Πριν λίγες μέρες έγινε γνωστό ότι η
ανακλήθηκε στη Ρωσία η άδεια προβολής της ταινίας “Ο Θάνατος του
Στάλιν”, μιας βρετανικής μαύρης κωμωδίας, που απεικονίζει τη διαμάχη
διαδοχής μετά το θάνατο του σοβιετικού ηγέτη, και στην οποία
σατιρίζονται από αντιδραστική σκοπιά μορφές όπως ο στρατάρχης Ζούκωφ, ο
Νικήτα Χρουστσώφ και ο Βιάτσεσλαβ Μολότωφ. Με βάση υποσημείωση της
σχετικής ρωσικής νομοθεσίας, η άδεια μπορεί να ανακληθεί σε περίπτωση
«που κατά την δημόσια προβολή της ταινίας αποκαλυφθούν στοιχεία, που
περιέχουν πληροφορίες, η διάδοση των οποίων απαγορεύεται από την
νομοθεσία της Ρωσικής Ομοσπονδίας».
Αρχικά είχε δοθεί στις 17 Γενάρη άδεια
προβολής στην τοπική εταιρεία διανομής Volga Film με ημέρα πρεμιέρας την
25η Γενάρη. Η ταινία είχε ξεσηκώσει εξαρχής αντιδράσεις από διάφορες
πλευρές, δεδομένης και της προβολής της παραμονές της 75ης επετείου της
ηρωικής μάχης στο Στάλινγκραντ. Ιδιαίτερα έντονη ήταν η αντίδραση του
ΚΚΡΟ, το οποίο είχε απευθύνει δια του εκπροσώπου τύπου του Αλεξάντρ
Γιουσένκο έκκληση να απαγορευτεί η “αθλιότητα”, ενώ και ο γραμματέας της
Κεντρικής Επιτροπής Σεργκέι Όμπουχοφ δήλωσε ότι η ταινία “είναι μια
ακόμη μορφή ψυχολογικού πολέμου ενάντια στη χώρα μας”. Αρχικά ωστόσο, ο
εποπτεύων του Κοινωνικού Συμβουλίου του υπουργείου Πολιτισμού της
Ρωσίας, και υφυπουργός Πολιτισμού Βλαντίμιρ Αρίσταρχοφ τάχθηκε υπέρ της
προβολής της ταινίας, η οποία ήδη διαφημιζόταν σε σειρά ρωσικών
κινηματογράφων, με το εξής σκεπτικό: “Η άδεια προβολής της ταινίας δεν
μπορεί να δοθεί σε ταινία, εάν περιέχει στοιχεία εξτρεμιστικής
προπαγάνδας. Εάν λοιπόν έχει δοθεί η άδεια προβολής , σημαίνει ότι την
ταινία την έχουν ήδη δει οι συνεργάτες μας και δεν βρήκαν τίποτα (το
μεμπτό-σ.σ.) σ αυτήν”.
Την περασμένη Δευτέρα πραγματοποιήθηκε
από τον υπουργό Πολιτισμού Βλαντιμίρ Μεντίνσκυ μια ιδιωτική προβολή για
σκηνοθέτες και άλλους επίσημους. Μετά την προβολή, η Γιελένα Ντράπεκο,
επικεφαλής της επιτροπής πολιτισμού της κάτω βουλής, δήλωσε σε
ιστοσελίδα πως “δεν είχε δει ποτέ στη ζωή της κάτι τόσο αηδιαστικό” και
πως “[το κοινό], μαζί με μένα, είδε στοιχεία εξτρεμισμού στην ταινία”.
Ακολούθησε επιστολή 22 ατόμων που είχαν παρακολουθήσει την ταινία, που
ζητούσαν από τον Υπουργό πολιτισμού να αναβάλει την πρεμιέρα και να
ελέγξει αν η ταινία παραβίαζε τη νομοθεσία. Ανάμεσα στους υπογράφοντες
βρίσκεται ο Νικήτα Μιχάλκοφ, γνωστός για το Όσκαρ που έλαβε το 1995 η
αντισταλινική του ταινία “Ψεύτης Ήλιος”, αλλά και η κόρη του Ζούκωφ Ίρα.
Στην επιστολή που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του ρωσικού υπουργείου
πολιτισμού η ταινία καταγγέλλεται πως “διακωμωδεί την ιστορία της χώρας
μας” και “αμαυρώνει τη μνήμη των πολιτών που κατέκτησαν το φασισμό”. Η
ταινία εμπεριέχει στοιχεία “που μπορούν να εκτιμηθούν ως εξτρεμιστικά
και στοχεύουν στην ταπείνωση του Ρωσικού λαού”. Ο εθνικός ύμνος της
Ρωσίας χρησιμοποιήθηκε “προσβλητικά” στο τρέηλερ, προσθέτει η επιστολή.
Η κοινοβουλευτικός και αντιπρόεδρος της
επιτροπής πολιτισμού της ρωσικής Δούμας Ελένα Ντράπεκο, βρήκε στην
ταινία «στοιχεία εξτρεμισμού» και αξιολόγησε την ταινία ως «μία
προσπάθεια να υπονομεύσει την κοινωνική αρμονία που έχει επιτευχθεί στη
ρωσική κοινωνία», ενώ σε παρόμοιο μήκος κύματος κινήθηκαν και δηλώσεις
άλλων Ρώσων αξιωματούχων.
Οι παλινωδίες από πλευράς ρωσικών αρχών
δεν πρέπει να εκπλήσσουν. Σαφώς οι αντιδράσεις που προήλθαν από
ανθρώπους διαφορετικών πολιτικών πεποιθήσεων και δη με ιστορικό βάρος,
όπως στην περίπτωση της κόρης Ζούκωφ, έπαιξαν το ρόλο τους, εντάσσονται
όμως σε ένα μακρύ ιστορικό φαινομενικά αντιφατικής φαινομενικά, στην
πραγματικότητα στοχευμένης ωστόσο αντιμετώπισης του σοβιετικού
παρελθόντος. Έτσι, όπου η αμαύρωση της σοβιετικής κληρονομιάς δε μπορεί
να γίνει με άμεσο τρόπο, όπως θα συνέβαινε με την προβολή της εν λόγω
ταινίας, χρησιμοποιείται η τακτική της οικειοποίησης του, μέσα από ένα
πρίσμα απαλλαγμένο από κάθε ταξική αναφορά. Δεν είναι τυχαίο ότι το
περιστατικό έρχεται λίγες μέρες μετά από την πολυσυζητημένη παρομοίωση
του χριστιανισμού με τον κομμουνισμό από τον πρόεδρο Πούτιν. Ήταν κι
αυτή η παρέμβαση μέρος μιας συνολικής εκστρατείας “απονεύρωσης” της
σοβιετικής κληρονομιάς, εν προκειμένω και της κομμουνιστικής ιδέας
συνολικά, από το στοιχείο που τις καθιστούν πραγματικά επικίνδυνες για
τη σημερινή καπιταλιστική Ρωσία: Τη δυνατότητα δηλαδή επαναστατικής
ανατροπής της σημερινής βαρβαρότητας. Είτε μέσω της σύγκρισης
κομμουνισμού και ενός μεταφυσικού συστήματος σκέψης, είτε μέσω της
“προστασίας” της ιστορικής μνήμης της ΕΣΣΔ, υπό το πρίσμα απλά της
διαφύλαξης της ρωσικής εθνικής ταυτότητας αλλά και της…κοινωνικής
συνοχής,( στην καλύτερη περίπτωση με την προσθήκη της επίκλησης ενός
γενικόλογου αντιφασισμού) επιτυγχάνεται η αναγωγή αυτής της τεράστιας
παρακαταθήκης για την ανθρωπότητα σε μουσειακό είδος, ανώδυνο και
διαχειρίσιμο από την αστική πολιτική εξουσία της Ρωσίας σήμερα, στα
πλαίσια του οξυμένου ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της. Κι
όπως είδαμε, η στάση του φορέα που θα μπορούσε να προτάξει αντίλογο σε
αυτό τον “ντεκαφεϊνέ” φιλοσοβιετισμό, ουσιαστικά λειτουργεί
συμπληρωματικά στην ίδια επιχείρηση μετατροπής της σοσιαλιστικής
κληρονομιάς σε απλό στοιχείο “εθνικής υπερηφάνειας”. Μένουν λοιπόν ως
μοναδικοί “αντίπαλοι” αυτής της στάσης, τα δυτικόφιλα φερέφωνα που
προτιμούν καθαρές λύσεις απάλειψης κάθε υπεράσπισης, εντός κι εκτός
εισαγωγικών, του πρόσφατου ιστορικού παρελθόντος. Όπως ο Αλεξέι
Βενεντίκτοφ, αρχισυντάκτης του ραδιοφωνικού σταθμού “Echo” της Μόσχας,
που δήλωσε πως “Πιστεύω πως ο Τσάρλι Τσάπλιν θα ήταν υπό κατ’οίκον
περιορισμό τώρα στη Ρωσία” . Η ειρωνεία της επίκλησης του γνωστού
φιλοσοβιετικού Τσάπλιν για την υπεράσπιση μιας ανοιχτά αντισοβιετικής
προπαγανδιστικής ταινίας, ολοκληρώνει το μωσαϊκό των συχνά θολών ορίων
μεταξύ υπερασπιστών και πολεμίων της ΕΣΣΔ στη χώρα, που σε κάθε
περίπτωση θα συνεχίσει να πλανάται ως φάντασμα πάνω από τα εδάφη της
τέως επικράτειάς της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου