Η αντιπαράθεση αυτή είναι μια κακογραμμένη φάρσα, μια φτηνιάρικη,
χιλιοπαιγμένη και χωρίς καθόλου πρωτοτυπία παραγωγή. Ο σκοπός της δεν
είναι να ψυχαγωγήσει εμάς τους θεατές, να μας διδάξει, να μας ανορθώσει,
αλλά να μας «διασκεδάσει» -με την κυριολεκτική έννοια της λέξης: να
διασκορπίσει τις σκέψεις μας και την όποια διάθεσή μας για παρέμβαση και
συμμετοχή.
Στη σκηνή δυο
εντυπωσιακοί χαρακτήρες. Δύο πληθωρικές παρουσίες, που με τις πομπώδεις
εκφράσεις τους αιχμαλωτίζουν την προσοχή μας.
«Κάποιοι από ‘σας τα πιάσανε και φέρνουν στη Βουλή φωτογραφικές νομοθετικές ρυθμίσεις, ευνοϊκές για τον τάδε ή τον δείνα επιχειρηματία» σκούζει η ΝΔ. Οι κατηγορίες της έχουν βαρύτητα. Έχει άλλωστε αιώνες εμπειρίας στα θέματα της -σύννομης μα και παράνομης- εξυπηρέτησης των συμφερόντων της αστικής τάξης. Μια εμπειρία που αποκτάται συλλογικά, από την Τάξη και τους πολιτικούς εκφραστές της, και μεταδίδεται από γενιά σε γενιά κι από σχηματισμό σε σχηματισμό.
Μετά την πρώτη αντίδραση, ένα ψέλλισμα του παιδιάστικου «Για δες ποιος μιλάει», η ιερή οργή του ΣΥΡΙΖΑ ξεχύνεται:
«Ωωωωω… ἄλλων ἰατρὸς αὐτὸς ἕλκεσιν βρύων!» (*) Δεν δικαιούστε να μας ψέγετε εσείς, που πιάσατε περισσότερα από περισσότερους», κραυγάζουν με στεντόρεια φωνή, επικαλούμενοι την πληθώρα αντίστοιχων περιστατικών του παρελθόντος. «Πριν ξαναπευθύνετε κατηγορία εναντίον μας, ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν (**)»
Η ΝΔ καγχάζει και γελάει ειρωνικά, τραβώντας φαρμακερά βέλη απ’ την φαρέτρα του νομικού θετικισμού:
«Δεν αρνιέμαι πως μπορεί στο δικαστήριο, ανάμεσα στους δώδεκα ένορκους που αποφασίζουν για ζωή, νά ‘ναι ένας κλέφτης ή δυο, πιο ένοχοι απ’ αυτόνε που δικάζουν. Η δικαιοσύνη όποιον της φέρουν φόρα εμπρός της αυτόν πιάνει. Τους νόμους τι τους νοιάζει αν κλέφτες δικάζουν κλέφτες; Δε μειώνει το έγκλημα του άλλου το αν έχω σφάλει το ίδιο εγώ!» (***)
Η αντιπαράθεση αυτή είναι μια κακογραμμένη φάρσα, μια φτηνιάρικη, χιλιοπαιγμένη και χωρίς καθόλου πρωτοτυπία παραγωγή. Ο σκοπός της δεν είναι να ψυχαγωγήσει εμάς τους θεατές, να μας διδάξει, να μας ανορθώσει, αλλά να μας «διασκεδάσει» -με την κυριολεκτική έννοια της λέξης: να διασκορπίσει τις σκέψεις μας και την όποια διάθεσή μας για παρέμβαση και συμμετοχή. Να νιώσουμε τους ήρωες δικούς μας ανθρώπους και τα προβλήματά τους δικά μας σφηνώνοντας με το ζόρι στο κεφάλι μας το ενοχικό «για να είμαστε εμείς διεφθαρμένοι είσαστε κι εσείς», το ελεεινό «μαζί τα φάγαμε».
Παρόλο όμως που έχει χάσει τον διδακτικό και ανορθωτικό της χαρακτήρα, αυτή η φαρσοκωμωδία εμπεριέχει -κάπως διεστραμμένα βέβαια- το κυριότερο χαρακτηριστικό της αρχαιοελληνικής τραγωδίας: στο φινάλε της -αν αφήσουμε να φτάσει μέχρι εκεί αυτό το έργο και δεν χιμήξουμε στο παλκοσένικο να το κατεβάσουμε- καραδοκεί η συντριβή. Όχι των ηρώων -εκεί έγκειται η διαστροφή-, αλλά η δικιά μας, των θεατών.
(*) «Παριστάνεις τον γιατρό των άλλων, ενώ είσαι γεμάτος αρρώστιες ο ίδιος». Μεταφορικά, γι’ αυτούς που κατηγορούν τους άλλους, ενώ οι ίδιοι έχουν κάνει τα ίδια κρίματα. Ο Πλούταρχος το αποδίδει στον Ευριπίδη. Πλουτάρχου Moralia (Ηθικά), “De capienda ex inimicis utilitate” (Πῶς ἄν τις ὐπ’ ἐχθρῶν ὠφελοῖτο ), Gregorius N. Bernardakis, Λειψία, 1888.
(**) Κατά Λουκάν Ευγγέλιο, 4, 23.
(***) Ουίλιαμ Σέξπιρ, “Με το ίδιο μέτρο”, μετάφραση Βασίλη Ρώτα, εκδόσεις Επικαιρότητα, Αθήνα 1997.
«Κάποιοι από ‘σας τα πιάσανε και φέρνουν στη Βουλή φωτογραφικές νομοθετικές ρυθμίσεις, ευνοϊκές για τον τάδε ή τον δείνα επιχειρηματία» σκούζει η ΝΔ. Οι κατηγορίες της έχουν βαρύτητα. Έχει άλλωστε αιώνες εμπειρίας στα θέματα της -σύννομης μα και παράνομης- εξυπηρέτησης των συμφερόντων της αστικής τάξης. Μια εμπειρία που αποκτάται συλλογικά, από την Τάξη και τους πολιτικούς εκφραστές της, και μεταδίδεται από γενιά σε γενιά κι από σχηματισμό σε σχηματισμό.
Μετά την πρώτη αντίδραση, ένα ψέλλισμα του παιδιάστικου «Για δες ποιος μιλάει», η ιερή οργή του ΣΥΡΙΖΑ ξεχύνεται:
«Ωωωωω… ἄλλων ἰατρὸς αὐτὸς ἕλκεσιν βρύων!» (*) Δεν δικαιούστε να μας ψέγετε εσείς, που πιάσατε περισσότερα από περισσότερους», κραυγάζουν με στεντόρεια φωνή, επικαλούμενοι την πληθώρα αντίστοιχων περιστατικών του παρελθόντος. «Πριν ξαναπευθύνετε κατηγορία εναντίον μας, ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν (**)»
Η ΝΔ καγχάζει και γελάει ειρωνικά, τραβώντας φαρμακερά βέλη απ’ την φαρέτρα του νομικού θετικισμού:
«Δεν αρνιέμαι πως μπορεί στο δικαστήριο, ανάμεσα στους δώδεκα ένορκους που αποφασίζουν για ζωή, νά ‘ναι ένας κλέφτης ή δυο, πιο ένοχοι απ’ αυτόνε που δικάζουν. Η δικαιοσύνη όποιον της φέρουν φόρα εμπρός της αυτόν πιάνει. Τους νόμους τι τους νοιάζει αν κλέφτες δικάζουν κλέφτες; Δε μειώνει το έγκλημα του άλλου το αν έχω σφάλει το ίδιο εγώ!» (***)
Η αντιπαράθεση αυτή είναι μια κακογραμμένη φάρσα, μια φτηνιάρικη, χιλιοπαιγμένη και χωρίς καθόλου πρωτοτυπία παραγωγή. Ο σκοπός της δεν είναι να ψυχαγωγήσει εμάς τους θεατές, να μας διδάξει, να μας ανορθώσει, αλλά να μας «διασκεδάσει» -με την κυριολεκτική έννοια της λέξης: να διασκορπίσει τις σκέψεις μας και την όποια διάθεσή μας για παρέμβαση και συμμετοχή. Να νιώσουμε τους ήρωες δικούς μας ανθρώπους και τα προβλήματά τους δικά μας σφηνώνοντας με το ζόρι στο κεφάλι μας το ενοχικό «για να είμαστε εμείς διεφθαρμένοι είσαστε κι εσείς», το ελεεινό «μαζί τα φάγαμε».
Παρόλο όμως που έχει χάσει τον διδακτικό και ανορθωτικό της χαρακτήρα, αυτή η φαρσοκωμωδία εμπεριέχει -κάπως διεστραμμένα βέβαια- το κυριότερο χαρακτηριστικό της αρχαιοελληνικής τραγωδίας: στο φινάλε της -αν αφήσουμε να φτάσει μέχρι εκεί αυτό το έργο και δεν χιμήξουμε στο παλκοσένικο να το κατεβάσουμε- καραδοκεί η συντριβή. Όχι των ηρώων -εκεί έγκειται η διαστροφή-, αλλά η δικιά μας, των θεατών.
(*) «Παριστάνεις τον γιατρό των άλλων, ενώ είσαι γεμάτος αρρώστιες ο ίδιος». Μεταφορικά, γι’ αυτούς που κατηγορούν τους άλλους, ενώ οι ίδιοι έχουν κάνει τα ίδια κρίματα. Ο Πλούταρχος το αποδίδει στον Ευριπίδη. Πλουτάρχου Moralia (Ηθικά), “De capienda ex inimicis utilitate” (Πῶς ἄν τις ὐπ’ ἐχθρῶν ὠφελοῖτο ), Gregorius N. Bernardakis, Λειψία, 1888.
(**) Κατά Λουκάν Ευγγέλιο, 4, 23.
(***) Ουίλιαμ Σέξπιρ, “Με το ίδιο μέτρο”, μετάφραση Βασίλη Ρώτα, εκδόσεις Επικαιρότητα, Αθήνα 1997.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου