Μια από τις κορυφαίες ρήσεις της 15ετίας τουλάχιστον ήταν εκείνη του
ΓΑΠ που ήθελε να κάνει την Ελλάδα “Δανία του Νότου”. Η εικόνα της μικρής
σε έκταση και πληθυσμό, αλλά δυναμικής κι ευημερούσας σκανδιναβικής
χώρας, παρά τα ρήγματα που έχει υποστεί, εξακολουθεί να στοιχειώνει το
φαντασιακό των Ελλήνων κι όχι μόνο. Σε αυτό βέβαια βοηθούν και διεθνείς
μελέτες και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται από τα ΜΜΕ.
Ως “Παράδεισος” για τους εργαζόμενους διαφημίζεται λοιπόν η χώρα σε άρθρο του insider.gr, βασισμένο σε μελέτη του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF), που κατατάσσει τη Δανίας ως 10η παγκοσμίως σε ανταγωνιστικότητα. Όπως όλοι ξέρουν, πλην κάτι κολλημένων σταλινικών, η ανταγωνιστικότητα σημαίνει αυτόματα ζωή χαρισάμενη για τους εργαζόμενους. Δεν είναι δηλαδή παράδεισος το ότι στη Δανία “οι συνάδελφοι αλληλεπιδρούν και συναναστρέφονται ανεξαρτήτως θέσης ή βαθμού.” ή ότι “η πόρτα στο γραφείο του διευθυντή είναι πάντα ανοιχτή και οι εργαζόμενοι μπορούν να εκφράσουν τις ανησυχίες ή τα παράπονά τους απευθείας στον CEO της εταιρείας, χωρίς να φοβούνται να ασκήσουν κριτική” κι έτσι “έχουν την ελευθερία να μοιράζονται τις ιδέες και τις απόψεις τους και ενθαρρύνεται η δημιουργικότητά τους;” Το άρθρο βέβαια δε μας διευκρινίζει τι ακριβώς γίνεται όταν αυτές οι ιδέες αφορούν απεργίες ή αυξήσεις, αλλά γιατί να απεργήσεις όταν η πόρτα του διευθυντή σου είναι πάντα ανοιχτή με στοργή και προδέρμ;
Και συνεχίζει το άρθρο, “Μπορεί οι απολύσεις να είναι πιο «εύκολες», αλλά η πρόνοια για τους ανέργους είναι πολύ σημαντική και τα δίχτυα ασφαλείας ισχυρά.” Ευελφάλεια, που έλεγε κάποτε κι η Διαμαντοπούλου. Για όσους δεν πιάσατε το νόημα, το κείμενο υπονοεί ότι στην Ελλάδα οι απολύσεις είναι πιο “δύσκολες” (γέλια κοινού), αλλά αν τις διευκολύναμε ίσως και να υπήρχε καλύτερη πρόνοια.
Όπως και να ‘χει, το άρθρο μπορεί να διαβαστεί αντιστικτικά προς εκείνο του καθηγητή του πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης Nicholas Mirtzoeff, ο οποίος επισκέφτηκε τη χώρα και συγκεκριμένα ένα στρατόπεδο προσφύγων που δεν έχουν ούτε δικαίωμα ασύλου, ούτε όμως επιτρέπεται η απέλασή τους.
Η Δανία βρίσκεται φυσικά στην πρωτοπορία των αντιμεταναστευτικών πολιτικών εδώ και χρόνια, με τη δημιουργία θεσμοθετημένων γκέτο για «μη δυτικούς μετανάστες», την κατάσχεση χρημάτων και περιουσιακών στοιχείων των αιτούντων ασύλων και γενικά την τη μετατροπή των συνθηκών ζωής «σε αφόρητες», όπως έχει δηλώσει και η υπουργός μετανάστευσης Ίνγερ Στόιμπεργκ. Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής έχει δημιουργηθεί και το κέντρο κράτησης Σγέλσμαρ, έξω από την Κοπεγχάγη. Το προάστιο, που δε διαθέτει καταστήματα ή άλλες υποδομές, απέχει 30 λεπτά με το αυτοκίνητο από την πρωτεύουσα, αλλά δύο ώρες με τρεις διαφορετικές συγκοινωνίες, τις οποίες αναγκάζονται να χρησιμοποιούν οι μετανάστες, που προφανώς δε διαθέτουν αμάξι.
Η διοίκηση του στρατοπέδου ανήκει στη Σωφρονιστική Υπηρεσία της Δανίας, ενδεικτικό του ότι οι πρόσφυγες αντιμετωπίζονται ως εγκληματίες, παρά τη θεωρητική ελευθερία μετακίνησης. Κάθε βράδυ στις 10 η πύλη κλείνει για όλους, ενώ το κτίριο περιβάλλεται από ψηλό φράχτη ασφαλείας.
Οι άνθρωποι που ζουν εκεί δεν αναγνωρίζονται ως πρόσφυγες, ούτε μπορούν να επιστρέψουν, αφού δεν έχουν πια δικαιώματα πολίτη στις χώρες τους. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Λίλι και τους 7χρονου γιου της από την Ερυθραία, που πέρασαν αρχικά από την Ελλάδα, όπου και άφησαν τα αποτυπώματά τους. Βάσει της συνθήκης του Δουβλίνου ως γνωστόν, η χώρας μας φέρει την ευθύνη της επεξεργασίας του αιτήματος ασύλου.
Οι τρόφιμοι του Σγέλσμαρκ απαγορεύεται να εργαστούν ή να πάρουν επιδόματα, δεν επιτρέπεται να μαγειρεύουν (σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για τους κρατούμενους στις δανέζικες φυλακές), να διακοσμούν τα δωμάτιά τους ή να έχουν έπιπλα εκτός από ένα κρεβάτι, ένα τραπέζι και μερικές καρέκλες. Ούτε τα χαλιά ή τα ριχτάρια επιτρέπονται. Τα δωμάτια είναι κρύα και ψηλοτάβανα, χωρίς ίντερνετ ή τηλεόραση.
Άθλια είναι και η σίτιση, καθώς το φαγητό, που περιγράφεται ως άθλιο, προετοιμάζεται αλλού και ξαναζεσταίνεται επί τόπου. Στην καφετέρια οι συνθήκες είναι τόσο άσχημες που δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στους επισκέπτες. Ούτε οι άρρωστοι ή οι έγκυες έχουν δικαίωμα σε καλύτερη διατροφή.
Ο Τζαμαϊκανός κοινωνιολόγος Ορλάντο Πάτερσον αναφερόμενος στη δουλεία τη χαρακτήρισε «κοινωνικό θάνατο». Όρος που ταιριάζει σε αυτό που προσπαθεί να επιβάλλει στους αιτούντες άσυλο το δανικό κράτος. Ένας επισκέπτης από την Παλαιστίνη περιέγραψε τις συνθήκες που είδε ως χειρότερες από εκείνες στην ισραηλινή φυλακή όπου υπήρξε κρατούμενος.
Τα μεγαλύτερα θύματα είναι τα περίπου 100 παιδιά του στρατοπέδου, στα οποία απαγορεύεται να παίζουν έξω ή οπουδήποτε αλλού εκτός από έναν μικρό παιδότοπο. Δεν μπορούν να πάνε σχολείο, αλλά στοιβάζονται ανεξαρτήτως ηλικίας σε έναν παιδικό σταθμό όπου το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να ζωγραφίζουν με μαρκαδόρους.
Τα ψυχολογικά βασανιστήρια έχουν ως στόχο οι πρόσφυγες να εξαφανιστούν, ζώντας στην παρανομία ή αναζητώντας άσυλο σε άλλη χώρα. Παρά τις εξοντωτικές συνθήκες, οι πρόσφυγες έχουν βρει το κουράγιο να οργανωθούν. Κάθε βδομάδα διαδηλώνουν στην Κοπεγχάγη, ενώ έχουν οργανώσει και απεργία πείνας. Σε μια από τις διαδηλώσεις η Λίλι πήρε το λόγο: «Έχουμε το δικαίωμα να ζητήσουμε άσυλο στη Δανία και έχουμε το δικαίωμα να ζήσουμε μια φυσιολογική ζωή μέχρι να βρεθεί λύση στις υποθέσεις μας».
Η κυβέρνηση της χώρας εμφανίζεται ανυποχώρητη, σχεδιάζοντας να αντιγράψει την πρακτική της Αυστραλίας, που εξορίζει πρόσφυγες στο νησί Ναουρού. Στόχος είναι όσοι δεν έλαβαν άσυλο να απομονώνονται στο νησί Λίντχολμ, που μέχρι σήμερα φιλοξενεί κρεματόρια ζώων.
Ως “Παράδεισος” για τους εργαζόμενους διαφημίζεται λοιπόν η χώρα σε άρθρο του insider.gr, βασισμένο σε μελέτη του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF), που κατατάσσει τη Δανίας ως 10η παγκοσμίως σε ανταγωνιστικότητα. Όπως όλοι ξέρουν, πλην κάτι κολλημένων σταλινικών, η ανταγωνιστικότητα σημαίνει αυτόματα ζωή χαρισάμενη για τους εργαζόμενους. Δεν είναι δηλαδή παράδεισος το ότι στη Δανία “οι συνάδελφοι αλληλεπιδρούν και συναναστρέφονται ανεξαρτήτως θέσης ή βαθμού.” ή ότι “η πόρτα στο γραφείο του διευθυντή είναι πάντα ανοιχτή και οι εργαζόμενοι μπορούν να εκφράσουν τις ανησυχίες ή τα παράπονά τους απευθείας στον CEO της εταιρείας, χωρίς να φοβούνται να ασκήσουν κριτική” κι έτσι “έχουν την ελευθερία να μοιράζονται τις ιδέες και τις απόψεις τους και ενθαρρύνεται η δημιουργικότητά τους;” Το άρθρο βέβαια δε μας διευκρινίζει τι ακριβώς γίνεται όταν αυτές οι ιδέες αφορούν απεργίες ή αυξήσεις, αλλά γιατί να απεργήσεις όταν η πόρτα του διευθυντή σου είναι πάντα ανοιχτή με στοργή και προδέρμ;
Και συνεχίζει το άρθρο, “Μπορεί οι απολύσεις να είναι πιο «εύκολες», αλλά η πρόνοια για τους ανέργους είναι πολύ σημαντική και τα δίχτυα ασφαλείας ισχυρά.” Ευελφάλεια, που έλεγε κάποτε κι η Διαμαντοπούλου. Για όσους δεν πιάσατε το νόημα, το κείμενο υπονοεί ότι στην Ελλάδα οι απολύσεις είναι πιο “δύσκολες” (γέλια κοινού), αλλά αν τις διευκολύναμε ίσως και να υπήρχε καλύτερη πρόνοια.
Όπως και να ‘χει, το άρθρο μπορεί να διαβαστεί αντιστικτικά προς εκείνο του καθηγητή του πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης Nicholas Mirtzoeff, ο οποίος επισκέφτηκε τη χώρα και συγκεκριμένα ένα στρατόπεδο προσφύγων που δεν έχουν ούτε δικαίωμα ασύλου, ούτε όμως επιτρέπεται η απέλασή τους.
Η Δανία βρίσκεται φυσικά στην πρωτοπορία των αντιμεταναστευτικών πολιτικών εδώ και χρόνια, με τη δημιουργία θεσμοθετημένων γκέτο για «μη δυτικούς μετανάστες», την κατάσχεση χρημάτων και περιουσιακών στοιχείων των αιτούντων ασύλων και γενικά την τη μετατροπή των συνθηκών ζωής «σε αφόρητες», όπως έχει δηλώσει και η υπουργός μετανάστευσης Ίνγερ Στόιμπεργκ. Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής έχει δημιουργηθεί και το κέντρο κράτησης Σγέλσμαρ, έξω από την Κοπεγχάγη. Το προάστιο, που δε διαθέτει καταστήματα ή άλλες υποδομές, απέχει 30 λεπτά με το αυτοκίνητο από την πρωτεύουσα, αλλά δύο ώρες με τρεις διαφορετικές συγκοινωνίες, τις οποίες αναγκάζονται να χρησιμοποιούν οι μετανάστες, που προφανώς δε διαθέτουν αμάξι.
Η διοίκηση του στρατοπέδου ανήκει στη Σωφρονιστική Υπηρεσία της Δανίας, ενδεικτικό του ότι οι πρόσφυγες αντιμετωπίζονται ως εγκληματίες, παρά τη θεωρητική ελευθερία μετακίνησης. Κάθε βράδυ στις 10 η πύλη κλείνει για όλους, ενώ το κτίριο περιβάλλεται από ψηλό φράχτη ασφαλείας.
Οι άνθρωποι που ζουν εκεί δεν αναγνωρίζονται ως πρόσφυγες, ούτε μπορούν να επιστρέψουν, αφού δεν έχουν πια δικαιώματα πολίτη στις χώρες τους. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Λίλι και τους 7χρονου γιου της από την Ερυθραία, που πέρασαν αρχικά από την Ελλάδα, όπου και άφησαν τα αποτυπώματά τους. Βάσει της συνθήκης του Δουβλίνου ως γνωστόν, η χώρας μας φέρει την ευθύνη της επεξεργασίας του αιτήματος ασύλου.
Οι τρόφιμοι του Σγέλσμαρκ απαγορεύεται να εργαστούν ή να πάρουν επιδόματα, δεν επιτρέπεται να μαγειρεύουν (σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για τους κρατούμενους στις δανέζικες φυλακές), να διακοσμούν τα δωμάτιά τους ή να έχουν έπιπλα εκτός από ένα κρεβάτι, ένα τραπέζι και μερικές καρέκλες. Ούτε τα χαλιά ή τα ριχτάρια επιτρέπονται. Τα δωμάτια είναι κρύα και ψηλοτάβανα, χωρίς ίντερνετ ή τηλεόραση.
Άθλια είναι και η σίτιση, καθώς το φαγητό, που περιγράφεται ως άθλιο, προετοιμάζεται αλλού και ξαναζεσταίνεται επί τόπου. Στην καφετέρια οι συνθήκες είναι τόσο άσχημες που δεν επιτρέπεται η πρόσβαση στους επισκέπτες. Ούτε οι άρρωστοι ή οι έγκυες έχουν δικαίωμα σε καλύτερη διατροφή.
Ο Τζαμαϊκανός κοινωνιολόγος Ορλάντο Πάτερσον αναφερόμενος στη δουλεία τη χαρακτήρισε «κοινωνικό θάνατο». Όρος που ταιριάζει σε αυτό που προσπαθεί να επιβάλλει στους αιτούντες άσυλο το δανικό κράτος. Ένας επισκέπτης από την Παλαιστίνη περιέγραψε τις συνθήκες που είδε ως χειρότερες από εκείνες στην ισραηλινή φυλακή όπου υπήρξε κρατούμενος.
Τα μεγαλύτερα θύματα είναι τα περίπου 100 παιδιά του στρατοπέδου, στα οποία απαγορεύεται να παίζουν έξω ή οπουδήποτε αλλού εκτός από έναν μικρό παιδότοπο. Δεν μπορούν να πάνε σχολείο, αλλά στοιβάζονται ανεξαρτήτως ηλικίας σε έναν παιδικό σταθμό όπου το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να ζωγραφίζουν με μαρκαδόρους.
Τα ψυχολογικά βασανιστήρια έχουν ως στόχο οι πρόσφυγες να εξαφανιστούν, ζώντας στην παρανομία ή αναζητώντας άσυλο σε άλλη χώρα. Παρά τις εξοντωτικές συνθήκες, οι πρόσφυγες έχουν βρει το κουράγιο να οργανωθούν. Κάθε βδομάδα διαδηλώνουν στην Κοπεγχάγη, ενώ έχουν οργανώσει και απεργία πείνας. Σε μια από τις διαδηλώσεις η Λίλι πήρε το λόγο: «Έχουμε το δικαίωμα να ζητήσουμε άσυλο στη Δανία και έχουμε το δικαίωμα να ζήσουμε μια φυσιολογική ζωή μέχρι να βρεθεί λύση στις υποθέσεις μας».
Η κυβέρνηση της χώρας εμφανίζεται ανυποχώρητη, σχεδιάζοντας να αντιγράψει την πρακτική της Αυστραλίας, που εξορίζει πρόσφυγες στο νησί Ναουρού. Στόχος είναι όσοι δεν έλαβαν άσυλο να απομονώνονται στο νησί Λίντχολμ, που μέχρι σήμερα φιλοξενεί κρεματόρια ζώων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου