6 Νοε 2016

Το Brexit, οι ανταγωνισμοί και «ποιος πληρώνει τη νύφη»

Το Brexit, οι ανταγωνισμοί και «ποιος πληρώνει τη νύφη»

Η Βρετανίδα πρωθυπουργός, Τ. Μέι, με τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζ. Κ. Γιούνκερ. Τα χαμόγελα είναι για τη φωτογράφιση αφού οι ανταγωνισμοί λόγω Brexit πυροδοτούν θερμές, απρόβλεπτες διαπραγματεύσεις και όξυνση ανταγωνισμών
Copyright 2016 The Associated
Η Βρετανίδα πρωθυπουργός, Τ. Μέι, με τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζ. Κ. Γιούνκερ. Τα χαμόγελα είναι για τη φωτογράφιση αφού οι ανταγωνισμοί λόγω Brexit πυροδοτούν θερμές, απρόβλεπτες διαπραγματεύσεις και όξυνση ανταγωνισμών
«Θα πρέπει να περιμένουμε κάποιες αναταράξεις καθώς θα προχωράμε στη διαπραγματευτική διαδικασία και θα υπάρξει μία περίοδος ενός - δύο ετών ή ίσως και περισσότερο όπου αβεβαιότητα θα επικρατεί στις επιχειρήσεις σχετικά με την τελική διαμόρφωση της σχέσης μας με την Ευρωπαϊκή Ενωση και κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής θα πρέπει να στηρίξουμε την οικονομία», δήλωσε ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών, Φίλιπ Χάμοντ, στο BBC. «Φυσικά, έχουμε να αντιμετωπίσουμε μακροπρόθεσμα προβλήματα. Συνεχίζουμε να έχουμε ασθενείς επιδόσεις στην παραγωγικότητα σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές μας και έχουμε τεράστιο έλλειμμα ισοζυγίου πληρωμών... Αυτά είναι τα θέματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε», δήλωσε ο ίδιος στο «Sky News». Ο Βρετανός υπουργός προειδοποίησε, τέλος, ότι η χώρα εισέρχεται στη διαδικασία εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ενωση σε μία περίοδο παγκόσμιας αβεβαιότητας. Αποκαλυπτικές δηλώσεις για αδύναμη καπιταλιστική ανάπτυξη και κινδύνους λόγω και επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας.
«Επώδυνη» φυγή
Την ίδια ώρα που ο Φίλιπ Χάμοντ μιλά για «αναταράξεις» στη βρετανική οικονομία, μεγάλες τράπεζες ξεκινούν τη μεταφορά τους εκτός Βρετανίας. Κάποιες ξεκινούν μάλιστα στο τέλος του 2016, κάποιες άλλες στις αρχές του 2017. Και αυτό γιατί θεωρούν ότι με τις διαπραγματεύσεις και με δεδομένη τη συζήτηση γύρω από την ελευθερία κίνησης προσώπων μεταξύ ΕΕ και Βρετανίας (ισχυρή στη Βρετανία η τάση ενάντια στην ελευθερία κίνησης προσώπων), η πρόσβαση της χώρας στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά θα διακοπεί. Αρα, δε θα επιτρέπεται η πρόσβαση του Σίτι του Λονδίνου στις αγορές κεφαλαίου της ΕΕ.
«Οπως επισημαίνει ο επικεφαλής της Βρετανικής Ενωσης Τραπεζιτών (ΒΒΑ), Αντονι Μπράουνι, στην εφημερίδα "Observer", "οι διεθνείς τράπεζες σκέπτονται να πατήσουν το κουμπί της μετεγκατάστασης". Διευκρινίζει ότι "οι μικρότερες τράπεζες σχεδιάζουν τη μεταφορά των γραφείων τους από τα Χριστούγεννα. Οι μεγαλύτερες τράπεζες αναμένεται να ξεκινήσουν από το πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους". Κάποιοι κάνουν λόγο για απώλεια έως και 70.000 θέσεων εργασίας από το Σίτι του Λονδίνου, λόγω Brexit. Σύμφωνα με το πρακτορείο "Bloomberg", εταιρεία ακινήτων, υπό τον έλεγχο του ομίλου διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων "Schroders", αναζητεί χώρους επαγγελματικής στέγης στη Φρανκφούρτη. Παρομοίως, οι "CBRE Global Investors" και "Standard Life" εξετάζουν την άμεση μετεγκατάστασή τους σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης, από το Δουβλίνο μέχρι το Αμστερνταμ» («Καθημερινή» 25/10/2016).
Η βρετανική εφημερίδα «Independent» αναφέρει ότι μεγάλες επενδυτικές τράπεζες θα αρχίσουν να μεταφέρουν τις θέσεις εργασίας από τη Βρετανία, σύμφωνα με πληροφορίες από διευθύνοντες συμβούλους τους. Ανάμεσα στις τράπεζες είναι η JP-Morgan, που θα μεταφέρει περίπου 4.000 εργαζόμενους εκτός Βρετανίας, η Morgan Stanley που σκέφτεται να μεταφέρει 1.000 εργαζομένους, η Goldman Sachs που ετοιμάζει τη μετακόμιση 2.000 υπαλλήλων, αλλά και η Citigroup.
Επίσης, και ευρωπαϊκές τράπεζες, όπως οι HSBC και Deutsche Bank, έχουν δηλώσει ότι μπορεί να χρειαστεί να μεταφερθούν στη Γαλλία και τη Γερμανία.
Εδώ και καιρό εκπρόσωποι δήμων, όπως της Φρανκφούρτης, του Παρισιού, του Δουβλίνου και της Μαδρίτης, έχουν προσεγγίσει τραπεζίτες του Σίτι για να τους δελεάσουν και να τους προσελκύσουν στα δικά τους χρηματοοικονομικά κέντρα. Για παράδειγμα, αμέσως μετά το δημοψήφισμα που έφερε το Brexit, η γαλλική κυβέρνηση άλλαξε τους κανόνες φορολόγησης των ξένων εταιρειών στο Παρίσι κάνοντάς τους πιο γενναιόδωρους για να τις προσελκύσει. «Θέλουμε να οικοδομήσουμε το οικονομικό κέντρο του μέλλοντος... Τώρα είναι η ώρα να έρθουν στο Παρίσι», δήλωσε ο Γάλλος πρωθυπουργός, τον Ιούλη. Το Σεπτέμβρη, απλοποίησαν τη διαδικασία εγκατάστασης νέων εταιρειών του χρηματοοικονομικού κλάδου στο Παρίσι. Επομένως, αυτή η διαδικασία θα οξύνει τον ενδοευρωενωσιακό ανταγωνισμό.
Μια περιγραφή που δείχνει αρνητικές συνέπειες
Από τα παραπάνω φαίνονται εκτιμήσεις για μεγάλες αρνητικές συνέπειες στη βρετανική οικονομία. Θα υπάρξει φυγή τραπεζικού κεφαλαίου. Ηδη η στερλίνα υποχωρεί μετά το δημοψήφισμα, ενώ τον Οκτώβρη υποτιμήθηκε κατά 6,2%. Αρα, θα αυξηθούν οι τιμές των εμπορευμάτων αφού οι επιχειρηματικοί όμιλοι θα φροντίσουν να καλύψουν απώλειες εσόδων από την υποτίμηση της στερλίνας. Η «Microsoft» ανακοίνωσε πως θα προχωρήσει σε αύξηση τιμών στην παροχή υπηρεσιών εταιρικού λογισμικού κατά 13% και στη χρήση της εφαρμογής cloud κατά 22% από το Γενάρη του 2017. Το Σεπτέμβρη, η «Apple» αποφάσισε την αύξηση των τιμών σε ορισμένα προϊόντα που πωλούνται στη Βρετανία, όπως είναι το κινητό τηλέφωνο iPhone7 και το iPad Pro.
Δεν εξαντλούνται όμως οι συνέπειες του Brexit στη φυγή τραπεζών από το Σίτι του Λονδίνου. Για παράδειγμα, μεγάλες ανησυχίες έχει εκφράσει η Ιαπωνία για τις συνέπειες στους ιαπωνικούς επιχειρηματικούς ομίλους που δρουν στη Βρετανία, με ρεπορτάζ στο διεθνή Τύπο να κάνουν λόγο για παρέμβαση της ιαπωνικής κυβέρνησης και αίτημα να έχει λόγο στη διαπραγμάτευση του Brexit. Πρώτη η «Nissan» προειδοποίησε τη βρετανική κυβέρνηση ότι θα κλείσει τη μονάδα της στο Σάδερλαντ, αν δεν εξασφαλίσει η Βρετανία ελεύθερη πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ και ζήτησε εγγυήσεις ως προς αυτό από τη βρετανική κυβέρνηση.
Σύμφωνα με τον «Guardian» («Capital» 10/10/2016), «η Τ. Μέι απορρίπτει την αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Μαζί με την υπόσχεσή της να περιορίσει το δικαίωμα των πολιτών της ΕΕ να εργάζονται στη Βρετανία, αυτό αποκλείει την παραμονή της στην ενιαία αγορά, με την οποία η Βρετανία έχει τις μισές περίπου εμπορικές της συναλλαγές. Αυτό σημαίνει πως το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να διαπραγματευτεί την πρόσβαση στην ενιαία αγορά ανά κλάδο, μέσω μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου (FTA). Οι βρετανικές μεταποιητικές επιχειρήσεις ίσως να μην πληγούν τόσο πολύ, από τη στιγμή που οι FTAs (όπως η πρόσφατη συμφωνία ΕΕ - Καναδά) εξαλείψουν τους δασμούς σε αγαθά, αν και η πιθανή απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει επίσης από την τελωνειακή ένωση της ΕΕ θα προκαλέσει ταλαιπωρία στα σύνορα για τους εισαγωγείς και τους εξαγωγείς. Το πρόβλημα με μια τέτοια συμφωνία είναι ότι θα κάνει λίγα για να ανοίξει τις αγορές στις υπηρεσίες όπως κατασκευές, finance ή αεροπορία. Αυτό θα απαιτούσε την άρση των ρυθμιστικών εμποδίων - που είναι βασική αρχή της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς». Αυτή η περιγραφή δείχνει πρόσθετα εμπόδια στην ανάπτυξη εισαγωγών - εξαγωγών, αυξάνοντας τις αρνητικές συνέπειες στην οικονομία.
Εικόνα που δείχνει ζημιές εκατέρωθεν
Αλλά η παραπάνω περιγραφή αναδεικνύει τις τεράστιες δυσκολίες, με αφορμή τη διαπραγμάτευση του Brexit. Με αρνητικές επιπτώσεις σε Βρετανία αλλά και σε ΕΕ, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αφού υπάρχουν και άλλες κρίσιμες οικονομικές παράμετροι στο Brexit, όπως φαίνεται από ανάλυση των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» («euro2day» 14/10/2016) που γράφουν:
«Η Βρετανία είναι αντιμέτωπη με ένα λογαριασμό ως και 20 δισ. ευρώ για το διαζύγιο από την ΕΕ... Πάνω από 300 δισ. ευρώ κοινών υποχρεώσεων θα πρέπει να ρυθμιστούν στο διαζύγιο, με βάση τους λογαριασμούς της ΕΕ... Η πρόβλεψη των 20 δισ. ευρώ περιλαμβάνει το μερίδιο της Βρετανίας...
Το Brexit ανοίγει μια τρύπα στο λογαριασμό της ΕΕ, με δυνητικά βαθιές πολιτικές συνέπειες. Φέρνει τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και άλλες χώρες με καθαρή συνεισφορά αντιμέτωπες με το δίλημμα να καλύψουν το κενό που θα δημιουργηθεί ή να ακυρώσουν προγράμματα που οι Βρυξέλλες και οι χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης βλέπουν ως νομικά δεσμευτικές υποσχέσεις».
Αυτό σημαίνει μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση των υπόλοιπων κρατών, ή ακύρωση των προγραμμάτων, με τεράστιες απώλειες για τα μονοπώλιά τους. Σε συνθήκες δε αδύναμης ανάπτυξης τα προβλήματα στις οικονομίες τους θα οξυνθούν.
Και συνεχίζουν οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς»: «Τα 20 δισ. ευρώ της Βρετανίας θα καλύψουν μόνο τις δαπάνες που έχουν ήδη εγκριθεί για έργα εντός της ΕΕ, όχι το μελλοντικό έλλειμμα που θα δημιουργηθεί μετά το 2019 από την αποχώρηση της Βρετανίας από τον προϋπολογισμό της ΕΕ... Η ΕΕ θα απαιτήσει και μελλοντικές συνεισφορές στον κοινοτικό προϋπολογισμό ως προϋπόθεση για την πρόσβαση στην ενιαία αγορά». Επομένως, η Βρετανία θα πληρώσει κι άλλα μεγάλα ποσά στην ΕΕ. Ο Jean Arthuis, επικεφαλής της επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον προϋπολογισμό, δήλωσε: «Το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να αποχωρήσει από την ΕΕ αλλά δεν μπορεί να αποφύγει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο»...
Οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» αναφέρουν και άλλες οικονομικές υποχρεώσεις, όπως 57,8 δισ. ευρώ και άλλες εγγυήσεις για δάνεια ύψους 21,4 δισ. ευρώ για τη στήριξη δανείων διάσωσης προς την Πορτογαλία και την Ουκρανία, έως το κόστος της απενεργοποίησης ενός εργοστασίου πυρηνικής ενέργειας.
Υπάρχει όμως και ο λογαριασμός RAL (217,7 δισ. ευρώ στο τέλος του 2015), που μεταφράζεται ως «δεν έχει ακόμα πληρωθεί» και αντιστοιχεί σε πιστώσεις στον προϋπολογισμό της ΕΕ για συγκεκριμένα έργα που θα πληρωθούν στο μέλλον. Η Κομισιόν θεωρεί τις πιστώσεις αυτές νομικά δεσμευτικές υποσχέσεις.
Με την ανάλυση των «Φαινάνσιαλ Τάιμς» συμφωνούν πολλά αστικά επιτελεία.
Ενδοκαπιταλιστικές συγκρούσεις ενώ τη νύφη θα την πληρώσει ο λαός, με όποια εξέλιξη
Δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί η διαπραγμάτευση, αλλά η εικόνα που δίνουν οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» δείχνει ότι μπορεί η οικονομία της Βρετανίας να έχει αρνητικές συνέπειες που να οδηγήσουν και σε ύφεση. Οι επιδράσεις δε στην οικονομία της ΕΕ είναι επίσης τεράστιες, με αρνητικές συνέπειες για την πορεία ανάκαμψής της. Αυτή η πραγματικότητα θα φέρει τεράστια όξυνση των ανταγωνισμών.
Οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» γράφουν: «"Διπλή αυτοκτονία" το hard Brexit. Η Βρετανία θα "χάσει" κάποιες ποσοστιαίες μονάδες από το ΑΕΠ, αλλά η ΕΕ θα βρεθεί ξανά σε κρίση».
Το «Σπίγκελ» έγραψε ότι, σύμφωνα με εσωτερικό έγγραφο του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, το Brexit θα κοστίζει στη Γερμανία 4,5 δισ. ευρώ το χρόνο.
Επομένως, ένας ακόμη παράγοντας υπονόμευσης της ευρωενωσιακής, αλλά και της βρετανικής, ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας είναι στο προσκήνιο. Που περιπλέκεται και με τις δυσκολίες της παγκόσμιας καπιταλιστικής ανάπτυξης. Μείγμα επικίνδυνο.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι Γερμανοί «σοφοί», η ομάδα των ακαδημαϊκών που απαρτίζουν το Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, συμβουλευτικό όργανο της εκάστοτε κυβέρνησης, παρέδωσαν στις 2/11/2016 την έκθεσή τους για το Brexit στην Α. Μέρκελ. Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε ο πρόεδρός τους, Κρίστοφ Σμιντ, είπε: «Το καλύτερο αποτέλεσμα των επικείμενων διαπραγματεύσεων θα ήταν η αποτροπή του Brexit... Η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ θα συνεπαγόταν όχι μόνο οικονομικό, αλλά πρωτίστως πολιτικό κόστος», μιλώντας για υπονόμευση της πολιτικής σταθερότητας σε ολόκληρη την ΕΕ. Την 1/11/2016, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων της Γερμανίας, Αντον Μπέρνερ, προειδοποιούσε για τις δυσμενείς επιπτώσεις του Brexit στην ισχυρότερη οικονομία της ΕΕ.
Πώς θα εξελιχθεί αυτή η κατάσταση; Και μάλιστα μετά την απόφαση του δικαστηρίου να αποφασίσει το κοινοβούλιο για το χειρισμό του Brexit; Ανεξάρτητα απ' αυτό, τις συνέπειες θα τις μεταφέρουν στις πλάτες της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Που δεν έχουν άλλο δρόμο από τη χειραφέτηση από την πολιτική που τους εξαναγκάζει να βάζουν πλάτες για την καπιταλιστική ανάπτυξη και τη διεκδίκηση ικανοποίησης των δικών τους αναγκών. Ζήτημα που απαιτεί αντικαπιταλιστική, αντιμονοπωλιακή πάλη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ