
πιστωτική γραμμή ECCL και μετατρέψει και τα υπόλοιπα δανείου από το ΔΝΤ
σε πιστωτική γραμμή ΕFF, θα πρέπει να συμφωνήσει σε όρους (Μνημόνιο
δηλαδή) και σε διαδικασία επιτήρησης. Κι επειδή άλλα περιθώρια δεν έχει
εκτός από την παύση πληρωμών, στην οποία διαβεβαιώνει ότι δεν πρόκειται
να προχωρήσει, γι’ αυτό τα στελέχη του αποφεύγουν κάθε συζήτηση πάνω σ’
αυτά τα ζητήματα, μολονότι προκαλούνται συνεχώς από τους αντιπάλους
τους. Οι νεοδημοκράτες, βέβαια, ισχυρίζονται πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει σχέδιο
χρεοκοπίας και εξόδου από το ευρώ, εμείς όμως υποστηρίζουμε ακριβώς το
αντίθετο: επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να υπηρετήσει τον ελληνικό καπιταλισμό, ο
οποίος έχει ως στρατηγική επιλογή την ένταξη στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη,
δε θα προχωρήσει σε παύση πληρωμών, αλλά θα συνεχίσει να διαχειρίζεται
την κινεζοποίηση και τη δημοσιονομική λιτότητα όπως και οι προηγούμενες
κυβερνήσεις.
Ενόψει των παραπάνω, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει κατά
την προεκλογική περίοδο ιδιαίτερο βάρος (που δεν το έδινε παλιότερα) στα
ζητήματα της «θεσμικής και δημοκρατικής ανασυγκρότησης του κράτους».
Πρόκειται για το αγαπημένο προπαγανδιστικό καταφύγιο όλων των αστικών
κομμάτων που διεκδικούν την εξουσία. Ο Καραμανλής υποσχόταν την
«επανίδρυση του κράτους», ο Γιωργάκης το «opengov», ο Σαμαράς «μικρό και
ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα», το ίδιο κάνει και ο Τσίπρας. Βέβαια, ακόμη
και αν εφαρμόσει κάποια απ’ αυτά που υπόσχεται, αυτό δε θα έχει καμιά
επίπτωση στην ουσία της πολιτικής και στα τεράστια προβλήματα που
αντιμετωπίζει ο ελληνικός λαός. Κάποιες αλλαγές, όμως, θα είναι ένα καλό
προπέτασμα καπνού για την πρώτη περίοδο μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όταν θα
κάνει το πρώτο και καθοριστικό παζάρι με τους ιμπεριαλιστές δανειστές
και φυσικά θα ετοιμάζεται για τις μεγάλες κωλοτούμπες.
Τον ίδιο στόχο υπηρετεί και η φιλολογία περί εξεταστικών και
προανακριτικών επιτροπών που επίσης άρχισε να χρησιμοποιεί προεκλογικά ο
ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσίπρας μιλά για εξεταστικές επιτροπές για θέματα όπως «πώς
μπήκαμε στο Μνημόνιο», ενώ άλλα στελέχη θυμούνται τη Siemens και την ΕΡΤ
και ό,τι άλλο βολεύει την αντιπαράθεση στα ραδιοτηλεοπτικά πάνελ. Ο
ΣΥΡΙΖΑ προαναγγέλλει ότι θα μετατρέψει τη Βουλή σ’ ένα τεράστιο
δικαστήριο που θα εξετάζει όλες τις εκκρεμότητες του παρελθόντος.
Κανέναν, βέβαια, δεν τρομάζει. Θα γελάσουμε, δε, αν αναγκαστεί να
συγκυβερνήσει με κάποιους από εκείνους που υποτίθεται ότι θέλει να
καθίσει στο σκαμνί. Ολη αυτή η δικαστηριολογία, όμως, βοηθά μια χαρά στο
να φεύγει η συζήτηση από την ουσία και να οδηγείται στην άνευ ουσίας
πόλωση.
Μπορεί ο Σαμαράς να είναι εκείνος που επέλεξε τη σκληρή πόλωση, όμως
αυτή πέφτει μια χαρά και στον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλο να συζητάς επί της ουσίας και
άλλο ν’ απαντάς στα καθημερινά παραληρήματα της Βούλτεψη, του
Μπουμπούκου, της Σπυράκη και του ίδιου του Σαμαρά με επιχειρήματα του
ίδιου χαμηλού επιπέδου και ανταλλαγή ευφυολογημάτων. Συμμετέχοντας σ’
αυτό το παιχνίδι της πόλωσης ο ΣΥΡΙΖΑ «μπετονάρει» τους δεδομένους
ψηφοφόρους του, ενώ συγκεκριμένα στελέχη (Παπαδημούλης, Μητρόπουλος,
Σταθάκης) έχουν αναλάβει το ρόλο του κατευνασμού των «νοικοκυραίων»,
προβάλλοντας τις πιο δεξιές θέσεις και κυρίως δίνοντας τις διαβεβαιώσεις
ότι δεν πρόκειται να υπάρξει ρήξη με την ΕΕ. Οι ρόλοι έχουν μοιραστεί
και σ’ αυτό διευκολύνει το γεγονός ότι η πλειοψηφία των εργαζόμενων
αντιμετωπίζει ηττοπαθώς τον ΣΥΡΙΖΑ ως το «μικρότερο κακό».
Πηγή: Κόντρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου