Αν ψάχνει κανείς παραδείγματα να αποδεικνύουν πως η δικαιοσύνη έχει
δύο μέτρα και δυο σταθμά, η περίπτωση του Βασίλη Παπαγεωργόπουλου, που
έκλεισε χτες τα 71, προσφέρεται για χρήσιμα συμπεράσματα.
Στα νιάτα του ήταν σπουδαίος αθλητής, όχι μόνο για τα ελληνικά, αλλά και τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Αναδείχτηκε βαλκανιονίκης και πήρε χάλινα μετάλλια σε πανευρωπαϊκά πρωταθλήματα κλειστού κι ανοιχτού στίβου στα μικρά σπριντ. Είναι σχεδόν 17χρονος, όταν δολοφονείται ο Λαμπράκης στην πόλη της Θεσσαλονίκης -δεν ξέρουμε όμως αν αυτά απασχολούσαν τους 17χρονους της εποχής- και χτίζει στη συνέχεια το δικό του δεξιό σαξές στόρι. Σπουδάζει οδοντιατρική κι ακολουθεί τον κλάδο του μέχρι το 81′ που εκλέγεται βουλευτής στην Α’ Θεσσαλονίκης με τη ΝΔ του Ράλλη -πιο πριν είχε εκλεγεί και δημοτικός σύμβουλος. Εκλέγεται ανελλιπώς την επόμενη 15ετία, γίνεται μάλιστα κι υφυπουργός αθλητισμού για ένα μικρό διάστημα, κι αφήνει τη Βουλή το 98′ για να θέσει υποψηφιότητα για το Δήμο Θεσσαλονίκης.
Εκλέγεται τρεις συνεχόμενες φορές, αποτυπώνοντας το επίπεδο πολιτικοποίησης στο οποίο βρισκόταν τότε η πόλη, παρά τις πλούσιες αγωνιστικές της παραδόσεις, τα προηγούμενα χρόνια. Μία από τις λιγότερο σημαντικές αλλά πιο “καλτ” στιγμές της διοίκησής του είναι η εκπομπή “Η Ώρα του Δημάρχου” στη δημοτική τηλεόραση, όπου εμφανίζεται μια φορά το μήνα, θεωρητικά για να απαντήσει στις ερωτήσεις και τα προβλήματα των δημοτών, αλλά τα περισσότερα τα απαντάει μόνος του ο δημοσιογράφος-παρουσιαστής της TV-100.
Με το πέρας της τρίτης και τελευταίας θητείας του, έρχεται στην επιφάνεια στο πλαίσιο της οικονομικής “εξυγίανσης” μια υπόθεση υπεξαίρεσης 30 εκατομμυρίων ευρώ που είχαν κάνει φτερά από τα ταμεία του Δήμου. Ο Βασίλης Παπαγεωργόπουλος επιχείρησε με κωμικό μάλλον τρόπο να αποποιηθεί των ευθυνών του και να φορτώσει το κρίμα στο λαιμό ενός υπαλλήλου του, που τάχα έκανε του κεφαλιού του -χωρίς να ακούει τον επικεφαλής του Δήμου, ενώ ισχυρίστηκε πως ήταν μικρότερο και το ποσό που υπεξαιρέθηκε.
Δεν κατάφερε να πείσει κανέναν και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, μαζί με τους συνεργάτους του Σαξώνη και Λεμούσια. “Επιτέλους, η δικαιοσύνη απέδειξε πως δε διστάζει να τιμωρήσει και δημόσια πρόσωπα, όσο ψηλά και αν φτάνουν”, βιάστηκαν να σχολιάσουν κάποιοι τότε, σύντομα όμως τους διέψευσαν οι εξελίξεις.
Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έριξε την ποινή του στα 12 χρόνια, και ο ίδιος βγήκε από τη φυλακή μετά από μόλις δύο χρόνια, για… λόγους υγείας με την καρδιά του -που δεν μπορούσε να αντέξει το ζυγό, γιατί ο νους του ήταν αληταριό και όλο θα δραπετεύει. Άφησε πίσω του πολιτιστικό κειμήλιο και το μελοδραματικό “Ηεμρολόγιο της Φυλακής”, όπου περιέγραφε πώς άκουγε τα διερχόμενα τρένα, ενώ σκεφτόταν παράλληλα την αδικία που του είχε γίνει και αν θα κοιμούνταν με ήσυχη συνείδηση οι δικαστές του.
Την ίδια ώρα, οι αρχές κρατούσαν έγκλειστη την Ηριάννα και τον Περικλή, που ούτε εξασφαλισμένοι οικονομικά ήταν στη ζωή τους, ούτε είχαν άλλες ευκολίες για να περάσουν τόσους μήνες μες στη φυλακή, προσπαθώντας απλά να αποδέιξουν την αθωότητά τους. Και οι συγκρίσεις είναι ασφαλώς αναπόφευκτες.
Στα νιάτα του ήταν σπουδαίος αθλητής, όχι μόνο για τα ελληνικά, αλλά και τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Αναδείχτηκε βαλκανιονίκης και πήρε χάλινα μετάλλια σε πανευρωπαϊκά πρωταθλήματα κλειστού κι ανοιχτού στίβου στα μικρά σπριντ. Είναι σχεδόν 17χρονος, όταν δολοφονείται ο Λαμπράκης στην πόλη της Θεσσαλονίκης -δεν ξέρουμε όμως αν αυτά απασχολούσαν τους 17χρονους της εποχής- και χτίζει στη συνέχεια το δικό του δεξιό σαξές στόρι. Σπουδάζει οδοντιατρική κι ακολουθεί τον κλάδο του μέχρι το 81′ που εκλέγεται βουλευτής στην Α’ Θεσσαλονίκης με τη ΝΔ του Ράλλη -πιο πριν είχε εκλεγεί και δημοτικός σύμβουλος. Εκλέγεται ανελλιπώς την επόμενη 15ετία, γίνεται μάλιστα κι υφυπουργός αθλητισμού για ένα μικρό διάστημα, κι αφήνει τη Βουλή το 98′ για να θέσει υποψηφιότητα για το Δήμο Θεσσαλονίκης.
Εκλέγεται τρεις συνεχόμενες φορές, αποτυπώνοντας το επίπεδο πολιτικοποίησης στο οποίο βρισκόταν τότε η πόλη, παρά τις πλούσιες αγωνιστικές της παραδόσεις, τα προηγούμενα χρόνια. Μία από τις λιγότερο σημαντικές αλλά πιο “καλτ” στιγμές της διοίκησής του είναι η εκπομπή “Η Ώρα του Δημάρχου” στη δημοτική τηλεόραση, όπου εμφανίζεται μια φορά το μήνα, θεωρητικά για να απαντήσει στις ερωτήσεις και τα προβλήματα των δημοτών, αλλά τα περισσότερα τα απαντάει μόνος του ο δημοσιογράφος-παρουσιαστής της TV-100.
Με το πέρας της τρίτης και τελευταίας θητείας του, έρχεται στην επιφάνεια στο πλαίσιο της οικονομικής “εξυγίανσης” μια υπόθεση υπεξαίρεσης 30 εκατομμυρίων ευρώ που είχαν κάνει φτερά από τα ταμεία του Δήμου. Ο Βασίλης Παπαγεωργόπουλος επιχείρησε με κωμικό μάλλον τρόπο να αποποιηθεί των ευθυνών του και να φορτώσει το κρίμα στο λαιμό ενός υπαλλήλου του, που τάχα έκανε του κεφαλιού του -χωρίς να ακούει τον επικεφαλής του Δήμου, ενώ ισχυρίστηκε πως ήταν μικρότερο και το ποσό που υπεξαιρέθηκε.
Δεν κατάφερε να πείσει κανέναν και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, μαζί με τους συνεργάτους του Σαξώνη και Λεμούσια. “Επιτέλους, η δικαιοσύνη απέδειξε πως δε διστάζει να τιμωρήσει και δημόσια πρόσωπα, όσο ψηλά και αν φτάνουν”, βιάστηκαν να σχολιάσουν κάποιοι τότε, σύντομα όμως τους διέψευσαν οι εξελίξεις.
Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έριξε την ποινή του στα 12 χρόνια, και ο ίδιος βγήκε από τη φυλακή μετά από μόλις δύο χρόνια, για… λόγους υγείας με την καρδιά του -που δεν μπορούσε να αντέξει το ζυγό, γιατί ο νους του ήταν αληταριό και όλο θα δραπετεύει. Άφησε πίσω του πολιτιστικό κειμήλιο και το μελοδραματικό “Ηεμρολόγιο της Φυλακής”, όπου περιέγραφε πώς άκουγε τα διερχόμενα τρένα, ενώ σκεφτόταν παράλληλα την αδικία που του είχε γίνει και αν θα κοιμούνταν με ήσυχη συνείδηση οι δικαστές του.
Την ίδια ώρα, οι αρχές κρατούσαν έγκλειστη την Ηριάννα και τον Περικλή, που ούτε εξασφαλισμένοι οικονομικά ήταν στη ζωή τους, ούτε είχαν άλλες ευκολίες για να περάσουν τόσους μήνες μες στη φυλακή, προσπαθώντας απλά να αποδέιξουν την αθωότητά τους. Και οι συγκρίσεις είναι ασφαλώς αναπόφευκτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου