25 Δεκ 2018

Η πίπα του Στάλιν και άλλα σοβιετικά ανέκδοτα

Ξεκίνησα λέγοντας ότι οι φασίστες έχουν πλάκα, αλλά ο φασισμός καθόλου. Όντως κάθισα όλη μέρα κι έψαξα να βρω ανέκδοτα για το Χίτλερ, την εποχή που ήταν στα πράγματα στη Γερμανία. Δε βρήκα μισό. Προχτές είχα πάει σε ένα βιβλιοπωλείο της Εθνικής Τράπεζας και το είχαν μπροστά-μπροστά στο ταμείο “Ανέκδοτα για το Στάλιν”. Και πολύ καλά έκαναν. Σιγά μη δε λέγαμε και ανέκδοτα για το Στάλιν, μαλάκες ήμασταν; Ανέκδοτα για το Χίτλερ, άμα βρει κάποιος… πολύ θα το χαρώ. Αλλά δε θα βρει.
Μια αποστροφή από τη συνέντευξη του Ζαραλίκου και το κείμενο του Άλεξ Δελάρζ δίνουν την αφορμή να παρουσιάσουμε μια σχετικά πρόσφατη κυκλοφορία απ’τις εκδόσεις Κίχλη. “Η πίπα του Στάλιν και άλλα (αντι)σοβιετικά ανέκδοτα”, που τα μετέφρασε και τα ανθολόγησε ο Γιώργος Τσακνιάς, ο οποίος έγραψε και το εισαγωγικό σημείωμα -για το οποίο διαβάζουμε.
Το εισαγωγικό κείμενο επιχειρεί να ερμηνεύσει τα ανέκδοτα ως ιστορικό φαινόμενο αλλά και ως δημιούργημα του προφορικού πολιτισμού. Στόχος της ανθολογίας είναι να δώσει στον αναγνώστη μια μικρή γεύση της ιστορίας του λεγόμενου “υπαρκτού σοσιαλισμού” από τη σκοπιά των ανθρώπων που έζησαν την ιστορία αυτή στο πετσί τους. Το πικρό γέλιο τους δεν είναι παρά άλλη μια ψηφίδα της ανθρώπινης κατάστασης· όπως λέει ο Επιθεωρητής του Γκόγκολ: “Με ποιόν γελάτε; Με τους εαυτούς σας γελάτε!”
Ήδη από τον τίτλο παίρνουμε τροφή για προβληματισμό. Τα ανέκδοτα είναι σάτιρα απέναντι στην εξουσία, τα προβλήματα που προκύπτουν στην καθημερινότητα. Συνεπώς είναι σοβιετικά, αφού καθρεφτίζουν συγκεκριμένες πτυχές της κοινωνίας και κάποιων υπαρκτών τάσεων, φαινομένων κτλ. Απ’ την άλλη τείνουν να είναι αντισοβιετικά, αφού στρέφονται ενάντια στη σοβιετική εξουσία και το σοσιαλιστικό σύστημα.
Εδώ όμως υπάρχει ο κίνδυνος να τσουβαλιάζουμε στην ίδια ταμπέλα διαφορετικά πράγματα. Απ ‘τη μια λαϊκά ανέκδοτα με αυτοσαρκαστική διάθεση κι απ’ την άλλη τα “ανέκδοτα” που διέσπειρε η δυτική προπαγάνδα ακόμα και με τις μυστικές της υπηρεσίες. (Παρεμπιπτόντως, είναι γνωστή η αγάπη του Ρίγκαν για τέτοια ανέκδοτα με τα οποία διάνθιζε διάφορες ομιλίες του στο δυτικό κοινό. Είναι πολύ πιο δύσκολο να τρέχεις να βρεις επιχειρήματα και ολοκληρωμένους συλλογισμούς, όταν μπορείς να πετάξεις απλώς μερικές ατάκες-ανέκδοτα).
Μπαίνει συνεπώς το ερώτημα πού σταματά η πλάκα και αρχίζει το σοβαρό κομμάτι της υπόθεσης. Στο οποίο δεν είναι εύκολη απάντηση, γιατί είναι δύσκολο να διακρίνεις πού ξεκινά η ωμή προπαγάνδα του εχθρού, ο οποίος αξιοποιεί αυτά που βρίσκει έτοιμα, τα φουσκώνει και τους δίνει άλλη διάσταση. Όπως δεν είναι καθόλου εύκολο να βάλουμε διαχρονικά όρια σε αυτές τις έννοιες απαντώντας ακόμα και για τους εαυτούς μας: πού σταματάει ο αυτοσαρκασμός και το χιούμορ -κι αλίμονο σε όποιον σύντροφο δε διαθέτει τόσο πολύτιμα εφόδια- και αρχίζουν τα χυδαία αστειάκια με την αντικομμουνιστική οσμή.
Αλλά το βασικό ερώτημα είναι από πού απορρέουν αυτά τα αστεία, η ανάγκη που γεννά ανέκδοτα. Ο Άλεξ Δελάρζ απαντάει πολύ σωστά πως “η οικοδόμηση του σοσιαλισμού δεν ήταν βολτίτσα στο πάρκο, έχει δυσκολίες κι ο λαός τις αντιμετώπιζε με χιούμορ. Κι όταν άρχισε η οικοδόμηση άρχισε να παίρνει την κάτω βόλτα, το χιούμορ γινόταν όλο και πιο πικρόχολο”.
Ο επιμελητής της έκδοσης, που γράφει και μια εκτενή εισαγωγή, σημειώνει ως βασική αιτία την απόσταση των εξαγγελιών της εξουσίας απ’ την πραγματικότητα. Έχει βάση αυτό που λέει, έχει όμως και τις διαβαθμίσεις του. Για παράδειγμα, είναι ένα πράγμα η απόσταση μεταξύ του οράματος για την ιδανική κοινωνία του μέλλοντος και των συντριπτικών δυσκολιών που μπορεί να συναντά στην πράξη η οικοδόμησή της. Κι είναι άλλο, τελείως διαφορετικό, μια υπαρκτή τάση εξωραϊσμού που επικράτησε κυρίως τη μεταπολεμική περίοδο, η οποία υποτιμούσε τον εχθρό και τα υπαρκτά προβλήματα, μεγαλώνοντας έτσι το χάσμα με την πραγματικότητα, αλλά και με την αγωνία των λαϊκών στρωμάτων.
Ο επιμελητής δε μένει σε αυτό όμως. Αναρωτιέται γιατί υπήρχε ιδιαίτερα μεγάλη παραγωγή πέραν του μέσου όρου, σε αυτές ειδικά τις χώρες, και καταλήγει σε ένα αυθαίρετο δικό του συμπέρασμα πως αυτό συνέβαινε ως αντίδραση του κόσμου στην προσπάθεια της σοσιαλιστικής εξουσίας να ελέγξει πλήρως τη συνείδηση και τα συναισθήματα των μαζών -κάτι που ήταν η ειδοποιός διαφορά με άλλες χώρες-περιπτώσεις, όπου επίσης η σάτιρα χρησιμοποιείται ευρύτατα ως όπλο απέναντι στην εξουσία.
Με άλλα λόγια, μας πλασάρει τη θεωρία του ολοκληρωτικού συστήματος, που καταπιέζει το λαό και προσπαθεί να τον ελέγξει, καταφέρνει όμως το ακριβώς αντίθετο. Δε μας εξηγεί βέβαια αυτήν την περίεργη έλλειψη που σημειώνει ο Ζαραλίκος για τη ναζιστική Γερμανία. Ενώ χαρακτηριστικό για την αξιοπιστία όσων ισχυρίζεται -πχ για αυτούς που διώκονταν λόγω κάποιου ανέκδοτου- είναι ότι παραδέχεται πως τα ίδια τα ηγετικά στελέχη των μπολσεβίκων απολάμβαναν κι αναζητούσαν αυτά τα ανέκδοτα, μεταξύ άλλων για να ξέρουν και τις διαθέσεις του κόσμου. Στο Στάλιν μάλιστα άρεσε ιδιαίτερα το ανέκδοτο με την πίπα, που σταχυολογείται και παρακάτω για όσους τυχόν δεν το ξέρουν -αν και είναι αρκετά γνωστό.
Οι ηγέτες του Κόμματος σε όλες τις φάσεις, ήθελαν πρώτοι και καλύτεροι να μαθαίνουν τα πολιτικά ανέκδοτα που κυκλοφορούσαν, όχι μόνο διότι έτσι ενημερώνονταν για το περιεχόμενο της λαϊκής δυσφορίας, αλλά κι επειδή τα απολάμβαναν οι ίδιοι. Είναι γνωστό ότι ο Στάλιν ήθελε να ακούει τα ανέκδοτα εναντίον του κι ενίοτε τα διηγούνταν σε στενούς συνεργάτες και φίλους (σύμφωνα με μαρτυρίες, ένα από τα αγαπημένα του ήταν αυτό με τη χαμένη πίπα, που έδωσε και τον τίτλο στην ανά χείρας ανθολογία).
Για τέτοια στυγνή καταδίωξη μιλάμε…
Η έρευνα του επιμελητή έχει γίνει κυρίως διαδικτυακά -κάτι που αφαιρεί βάρος και ενδιαφέρον από τα ευρήματα της έρευνάς του, ή από τον τρόπο και το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο γεννήθηκαν κάποια από αυτά τα ανέκδοτα -καθώς μπορεί να δημιουργήθηκαν στο εξωτερικό κατευθείαν από αντισοβιετικά κέντρα και όχι από τον ίδιο το λαό. Η εισαγωγή του βιβλίου είναι εξόχως μεροληπτική, σαφώς αντισοβιετική, χωρίς παρένθεση και αμφισημίες, αλλά το βιβλιαράκι μπορεί άνετα να διαβαστεί και χωρίς αυτή.
Παραθέτουμε ενδεικτικά λίγα ανέκδοτα με πρωταγωνιστή το Στάλιν και ο αναγνώστης μπορεί να κρίνει και μόνος του αν πρόκειται για κάτι που δικαιολογεί ή όχι την παρένθεση στον επιθετικό προσδιορισμό (αντι)σοβιετικά.
Το φτέρνισμα
Ο Στάλιν διαβάζει την εισήγησή του στο συνέδριο του Κόμματος. Οι σύνεδροι παρακολουθούν με προσοχή και σεβασμό. Δεν πέφτει καρφίτσα. Ξαφνικά ακούγεται ένα φτέρνισμα. Ο Στάλιν σηκώνει διακόπτει, σηκώνει βλοσυρός τα μάτια από τα χαρτιά του και ρωτάει:
-Ποιος φτερνίστηκε;
Δε μιλάει κανείς. Ο Στάλιν αποφασιστικά διατάζει:
-Πρώτη σειρά! Όλοι όρθιοι!
Οι σύνεδροι της πρώτης σειράς σηκώνονται.
-Εκτελέστε τους!
Ακούγεται μια ομοβροντία και οι όρθιοι της πρώτης σειράς σωριάζονται στο έδαφος.
-Λοιπόν, ποιος φτερνίστηκε;
Στο βάθος της αίθουσας κάποιος σηκώνει ένα τρεμάμενο χέρι. Ο Στάλιν κοιτάει και λέει:
-Γείτσες, σύντροφε.
Καρλ Ράντεκ
Τρεις κρατούμενοι συζητούν στη φυλακή:
-Εσένα γιατί σε πιάσανε;
-Έγραψα κάτι εναντίον του Καρλ Ράντεκ. Εσένα;
-Εγώ έγραψα υπέρ του Καρλ Ράντεκ.
Ο τρίτος κάθεται αμίλητος. Οι άλλοι δύο γυρνούν και τον κοιτάζουν.
-Εγώ είμαι ο Καρλ Ράντεκ.
Η πίπα του Στάλιν
Ο Στάλιν δέχεται στο γραφείο του μια αντιπροσωπεία βιομηχανικών εργατών από τα Ουράλια. Μόλις φεύγουν, ψάχνει την πίπα του να καπνίσει -πουθενά η πίπα. Φωνάζει τον Μπέρια:
-Λαβρέντι, ήταν εδώ οι εργάτες από τα Ουράλια, μόλις έφυγαν και δεν μπορώ να βρω την πίπα μου…
Ο Μπέρια αμέσως τρέχει πίσω από την αντιπροσωπεία. Ο Στάλιν ψαχουλεύει λίγο ακόμα στο γραφείο του, ανοίγει ένα συρτάρι, σηκώνει κάτι χαρτιά και βρίσκει από κάτω την πίπα. Παίρνει τηλέφωνο:
-Λαβρέντι, άκυρο, τη βρήκα τελικά την πίπα. Στο συρτάρι ήταν.
-Α ναι; Γιατί εδώ έχουν ήδη όλοι ομολογήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ