Ενταση της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας
Η
ίδια η «παγκόσμια στρατηγική» της ΕΕ παραπέμπει σε παραπέρα κλιμάκωση
της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητάς της, ενώ έχει και ως κεντρική
αντίληψη τη λεγόμενη «ολοκληρωμένη προσέγγιση» των συγκρούσεων και των
«κρίσεων», ώστε για τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις να αξιοποιούνται όλα
τα μέσα, στρατιωτικά και αστυνομικά, δικαστικά, εμπορικά, η «αναπτυξιακή
βοήθεια» κ.ο.κ.Παράλληλα, η ΕΕ υιοθετεί το δόγμα των ΗΠΑ ότι η εξωτερική ασφάλεια συνδέεται άρρηκτα με την εσωτερική, χρησιμοποιώντας έτσι το κατάλληλο πρόσχημα για επεμβάσεις σε όλο τον κόσμο αλλά και για ένταση της καταστολής στο εσωτερικό, δίνει βάρος στη δυνατότητα «ταχείας αντίδρασης» με συνδυασμό στρατιωτικών και μη δυνατοτήτων, επιστρατεύει στην κατεύθυνση αυτή όλο το πλέγμα των μηχανισμών καταστολής, στο όνομα της καταπολέμησης της «τρομοκρατίας», των «υβριδικών απειλών» κ.λπ.
Τα παραπάνω αποτυπώθηκαν και στις συζητήσεις που έγιναν πρόσφατα στο συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, με συμμετοχή και των υπουργών Αμυνας, καθώς και στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής, με το Προσφυγικό να αναδεικνύεται σε ένα από τα βασικά προσχήματα ώστε η ιμπεριαλιστική ένωση να πατήσει πόδι σε ζώνες όπου διακυβεύονται συμφέροντα των επιχειρηματικών της ομίλων.
Εξάλλου, με βάση την «Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Αμυνας» (ΚΠΑΑ) και την «Παγκόσμια Στρατηγική» της ΕΕ, τα τελευταία 8 χρόνια αναπτύχθηκαν 24 στρατιωτικές επεμβάσεις της ΕΕ σε 3 ηπείρους και αυτή την περίοδο βρίσκονται σε εξέλιξη 16 επιχειρήσεις της ανά τον κόσμο.
Η «Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία»
Σε
αυτό το φόντο και ενώ οι σχέσεις με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα
οξύνονται, η ιμπεριαλιστική ένωση, με «πρωτοστάτες» τις Γερμανία και
Γαλλία, κάνει προσπάθεια να αναπτύξει τις «αυτοτελείς» στρατιωτικές της
δυνατότητες.«Εμβληματικότερη» τέτοια περίπτωση είναι η λεγόμενη «Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία» (PESCO), που έχει αποφασιστεί ήδη από το Δεκέμβρη του 2017. Αφορά την εξέλιξη νέων όπλων και άλλων μέσων, ενώ θα είναι στενά συνδεδεμένη με τη «Συντονισμένη Αμυντική Αναθεώρηση» - ένα είδος στρατιωτικού «ευρωπαϊκού εξαμήνου» - όπου θα καθορίζονται οι στόχοι και θα ελέγχεται η υλοποίηση των Εθνικών Σχεδίων Εφαρμογής.
Ηδη τα σχέδια στο πλαίσιο της PESCO, που την περασμένη άνοιξη ξεκίνησαν από 17, πλέον φτάνουν τα 34, όπως καταλήχτηκε στην πιο πρόσφατη Σύνοδο των υπουργών Αμυνας της ΕΕ το Νοέμβρη, ενδεικτικό κι αυτό της «ταχύτητας» που ανεβάζουν τα ευρωενωσιακά επιτελεία.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ έχει δηλώσει ήδη συμμετοχή σε 14 από τα 34 συνολικά «συνεργατικά σχέδια» της ΕΕ, ενώ από κοινού με την Κύπρο έσπευσε να δηλώσει την Ελλάδα φιλοξενούσα χώρα της σχολής πρακτόρων της ΕΕ, αναδεικνύοντας την πρεμούρα της αστικής τάξης να παίξει «πρωταγωνιστικό ρόλο» στα ιμπεριαλιστικά σχέδια, με ό,τι κινδύνους συνεπάγεται αυτό για το λαό.
Η ΕΕ έχει προϋπολογίσει πακτωλό χρημάτων γι' αυτές τις υποθέσεις. Ειδικότερα, στο πλαίσιο της PESCO, η Κομισιόν έχει προβλέψει για την περίοδο 2021 - 2027 συγχρηματοδότηση από τον κοινοτικό προϋπολογισμό για την έρευνα, την τεχνολογία και την ανάπτυξη στρατιωτικών προγραμμάτων, ύψους 13 δισ. ευρώ.
Το κονδύλι αυτό, που όλα δείχνουν ότι θα αυξηθεί και παραπέρα, εντάσσεται στο λεγόμενο Ευρωπαϊκό Ταμείο Αμυνας, που επιχειρώντας να δώσει απάντηση στην υστέρηση της ΕΕ σε σχέση με τους ανταγωνιστές της στον τομέα της πολεμικής βιομηχανίας (παρότι βρίσκεται στη δεύτερη θέση σε σύνολο πολεμικών δαπανών), θα τροφοδοτήσει με «ζεστό» χρήμα τους σχετικούς μονοπωλιακούς ομίλους, για την προώθηση συνεργασιών παραγωγής και διάθεσης κοινών οπλικών συστημάτων, σε τομείς όπως η κατασκευή μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drones), κρυπτογραφημένων λογισμικών, μεταφορές στρατιωτικών δυνάμεων κ.ά.
Σημειωτέον, πρόσφατα η Γερμανίδα υπουργός Αμυνας αποκάλυψε ότι η Γερμανία και η Γαλλία επεξεργάζονται νέες προτάσεις για την ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού Ταμείου Αμυνας, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «θέλουν να γίνουν η κινητήριος δύναμη της ευρωπαϊκής αμυντικής ένωσης και να θέσουν σε εφαρμογή το Αμυντικό Ταμείο με έξυπνο τρόπο».
Στρατιωτική κινητικότητα
Παράλληλα, τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία της ΕΕ προωθούν τα σχέδια της λεγόμενης «στρατιωτικής κινητικότητας»,
την οποία χαρακτηρίζουν «κεντρικό στρατηγικό εργαλείο» για τον
ενεργότερο ρόλο που θέλει να παίξει η ιμπεριαλιστική ένωση σε παγκόσμιο
επίπεδο.Οπως χαρακτηριστικά λεγόταν σε έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου που υπερψηφίστηκε προ ημερών: «Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (...) λαμβάνοντας υπόψη ότι η συλλογική ασφάλεια και άμυνα των κρατών - μελών της ΕΕ και η ικανότητά τους να παρεμβαίνουν σε κρίσεις στο εξωτερικό εξαρτώνται ουσιαστικά από την ικανότητα μετακίνησης των στρατευμάτων και του μη στρατιωτικού προσωπικού διαχείρισης κρίσεων, της μετακίνησης του υλικού και του εξοπλισμού στο έδαφος άλλων κρατών - μελών και εκτός της ΕΕ, ελεύθερα και ταχέως (...) υπογραμμίζει ότι η στρατιωτική κινητικότητα αποτελεί ένα κεντρικό στρατηγικό εργαλείο, το οποίο επιτρέπει στην ΕΕ να επιδιώκει τα συμφέροντά της στους τομείς της ασφάλειας και της άμυνας αποτελεσματικά και με τρόπο συμπληρωματικό με άλλους οργανισμούς, όπως το ΝΑΤΟ».
Η στρατιωτική κινητικότητα ήταν εξάλλου και ο υπ' αριθμόν 1 στρατηγικός στόχος του ΝΑΤΟ για το 2018, αναδεικνύοντας την ευθυγράμμιση εδώ βασικών στοχεύσεων των δύο πόλων του ευρωατλαντικού άξονα, στην ανάγκη τους να βελτιώσουν υποδομές και να απαλείψουν γραφειοκρατικές διαδικασίες, επιτρέποντας την ταχύτερη μετακίνηση δυνάμεών τους στα ανατολικά και στα νότια, ειδικότερα σε ό,τι αφορά την επιθετική διάταξη των ΝΑΤΟ και ΕΕ απέναντι στη Ρωσία, όχι μόνο στη συνοριογραμμή στην Ανατολική Ευρώπη αλλά και στις θέσεις που παίρνει, μαζί και η Κίνα, στην Ανατολική Μεσόγειο.
Από την εν λόγω έκθεση, ωστόσο, δεν λείπουν και διαπιστώσεις ακριβώς για τις αντιθέσεις που οξύνονται ανάμεσα στα κράτη - μέλη της ΕΕ, αλλά και ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΕ, βάζοντας επιπλέον εμπόδια στην πιο γρήγορη υλοποίηση των σχεδιασμών. Ετσι, υπογραμμίζεται με νόημα ότι «η κατανόηση του κοινού στρατηγικού στόχου και της ανάπτυξης ενός κοινού σχεδίου και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών - μελών είναι απολύτως ζωτικής σημασίας για την επιτυχία» του σχεδίου, ενώ οι αντιθέσεις αυτές αποτυπώνονται και στην «απογοήτευση» των συντακτών του κειμένου «για τη διαρκή απουσία μιας λευκής βίβλου της ΕΕ για την άμυνα, που θα μπορούσε να παρέχει μια οριζόντια αίσθηση σκοπού».
Σχέσεις σύνθετες και αντιφατικές
Οι
αντιθέσεις, που «βγάζουν μάτι», αποτυπώνονται τόσο στην αντιπαράθεση
γύρω από τον προσανατολισμό και την ταχύτητα με την οποία προχωράνε τα
σχέδια αυτά όσο και στις σχέσεις της ΕΕ με το ΝΑΤΟ. Επίσης, στις
«ενστάσεις» των ΗΠΑ για την ανάπτυξη των «αυτοτελών» ικανοτήτων της ΕΕ.Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας, τη μέρα της υπογραφής της συμφωνίας από 23 χώρες της ΕΕ για την PESCO, το Δεκέμβρη 2017, δήλωσε: «Υπάρχει μία σαφής συμφωνία που θα περιληφθεί στο έγγραφο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σύμφωνα με την οποία η κοινή άμυνα αποτελεί αποστολή του ΝΑΤΟ και μόνο του ΝΑΤΟ».
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ο ίδιος ο γγ του ΝΑΤΟ έχει σπεύσει ουκ ολίγες φορές να τονίσει ότι η ανάπτυξη των ευρωενωσιακών στρατιωτικών δυνατοτήτων είναι ευπρόσδεκτη, καθώς θα ενισχύσει συνολικά το οπλοστάσιο του ΝΑΤΟ, αλλά πρέπει να γίνεται «συμπληρωματικά» και όχι «ανταγωνιστικά» προς το ΝΑΤΟ.
Τα ίδια καταγράφονται και στις σχετικές αποφάσεις της ΕΕ, αλλά και στην Κοινή Δήλωση ΕΕ - ΝΑΤΟ που υπεγράφη στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες τον περασμένο Ιούλη, προωθώντας παραπέρα τη στρατηγική συνεργασία της ΕΕ με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ σε μια σειρά από τομείς.
Συνολικά, όπως αποτυπώνουν και τα παραπάνω, οι σχέσεις της ΕΕ με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ είναι σύνθετες και αντιφατικές. Συνυπάρχει η συνεργασία και αξιοποίηση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της ΝΑΤΟικής πολεμικής μηχανής με τα αντιτιθέμενα γεωπολιτικά συμφέροντα και τις διεθνείς συμμαχίες των αστικών τάξεων των κρατών - μελών, ιδίως των ισχυρότερων καπιταλιστικών χωρών.
Χαρακτηριστικά είναι και τα όσα καταγράφονται σε πρόσφατη έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου για την ΚΠΑΑ, όπου σημειώνεται ότι το Ευρωκοινοβούλιο «υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα των διατλαντικών δεσμών για την ασφάλεια και την άμυνα των δημοκρατιών της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής· εκφράζει, ωστόσο, την ανησυχία του για την τρέχουσα κατάσταση αυτής της σχέσης και καλεί όλες τις υπεύθυνες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού να ενισχύσουν περαιτέρω και όχι να υπονομεύσουν την κρίσιμη αυτή σχέση, τονίζει την ανάγκη να αποφευχθούν δευτερογενείς επιπτώσεις στους διατλαντικούς δεσμούς ασφάλειας εξ αφορμής των πρόσφατων δυσκολιών στον τομέα των εμπορικών σχέσεων», ενώ «τονίζει ότι οι πολυμερείς σχέσεις, στις οποίες η Ευρώπη είναι βαθιά προσηλωμένη, τίθενται όλο και περισσότερο υπό αμφισβήτηση από τη στάση των ΗΠΑ και άλλων παγκόσμιων δυνάμεων».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου