Κοινωνική ειρήνη και αναθεώρηση της Ιστορίας
Τις προάλλες, καθώς χάζευα τις καινούργιες εκδόσεις στο βιβλιοπωλείο,
βρέθηκα μπροστά στο νέο βιβλίο τού γνωστού καθηγητή και "ερευνητή" Στάθη
Καλύβα. "Πουλάει;" ρώτησα την βιβλιοπώλη. "Ευτυχώς, ναι", μου απάντησε. "Γιατί 'ευτυχώς';" την πείραξα, "τόσο πολλά κονομάτε απ' αυτό;". "Δεν είναι για το κέρδος", απάντησε σοβαρά, "απλώς είναι καλό να βλέπεις νέα παιδιά να διαβάζουν".
Παρ' ότι έχει ενδιαφέρον το πώς κατάφερα και συνδύασα την παρόρμηση για εκτόνωση της αηδίας που μου προκαλεί το όνομα του συγγραφέα, με τον ανυπόκριτη εκτίμησή μου για την βιβλιοπώλη και με τον σεβασμό μου για το μαγαζί που με ανέχεται επί δεκαετίες, δεν έχει σημασία ο διάλογος που ακολούθησε. Παρά ταύτα, θα ήθελα να αραδιάσω μια σειρά σκέψεων που γεννήθηκαν απ' αυτόν.
Υπάρχουν ανάμεσά μας κάποιοι που συνειδητά δεν ψηφίζουν στις εκλογές με την δικαιολογία "όλοι ίδιοι είναι", κάποιοι που αποφεύγουν την ενημέρωση ραδιοφωνικών σταθμών και τηλεοπτικών καναλιών με το επιχείρημα "όλα τα ίδια λένε" και κάποιοι άλλοι που δεν πιάνουν καν εφημερίδα στα χέρια τους επειδή "όλες τα ίδια γράφουν".
Όσο κι αν στρογγυλέματα και γενικότητες τέτοιου τύπου είναι εκ φύσεως άδικα, πρέπει να δεχτούμε ότι είναι εν μέρει δικαιολογημένα. Ειδικά, μάλιστα, αν αναλογιστούμε ότι εκείνοι που καταδικάζουν αυτές τις γενικότητες, δεν διστάζουν να προβάλλουν και να υπερασπίζονται κάποιες άλλες, όπως π.χ. πρέπει να σεβόμαστε τις αποφάσεις της δικαιοσύνης, πρέπει να υπερασπιζόμαστε την δημοκρατία και τους θεσμούς, πρέπει να καταδικάζουμε την βία απ' όπου κι αν προέρχεται κλπ.
Η αλήθεια είναι ότι στο σύνολό τους οι κονδυλοφόροι υπερασπιστές τής "έννομης τάξης", παρά τις επί μέρους διαφορές τους, έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: την στήριξη της -κυρίαρχης, αυτή την δεδομένη ιστορική στιγμή- αστικής τάξης διά της προπαγάνδας υπέρ του κρατούντος αστικού πολιτεύματος. Η συμβολή όλων αυτών στην διατήρηση της -τόσο απαραίτητης για την λειτουργία τού καπιταλιστικού συστήματος- κοινωνικής ειρήνης είναι μεγαλύτερης σημασίας σε περιόδους κρίσεων (όπως αυτή που βιώνουμε) και οι παραπάνω γενικότητες συνιστούν σημαντικό όπλο στην προσπάθεια τους.
Ζούμε στην εποχή όπου είναι απολύτως ξεκάθαρη η εξέλιξη του καπιταλισμού σε ιμπεριαλισμό, για την οποία είχε μιλήσει πριν έναν αιώνα ο Λένιν. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει μετατραπεί έργω σε κοινοβουλευτική δικτατορία τού κεφαλαίου, η οποία διασφαλίζει και ανατροφοδοτεί την θεοποιημένη "ελεύθερη αγορά". Μια αγορά η οποία εμφορείται από τα αλληλοσυγκρουόμενα και πολύμορφα συμφέροντα των κεφαλαιοκρατών και από τον διαρκή αγώνα των διάφορων κοινωνικών ομάδων για συμμετοχή στα παραγόμενα αγαθά, δηλαδή από συστατικά τα οποία κάθε άλλο παρά ευνοούν την κοινωνική ειρήνη και τροφοδοτούν τις ταξικές συγκρούσεις.
Εδώ, λοιπόν, έρχονται να παίξουν τον ρόλο τους οι γενικότητες πάσης φύσεως, περί των οποίων κάναμε λόγο στις δυο πρώτες παραγράφους αυτού τού κειμένου, επειδή, μέσα από την ισοπέδωση που προάγουν, υποβαθμίζουν την ανάγκη για συλλογική δράση και προάγουν τον ωχαδερφισμό και τον ατομικισμό, άρα συντείνουν στην επίτευξη κοινωνικής ειρήνης. Το κακό είναι πως οι εμπνευστές και οι υπηρέτες αυτής της λογικής ξεχνούν ή αγνοούν (ή κάνουν πως ξεχνούν ή αγνοούν) ότι το σύστημα το οποίο κατ' εξοχήν υπόσχεται και ιστορικά έχει επιχειρήσει την επιβολή και τήρηση της κοινωνικής ειρήνης είναι ο φασισμός.
Μπορεί αυτό το τελευταίο να το αγνοούν ή να το ξεχνούν οι υποστηρικτές τής κρατούσας τάξης αλλά οι κεφαλαιοκράτες και το γνωρίζουν και το έχουν πάντοτε κατά νου. Γι' αυτό ιστορικά έχουν στηρίξει οικονομικά (και όχι μόνο) κάθε φασιστικό έκτρωμα που έχει εμφανιστεί όπου γης, από τον Φράνκο μέχρι τις λατινοαμερικανικές χούντες κι από τους χιτλερικούς εθνικοσοσιαλιστές μέχρι τους εγκληματίες χρυσαυγήτες. Κι επειδή στην συγκεκριμένη περίπτωση τα ετερώνυμα δεν έλκονται, είναι φυσικό οι εραστές τού φασισμού να τρέφουν αποστροφή και απύθμενο μίσος προς το σύστημα το οποίο όχι απλώς δεν προάγει την κοινωνική ειρήνη αλλά ευαγγελίζεται και προπαγανδίζει την ταξική σύγκρουση: τον κομμουνισμό.
Όλοι αυτοί, όμως, αντιμετωπίζουν ένα διπλό πρόβλημα. Από την μια δεν μπορούν να ταχθούν ανοιχτά υπέρ του φασισμού, μιας και τα εγκλήματά του είναι όχι απλώς γνωστά και πρόσφατα αλλ' επί πλέον συνεχίζονται. Από την άλλη πάλι δεν μπορούν να καταγγείλουν στις μεγάλες λαϊκές μάζες τις αξίες και τα ιδεώδη του κομμουνισμού περί ισότητας, περί δικαιωμάτων στην δουλειά, στην μόρφωση, στην υγεία κλπ. Οπότε καταλήγουν σε ένα απίθανο τερατούργημα: μεταλλάσσουν τον φασισμό σε κάτι αγνό και φιλολαϊκό (τίτλοι όπως "εθνικοσοσιαλισμός", "λαϊκό μέτωπο", "λαϊκός σύνδεσμος", "εθνική δράση", "πρώτα η πατρίδα" κλπ δεν είναι καθόλου τυχαίοι) και παρουσιάζουν τον κομμουνισμό ως... φασισμό.
Κάπως έτσι ανακαλύψαμε διάφορες "ομορφιές", όπως π.χ. ότι τα εγκλήματα του Χίτλερ ωχριούν μπροστά σ' εκείνα του Στάλιν, ότι ο Μεταξάς ήταν πατριώτης και ο Ζαχαριάδης προδότης, ότι οι δωσίλογοι κι οι ταγματασφαλίτες δεν ήσαν συνεργάτες των γερμανών αλλά αγωνιστές ενάντια στην κομμουνιστική υποδούλωση που επεδίωκε το ΕΑΜ, ότι οι χουντικοί έκαναν έργα χωρίς να κλέψουν δεκάρα κλπ. Και κάπως έτσι πήρε μπρος η μοντέρνα φάμπρικα της αναθεωρημένης ιστορίας, την οποία συνειδητά -και με το αζημίωτο, φυσικά- υπηρετούν "ερευνητές" τής κακιάς ώρας, σαν τον Στάθη Καλύβα και το συνεταιράκι του, τον -καθηγητή, επίσης- Γιώργο Μαραντζίδη.
Παρ' ότι έχει ενδιαφέρον το πώς κατάφερα και συνδύασα την παρόρμηση για εκτόνωση της αηδίας που μου προκαλεί το όνομα του συγγραφέα, με τον ανυπόκριτη εκτίμησή μου για την βιβλιοπώλη και με τον σεβασμό μου για το μαγαζί που με ανέχεται επί δεκαετίες, δεν έχει σημασία ο διάλογος που ακολούθησε. Παρά ταύτα, θα ήθελα να αραδιάσω μια σειρά σκέψεων που γεννήθηκαν απ' αυτόν.
1934: Ο Γουσταύος Κρουπ χαιρετάει "αρχαιοελληνικά" σε εκδήλωση προς τιμή τού Αδόλφου Χίτλερ. |
Υπάρχουν ανάμεσά μας κάποιοι που συνειδητά δεν ψηφίζουν στις εκλογές με την δικαιολογία "όλοι ίδιοι είναι", κάποιοι που αποφεύγουν την ενημέρωση ραδιοφωνικών σταθμών και τηλεοπτικών καναλιών με το επιχείρημα "όλα τα ίδια λένε" και κάποιοι άλλοι που δεν πιάνουν καν εφημερίδα στα χέρια τους επειδή "όλες τα ίδια γράφουν".
Όσο κι αν στρογγυλέματα και γενικότητες τέτοιου τύπου είναι εκ φύσεως άδικα, πρέπει να δεχτούμε ότι είναι εν μέρει δικαιολογημένα. Ειδικά, μάλιστα, αν αναλογιστούμε ότι εκείνοι που καταδικάζουν αυτές τις γενικότητες, δεν διστάζουν να προβάλλουν και να υπερασπίζονται κάποιες άλλες, όπως π.χ. πρέπει να σεβόμαστε τις αποφάσεις της δικαιοσύνης, πρέπει να υπερασπιζόμαστε την δημοκρατία και τους θεσμούς, πρέπει να καταδικάζουμε την βία απ' όπου κι αν προέρχεται κλπ.
Η αλήθεια είναι ότι στο σύνολό τους οι κονδυλοφόροι υπερασπιστές τής "έννομης τάξης", παρά τις επί μέρους διαφορές τους, έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: την στήριξη της -κυρίαρχης, αυτή την δεδομένη ιστορική στιγμή- αστικής τάξης διά της προπαγάνδας υπέρ του κρατούντος αστικού πολιτεύματος. Η συμβολή όλων αυτών στην διατήρηση της -τόσο απαραίτητης για την λειτουργία τού καπιταλιστικού συστήματος- κοινωνικής ειρήνης είναι μεγαλύτερης σημασίας σε περιόδους κρίσεων (όπως αυτή που βιώνουμε) και οι παραπάνω γενικότητες συνιστούν σημαντικό όπλο στην προσπάθεια τους.
Ζούμε στην εποχή όπου είναι απολύτως ξεκάθαρη η εξέλιξη του καπιταλισμού σε ιμπεριαλισμό, για την οποία είχε μιλήσει πριν έναν αιώνα ο Λένιν. Η κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει μετατραπεί έργω σε κοινοβουλευτική δικτατορία τού κεφαλαίου, η οποία διασφαλίζει και ανατροφοδοτεί την θεοποιημένη "ελεύθερη αγορά". Μια αγορά η οποία εμφορείται από τα αλληλοσυγκρουόμενα και πολύμορφα συμφέροντα των κεφαλαιοκρατών και από τον διαρκή αγώνα των διάφορων κοινωνικών ομάδων για συμμετοχή στα παραγόμενα αγαθά, δηλαδή από συστατικά τα οποία κάθε άλλο παρά ευνοούν την κοινωνική ειρήνη και τροφοδοτούν τις ταξικές συγκρούσεις.
Εδώ, λοιπόν, έρχονται να παίξουν τον ρόλο τους οι γενικότητες πάσης φύσεως, περί των οποίων κάναμε λόγο στις δυο πρώτες παραγράφους αυτού τού κειμένου, επειδή, μέσα από την ισοπέδωση που προάγουν, υποβαθμίζουν την ανάγκη για συλλογική δράση και προάγουν τον ωχαδερφισμό και τον ατομικισμό, άρα συντείνουν στην επίτευξη κοινωνικής ειρήνης. Το κακό είναι πως οι εμπνευστές και οι υπηρέτες αυτής της λογικής ξεχνούν ή αγνοούν (ή κάνουν πως ξεχνούν ή αγνοούν) ότι το σύστημα το οποίο κατ' εξοχήν υπόσχεται και ιστορικά έχει επιχειρήσει την επιβολή και τήρηση της κοινωνικής ειρήνης είναι ο φασισμός.
Μπορεί αυτό το τελευταίο να το αγνοούν ή να το ξεχνούν οι υποστηρικτές τής κρατούσας τάξης αλλά οι κεφαλαιοκράτες και το γνωρίζουν και το έχουν πάντοτε κατά νου. Γι' αυτό ιστορικά έχουν στηρίξει οικονομικά (και όχι μόνο) κάθε φασιστικό έκτρωμα που έχει εμφανιστεί όπου γης, από τον Φράνκο μέχρι τις λατινοαμερικανικές χούντες κι από τους χιτλερικούς εθνικοσοσιαλιστές μέχρι τους εγκληματίες χρυσαυγήτες. Κι επειδή στην συγκεκριμένη περίπτωση τα ετερώνυμα δεν έλκονται, είναι φυσικό οι εραστές τού φασισμού να τρέφουν αποστροφή και απύθμενο μίσος προς το σύστημα το οποίο όχι απλώς δεν προάγει την κοινωνική ειρήνη αλλά ευαγγελίζεται και προπαγανδίζει την ταξική σύγκρουση: τον κομμουνισμό.
Τορίνο, 1932: Ο Μπενίτο Μουσσολίνι επισκέπτεται την Fiat. Δίπλα του ο Τζοβάννι Ανιέλλι. |
Όλοι αυτοί, όμως, αντιμετωπίζουν ένα διπλό πρόβλημα. Από την μια δεν μπορούν να ταχθούν ανοιχτά υπέρ του φασισμού, μιας και τα εγκλήματά του είναι όχι απλώς γνωστά και πρόσφατα αλλ' επί πλέον συνεχίζονται. Από την άλλη πάλι δεν μπορούν να καταγγείλουν στις μεγάλες λαϊκές μάζες τις αξίες και τα ιδεώδη του κομμουνισμού περί ισότητας, περί δικαιωμάτων στην δουλειά, στην μόρφωση, στην υγεία κλπ. Οπότε καταλήγουν σε ένα απίθανο τερατούργημα: μεταλλάσσουν τον φασισμό σε κάτι αγνό και φιλολαϊκό (τίτλοι όπως "εθνικοσοσιαλισμός", "λαϊκό μέτωπο", "λαϊκός σύνδεσμος", "εθνική δράση", "πρώτα η πατρίδα" κλπ δεν είναι καθόλου τυχαίοι) και παρουσιάζουν τον κομμουνισμό ως... φασισμό.
Κάπως έτσι ανακαλύψαμε διάφορες "ομορφιές", όπως π.χ. ότι τα εγκλήματα του Χίτλερ ωχριούν μπροστά σ' εκείνα του Στάλιν, ότι ο Μεταξάς ήταν πατριώτης και ο Ζαχαριάδης προδότης, ότι οι δωσίλογοι κι οι ταγματασφαλίτες δεν ήσαν συνεργάτες των γερμανών αλλά αγωνιστές ενάντια στην κομμουνιστική υποδούλωση που επεδίωκε το ΕΑΜ, ότι οι χουντικοί έκαναν έργα χωρίς να κλέψουν δεκάρα κλπ. Και κάπως έτσι πήρε μπρος η μοντέρνα φάμπρικα της αναθεωρημένης ιστορίας, την οποία συνειδητά -και με το αζημίωτο, φυσικά- υπηρετούν "ερευνητές" τής κακιάς ώρας, σαν τον Στάθη Καλύβα και το συνεταιράκι του, τον -καθηγητή, επίσης- Γιώργο Μαραντζίδη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου