Φωτιά στα Σαββατόβραδα
Είκοσι χρόνια έχουνε περάσει
Μα οι συνθήκες δεν έχουν ωριμάσει
Το κόμμα νέου τύπου για να γίνει
Κι ούτε ρουθούνι αστού να μην τους μείνει
Για την ακρίβεια (που καλπάζει στις μέρες μας, και χωρίς ΑΤΑ), η Κόντρα έκλεισε τα 19 της χρόνια και τα γιόρτασε το Σάββατο στα γραφεία της, σε έναν ωραίο και ζεστό χώρο, με συναυλία των Υπεραστικών.
Έχουν κλείσει όμως είκοσι και βάλε χρόνια από τότε που η ΜαΛεΠ (μαρξιστική-λενινιστική επιθεώρηση) έριχνε στο εξώφυλλο του τελευταίου της τεύχους το σύνθημα για τη συγκρότηση του κόμματος της εργατικής τάξης. Κι αφού μπήκε και διακηρύχτηκε δημόσια ο στόχος, η ΣΑΚΕ -η μοναδική στα χρονικά οργάνωση που έχει στο όνομά της τον όρο "συνεπής", που αντιστοιχεί στο Σίγμα από το αρκτικόλεξό της, μετεξελίχθηκε στην εφημερίδα που γνωρίζουμε σήμερα (αν και κάποιοι αγνοούσαν την ύπαρξή της, μέχρι να εμφανιστεί στα σχόλια ο Κίντο.
Τι εστί λοιπόν Κόντρα;
Καταρχάς είναι μία από τις λίγες, τίμιες περιπτώσεις που μπορούν να δικαιολογήσουν ακόμα τον πολιτικό χαρακτηρισμό των "αριστεριστών", μετά από τη δεξιά μετάλλαξη σύσσωμου σχεδόν του εξωκοινοβουλίου. Δε συμμετέχουν στις εκλογές, θα έλεγα από θέση αρχής -αν και προσπαθούν να το στηρίξουν σε συγκεκριμένη ανάλυση- και τείνουν να φετιχοποιήσουν τη (λαϊκή αντι)βία, στηρίζοντας κριτικά κάθε ένοπλη ομάδα του χώρου της ατομικής τρομοκρατίας, από τις πιο σοβαρές περιπτώσεις των περασμένων δεκαετιών*, μέχρι και τους πυρήνες συνωμοσίας της φωτιάς.
Ο αστυφύλακας ταυτότητα ζητάει
Μα εγώ την ψάχνω απ' τα δεκαεννιά
Σε αυτή τη βάση, το ιδεολογικό τους υπόβαθρο είναι κάπως μπερδεμένο, ακόμα και για τους πιο μυημένους, που καταλήγουν να τους χαρακτηρίζουν αναρχοσταλινικούς (που μοιάζει αντίφαση εν τοις όροις), αν και θα ήταν πιο ακριβές το "αναρχομαοϊκοί" (γιατί είναι παρακλάδι του μ-λ ρεύματος) ή ακόμα καλύτερα το "αναρχότζες" (αν και δε νομίζω να δέχονταν τίποτα λιγότερο από το "κομμουνιστές"). Κι ας είναι κι αυτοί κάπως μπερδεμένοι, ανάμεσα στο μαύρο και το κόκκινο (που έχει εκλείψει τα τελευταία χρόνια από το φύλλο της εφημερίδας, γιατί οι τριχρωμίες έχουν φτάσει σε απαγορευτικά επίπεδα).
Gallo rojo es valiente, pero el negro es traicionero
Υψώνουν λοιπόν (τη μαύρη και) την κόκκινη σημαία, όπως ο Άσιμος, και κινδυνεύουν να την πατήσουν όπως ο μαύρος γάτος με το χαφιεδότσουρμο (που αποτελεί τον εθνικό κορμό): τους είδε μαύρους, νόμιζε με φίλους πως θα κάνει. Γιατί ο κόκκινος πετεινός είναι γενναίος, αλλά ο μαύρος είναι προδότης.
Κι αυτό το τραγούδι, που μιλάει για τον ισπανικό εμφύλιο, το πήρε ο Αργύρης Κουνάδης μες στη χούντα και του φόρεσε στίχους για τον Μπελογιάννη, για να το πει σε πρώτη εκτέλεση η τρΕλενίτσα η Βιτάλη και ζωντανά, σαράντα χρόνια αργότερα, μια Κοντρίτισσα, επί της υποδοχής. Ενώ μια μεγαλύτερη σε ηλικία (και όχι μόνο) ερμηνεύτρια μας τραγούδησε α καπέλα για το Ζαχαριάδη: το μπουντρούμι δεν το λυγά.
Το πρώτο τραγούδι για τον Μπελογιάννη (Άι γαρούφαλό μου) μπορεί να το ακούσει κανείς και στην παράσταση της θεατρικής ομάδας Ανοικείωση, που ανεβάζει Μπρεχτ στο χώρο της Κόντρα (τα ντουφέκια της κυρίας Καράρ), μαζί με ένα καυστικό σχόλιο του Γκράμσι (που ήταν κομμουνιστής και όχι Συριζαίος ρεβιζιονιστής) ενάντια στον αδιάφορο.
Μαύρος γάτος, κόκκινος γάτος, το ζήτημα είναι να αγωνίζεται και να μην έχει αυταπάτες για ειρηνική συνύπαρξη με τα σκυλιά. Κι η μαυροκόκκινη Κοντρα είναι από τις λιγοστές συνεπείς περιπτώσεις, που δεν παρασύρθηκαν από την Πρώτη Φορά Αριστερά (Παύλο) και από το πανηγυρικό κλίμα για το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα (Παύλο, λέμε) ή από διάφορα μεταβατικά προγράμματα (Βουρνούπαυλε).
Η Κόντρα είναι πιθανότατα το πιο ενδιαφέρον έντυπο που μπορεί να βρει κανείς στον ευρύτερο μαυρο-κόκκινο, εξωκοινοβουλευτικό χώρο, με ένα ιδιαίτερο στιλ, χωρίς αστικές ευγένειες (υπάρχει πχ η στήλη "η παπάρα της εβδομάδας", όπου κερδίζει συνήθως η δήλωση κάποιου κυβερνητικού στελέχους), με ρέοντα, εκλαϊκευτικό λόγο, που πολλοί θα ζήλευαν, αποκαλύψεις και διάφορα μέτωπα (πχ με το Μελισσανίδη και το γήπεδο στη Νέα Φιλαδέλφεια), ενδιαφέρουσες, οικονομικές αναλύσεις και ψαγμένες κινηματογραφικές κριτικές. Ένα στιλ που θυμίζει κάπως, κατά τη γνώμη μου, τον παλιό (καλό) Φίλαθλο από τον αθλητικό τύπο. Και αντί για τον Αποδυτηριάκια στην τελευταία σελίδα, που τον έγραφαν από κοινού ή εναλλάξ ο Καραγιαννίδης με τον Καίσαρη, έχει το δίδυμο Γιώτη-Λιόντου (που μπορεί να γράφουν και μόνοι τους όλη την εφημερίδα) και τη στήλη Βαθύ Κόκκινο, από την οποία δανείστηκε αργότερα το όνομά της κι η γνωστή ιστοσελίδα.
Βασιλική δεν έπρεπε το Γιώτη να αγαπήσεις
Μόν' έπρεπε Βασιλική να τον απαρατήσεις
Εν πάση περιπτώσει, όπως έλεγε κι ο Τρας, πριν θυμηθούν το κοινό τους παρελθόν κι αρχίσουν να του την πέφτουν προσωπικά κι εμπαθώς, όταν δε μιλάνε για το ΚΚΕ (που το αναφέρουν πάντα ως Περισσό) καλά τα λένε (συνήθως).
Υπάρχει και μια ιστορία (που θα ταίριαζε κανονικά στο τρίτο μέρος του αφιερώματος του Λαϊκού Στρώματος για τον Αριστερισμό, αλλά δεν πρόκειται ποτέ να στρωθεί για να το γράψει, οπότε...) για τα πρώτα χρόνια κυκλοφορίας της εφημερίδας, που την προπαγάνδιζαν με συνθήματα στους τοίχους "Κόντρα κάθε Σάββατο", για να πάει ένα λαγωνικό που έκανε ρεπορτάζ για κόντρες και μηχανόβιους και να σταθεί αγανακτισμένη μπροστά σε έναν τέτοιο τοίχο, γιατί οι αθεόφοβοι κλείνουν πλέον ραντεβού θανάτου και μέσω συνθημάτων στους τοίχους!
Κι οι τοίχοι έχουν φωνή άλλωστε, όπως λέγεται και μια στήλη της εφημερίδας, άλλο αν κάποια έλλογα πλάσματα είναι ντιπ ντουβάρια και μας αφήνουν άφωνους.
Αν δεν κινδύνευε να ξεχειλώσει σε έκταση το κείμενο, θα έπρεπε να συμπεριλάβει μια παράγραφο και για την αειθαλή μπάντα των Υπεραστικών και την αφιλοκερδή παρουσία τους σε μια σειρά κινηματικούς σταθμούς. Αλλά θα κρατήσουμε καβάτζα την αναφορά, για να ξεδιπλωθεί το σχετικό εγκώμιο με κάποια άλλη αφορμή, που θα μας δοθεί, οπωσδήποτε, και για να συνεχίσουμε την ανταπόκριση από τη βραδιά.
Η οποία είχε μεταξύ άλλων, καλεσμένο το (σοβαρά άρρωστο) Χρήστο Τσιγαρίδα, *για να πιάσουμε εδώ το νήμα από έναν αστερίσκο που εκκρεμούσε από πάνω για τις πιο σοβαρές περιπτώσεις συγκρότησης του λεγόμενου "αντάρτικου πόλης" που επιχείρησε τουλάχιστον να μαζικοποιηθεί, πριν σκοντάψει στα γνωστά αδιέξοδα του χώρου και των μεθόδων του. Κι ενώ καθόμασταν δίπλα στον Τσιγαρίδα, που είναι αρκετά σεμνή και συμπαθητική μορφή, ανεξαρτήτως άλλων διαφωνιών, ήταν αδύνατο να αποφύγω το συνειρμό και να μην παίζω από μέσα μου τη φωνή του Γιώργου Σαρρή σε μια παλιά επιτυχία του, από την εποχή των Ζιγκ-Ζαγκ.
Ήρεμα-ήρεμα, δεν είμαι τρομοκράτης...
Είχε επίσης φτηνά ποτά (χωρίς το βλάκα δημιουργό τους) και μοχίτο με 3 ευρώ, αλλά με το ρούμι των αντικαθεστωτικών (Μπακάρντι) -αν και αυτά είναι ψιλά γράμματα μάλλον για το χώρο που κάνει λόγ ήδη από το 60' για χώρες του παλινορθωμένου καπιταλισμού. Είχε φωτορυθμικά (Αμέρικαν μπαρ το κάναμε) κι εντυπωσιακό φινάλε κατά τις 2μιση, που είχε τελειώσει η συναυλία κι είχε σπάσει ο κόσμος, με Άντζελα Δημητρίου (γιατί τέτοιοι είναι κατά βάθος) και το άσμα που δίνει και τον τίτλο στη σημερινή ανάρτηση. Είχε μικρά διαγγέλματα του Γιωτη, να καλησπερίζει με το "συντρόφισσες και σύντροφοι" και να αναρωτιέται αν τήρησε έτσι το αντισεξιστικό πρωτόκολλο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Και να μιλάει περισσότερο (όχι για τα δικά τους γενέθλια, αλλά) για μια άλλη επέτειο, 7 του Νοέμβρη, και τον μπολσεβικισμό της εποχής μας (και όχι, δεν εννοούσε τα γενέθλια του Τρότσκι). Είχε απαγγελίες και μπρεχτική αποστασιοποίηση, με την κατάργηση των ορίων μεταξύ (μουσικής) σκηνής και κοινού, με την εναλλαγή ρόλων.
Είχε μια ωραία στιγμή με τους Υπεραστικούς να τελειώνουν το "μπήκαν στην πόλη οι οχτροί" και να λέει ο Κωστής πως θα συνεχίσουν στο δεύτερο μέρος με (πιο) πολιτικά τραγούδια (!) κι ενώ μας είχε εξάψει τη φαντασία, το επόμενο τελικά ήταν Μάλαμας.
Κι είχε τον Παύλο, που κάθε δοξαριά της λύρας του είναι ένα μεταβατικό καρφί στην καρδιά του συστήματος και που κάνει δημόσια πια την αυτοκριτική του για το Σύριζα, να ξεχνάει, όλως παραδόξως το τέλος του Μπεζαντάκου και να μην το λέει ολόκληρο.
Ζήτω το κόμμα μας το εργατικό... το εργατικό...
Μα ποιο να λέει άραγε; Ποιο να λέει;
Μα οι συνθήκες δεν έχουν ωριμάσει
Το κόμμα νέου τύπου για να γίνει
Κι ούτε ρουθούνι αστού να μην τους μείνει
Για την ακρίβεια (που καλπάζει στις μέρες μας, και χωρίς ΑΤΑ), η Κόντρα έκλεισε τα 19 της χρόνια και τα γιόρτασε το Σάββατο στα γραφεία της, σε έναν ωραίο και ζεστό χώρο, με συναυλία των Υπεραστικών.
Έχουν κλείσει όμως είκοσι και βάλε χρόνια από τότε που η ΜαΛεΠ (μαρξιστική-λενινιστική επιθεώρηση) έριχνε στο εξώφυλλο του τελευταίου της τεύχους το σύνθημα για τη συγκρότηση του κόμματος της εργατικής τάξης. Κι αφού μπήκε και διακηρύχτηκε δημόσια ο στόχος, η ΣΑΚΕ -η μοναδική στα χρονικά οργάνωση που έχει στο όνομά της τον όρο "συνεπής", που αντιστοιχεί στο Σίγμα από το αρκτικόλεξό της, μετεξελίχθηκε στην εφημερίδα που γνωρίζουμε σήμερα (αν και κάποιοι αγνοούσαν την ύπαρξή της, μέχρι να εμφανιστεί στα σχόλια ο Κίντο.
Τι εστί λοιπόν Κόντρα;
Καταρχάς είναι μία από τις λίγες, τίμιες περιπτώσεις που μπορούν να δικαιολογήσουν ακόμα τον πολιτικό χαρακτηρισμό των "αριστεριστών", μετά από τη δεξιά μετάλλαξη σύσσωμου σχεδόν του εξωκοινοβουλίου. Δε συμμετέχουν στις εκλογές, θα έλεγα από θέση αρχής -αν και προσπαθούν να το στηρίξουν σε συγκεκριμένη ανάλυση- και τείνουν να φετιχοποιήσουν τη (λαϊκή αντι)βία, στηρίζοντας κριτικά κάθε ένοπλη ομάδα του χώρου της ατομικής τρομοκρατίας, από τις πιο σοβαρές περιπτώσεις των περασμένων δεκαετιών*, μέχρι και τους πυρήνες συνωμοσίας της φωτιάς.
Ο αστυφύλακας ταυτότητα ζητάει
Μα εγώ την ψάχνω απ' τα δεκαεννιά
Σε αυτή τη βάση, το ιδεολογικό τους υπόβαθρο είναι κάπως μπερδεμένο, ακόμα και για τους πιο μυημένους, που καταλήγουν να τους χαρακτηρίζουν αναρχοσταλινικούς (που μοιάζει αντίφαση εν τοις όροις), αν και θα ήταν πιο ακριβές το "αναρχομαοϊκοί" (γιατί είναι παρακλάδι του μ-λ ρεύματος) ή ακόμα καλύτερα το "αναρχότζες" (αν και δε νομίζω να δέχονταν τίποτα λιγότερο από το "κομμουνιστές"). Κι ας είναι κι αυτοί κάπως μπερδεμένοι, ανάμεσα στο μαύρο και το κόκκινο (που έχει εκλείψει τα τελευταία χρόνια από το φύλλο της εφημερίδας, γιατί οι τριχρωμίες έχουν φτάσει σε απαγορευτικά επίπεδα).
Gallo rojo es valiente, pero el negro es traicionero
Υψώνουν λοιπόν (τη μαύρη και) την κόκκινη σημαία, όπως ο Άσιμος, και κινδυνεύουν να την πατήσουν όπως ο μαύρος γάτος με το χαφιεδότσουρμο (που αποτελεί τον εθνικό κορμό): τους είδε μαύρους, νόμιζε με φίλους πως θα κάνει. Γιατί ο κόκκινος πετεινός είναι γενναίος, αλλά ο μαύρος είναι προδότης.
Κι αυτό το τραγούδι, που μιλάει για τον ισπανικό εμφύλιο, το πήρε ο Αργύρης Κουνάδης μες στη χούντα και του φόρεσε στίχους για τον Μπελογιάννη, για να το πει σε πρώτη εκτέλεση η τρΕλενίτσα η Βιτάλη και ζωντανά, σαράντα χρόνια αργότερα, μια Κοντρίτισσα, επί της υποδοχής. Ενώ μια μεγαλύτερη σε ηλικία (και όχι μόνο) ερμηνεύτρια μας τραγούδησε α καπέλα για το Ζαχαριάδη: το μπουντρούμι δεν το λυγά.
Το πρώτο τραγούδι για τον Μπελογιάννη (Άι γαρούφαλό μου) μπορεί να το ακούσει κανείς και στην παράσταση της θεατρικής ομάδας Ανοικείωση, που ανεβάζει Μπρεχτ στο χώρο της Κόντρα (τα ντουφέκια της κυρίας Καράρ), μαζί με ένα καυστικό σχόλιο του Γκράμσι (που ήταν κομμουνιστής και όχι Συριζαίος ρεβιζιονιστής) ενάντια στον αδιάφορο.
Μαύρος γάτος, κόκκινος γάτος, το ζήτημα είναι να αγωνίζεται και να μην έχει αυταπάτες για ειρηνική συνύπαρξη με τα σκυλιά. Κι η μαυροκόκκινη Κοντρα είναι από τις λιγοστές συνεπείς περιπτώσεις, που δεν παρασύρθηκαν από την Πρώτη Φορά Αριστερά (Παύλο) και από το πανηγυρικό κλίμα για το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα (Παύλο, λέμε) ή από διάφορα μεταβατικά προγράμματα (Βουρνούπαυλε).
Η Κόντρα είναι πιθανότατα το πιο ενδιαφέρον έντυπο που μπορεί να βρει κανείς στον ευρύτερο μαυρο-κόκκινο, εξωκοινοβουλευτικό χώρο, με ένα ιδιαίτερο στιλ, χωρίς αστικές ευγένειες (υπάρχει πχ η στήλη "η παπάρα της εβδομάδας", όπου κερδίζει συνήθως η δήλωση κάποιου κυβερνητικού στελέχους), με ρέοντα, εκλαϊκευτικό λόγο, που πολλοί θα ζήλευαν, αποκαλύψεις και διάφορα μέτωπα (πχ με το Μελισσανίδη και το γήπεδο στη Νέα Φιλαδέλφεια), ενδιαφέρουσες, οικονομικές αναλύσεις και ψαγμένες κινηματογραφικές κριτικές. Ένα στιλ που θυμίζει κάπως, κατά τη γνώμη μου, τον παλιό (καλό) Φίλαθλο από τον αθλητικό τύπο. Και αντί για τον Αποδυτηριάκια στην τελευταία σελίδα, που τον έγραφαν από κοινού ή εναλλάξ ο Καραγιαννίδης με τον Καίσαρη, έχει το δίδυμο Γιώτη-Λιόντου (που μπορεί να γράφουν και μόνοι τους όλη την εφημερίδα) και τη στήλη Βαθύ Κόκκινο, από την οποία δανείστηκε αργότερα το όνομά της κι η γνωστή ιστοσελίδα.
Βασιλική δεν έπρεπε το Γιώτη να αγαπήσεις
Μόν' έπρεπε Βασιλική να τον απαρατήσεις
Εν πάση περιπτώσει, όπως έλεγε κι ο Τρας, πριν θυμηθούν το κοινό τους παρελθόν κι αρχίσουν να του την πέφτουν προσωπικά κι εμπαθώς, όταν δε μιλάνε για το ΚΚΕ (που το αναφέρουν πάντα ως Περισσό) καλά τα λένε (συνήθως).
Υπάρχει και μια ιστορία (που θα ταίριαζε κανονικά στο τρίτο μέρος του αφιερώματος του Λαϊκού Στρώματος για τον Αριστερισμό, αλλά δεν πρόκειται ποτέ να στρωθεί για να το γράψει, οπότε...) για τα πρώτα χρόνια κυκλοφορίας της εφημερίδας, που την προπαγάνδιζαν με συνθήματα στους τοίχους "Κόντρα κάθε Σάββατο", για να πάει ένα λαγωνικό που έκανε ρεπορτάζ για κόντρες και μηχανόβιους και να σταθεί αγανακτισμένη μπροστά σε έναν τέτοιο τοίχο, γιατί οι αθεόφοβοι κλείνουν πλέον ραντεβού θανάτου και μέσω συνθημάτων στους τοίχους!
Κι οι τοίχοι έχουν φωνή άλλωστε, όπως λέγεται και μια στήλη της εφημερίδας, άλλο αν κάποια έλλογα πλάσματα είναι ντιπ ντουβάρια και μας αφήνουν άφωνους.
Αν δεν κινδύνευε να ξεχειλώσει σε έκταση το κείμενο, θα έπρεπε να συμπεριλάβει μια παράγραφο και για την αειθαλή μπάντα των Υπεραστικών και την αφιλοκερδή παρουσία τους σε μια σειρά κινηματικούς σταθμούς. Αλλά θα κρατήσουμε καβάτζα την αναφορά, για να ξεδιπλωθεί το σχετικό εγκώμιο με κάποια άλλη αφορμή, που θα μας δοθεί, οπωσδήποτε, και για να συνεχίσουμε την ανταπόκριση από τη βραδιά.
Η οποία είχε μεταξύ άλλων, καλεσμένο το (σοβαρά άρρωστο) Χρήστο Τσιγαρίδα, *για να πιάσουμε εδώ το νήμα από έναν αστερίσκο που εκκρεμούσε από πάνω για τις πιο σοβαρές περιπτώσεις συγκρότησης του λεγόμενου "αντάρτικου πόλης" που επιχείρησε τουλάχιστον να μαζικοποιηθεί, πριν σκοντάψει στα γνωστά αδιέξοδα του χώρου και των μεθόδων του. Κι ενώ καθόμασταν δίπλα στον Τσιγαρίδα, που είναι αρκετά σεμνή και συμπαθητική μορφή, ανεξαρτήτως άλλων διαφωνιών, ήταν αδύνατο να αποφύγω το συνειρμό και να μην παίζω από μέσα μου τη φωνή του Γιώργου Σαρρή σε μια παλιά επιτυχία του, από την εποχή των Ζιγκ-Ζαγκ.
Ήρεμα-ήρεμα, δεν είμαι τρομοκράτης...
Είχε επίσης φτηνά ποτά (χωρίς το βλάκα δημιουργό τους) και μοχίτο με 3 ευρώ, αλλά με το ρούμι των αντικαθεστωτικών (Μπακάρντι) -αν και αυτά είναι ψιλά γράμματα μάλλον για το χώρο που κάνει λόγ ήδη από το 60' για χώρες του παλινορθωμένου καπιταλισμού. Είχε φωτορυθμικά (Αμέρικαν μπαρ το κάναμε) κι εντυπωσιακό φινάλε κατά τις 2μιση, που είχε τελειώσει η συναυλία κι είχε σπάσει ο κόσμος, με Άντζελα Δημητρίου (γιατί τέτοιοι είναι κατά βάθος) και το άσμα που δίνει και τον τίτλο στη σημερινή ανάρτηση. Είχε μικρά διαγγέλματα του Γιωτη, να καλησπερίζει με το "συντρόφισσες και σύντροφοι" και να αναρωτιέται αν τήρησε έτσι το αντισεξιστικό πρωτόκολλο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Και να μιλάει περισσότερο (όχι για τα δικά τους γενέθλια, αλλά) για μια άλλη επέτειο, 7 του Νοέμβρη, και τον μπολσεβικισμό της εποχής μας (και όχι, δεν εννοούσε τα γενέθλια του Τρότσκι). Είχε απαγγελίες και μπρεχτική αποστασιοποίηση, με την κατάργηση των ορίων μεταξύ (μουσικής) σκηνής και κοινού, με την εναλλαγή ρόλων.
Είχε μια ωραία στιγμή με τους Υπεραστικούς να τελειώνουν το "μπήκαν στην πόλη οι οχτροί" και να λέει ο Κωστής πως θα συνεχίσουν στο δεύτερο μέρος με (πιο) πολιτικά τραγούδια (!) κι ενώ μας είχε εξάψει τη φαντασία, το επόμενο τελικά ήταν Μάλαμας.
Κι είχε τον Παύλο, που κάθε δοξαριά της λύρας του είναι ένα μεταβατικό καρφί στην καρδιά του συστήματος και που κάνει δημόσια πια την αυτοκριτική του για το Σύριζα, να ξεχνάει, όλως παραδόξως το τέλος του Μπεζαντάκου και να μην το λέει ολόκληρο.
Ζήτω το κόμμα μας το εργατικό... το εργατικό...
Μα ποιο να λέει άραγε; Ποιο να λέει;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου