Ανταγωνισμοί και αβεβαιότητες στην οικονομία Βρετανίας και ΕΕ λόγω Brexit
Copyright 2016 The Associated
|
Για παράδειγμα, τον Νοέμβρη εμφανίστηκε ρεπορτάζ στον αστικό Τύπο που έγραφε περίπου τα εξής: Οι διαπραγματεύσεις για το Brexit θα είναι δύσκολες. Η ΕΕ σκληραίνει τη στάση της. Η Αγκελα Μέρκελ αρνήθηκε τη σύναψη προσωρινής συμφωνίας με τη Βρετανία πριν από την ενεργοποίηση του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας. Η ΕΕ πιέζει την Βρετανίδα πρωθυπουργό να ανοίξει τα χαρτιά της, αν θέλει να αποφύγει μια περίοδο έντονης αναταραχής το 2019. Ο διαπραγματευτής της Κομισιόν για το Brexit Μισέλ Μπαρνιέ τάσσεται υπέρ κάποιας μεταβατικής περιόδου, κατά την οποία κλάδοι της βρετανικής οικονομίας θα προσαρμοστούν στη μετά Brexit εποχή, αλλά πρέπει πρώτα να επιτευχθεί η μόνιμη συμφωνία.
Υπέρ της μεταβατικής περιόδου έχουν ταχθεί τόσο ο υπουργός Οικονομικών, Φίλιπ Χάμοντ, όσο και ο κεντρικός τραπεζίτης της Βρετανίας, Μαρκ Κάρνεϊ. Ωστόσο, η πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι, επιμένει να κρατάει κλειστά τα χαρτιά της, προσπαθώντας να ισορροπήσει μεταξύ όσων υποστηρίζουν την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ με κάθε κόστος (σκληρό Brexit) και όσων ανησυχούν για τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν στη βρετανική οικονομία.
Η έξοδος επιχειρήσεων από τη Βρετανία
Το
Brexit και με δεδομένη την έως τώρα εκκρεμότητα της Συμφωνίας Βρετανίας
- ΕΕ δημιουργεί ανασφάλεια ιδιαίτερα στις ξένες τράπεζες και άλλους
επιχειρηματικούς ομίλους, αλλά και βρετανικούς σχετικά με το οικονομικό
μέλλον της Βρετανίας, τις εμπορικές σχέσεις της με την ΕΕ, ενώ
αισθάνονται κινδύνους απωλειών κερδοφορίας. Δεν μένουν όμως μόνο σ'
αυτό. Ηδη προετοιμάζονται να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε άλλα
κράτη - μέλη της ΕΕ. Και σχεδιάζουν τις κινήσεις τους με το χειρότερο
σενάριο, ότι δηλαδή θα χάσουν το δικαίωμα να πωλούν ελεύθερα εμπορεύματα
και υπηρεσίες σε ολόκληρη την ΕΕ.Το «CNN Greece», 27 Δεκέμβρη 2016, αναφέρει ότι αμερικανικές εταιρείες θέλουν να ανοίξουν θυγατρικές στην Ιρλανδία, αλλά και από βρετανικές εταιρείες μπορεί να μετακομίσουν εκεί. Μεγάλο πλεονέκτημα της Ιρλανδίας στην προσέλκυση επενδύσεων είναι η χαμηλή φορολογία επιχειρήσεων, μόλις 12,5%, και το ότι είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ όπου επίσημη γλώσσα είναι τα αγγλικά. Σύμφωνα με τον «Guardian», τουλάχιστον 100 βρετανικές τράπεζες και άλλοι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι, έχουν κάνει αίτηση στην ιρλανδική κυβέρνηση για να μεταφέρουν εκεί τις δραστηριότητές τους.
Ο Οργανισμός Βιομηχανικής Ανάπτυξης της Ιρλανδίας ελπίζει ότι η ανάληψη της αμερικανικής προεδρίας από τον Ντ. Τραμπ δεν θα γίνει εμπόδιο για τις επενδύσεις των αμερικανικών επιχειρηματικών ομίλων στη χώρα. Υπάρχει και αυτός ο φόβος, με δεδομένες τις δηλώσεις του Τραμπ για στροφή προς μια οικονομική πολιτική προστατευτισμού και «τράβηγμα» στις ΗΠΑ αμερικανικών επιχειρηματικών ομίλων που δρουν έξω από τη χώρα.
Ταυτόχρονα, και οι ιαπωνικές επενδυτικές τράπεζες εκφράζουν το ενδεχόμενο να εγκαταλείψουν το Λονδίνο λόγω αβεβαιότητας της μελλοντικής σχέσης της Βρετανίας με την ΕΕ. Κορυφαία στελέχη τέτοιων τραπεζών όπως οι Nomura και Daiwa Capital Markets, έθεσαν το θέμα σε δύο Βρετανούς υπουργούς, στον αρμόδιο για το Σίτι, Σάιμον Κίρμπι, και στον υπουργό Εμπορίου αρμόδιο για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, Μαρκ Γκαρνιέ. Σύμφωνα με τους «Financial Times», λόγω της αβεβαιότητας για το μέλλον του Λονδίνου ως πύλης στην Ευρώπη, ίσως θα ήταν καλύτερα για τους πελάτες τους στην Ευρώπη να έχουν εναλλακτικό κέντρο χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.
Στην ίδια κατεύθυνση, κινούνται και οι ιαπωνικές ασφαλιστικές εταιρείες και άλλοι ιαπωνικοί επιχειρηματικοί όμιλοι. Για παράδειγμα, ο μεγαλύτερος τραπεζικός όμιλος της Ιαπωνίας, η «Mitsubishi UFJ», έχει αναβαθμίσει το καθεστώς της μονάδας της στο Αμστερνταμ, μεταφέροντας και εργαζόμενους.
Βεβαίως, η Ιρλανδία εμφανίζεται ελκυστική για τη μεταφορά επιχειρηματικών ομίλων από τη Βρετανία, και λόγω χαμηλού φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις και λόγω αγγλικής γλώσσας, αλλά δεν είναι το μοναδικό κράτος που το «πασχίζει».
Οι επιδιώξεις Γερμανίας - Γαλλίας
Διάφορα
αστικά ΜΜΕ στα μέσα του Νοέμβρη 2016 έγραφαν περίπου τα εξής: Η
Φραγκφούρτη, το χρηματοπιστωτικό κέντρο της Γερμανίας, προσπαθεί να
δελεάσει χρηματοπιστωτικά ιδρύματα από τη Βρετανία και ανταγωνίζεται με
τη Γαλλία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες για να προσελκύσει επιχειρήσεις από
τη Βρετανία, το βασικό χρηματοπιστωτικό κέντρο της Ευρώπης.Ο Γερμανός υφυπουργός Οικονομικών, Τόμας Στέφεν, δήλωσε πρόσφατα: «Πρέπει να πω ότι εμείς, στο υπουργείο Οικονομικών, καταγράφουμε έναν αυξανόμενο αριθμό αιτημάτων. Και είμαστε πολύ, πολύ ανοιχτοί σε τέτοιες συζητήσεις». Η Φραγκφούρτη θέλει να εξασφαλίσει την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (EBA), που εποπτεύει το ρυθμιστικό πλαίσιο της λειτουργίας των τραπεζών σε όλη την ΕΕ, και έχει ήδη πει ότι θα μετακινηθεί από το Λονδίνο μετά την απόφαση της Βρετανίας να αποχωρήσει από την ΕΕ, με δεδομένο ότι η Φραγκφούρτη είναι έδρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM).
Αλλά προς τη Γερμανία στρέφουν το βλέμμα τους και βρετανικές start-ups (επιχειρήσεις νέων τεχνολογιών). Από την επικράτηση του Brexit, πέντε start-ups εγκατέλειψαν τη Βρετανία, μεταφέροντας την έδρα τους στο Βερολίνο. Επίσης, 39 ακόμη τέτοιες επιχειρήσεις συζητούν για μεταφορά στο Βερολίνο. Η γερμανική κυβέρνηση εκτιμά ότι το Βερολίνο θα γίνει η ευρωπαϊκή πρωτεύουσα των start-ups.
Ομως και η Γαλλία δεν πάει πίσω. Ο υπουργός Οικονομικών, Μισέλ Σαπέν, έχει δηλώσει ότι η Γαλλία έχει επεξεργαστεί σχέδιο για να γίνει το Παρίσι η μελλοντική οικονομική πρωτεύουσα. Δεν στοχεύουν μόνο σε τραπεζικούς ομίλους, αλλά και σε επιχειρηματικούς ομίλους της βιομηχανίας, σε τομείς όπως το Μέταλλο, η Ενέργεια, επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών. Αλλωστε, αμέσως μετά το δημοψήφισμα της 23ης Ιούνη, η κυβέρνηση Ολάντ άλλαξε τους κανόνες φορολόγησης των ξένων επιχειρήσεων στο Παρίσι κάνοντάς τους ελκυστικούς, για να διευκολύνει τη μεταφορά επιχειρήσεων από τη Βρετανία.
Αντιδράσεις που εκδηλώνουν ανταγωνισμούς
Την
ίδια ώρα, σύμφωνα με το REUTERS, («Καθημερινή», 20/12/2016), «στις
βρετανικές τράπεζες έφτασε πόρισμα έγκριτων νομικών γραφείων της χώρας,
σύμφωνα με το οποίο έχουν το δικαίωμα να μηνύσουν την ΕΕ αν δεν
εξασφαλιστεί μεταβατική περίοδος κατά την έξοδο της Βρετανίας. Την
άσκηση αυτού του δικαιώματος τη στηρίζουν σε κανόνες του διεθνούς
Δικαίου και σε διεθνείς συνθήκες - όπως η Σύμβαση της Βιέννης. Βάσει
αυτών, έχουν κεκτημένα δικαιώματα από τις ευρωπαϊκές συνθήκες, τα οποία
δεν καταργούνται αυτομάτως από τη στιγμή που παύσουν να ισχύουν οι
ανωτέρω συνθήκες. Οι τράπεζες και οι επενδυτικοί οίκοι ασκούν πιέσεις
στη Βρετανία και στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ώστε να συνάψουν μεταβατική
συμφωνία για να διατηρηθούν πολλές από τις ισχύουσες ρυθμίσεις έως και 5
χρόνια, για να μπορέσουν να αμβλύνουν τις όποιες επιπτώσεις από το
Brexit. Πάντως, η Τράπεζα της Αγγλίας προειδοποιεί ότι θα έχει
αποσταθεροποιητικό αντίκτυπο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα μια αιφνίδια
αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ».Δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί η διαπραγμάτευση, αλλά απ' όλα τα παραπάνω φαίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες στη βρετανική οικονομία θα είναι μεγάλες. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας είναι ο πλέον ισχυρός στη βρετανική οικονομία. Επιδράσεις φαίνεται ότι θα υπάρξουν και στην οικονομία της ΕΕ με αρνητικές συνέπειες για την πορεία ανάκαμψής της. Αυτή η πραγματικότητα θα φέρει τεράστια όξυνση των ανταγωνισμών.
Ταυτόχρονα Ιρλανδία, Γαλλία, Γερμανία ανταγωνίζονται μεταξύ τους για να καρπωθούν το μεγαλύτερο μερίδιο των απωλειών της Βρετανίας από τη μεταφορά επιχειρηματικών ομίλων. Οι ανταγωνισμοί φαίνεται να οξύνονται με την Ιρλανδία, γιατί έχει κάποια πλεονεκτήματα όπως προείπαμε. Επίσης δεν είναι τυχαία η κλιμακούμενη σύγκρουση της Ιρλανδίας με την Κομισιόν για το θέμα της «Apple» και το τεράστιο πρόστιμο των 13 δισ. ευρώ που η «Apple» καλείται από την Κομισιόν να πληρώσει στην Ιρλανδία για μη καταβληθέντες φόρους. «Το διακύβευμα για το Δουβλίνο είναι η εξαιρετικά χαμηλή εταιρική φορολογία που έχει συνεισφέρει στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων και στην ανάπτυξη της ιρλανδικής οικονομίας(...) η Κομισιόν κατηγορεί την Ιρλανδία ότι παραχώρησε στον αμερικανικό κολοσσό εξαιρετικά προνομιακό φορολογικό καθεστώς, χωρίς να το δικαιολογεί, και το Δουβλίνο, που έχει εφεσιβάλει την απόφαση, να επιρρίπτει στην Κομισιόν παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας του», («Καθημερινή», 20/12/2016). Αυτό είναι νέο επεισόδιο ανάμεσα σε άλλα, όπως τα πρόστιμα σε VW και Deutsche Bank από τις ΗΠΑ, ή τα ενδεχόμενα πρόστιμα σε «Amazon» και «Apple» από τη Γερμανία για αθέμιτο ανταγωνισμό, το ενδεχόμενο πρόστιμο από την Κομισιόν στο Facebook για τη συγχώνευσή του με την ευρωπαϊκή WhatsApp που παρέχει αντίστοιχες υπηρεσίες, κ.λπ.
Επίσης, δεν πρέπει να περνά απαρατήρητη η αναφορά της ιρλανδικής κυβέρνησης ότι ελπίζει να μη βάλει εμπόδια ο Ντ. Τραμπ για επενδύσεις αμερικανικών επιχειρηματικών ομίλων στη χώρα. Να άλλος ένας λόγος της κόντρας της Ιρλανδίας με την Κομισιόν, με αφορμή την «Apple». Ενας επιπλέον παράγοντας που επιδρά στους ανταγωνισμούς είναι η ενδεχόμενη στροφή της κυβέρνησης Τραμπ στον προστατευτισμό που θα μειώσει δραστικά τις εξαγωγές της Γερμανίας κυρίως αλλά και της ΕΕ συνολικά στις ΗΠΑ, και κεφαλαίων και εμπορευμάτων. Που θα επιδράσει αρνητικά επίσης στην ασθενική ανάκαμψη της οικονομίας Ευρωζώνης - ΕΕ.
Αλλες συνέπειες
Επομένως,
εδώ αυξάνονται οι παράγοντες υπονόμευσης της ευρωενωσιακής, αλλά και
της βρετανικής, ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας. Που
περιπλέκεται και με τις δυσκολίες της παγκόσμιας καπιταλιστικής
ανάπτυξης. Μείγμα επικίνδυνο.Ολ' αυτά επιδρούν επίσης στη διεύρυνση των ρωγμών στην ΕΕ με την ενίσχυση φυγόκεντρων δυνάμεων, την τάση μεγαλύτερης εθνοκεντρικής δράσης (Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία κ.λπ.), τη διαπάλη Γαλλίας - Γερμανίας για την οικονομική διακυβέρνηση (εμβάθυνση ή διακυβερνητική συνεργασία) κ.λπ.
Οπως αναφέρεται στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 20ό Συνέδριο: «Στο επίπεδο του οικονομικού ανταγωνισμού, σημαντική εξέλιξη αποτελεί η δοκιμασία διατήρησης της συνοχής της ΕΕ και το μέλλον που προδιαγράφεται για την Ευρωζώνη, ιδιαίτερα μετά την επικράτηση του Brexit στο σχετικό δημοψήφισμα στη Βρετανία. Αυτή η πραγματικότητα καθιστά ακόμα πιο σύνθετους τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και αυξάνει τη ρευστότητα των σημερινών διακρατικών συνεργασιών. Οι εξελίξεις στην ΕΕ επιδρούν άμεσα στις εξελίξεις και στις αντιθέσεις στην Ελλάδα (...) Η ελληνική οικονομία τείνει να περάσει σε αναιμική ανάκαμψη το 2017. Ωστόσο, η πραγματοποίηση αυτής της τάσης θα εξαρτηθεί και από άλλες παραμέτρους, ιδιαίτερα από τις εξελίξεις της διεθνούς οικονομίας (...) Ως παράγοντες αβεβαιότητας που μπορούν να οδηγήσουν σε πιο αρνητική έκβαση, διακρίνονται η ενδεχόμενη επιδείνωση του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος και της πορείας της ΕΕ μετά το Brexit, οι πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στον τουρισμό και στο εμπόριο από επιδείνωση του προσφυγικού προβλήματος και της κατάστασης στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και οι επιπτώσεις της κυβερνητικής πολιτικής (π.χ. αύξηση έμμεσης φορολογίας, επιβάρυνση λαϊκών στρωμάτων)».
Ανεξάρτητα από τις αβεβαιότητες και τις εξελίξεις, τις συνέπειες θα τις μεταφέρουν στις πλάτες της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Που δεν έχουν άλλο δρόμο από το να χειραφετηθούν από την αστική πολιτική και να οργανώσουν την αντικαπιταλιστική, αντιμονοπωλιακή πάλη.