Σχολιάζει ο Θανάσης Αλεξίου //
Να αναγνωρίσει κανείς το σθένος, τη δύναμη, το κουράγιο μιας νέας αθλήτριας που ακολουθώντας ένα μοναχικό δρόμο και χωρίς κρατική υποστήριξη (συνήθως οι εταιρείες επενδύουν στους πρωταθλητές και αυτό θα πράξουν στη συνέχεια) κατάφερε να πάρει χρυσό μετάλλιο. Από το σημείο αυτό και μετά, -αν αφήσουμε τα δακρύβρεχτα για την Ελλάδα ρε γαμώτο-, αρχίζει η ιδεολογική χρήση της πρωτιάς, καθώς στο απυρόβλητο μένει ο πρωταθλητισμός, που με ή χωρίς ντοπαρίσματα, μας κάνει να πιστεύουμε πως η κατ’ εξοχή ανθρώπινη συνθήκη (σχεδόν φυσική συνθήκη), είναι (όπως γίνεται στον καπιταλισμό), ο ανταγωνισμός ενώ η κοινωνική ανέλιξη, η κοινωνική διάκριση είναι προσωπική υπόθεση. Σημασία δεν έχει αν απουσιάζουν μέσα και πόροι αλλά αν το θέλεις. Ένα θέλω, μια βούληση αδιαμεσολάβητη από κοινωνικά μέσα και πόρους λες και αντλεί από το γονίδιο της «φυλής» που βγάζει μόνο πρωταθλητές/τριες. Σημασία δεν έχει γιατί ο σωματικός κάματος αποκόπηκε από την εργασία και οι άνθρωποι τα δίνουν όλα στα γυμναστήρια και στα στάδια για να εξισορροπήσουν αυτό το «άδειασμα» που επιβαρύνει επιπρόσθετα την υγεία τους, ανάγκη την οποία σε ένα βαθμό θα μπορούσε να ικανοποιήσει ο αθλητισμός για όλους/όλες (αθλητικές υποδομές, ανθρώπινο δυναμικό, κοινωνικοποίηση κ.λπ.), αλλά το ότι κάποιος/κάποια τα κατάφερε.