6 Απρ 2019

Υπάρχει κίνδυνος απότομης κατάρρευσης παγετώνων στην Ανταρκτική;





Ερευνητές παρατηρούν καταβόθρα που άνοιξε μέσα στον παγετώνα Τζάκομπσον της Γροιλανδίας από το νερό λιωμένου επιφανειακού πάγου
Ερευνητές παρατηρούν καταβόθρα που άνοιξε μέσα στον παγετώνα Τζάκομπσον της Γροιλανδίας από το νερό λιωμένου επιφανειακού πάγου
Το ότι μέσα σε μερικές δεκαετίες το θαλασσινό νερό θα έχει καλύψει πολλές σημερινές παραλίες και θα έχει μπει μέσα στην ξηρά σε αρκετές περιοχές στον κόσμο δεν είναι μια εξέλιξη για την οποία αμφιβάλλουν οι επιστήμονες. Εκείνο που επειγόντως προσπαθούν να καταλάβουν και να προβλέψουν είναι αν η πλημμύρα θα έχει ύψος ενός μέτρου ή περισσότερων, αν δηλαδή μπαίνουμε σε μια εποχή που οι πάγοι θα λιώνουν ακόμη πιο γρήγορα. Η απάντηση, σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Αλεϊ, καθηγητή γεωεπιστημών του πολιτειακού πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, βρίσκεται στο πώς θα αντιδράσει στις ανθρώπινες επιλογές ο γιγαντιαίος παγετώνας Θουέιτς της δυτικής Ανταρκτικής.
Οι παγετώνες των βουνών λιώνουν, ενώ ταυτόχρονα λόγω της υπερθέρμανσης το νερό των ωκεανών διογκώνεται (η πυκνότητα του νερού ελαττώνεται όσο η θερμοκρασία αυξάνεται πάνω από τους 4 βαθμούς Κελσίου). Τα τελευταία 25 χρόνια η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει κατά μέσο όρο 2,5 χιλιοστά κάθε χρόνο. Το πλήρες λιώσιμο όλων των ορεινών παγετώνων που απομένουν στον πλανήτη, θα ανέβαζε τη στάθμη της θάλασσας κατά περίπου 35 εκατοστά. Αλλά τα θηριώδη παγοκαλύμματα πάνω στην ξηρά της Αρκτικής (Γροιλανδία, Καναδάς, Ρωσία, ΗΠΑ, Ισλανδία, Νορβηγία, Σουηδία, Φινλανδία) και της Ανταρκτικής, δεσμεύουν περισσότερο πάγο από το ισοδύναμο 60 μέτρων ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Μια μικρή αλλαγή σε αυτά τα παγοκαλύμματα μπορεί να προκαλέσει μεγάλες αλλαγές στις ακτογραμμές σε όλο τον κόσμο.
Ισοζύγιο πάγου
Οι προβλέψεις για επιπρόσθετη άνοδο της στάθμης της θάλασσας αυτόν τον αιώνα παραμένουν μετριοπαθείς, υπολογίζοντας άνοδο 60 εκατοστών για μέτρια υπερθέρμανση και λιγότερο από 1,2 μέτρα για ισχυρή υπερθέρμανση. Εφόσον η υπερθέρμανση συνεχιστεί και τους επόμενους αιώνες, το ύψος του νερού θα ανέβει κατά πολύ περισσότερο. Αν όμως κάποια μέτωπα πάγου καταρρεύσουν, τότε μεγάλες ποσότητες νερού θα περάσουν γρήγορα στην υγρή μορφή. Για να διερευνήσουν αυτό το ενδεχόμενο οι επιστήμονες μελετούν δεδομένα από τις αλλαγές που βρίσκονται υπό εξέλιξη σήμερα, δεδομένα από την ιστορία της Γης και βέβαια τη φυσική του πάγου. Σημαντικά στοιχεία αποτελούν οι μεγάλες αλλαγές που άρχισαν πριν από δύο δεκαετίες στον παγετώνα Τζάκομπσον, ο οποίος αποτελεί σημαντικό κομμάτι του παγοκαλύμματος της Γροιλανδίας. Οι παγετώνες απλώνονται και κινούνται προς τη θάλασσα κάτω από την επίδραση του ίδιου τους του βάρους. Το μέρος τους που έρχεται σε επαφή με τη θάλασσα λιώνει και ο πάγος αναπληρώνεται από το νέο χιόνι που πέφτει στο πίσω μέρος του παγετώνα. Οταν η απώλεια πάγου είναι πιο γρήγορη από τη ροή νέου πάγου, το μέτωπο του πάγου υποχωρεί προς τα ενδότερα της ξηράς και η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει.

Κατά τη δεκαετία του 1980 ο Τζάκομπσον ήταν μεταξύ των παγετώνων που κινούνταν πιο γρήγορα, ρέοντας με ταχύτητα (στην παγετωνική κλίμακα) προς τον Κόλπο Μπάφιν, παρότι τον παρεμπόδιζε μια παγοκρηπίδα (φύλλο πάγου που επιπλέει στη θάλασσα). Στη δεκαετία του 1990, η παγοκρηπίδα έλιωσε και ο παγετώνας άρχισε να ρέει με διπλάσια ταχύτητα απ' ό,τι πριν. Σήμερα ο Τζάκομπσον υποχωρεί και γίνεται λεπτότερος αποτελώντας μια από τις μεγαλύτερες μεμονωμένες αιτίες ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Αν ο Θουέιτς, που είναι κατά πολύ μεγαλύτερος, εξελιχθεί όπως ο Τζάκομπσον, τότε τόσο αυτός όσο και ο γειτονικός πάγος θα μπορούσαν να καταρρεύσουν, ίσως μέσα σε μερικές δεκαετίες, αυξάνοντας τη στάθμη της θάλασσας κατά 3 μέτρα. Οι επιστήμονες συλλέγουν δεδομένα ακριβώς για να εκτιμήσουν τον κίνδυνο αυτό.
Επιτάχυνση
Από μόνο του ένα παγοκάλυμμα αναπτύσσεται μέχρι να γίνει αρκετά παχύ και απότομο (από τη θάλασσα έως τα βουνά), ώστε το άπλωμα, το λιώσιμο και το σπάσιμο του πάγου να εξισορροπούν τη χιονόπτωση. Αλλά δεν συμβαίνει αυτό σε έναν πλανήτη που υπερθερμαίνεται. Η υγρασία από το χιόνι που πέφτει στη Γροιλανδία και την Ανταρκτική κάθε χρόνο, η οποία προέρχεται σχεδόν εξολοκλήρου από τη θάλασσα, ισοδυναμεί με ένα στρώμα νερού που εξατμίζεται από όλους τους ωκεανούς, πάχους 6 χιλιοστών. Τα παγοκαλύμματα αυτά επιστρέφουν τώρα 15% περισσότερο από αυτήν την ποσότητα νερού στους ωκεανούς, με τη μορφή απορροής λιωμένου πάγου και παγόβουνων που σπάνε και επιπλέουν στο μέτωπο του πάγου. Αν το λιώσιμο συνεχίσει επί μακρόν να είναι πιο γρήγορο από την αναπλήρωση, το παγοκάλυμμα τελικά θα χαθεί, αλλά αυτό με τους σημερινούς ρυθμούς θα μπορούσε να διαρκέσει 100.000 χρόνια. Οταν όμως υπάρχει αυξανόμενη υπερθέρμανση, τότε το λιώσιμο επιταχύνεται και αυτή είναι η περίπτωση που αντιμετωπίζουμε.

Ενας από τους τρόπους που το παγοκάλυμμα λιώνει πιο γρήγορα είναι εξαιτίας του νερού από το επιφανειακό λιώσιμο πάγου, που δημιουργεί όμορφες μπλε λίμνες. Το νερό των λιμνών αυτών ρέει μέσα από σχισμές δημιουργώντας στην πορεία μεγάλες καταβόθρες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η απορροή νερού μπορεί να φτάνει εκείνη των καταρρακτών του Νιαγάρα και τότε τα χαμηλότερα τμήματα του παγετώνα μέσα σε μια ώρα είναι δυνατό να θερμανθούν όσο θα θερμαίνονταν κανονικά μέσα σε 10.000 χρόνια.
Το φαινόμενο αυτό είναι πιο άμεσα καταστροφικό στις παγοκρηπίδες. Μέσα σε πέντε βδομάδες το 2002, η παγοκρηπίδα Λάρσεν Β στην Ανταρκτική Χερσόνησο, βόρεια του Θουέιτς, έσπασε σε χιλιάδες κομμάτια. Επειδή ο πάγος αυτός ήδη επέπλεε, το φαινόμενο δεν ανέβασε τη στάθμη της θάλασσας, ωστόσο η έλλειψη της παγοκρηπίδας επιτάχυνε τη ροή των παγετώνων πίσω της.
Αναχώματα
Αν ο Θουέιτς υποχωρήσει έως την τάφρο Μπέντλεϊ, τότε μόλις το θαλασσινό νερό φτάσει ως εκεί θα αρχίσουν να αποκόβονται τεράστια κομμάτια πάγου ύψους 1 - 2 χιλιομέτρων, που θα ανατρέπονται δημιουργώντας εξίσου μεγάλες νησίδες - παγόβουνα, ανεβάζοντας σημαντικά τη στάθμη της θάλασσας. Βεβαίως, υπάρχουν και φαινόμενα, που λειτουργούν αντίρροπα στο λιώσιμο των παγοκαλυμμάτων. Καθώς οι παγετώνες ρέουν, παρασύρουν υλικά στον πυθμένα τους που μπορεί να δημιουργήσουν αναχώματα ικανά να τους συγκρατήσουν επί χιλιετίες. Οταν όμως σπάσουν αυτά τα αναχώματα, τότε το θαλασσινό νερό μπαίνει κάτω από τον παγετώνα και αυτός λιώνει και υποχωρεί γρήγορα, όπως συνέβη με τον Τζάκομπσον. Οταν οι πρώτοι εξερευνητές επισκέφθηκαν την περιοχή που βρίσκεται σήμερα ο Κόλπος Γκλάσιερ στην Αλάσκα, ήταν ένας ογκώδης παγετώνας που εμποδιζόταν από ένα ανάχωμα. Από τότε υποχώρησε 90 χιλιόμετρα προς το εσωτερικό έως το επόμενο ανάχωμα σε ψηλότερο έδαφος. Ομως τέτοιες υποχωρήσεις παγετώνων δεν θα έχουν επίδραση που θα πλησιάζει εκείνη από την υποχώρηση του Θουέιτς έως την τάφρο Μπέντλεϊ. Πάντως, τα μοντέλα προσομοίωσης του φαινομένου με τα σημερινά δεδομένα και τους παράγοντες που γνωρίζουμε, δίνουν τουλάχιστον 100 χρόνια έως την κατάρρευση του Θουέιτς.
Τα φαινόμενα αυτά είναι πολυπαραγοντικά και δεν μπορεί να τα προβλέψει κανείς με βεβαιότητα. Οπως όταν πέφτει μια κεραμική κούπα στο πάτωμα, άλλοτε σπάει σε κομμάτια, άλλοτε αποσπώνται μικρά κομματάκια, άλλοτε ραγίζει κι άλλοτε απλώς αναπηδά. Ξέρουμε τη φυσική του φαινομένου και μπορούμε να προβλέψουμε τι θα συμβεί σε ένα στατιστικό δείγμα. Αλλά κανείς δεν αποτολμά να στοιχηματίσει κάτι σημαντικό για το τι θα συμβεί στην επόμενη πτώση.

Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Scientific American»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ