Η πρώτη μου δουλειά
Τις προάλλες πέτυχα ένα κείμενο σε μια λάιφ-στάιλ ιστοσελίδα, όπου οι
συντάκτες της διηγούνταν την πρώτη τους εργασιακή εμπειρία, τα
ευτράπελα, τις περιπέτειες, τις γνώσεις (;) και τις εντυπώσεις που
αποκόμισαν. Κι αυτό μας δίνει την αφορμή για το σημερινό σημείωμα.
Νομίζω πως είναι ωραίο θέμα για ανάπτυξη. Αλλά η ανάπτυξη είναι αναιμική, μαγειρεμένη με διάφορα στατιστικά μπαχάρια, που κρύβουν τις βρομιές και μπόλικα ταξικά φίλτρα, για να μη φτάσει ποτέ στο πιάτο μας, εκτός από κάποια ψίχουλα. Κι οι πιθανότητες εύρεσης εργασίας είναι ακόμα πιο αναιμικές, κι αβέβαιες σαν ψευδαισθήσεις.
Αλλά το πρόβλημα ξεκινάει ακόμα πιο πριν, από την ασάφεια στη διατύπωση και τη δημιουργική ασάφεια της ζωής και του εργασιακού τοπίου, ιδίως αν είχες τη φαεινή ιδέα να σπουδάσεις ΜΜΕ και Δημοσιογραφία -κι ας μην είσαι πολύ σίγουρος αν αποτελεί επιστημονικό αντικείμενο.
Γιατί, τι ακριβώς θεωρείται δουλειά; Κάτι όπου κάνεις την πρακτική σου, μέχρι να έχεις απαιτήσεις και να περάσει ο επόμενος πρακτικάριος; Ή εκεί που πήρες τον πρώτο σου κανονικό μισθό; Όχι πως διαφέρει ουσιαστικά για το θέμα που μας ενδιαφέρει. Διαφέρει όμως για το αφεντικό που γλυκαίνεται και καλομαθαίνει στο τζάμπα, πέρα από την τζάμπα υπεραξία που καρπώνεται με τη μίσθωση της εργατικής σου δύναμης. Και βασικά για σένα, ως προς την αίσθηση ανεξαρτησίας που σου προσφέρει ο μισθός, ότι βγάζεις επιτέλους μόνος σου τα προς το ζην και μπορείς να θρέψεις τον εαυτό σου (ου μην και άλλους, αν φτιάξεις οικογένεια).
Αν και αυτό το τελευταίο δεν είναι πολύ σίγουρο, ακόμα κι αν αμείβεσαι με κανονικό μισθό (κι έτσι πολλοί εργαζόμενοι εξακολουθούν να μένουν στο πατρικό τους, για οικονομία, ή υπολογίζουν στη σύνταξη των γονιών τους, που τσοντάρουν κάτι-τι, για να συμπληρώσουν το εισόδημα των παιδιών τους -σαν το χαρτζιλίκι που τους έδιναν, όταν πήγαιναν σχολείο. Τίποτα δεν άλλαξε από τότε, τάξη εναντίον τάξης...
Και πώς ορίζουμε αλήθεια τον κανονικό μισθό; Πόσο είναι το όριο φτώχειας στη χώρα μας -που καθόριζε αντίστοιχα και τα συνθήματα-αιτήματα για 1.400 ευρώ βασικό μισθό, προτού πλακώσει η κρίση (νομοτελειακά, όχι σα φυσικό φαινόμενο) και τα ισοπεδώσει όλα, μαζί με το βιοτικό επίπεδο και τις διεκδικήσεις μας, που προσαρμόστηκαν στην επαναφορά του βασικού μισθού 751 ευρώ, ως ένα πρώτο, ρεαλιστικό βήμα.
Αλλά το ερώτημα παραμένει: πώς υπολογίζεται το όριο φτώχειας και τι έχει αλλάξει σε σχέση με το 2008;
Προσωπικά πάντως θα εξαιρούσα το μεγάλο σχολείο του 904 -που είναι ο 902 της Θεσσαλονίκης και λειτουργεί ακόμα- και κάτι ολιγόωρες παρουσίες στο γιαπί με τον Άβερελ, που ήταν κάτι σαν φιλικές συμμετοχές κι εκείνους τους σελέμπριτιζζ, που έκαναν για λίγες ώρες τους ναυαγούς, για να νιώσουν πώς είναι η ζωή του πρόσφυγα και να αποκτήσουν ενσυναίσθηση στο δράμα του. Άλλο αν τελικά παραμένουν αναίσθητα ζώα, χωρίς συναίσθηση της απάνθρωπης γελοιότητάς τους και χωρίς συνείδηση -ή μάλλον με τη συνείδηση της τάξης τους.
Και πώς είναι λοιπόν (η οικοδομή, όχι η ζωή του πρόσφυγα); Δύσκολα, να σου φεύγει η μαγκιά και το υφάκι. Όχι γιατί δε θα αντέξεις μια μέρα η μια βδομάδα, αλλά το συνεχόμενο της υπόθεσης -που είναι παντός καιρού, σαν το κόμμα, γι' αυτό κι η αυξημένη απήχησή μας στον κλάδο- μπορεί να σε τσακίσει. Φρόντισε όμως το σύστημα και το πολιτικό υπαλληλικό του προσωπικό, τώρα που πέθαναν οι κατασκευές σαν κλάδος, κι έτσι οι οικοδόμοι κυνηγάν με το... ψαροντούφεκο τα μεροκάματα κάθε μήνα.
Κι ευτυχώς φροντίζουν για όλους μας (το σύστημα κι οι κυβερνήσεις του). Γιατί αν προσαρμοστείς ευέλικτα και συνηθίσεις στο νέο μοντέλο του μισο-άνεργου, μισο-εργαζόμενου, που κυνηγά διαρκώς συμβάσεις και μέχρι να στεριώσει κάπου, είναι ξανά στο ψάξιμο, να μαζεύει μόρια για την επόμενη σύμβαση ή το επόμενο πεντάμηνο, που θα έχει τελειώσει μέχρι να τον πληρώσουν, και δε φτάνει για να μπει ταμείο ανεργίας, και πάει λέγοντας...
Αν λοιπόν καλομάθεις σε όλα αυτά, ψάξε βρες τη διαφορά μεταξύ εργαζόμενου κι άνεργου.
Κι αν δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ εργαζόμενου κι άνεργου, θα πάψουν να υπάρχουν και τέτοια κείμενα, του τύπου "η πρώτη μου δουλειά", "ο πρώτος μου μισθός", κτλ. Θα προσαρμοστούν ευέλικτα σα φτηνό, εργατικό δυναμικό στα νέα ευέλικτα δεδομένα της ευελφάλειας και θα γίνουν πχ "η πρώτη μου σύμβαση" ή "το πρώτο μου κοινωφελές" ή "το πρώτο πακέτο τσιγάρα που πήρα με το μισθό μου, κι ας μην καπνίζω, γιατί έφυγαν όλα σε λογαριασμούς και δεν έφταναν για παραπάνω".
Θα εξαλειφθεί αντιστοίχως και το αντίστροφο θέμα, που είναι λίγο άχαρο για χαζοχαρούμενα σάιτ, για την "πρώτη φορά που σε απέλυσαν", εφόσον η ανεργία θα είναι κάτι σαν φυσικά κατάσταση, με μικρά εργασιακά διαλείμματα -κι όχι η εξαίρεση στον κανόνα.
Θα τελειώσουμε επίσης μια και καλή με αυτήν την ανόητη ρομαντική αντίληψη, που είχαμε όταν ήμασταν παιδιά, πως θα βρούμε μια δουλειά που θα είναι η πρώτη αγάπη και παντοτινή και πως θα γνωρίζαμε έναν εργοδότη, που θα τον είχαμε εφ' όρου ζωής, σα να 'μασταν παντρεμένοι. Τότε που όλα μας φαίνονταν πιο εύκολα κι απλά.
Το παν όμως είναι να μην έχεις τίποτα δεδομένο, γιατί η ρουτίνα σκοτώνει τον έρωτα κι ως γνωστόν, η αγάπη θέλει προϋπηρεσία, μεροκάματο, ξενύχτι και νταλγκά, θέλει ΙΚΑ μια ζωή στην αγωνία, στα βαρέα ένσημα και τα ανθυγιεινά.
Δεν είναι λογικό να περιμένουμε τον άσπρο ιππότη και μια εργασιακή σχέση μόνιμη και σταθερή, που να μας γεμίζει, να μας ενθουσιάζει και να μας εξυψώνει ως ανθρώπους. Αυτό που μας περιμένει είναι αγγαρεία επί πληρωμή (αλλά όχι πολύ μεγάλη) και σκέτο πήδημα, με προκαθορισμένους όρους χωρίς προφυλακτικό και αγκυλώσεις, όπως το δώρο, τα ένσημα, κτλ.
Χρειάζεται να μπει κι ένα κείμενο για την πρώτη φορά, που δεν είναι ποτέ όπως την περιμένεις. Για την πρώτη φορά στον έρωτα, την πρώτη φορά στην αγορά εργασίας, την πρώτη φορά Αριστερά. Ναι αυτήν που θα τα άλλαζε όλα και... Και venceremos...
Νομίζω πως είναι ωραίο θέμα για ανάπτυξη. Αλλά η ανάπτυξη είναι αναιμική, μαγειρεμένη με διάφορα στατιστικά μπαχάρια, που κρύβουν τις βρομιές και μπόλικα ταξικά φίλτρα, για να μη φτάσει ποτέ στο πιάτο μας, εκτός από κάποια ψίχουλα. Κι οι πιθανότητες εύρεσης εργασίας είναι ακόμα πιο αναιμικές, κι αβέβαιες σαν ψευδαισθήσεις.
Αλλά το πρόβλημα ξεκινάει ακόμα πιο πριν, από την ασάφεια στη διατύπωση και τη δημιουργική ασάφεια της ζωής και του εργασιακού τοπίου, ιδίως αν είχες τη φαεινή ιδέα να σπουδάσεις ΜΜΕ και Δημοσιογραφία -κι ας μην είσαι πολύ σίγουρος αν αποτελεί επιστημονικό αντικείμενο.
Γιατί, τι ακριβώς θεωρείται δουλειά; Κάτι όπου κάνεις την πρακτική σου, μέχρι να έχεις απαιτήσεις και να περάσει ο επόμενος πρακτικάριος; Ή εκεί που πήρες τον πρώτο σου κανονικό μισθό; Όχι πως διαφέρει ουσιαστικά για το θέμα που μας ενδιαφέρει. Διαφέρει όμως για το αφεντικό που γλυκαίνεται και καλομαθαίνει στο τζάμπα, πέρα από την τζάμπα υπεραξία που καρπώνεται με τη μίσθωση της εργατικής σου δύναμης. Και βασικά για σένα, ως προς την αίσθηση ανεξαρτησίας που σου προσφέρει ο μισθός, ότι βγάζεις επιτέλους μόνος σου τα προς το ζην και μπορείς να θρέψεις τον εαυτό σου (ου μην και άλλους, αν φτιάξεις οικογένεια).
Αν και αυτό το τελευταίο δεν είναι πολύ σίγουρο, ακόμα κι αν αμείβεσαι με κανονικό μισθό (κι έτσι πολλοί εργαζόμενοι εξακολουθούν να μένουν στο πατρικό τους, για οικονομία, ή υπολογίζουν στη σύνταξη των γονιών τους, που τσοντάρουν κάτι-τι, για να συμπληρώσουν το εισόδημα των παιδιών τους -σαν το χαρτζιλίκι που τους έδιναν, όταν πήγαιναν σχολείο. Τίποτα δεν άλλαξε από τότε, τάξη εναντίον τάξης...
Και πώς ορίζουμε αλήθεια τον κανονικό μισθό; Πόσο είναι το όριο φτώχειας στη χώρα μας -που καθόριζε αντίστοιχα και τα συνθήματα-αιτήματα για 1.400 ευρώ βασικό μισθό, προτού πλακώσει η κρίση (νομοτελειακά, όχι σα φυσικό φαινόμενο) και τα ισοπεδώσει όλα, μαζί με το βιοτικό επίπεδο και τις διεκδικήσεις μας, που προσαρμόστηκαν στην επαναφορά του βασικού μισθού 751 ευρώ, ως ένα πρώτο, ρεαλιστικό βήμα.
Αλλά το ερώτημα παραμένει: πώς υπολογίζεται το όριο φτώχειας και τι έχει αλλάξει σε σχέση με το 2008;
Προσωπικά πάντως θα εξαιρούσα το μεγάλο σχολείο του 904 -που είναι ο 902 της Θεσσαλονίκης και λειτουργεί ακόμα- και κάτι ολιγόωρες παρουσίες στο γιαπί με τον Άβερελ, που ήταν κάτι σαν φιλικές συμμετοχές κι εκείνους τους σελέμπριτιζζ, που έκαναν για λίγες ώρες τους ναυαγούς, για να νιώσουν πώς είναι η ζωή του πρόσφυγα και να αποκτήσουν ενσυναίσθηση στο δράμα του. Άλλο αν τελικά παραμένουν αναίσθητα ζώα, χωρίς συναίσθηση της απάνθρωπης γελοιότητάς τους και χωρίς συνείδηση -ή μάλλον με τη συνείδηση της τάξης τους.
Και πώς είναι λοιπόν (η οικοδομή, όχι η ζωή του πρόσφυγα); Δύσκολα, να σου φεύγει η μαγκιά και το υφάκι. Όχι γιατί δε θα αντέξεις μια μέρα η μια βδομάδα, αλλά το συνεχόμενο της υπόθεσης -που είναι παντός καιρού, σαν το κόμμα, γι' αυτό κι η αυξημένη απήχησή μας στον κλάδο- μπορεί να σε τσακίσει. Φρόντισε όμως το σύστημα και το πολιτικό υπαλληλικό του προσωπικό, τώρα που πέθαναν οι κατασκευές σαν κλάδος, κι έτσι οι οικοδόμοι κυνηγάν με το... ψαροντούφεκο τα μεροκάματα κάθε μήνα.
Κι ευτυχώς φροντίζουν για όλους μας (το σύστημα κι οι κυβερνήσεις του). Γιατί αν προσαρμοστείς ευέλικτα και συνηθίσεις στο νέο μοντέλο του μισο-άνεργου, μισο-εργαζόμενου, που κυνηγά διαρκώς συμβάσεις και μέχρι να στεριώσει κάπου, είναι ξανά στο ψάξιμο, να μαζεύει μόρια για την επόμενη σύμβαση ή το επόμενο πεντάμηνο, που θα έχει τελειώσει μέχρι να τον πληρώσουν, και δε φτάνει για να μπει ταμείο ανεργίας, και πάει λέγοντας...
Αν λοιπόν καλομάθεις σε όλα αυτά, ψάξε βρες τη διαφορά μεταξύ εργαζόμενου κι άνεργου.
Κι αν δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ εργαζόμενου κι άνεργου, θα πάψουν να υπάρχουν και τέτοια κείμενα, του τύπου "η πρώτη μου δουλειά", "ο πρώτος μου μισθός", κτλ. Θα προσαρμοστούν ευέλικτα σα φτηνό, εργατικό δυναμικό στα νέα ευέλικτα δεδομένα της ευελφάλειας και θα γίνουν πχ "η πρώτη μου σύμβαση" ή "το πρώτο μου κοινωφελές" ή "το πρώτο πακέτο τσιγάρα που πήρα με το μισθό μου, κι ας μην καπνίζω, γιατί έφυγαν όλα σε λογαριασμούς και δεν έφταναν για παραπάνω".
Θα εξαλειφθεί αντιστοίχως και το αντίστροφο θέμα, που είναι λίγο άχαρο για χαζοχαρούμενα σάιτ, για την "πρώτη φορά που σε απέλυσαν", εφόσον η ανεργία θα είναι κάτι σαν φυσικά κατάσταση, με μικρά εργασιακά διαλείμματα -κι όχι η εξαίρεση στον κανόνα.
Θα τελειώσουμε επίσης μια και καλή με αυτήν την ανόητη ρομαντική αντίληψη, που είχαμε όταν ήμασταν παιδιά, πως θα βρούμε μια δουλειά που θα είναι η πρώτη αγάπη και παντοτινή και πως θα γνωρίζαμε έναν εργοδότη, που θα τον είχαμε εφ' όρου ζωής, σα να 'μασταν παντρεμένοι. Τότε που όλα μας φαίνονταν πιο εύκολα κι απλά.
Το παν όμως είναι να μην έχεις τίποτα δεδομένο, γιατί η ρουτίνα σκοτώνει τον έρωτα κι ως γνωστόν, η αγάπη θέλει προϋπηρεσία, μεροκάματο, ξενύχτι και νταλγκά, θέλει ΙΚΑ μια ζωή στην αγωνία, στα βαρέα ένσημα και τα ανθυγιεινά.
Δεν είναι λογικό να περιμένουμε τον άσπρο ιππότη και μια εργασιακή σχέση μόνιμη και σταθερή, που να μας γεμίζει, να μας ενθουσιάζει και να μας εξυψώνει ως ανθρώπους. Αυτό που μας περιμένει είναι αγγαρεία επί πληρωμή (αλλά όχι πολύ μεγάλη) και σκέτο πήδημα, με προκαθορισμένους όρους χωρίς προφυλακτικό και αγκυλώσεις, όπως το δώρο, τα ένσημα, κτλ.
Χρειάζεται να μπει κι ένα κείμενο για την πρώτη φορά, που δεν είναι ποτέ όπως την περιμένεις. Για την πρώτη φορά στον έρωτα, την πρώτη φορά στην αγορά εργασίας, την πρώτη φορά Αριστερά. Ναι αυτήν που θα τα άλλαζε όλα και... Και venceremos...