Η
προκλητική κοροϊδία της κυβέρνησης ότι με το «κοινωνικό μέρισμα»
ανακουφίζει το λαό, ενώ κλιμακώνει την επίθεση σε βάρος του,
συμπληρώνεται από την αμήχανη κριτική που της κάνουν τα υπόλοιπα αστικά
κόμματα, προσπαθώντας να πλασάρουν τη δική τους πολιτική ως
«εναλλακτική» για τα λαϊκά στρώματα, ενώ στην πραγματικότητα η κυβέρνηση
τους κλέβει «την μπουκιά από το στόμα».
Για παράδειγμα, με αφορμή την «υπεραπόδοση» των ματωμένων πλεονασμάτων, η ΝΔ αναθερμαίνει τη συζήτηση για το «μείγμα» της οικονομικής διαχείρισης, για την αναλογία μεταξύ φόρων και κρατικών περικοπών, καλώντας το λαό να διαλέξει από ποια τσέπη θα του τα παίρνουν και ποιες ανάγκες του θα θαφτούν βαθύτερα στο χώμα.
Η ΝΔ καταγγέλλει επίσης την «επιδοματική πολιτική» της κυβέρνησης, αντί τη μεγαλύτερης στήριξης των επιχειρήσεων και των επενδύσεων. Υπόσχεται μείωση της φορολογίας, για να στηριχθεί η ανάκαμψη και να μειωθεί τάχα η φτώχεια, ώστε να είναι αχρείαστα τα «κοινωνικά μερίσματα». Εννοείται βέβαια ότι η φοροελάφρυνση απευθύνεται κατά βάση στο κεφάλαιο και όχι στο λαό, που θα συνεχίσει να πληρώνει αβάσταχτα χαράτσια και φόρους.
Τι διαφορετικό λέει όμως η κυβέρνηση; Τίποτα απολύτως. Υπόσχεται κι αυτή φοροαπαλλαγές στο κεφάλαιο για να διευκολυνθούν οι επενδύσεις και παρουσιάζει την ανακύκλωση της ακραίας φτώχειας, με μέτρα όπως το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης και το «κοινωνικό μέρισμα», ως συστατικό της «δίκαιης» ανάπτυξης.
Ταυτόχρονα, υπογράφει γραμμάτια χωρίς αντίκρυσμα, ότι την επόμενη μέρα των μνημονίων θα μεγαλώσει το μερτικό του λαού από την πίτα της ανάπτυξης. Και την ώρα που τα λέει αυτά, σχεδιάζει και προωθεί τον επόμενο γύρο της επίθεσης, που περιλαμβάνει την «ωρίμανση» ψηφισμένων μέτρων και την ψήφιση νέων.
Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί σήμερα η κυβέρνηση για να «πουλήσει» στο λαό ευαισθησία και ελπίδα με το «κοινωνικό μέρισμα», είναι αντιγραφή των όσων έλεγε η ΝΔ το 2014, όταν οι ρόλοι τους ήταν αντεστραμμένοι. Τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορούσε τη ΝΔ για «σεσημασμένο πλεόνασμα» και ο Αντ. Σαμαράς, ως πρωθυπουργός, διαφήμιζε το «κοινωνικό μέρισμα» ως «πρόδρομο» της εξόδου της οικονομίας από την κρίση.
Να τι έλεγε το Μάρτη του 2014 ο τότε πρωθυπουργός: «Οι μακρές διαπραγματεύσεις με την τρόικα ολοκληρώνονται με επιτυχία. Οταν άλλοι αμφισβητούσαν τα επιτεύγματα της οικονομίας ή προσπαθούσαν και να τα ματαιώσουν ακόμα, αυτή η κυβέρνηση ενωμένη έκανε με σοβαρότητα αυτό που είναι η αποστολή της, να βγάλει τη χώρα από την κρίση».
Οι ομοιότητες με όσα προπαγανδίζει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ, για τα επιτεύγματα της δικής του αντιλαϊκής πολιτικής, βγάζουν μάτι... Πού κατατείνει όμως αυτός ο μεταξύ τους ανταγωνισμός, για το ποιος μπορεί καλύτερα να υπηρετήσει το στόχο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και ταυτόχρονα να κρατάει το λαό δεσμευμένο στους σχεδιασμούς του κεφαλαίου;
Στο να κρύβεται από το λαό ότι οι φόροι και οι περικοπές εντάσσονται στην ίδια αντιλαϊκή στρατηγική του κεφαλαίου, την οποία υπηρετούν από κοινού η κυβέρνηση και όλα τα αστικά κόμματα. Στο να βγαίνουν «στον αφρό» οι αξιώσεις του κεφαλαίου για ακόμα μεγαλύτερες φοροαπαλλαγές και «ελαφρύνσεις», ως το ελιξίριο της ανάπτυξης, από την οποία έχει τάχα να κερδίσει ο λαός.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι τόσο η κυβέρνηση όσο και τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης θέλουν να εξοικειώσουν το λαό με τη φτώχεια του, με τις μειωμένες απαιτήσεις. Να τον πείσουν ότι από τον τεράστιο πλούτο που παράγει, το καλύτερο που έχει να περιμένει είναι κανένα ξεροκόμματο και πάντα με την προϋπόθεση ότι θα υπομένει χωρίς τέλος τις θυσίες για την ανάκαμψη του κεφαλαίου.
Αυτό ακριβώς δεν πρέπει να δεχτούν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα, οργανώνοντας τον αγώνα τους για την ανάκτηση των απωλειών, την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους.
Για παράδειγμα, με αφορμή την «υπεραπόδοση» των ματωμένων πλεονασμάτων, η ΝΔ αναθερμαίνει τη συζήτηση για το «μείγμα» της οικονομικής διαχείρισης, για την αναλογία μεταξύ φόρων και κρατικών περικοπών, καλώντας το λαό να διαλέξει από ποια τσέπη θα του τα παίρνουν και ποιες ανάγκες του θα θαφτούν βαθύτερα στο χώμα.
Η ΝΔ καταγγέλλει επίσης την «επιδοματική πολιτική» της κυβέρνησης, αντί τη μεγαλύτερης στήριξης των επιχειρήσεων και των επενδύσεων. Υπόσχεται μείωση της φορολογίας, για να στηριχθεί η ανάκαμψη και να μειωθεί τάχα η φτώχεια, ώστε να είναι αχρείαστα τα «κοινωνικά μερίσματα». Εννοείται βέβαια ότι η φοροελάφρυνση απευθύνεται κατά βάση στο κεφάλαιο και όχι στο λαό, που θα συνεχίσει να πληρώνει αβάσταχτα χαράτσια και φόρους.
Τι διαφορετικό λέει όμως η κυβέρνηση; Τίποτα απολύτως. Υπόσχεται κι αυτή φοροαπαλλαγές στο κεφάλαιο για να διευκολυνθούν οι επενδύσεις και παρουσιάζει την ανακύκλωση της ακραίας φτώχειας, με μέτρα όπως το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης και το «κοινωνικό μέρισμα», ως συστατικό της «δίκαιης» ανάπτυξης.
Ταυτόχρονα, υπογράφει γραμμάτια χωρίς αντίκρυσμα, ότι την επόμενη μέρα των μνημονίων θα μεγαλώσει το μερτικό του λαού από την πίτα της ανάπτυξης. Και την ώρα που τα λέει αυτά, σχεδιάζει και προωθεί τον επόμενο γύρο της επίθεσης, που περιλαμβάνει την «ωρίμανση» ψηφισμένων μέτρων και την ψήφιση νέων.
Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί σήμερα η κυβέρνηση για να «πουλήσει» στο λαό ευαισθησία και ελπίδα με το «κοινωνικό μέρισμα», είναι αντιγραφή των όσων έλεγε η ΝΔ το 2014, όταν οι ρόλοι τους ήταν αντεστραμμένοι. Τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορούσε τη ΝΔ για «σεσημασμένο πλεόνασμα» και ο Αντ. Σαμαράς, ως πρωθυπουργός, διαφήμιζε το «κοινωνικό μέρισμα» ως «πρόδρομο» της εξόδου της οικονομίας από την κρίση.
Να τι έλεγε το Μάρτη του 2014 ο τότε πρωθυπουργός: «Οι μακρές διαπραγματεύσεις με την τρόικα ολοκληρώνονται με επιτυχία. Οταν άλλοι αμφισβητούσαν τα επιτεύγματα της οικονομίας ή προσπαθούσαν και να τα ματαιώσουν ακόμα, αυτή η κυβέρνηση ενωμένη έκανε με σοβαρότητα αυτό που είναι η αποστολή της, να βγάλει τη χώρα από την κρίση».
Οι ομοιότητες με όσα προπαγανδίζει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ, για τα επιτεύγματα της δικής του αντιλαϊκής πολιτικής, βγάζουν μάτι... Πού κατατείνει όμως αυτός ο μεταξύ τους ανταγωνισμός, για το ποιος μπορεί καλύτερα να υπηρετήσει το στόχο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και ταυτόχρονα να κρατάει το λαό δεσμευμένο στους σχεδιασμούς του κεφαλαίου;
Στο να κρύβεται από το λαό ότι οι φόροι και οι περικοπές εντάσσονται στην ίδια αντιλαϊκή στρατηγική του κεφαλαίου, την οποία υπηρετούν από κοινού η κυβέρνηση και όλα τα αστικά κόμματα. Στο να βγαίνουν «στον αφρό» οι αξιώσεις του κεφαλαίου για ακόμα μεγαλύτερες φοροαπαλλαγές και «ελαφρύνσεις», ως το ελιξίριο της ανάπτυξης, από την οποία έχει τάχα να κερδίσει ο λαός.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι τόσο η κυβέρνηση όσο και τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης θέλουν να εξοικειώσουν το λαό με τη φτώχεια του, με τις μειωμένες απαιτήσεις. Να τον πείσουν ότι από τον τεράστιο πλούτο που παράγει, το καλύτερο που έχει να περιμένει είναι κανένα ξεροκόμματο και πάντα με την προϋπόθεση ότι θα υπομένει χωρίς τέλος τις θυσίες για την ανάκαμψη του κεφαλαίου.
Αυτό ακριβώς δεν πρέπει να δεχτούν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα, οργανώνοντας τον αγώνα τους για την ανάκτηση των απωλειών, την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου