Το διεθνές κεφάλαιο σχεδιάζει την αντεργατική επίθεση
Στη Σαγκάη της Κίνας
έγινε στο τέλος της προηγούμενης βδομάδας η συνεδρίαση των υπουργών
Οικονομικών και των διοικητών των Κεντρικών Τραπεζών του G20 (οι 20
μεγαλύτερες καπιταλιστικές οικονομίες), όπου φέτος προεδρεύει η Κίνα.
Μέλη αυτού του διακρατικού φόρουμ συζήτησης - και φυσικά διαπάλης
ανάμεσα στις επιμέρους αστικές τάξεις - θεωρούνται οι εξής 19 χώρες:
Αργεντινή, Αυστραλία, Βραζιλία, Καναδάς, Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ινδία,
Ινδονησία, Ιταλία, Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Μεξικό, Ρωσία, Σαουδική Αραβία,
Νότια Αφρική, Τουρκία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ, ενώ την 20ή θέση έχει
ως σύνολο η ΕΕ, που εκπροσωπείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την
Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η συγκεκριμένη συνάντηση της Σαγκάης
προετοιμάζει τη φετινή Σύνοδο Κορυφής που έχει προγραμματιστεί για τις 4
- 5 Σεπτέμβρη στην πόλη Χανγκσού.
Οι αξιωματούχοι των χωρών του G20 συζήτησαν και αντιπαρατέθηκαν για κεντρικά ζητήματα, όπως η ανάκαμψη από την καπιταλιστική κρίση, τα «εργαλεία» για την επίτευξή της, η διαπάλη για τις νομισματικές ισοτιμίες, αλλά και οι κίνδυνοι από μια πιθανή έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ («Brexit»). Αυτή η ανησυχία και ο ανταγωνισμός, που είναι βεβαίως απότοκο της ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξης, εκφράζονται και στο δελτίο Τύπου που εκδόθηκε από τη συνάντηση και αποτελεί περισσότερο προτροπή προς δράση, ή «μπούσουλα» για τις υποθέσεις του κεφαλαίου και, βέβαια, κοινή στρατηγική σε ό,τι αφορά την αντεργατική επίθεση. Στα βασικότερα στοιχεία αυτής της ανακοίνωσης θα αναφερθούμε.
Ολες αυτές τις επισημάνσεις και πολλές άλλες που υπάρχουν στα συμπεράσματα του G20, που αφορούν στις υποθέσεις του κεφαλαίου, δηλαδή πώς θα ξεπερνιούνται οι εσωτερικές αντιθέσεις του συστήματος, είναι χρήσιμο να τις γνωρίζουν η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Αυτοί είναι άλλωστε που σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες καλούνται να πληρώσουν τις αναδιαρθρώσεις που χτυπάνε όσα δικαιώματα έμειναν όρθια μετά τις αντεπαναστατικές ανατροπές του 1989 - 1991, στους μισθούς, στις σχέσεις εργασίας, στην Ασφάλιση, στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, στην Κοινωνική Πρόνοια. Ο στόχος των εκμεταλλευτών όλου του κόσμου, την ώρα που «τρώγονται» μεταξύ τους για το μοίρασμα των αγορών, των φυσικών πόρων, των δρόμων μεταφοράς τους, αιματοκυλούν λαούς, είναι να εξασφαλίσουν νέα πεδία κερδοφορίας έχοντας κάνει πιο φτηνή την εργατική δύναμη, γυρίζοντας τους εργάτες - παραγωγούς του κοινωνικού πλούτου αιώνες πίσω. Γι' αυτό έχει σημασία η κατανόηση της σημερινής πραγματικότητας, για να δυναμώσει ο αγώνας για την ανατροπή της σε πορεία που θα εξυπηρετούνται οι ανάγκες των πολλών.
Οι αξιωματούχοι των χωρών του G20 συζήτησαν και αντιπαρατέθηκαν για κεντρικά ζητήματα, όπως η ανάκαμψη από την καπιταλιστική κρίση, τα «εργαλεία» για την επίτευξή της, η διαπάλη για τις νομισματικές ισοτιμίες, αλλά και οι κίνδυνοι από μια πιθανή έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ («Brexit»). Αυτή η ανησυχία και ο ανταγωνισμός, που είναι βεβαίως απότοκο της ανισόμετρης καπιταλιστικής ανάπτυξης, εκφράζονται και στο δελτίο Τύπου που εκδόθηκε από τη συνάντηση και αποτελεί περισσότερο προτροπή προς δράση, ή «μπούσουλα» για τις υποθέσεις του κεφαλαίου και, βέβαια, κοινή στρατηγική σε ό,τι αφορά την αντεργατική επίθεση. Στα βασικότερα στοιχεία αυτής της ανακοίνωσης θα αναφερθούμε.
***
Από το πρώτο σημείο των συμπερασμάτων γίνεται η εκτίμηση ότι «η
ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας συνεχίζεται αλλά παραμένει άνιση και
υπολείπεται των φιλοδοξιών μας για μια ισχυρή, βιώσιμη και ισόρροπη
ανάπτυξη. Οι κίνδυνοι για υποχώρηση και τα τρωτά σημεία έχουν αυξηθεί
και παρατηρούνται ευμετάβλητες ροές κεφαλαίων, μεγάλη πτώση των τιμών
των βασικών εμπορευμάτων, κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων, το σοκ
μιας ενδεχόμενης εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση και ένας
μεγάλος και αυξανόμενος αριθμός των προσφύγων σε ορισμένες περιοχές».
Αφού, επίσης, εκτιμάται ότι τα τελευταία χρόνια έχουν παρθεί μέτρα από
το G20 για την ενίσχυση της ανάπτυξης, των επενδύσεων και της
χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, αναφέρεται ότι απαιτούνται νέα μέτρα για
την ενίσχυση της εμπιστοσύνης και τη διαφύλαξη και την ενίσχυση της
ανάκαμψης. Σημειώνεται ότι θα χρησιμοποιηθούν «όλα τα εργαλεία
πολιτικής - νομισματικά, δημοσιονομικά και διαρθρωτικά - ατομικά και
συλλογικά για την επίτευξη των στόχων αυτών. Η νομισματική πολιτική θα
συνεχίσει να στηρίζει την οικονομική δραστηριότητα και για να
διασφαλιστεί η σταθερότητα των τιμών, σύμφωνα με τις εντολές των
Κεντρικών Τραπεζών, αλλά η νομισματική πολιτική από μόνη της δεν μπορεί
να οδηγήσει σε ισόρροπη ανάπτυξη». Ετσι, διατυπώνεται η ανάγκη «της
ευελιξίας στη δημοσιονομική πολιτική για την ενίσχυση της ανάπτυξης, τη
δημιουργία θέσεων εργασίας και την εμπιστοσύνη, με παράλληλη ενίσχυση
της ευελιξίας και στην εξασφάλιση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ σε μια
βιώσιμη πορεία». Δηλαδή, επί της ουσίας διατυπώνεται η άποψη που
διάφορες αστικές τάξεις λανσάρουν (π.χ. ΗΠΑ, Γαλλία, Ιταλία) για ένα
μείγμα διαχείρισης ...λιγότερο περιοριστικό και περισσότερο επεκτατικό,
ώστε να απελευθερωθούν κονδύλια που θα πάνε στο κεφάλαιο για να
επενδύσει σε τομείς, όπως λέγεται, υποδομών, υψηλής ποιότητας και
«πράσινης» ανάπτυξης.
***
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην εφαρμογή
της λεγόμενης συμφωνίας της Βασιλείας 3, που αφορά στους ρυθμιστικούς
κανόνες για το χρηματοπιστωτικό σύστημα που αποφασίστηκαν τον Ιούνη του
2010 (τροποποιώντας τις προηγούμενες συμφωνίες που είχαν επιτευχθεί σε
αυτή την πόλη της Ελβετίας ανάμεσα στους κεντρικούς τραπεζίτες). Φυσικά,
αυτός ο τομέας, που αποτελεί και την «καρδιά» για την παγκόσμια
καπιταλιστική οικονομία στη σημερινή ιμπεριαλιστική φάση, είναι και
πεδίο σφοδρότατου ανταγωνισμού. Από όλους αναγνωρίζεται ότι η συμφωνία
αυτή είναι μη δεσμευτική - γι' αυτό άλλωστε λέγεται ότι θα μπει, αν
μπει, σε πλήρη εφαρμογή από το 2019 - και το κάθε αστικό κράτος
ερμηνεύει διαφορετικά και επιλέγει όποια πτυχή το βολεύει. Με τη
συμφωνία δήθεν επιδιώκεται να υπάρξει μια κοινή γραμμή πλεύσης σε ό,τι
αφορά το ύψος της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, τη ρευστότητα, το
βαθμό αντοχής σε «τεστ πίεσης» επιπέδου οικονομικής κρίσης, με την
...αρχή η ποσότητα αλλά και η ποιότητα του κεφαλαίου στο τραπεζικό
σύστημα να είναι υψηλές ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη απορρόφηση ζημιών.
Ουσιαστικά, αυτό οδηγεί σε συγκέντρωση και συγκεντροποίηση και στον
τομέα των τραπεζών, ώστε να βγουν από τη μέση οι λιγότερο ισχυρές.
Βέβαια, το ζήτημα αυτό προκαλεί προστριβές.
***
Οσον αφορά στην πολιτική του φθηνού χρήματος εκ μέρους των τραπεζών, οι του G20 τονίζουν ότι «η
πολιτική του χρήματος από μόνη της δεν μπορεί να οδηγήσει σε
ισορροπημένη ανάπτυξη. Η οικονομική πολιτική εν γένει οφείλει να είναι
όσο το δυνατόν περισσότερο φιλική προς την ανάπτυξη και ευέλικτη, ώστε
να ενισχύσει την οικονομία και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και κλίμα
εμπιστοσύνης, χωρίς ωστόσο να παραγνωρίζει και τα δεδομένα που αφορούν
το δημόσιο χρέος».Ολες αυτές τις επισημάνσεις και πολλές άλλες που υπάρχουν στα συμπεράσματα του G20, που αφορούν στις υποθέσεις του κεφαλαίου, δηλαδή πώς θα ξεπερνιούνται οι εσωτερικές αντιθέσεις του συστήματος, είναι χρήσιμο να τις γνωρίζουν η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα. Αυτοί είναι άλλωστε που σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες καλούνται να πληρώσουν τις αναδιαρθρώσεις που χτυπάνε όσα δικαιώματα έμειναν όρθια μετά τις αντεπαναστατικές ανατροπές του 1989 - 1991, στους μισθούς, στις σχέσεις εργασίας, στην Ασφάλιση, στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, στην Κοινωνική Πρόνοια. Ο στόχος των εκμεταλλευτών όλου του κόσμου, την ώρα που «τρώγονται» μεταξύ τους για το μοίρασμα των αγορών, των φυσικών πόρων, των δρόμων μεταφοράς τους, αιματοκυλούν λαούς, είναι να εξασφαλίσουν νέα πεδία κερδοφορίας έχοντας κάνει πιο φτηνή την εργατική δύναμη, γυρίζοντας τους εργάτες - παραγωγούς του κοινωνικού πλούτου αιώνες πίσω. Γι' αυτό έχει σημασία η κατανόηση της σημερινής πραγματικότητας, για να δυναμώσει ο αγώνας για την ανατροπή της σε πορεία που θα εξυπηρετούνται οι ανάγκες των πολλών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου