«
Ο
Χρήστος Δημούλας, μίλησε με την Ελένη Τζατζιμάκη, στη στήλη του Ατέχνως
για νέους δημιουργούς, «Άδολες συνεντεύξεις σε δόλιους καιρούς».
”Τα χρόνια που ζούμε,οδηγούνε τα βήματά μας στην ύστατη ταπείνωση”,έλεγες πρίν λίγα χρόνια.Συνεχίζεται αυτό και σήμερα κι αν ναί, ποιό είναι το πρόσωπο ή ποιά τα πρόσωπα της ταπείνωσης, Ελένη;
Νομίζω πως η ταπείνωση για τον καθένα είναι η η στιγμή που συνειδητοποιεί την απομάγευση των πραγμάτων: η ζωή ξεκινά και εξελίσσεται με πλούσια υλικά που, όσο μεγαλώνεις, καταλαβαίνεις ότι στην πραγματικότητα όλα αυτά δεν ήταν παρά -απαραίτητα- στολίδια για να εξωραϊσουν εκείνο που όλοι μας φοβόμαστε αλλά κανείς δεν μπορεί να το γλιτώσει: τη φθορά,τον χρόνο που δεν επιστρέφεται, την ζωή που σε ξεγέλασε και δεν ήταν όπως την είχες φανταστεί.Άρα ταπείνωση,για μένα, είναι η φθορά και η διάψευση.
Στο τέλος της πρώτης εικοσαετίας του 21ου αιώνα,τελικά ”σε ποιόν ανήκει μία ιστορία’;
Προσωπικά θεωρώ πως η ιστορία ανήκει πάντα στους ηττημένους γιατί είναι οι μόνοι που έχουν λόγο να ξαναπροσπαθήσουν. Και αυτό είναι και καλό και κακό.
Τον περασμένο Ιούλιο, βίωσα μεγάλη ικανοποίηση όταν παρουσίασες την πολύ καλή προσπάθειά σου με την μετάφραση για πρώτη φορά στην χώρα μας,πολλών Παλαιστινίων ποιητών.Πού έγκειται η θέλησή σου γι’αυτήν την τόσο σημαντική προσπάθειά σου;
Σ’ευχαριστώ πολύ Χρήστο. Και για μένα ήταν μεγάλη η συγκίνηση να αναμετρηθώ με αυτά τα κείμενα και όσο μπορώ να τα φέρω στη γλώσσα μας. Η θέλησή μου έγκειται ακριβώς στο ότι με ενδιαφέρει η φωνή των ηττημένων γιατί πιστεύω ότι είναι οι διεκδικητές του μέλλοντος. Ειδικά όταν είναι περήφανοι, όπως οι Παλαιστίνιοι.
Ήδη μιλάμε γιά ταπείνωση,προσφυγιά,Παλαιστινιακό και θαρρείς πως μία κλωστή τα ενώνει μεταξύ τους.Σήμερα οι Έλληνες λογοτέχνες βοηθάνε με την γραφή τους να συνειδητοποιηθούν από τον λαό μας&να λυθούνε κοινωνικά προβλήματα που μαστίζουν την χώρα μας;
Κάποιοι ενδιαφέρονται αλλά θεωρώ πως είναι λίγοι όσοι το κάνουν πραγματικά με στόχο και συνείδηση. Οι περισσότερες προσπάθειες λογοτεχνικής έκφρασης για όλα αυτά που ζούμε τώρα και ειδικά από εκπροσώπους της νέας γενιάς, βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της προσωπικής εξομολόγησης ή της βιαστικής προσπάθειας να μιλήσει κανείς πρώτος για το παρόν, πράγμα τελείως λογικό και δόκιμο,καθώς η λογοτεχνία το χωράει και αυτό. Ωστόσο θα έλεγα ότι είναι αναγκαία η χρονική απόσταση για να μιλήσεις για μεγάλα πράγματα,ειδικά σε μια τόσο κατακερματισμένη αισθητικά εποχή.
Πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Τραγουδιού της Λυών,ειδικό τιμητικό βραβείο κριτικής επιτροπής στο διαγωνισμό τραγουδιού” Generation Stars ” στην Vesul,μουσικές σπουδές εκτός από τραγούδι και σε ακορντεόν,πιάνο,επίσης μουσικά άλμπουμ σε Γαλλόφωνες χώρες&Η.Π.Α…Η Ελλάδα ως τραγούδι τι ρυθμό έχει και τι είδους είναι;
Η Ελλάδα είναι όλα τα τραγούδια του κόσμου μαζί, ένας αχανής συγκερασμός Ανατολής και Δύσης γραμμένος σε balcan tempo.
Η Ελληνική με την Γαλλική μουσική σκηνή τι ομοιότητες και διαφορές έχουν;
Φοβάμαι ότι πλέον δεν μπορούμε να μιλάμε για ελληνική και γαλλική σκηνή ,δεδομένου ότι δυστυχώς, η επέλαση του -κακού- pop και της τηλεοπτικής μουσικής βιομηχανίας, σάρωσε κυριολεκτικά, τη δημιουργικότητα. Το είδα και στη Γαλλία,παρότι δεν έζησα πολύ καιρό εκεί, το βλέπω και στην Ελλάδα. Φυσικά πάντα υπάρχουν οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Οφείλω όμως να πω ότι στη Γαλλία τουλάχιστον, υπάρχει ακόμη κάποια δομή γύρω από το επάγγελμα -δηλαδή μάνατζερς, παραγωγοί,ραδιόφωνα κλπ η οποία εδώ έχει σχεδόν αφανιστεί και επιβιώνουν μόνο οι ήδη από χρόνια φτασμένοι καλλιτέχνες.
Ναι. Ο έρωτας είναι καθαρά προσωπική υπόθεση. Ερωτευόμαστε να βλέπουμε τον εαυτό μας ερωτευμένο. Βέβαια, δεν αρνούμαι το ευτυχές της συγκυρίας του να τύχει να συμπορευτούμε με κάποιον που θέλει συνειδητά να βιώσουμε παρέα τις προσωπικές μας οπτασίες. Το μοίρασμα δηλαδή των προσωπικών μυθολογιών μας, κι αυτό είναι κάτι αναγκαίο για τους ανθρώπους. Αλλά,επίσης πιστεύω ότι υπάρχουν και κάποιοι (λίγοι) που όντως τα κατάφεραν και ερωτεύτηκαν τον άλλον.
Υποστηρίζεις ότι δεν χαμπαριάζεις από θέατρα σκιών αλλά από ανθρώπους ενώ δεν ανασύρεις ψευδαισθήσεις μα τις παρασέρνεις. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να παρασύρουν οι ψευδαισθήσεις και τα ποικιλόμορφα θέατρα σκιών,τους ανθρώπους κι αυτοί να μην χαμπαριάζουν;
Νομίζω ότι είναι το πλέον σύνηθες. Και όχι επειδή οι άνθρωποι είμαστε αφελείς,ίσα-ίσα. Απλώς μερικές φορές το ψέμα γλυκαίνει τα πράγματα. Όμως το αντιπαθώ γιατί δεν σε απελευθερώνει, αλλά σε χώνει πιο βαθιά μέσα στη γη. Κι εγώ αγαπώ πολύ την ελευθερία.
Ποιές οδηγίες κρατάς στο χέρι και ποιές ελπίδες στην καρδιά;
Οι οδηγίες μου έχουν πολλάκις αναπροσαρμοστεί, πώς αλλιώς; Η ελπίδα μου,σταθερά, ήταν και είναι να είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου. Δεν τα έχω καταφέρει πάντοτε,ωστόσο.
” Μετά την ενηλικίωση” κι αφού νωρίτερα μας είχες μπάσει στην ”Μαγεία της Άνωσης”, μας έκανες ν’αναρωτιόμαστε αφενός ”σε ποιόν ανήκει μία ιστορία”, αφετέρου για ”το παράδοξο των Διδύμων”.Τι νέο στόχο έχεις να μας προτείνεις για ποιητική θεματική;
Αυτό,νομίζω, πως το υποβάλλει στον γράφοντα το ίδιο το ποίημα,την ώρα που απαιτεί να γραφτεί. Θα ήθελα, πολύ, βέβαια, κάποτε να γράψω ποιήματα σε άλλη γλώσσα-με γοητεύει φοβερά η μάχη με τα νοήματα, και πιστεύω πως αυτά συνιστούν την ποίηση και δευτερευόντως, οι λέξεις. Με άλλα λόγια, αλλάζοντας τη γλώσσα πιστεύω πως θα προκαλούσα τον εαυτό μου σε άλλες συνδηλώσεις,πρωτότυπες. Όσον αφορά στη θεματική, θα ήθελα πάρα πολύ να ετοιμάσω μια συλλογή με ερωτικά ποιήματα μόνο. Το θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο.
Σ’ευχαριστώ από καρδιάς για την συνέντευξη, Χρήστο μου!
Κι εγώ Ελένη!Nα είσαι πάντα καλά και δημιουργική!
”Τα χρόνια που ζούμε,οδηγούνε τα βήματά μας στην ύστατη ταπείνωση”,έλεγες πρίν λίγα χρόνια.Συνεχίζεται αυτό και σήμερα κι αν ναί, ποιό είναι το πρόσωπο ή ποιά τα πρόσωπα της ταπείνωσης, Ελένη;
Νομίζω πως η ταπείνωση για τον καθένα είναι η η στιγμή που συνειδητοποιεί την απομάγευση των πραγμάτων: η ζωή ξεκινά και εξελίσσεται με πλούσια υλικά που, όσο μεγαλώνεις, καταλαβαίνεις ότι στην πραγματικότητα όλα αυτά δεν ήταν παρά -απαραίτητα- στολίδια για να εξωραϊσουν εκείνο που όλοι μας φοβόμαστε αλλά κανείς δεν μπορεί να το γλιτώσει: τη φθορά,τον χρόνο που δεν επιστρέφεται, την ζωή που σε ξεγέλασε και δεν ήταν όπως την είχες φανταστεί.Άρα ταπείνωση,για μένα, είναι η φθορά και η διάψευση.
Ένας
απ’τους στόχους σου, η διδασκαλία της γλώσσας μας και του πολιτισμού μας
στους μετανάστες.Στις μέρες μας και στο κράτος μας υπό την τόση
αντιανθρώπινη κατάσταση των προσφύγων, ο πολιτισμός μας έχει κάποια
θετική επιρροή στις συνειδήσεις τους;
Η απάντησή μου θα ήταν πιο ακριβής αν ήταν
δυνατό να οριστεί πιο συγκεκριμένα τι εννοούμε σήμερα και
διαχρονικά,λέγοντας “πολιτισμός”.Νομίζω πως στο μυαλό μας, και ειδικά
στην Ελλάδα, αυτός ο όρος έχει λάβει ασαφείς και ενίοτε, παραπλανητικές
ερμηνείες. Θα περιοριζόμουν λέγοντας πως αυτό που σίγουρα, κατά τη γνώμη
μου,έχει γλυκάνει κάπως τις πικρές ιστορίες των προσφύγων είναι η
ζεστασιά μιας μεγάλης (ευτυχώς)μερίδας Ελλήνων που βρίσκεται κοντά τους,
τους αγκαλιάζει και τους προσφέρει όπως και ό,τι μπορεί,και μάλιστα με
αυτοθυσία. Τώρα όσον αφορά στο γνωστικό επίπεδο, παρατηρώ πως πολλοί
έρχονται ήδη με κάποιο θαυμασμό για την Ελλάδα και τα αρχαία της κάλλη
που σίγουρα,είναι αδιαμφισβήτητα.Στο τέλος της πρώτης εικοσαετίας του 21ου αιώνα,τελικά ”σε ποιόν ανήκει μία ιστορία’;
Προσωπικά θεωρώ πως η ιστορία ανήκει πάντα στους ηττημένους γιατί είναι οι μόνοι που έχουν λόγο να ξαναπροσπαθήσουν. Και αυτό είναι και καλό και κακό.
Τον περασμένο Ιούλιο, βίωσα μεγάλη ικανοποίηση όταν παρουσίασες την πολύ καλή προσπάθειά σου με την μετάφραση για πρώτη φορά στην χώρα μας,πολλών Παλαιστινίων ποιητών.Πού έγκειται η θέλησή σου γι’αυτήν την τόσο σημαντική προσπάθειά σου;
Σ’ευχαριστώ πολύ Χρήστο. Και για μένα ήταν μεγάλη η συγκίνηση να αναμετρηθώ με αυτά τα κείμενα και όσο μπορώ να τα φέρω στη γλώσσα μας. Η θέλησή μου έγκειται ακριβώς στο ότι με ενδιαφέρει η φωνή των ηττημένων γιατί πιστεύω ότι είναι οι διεκδικητές του μέλλοντος. Ειδικά όταν είναι περήφανοι, όπως οι Παλαιστίνιοι.
Ήδη μιλάμε γιά ταπείνωση,προσφυγιά,Παλαιστινιακό και θαρρείς πως μία κλωστή τα ενώνει μεταξύ τους.Σήμερα οι Έλληνες λογοτέχνες βοηθάνε με την γραφή τους να συνειδητοποιηθούν από τον λαό μας&να λυθούνε κοινωνικά προβλήματα που μαστίζουν την χώρα μας;
Κάποιοι ενδιαφέρονται αλλά θεωρώ πως είναι λίγοι όσοι το κάνουν πραγματικά με στόχο και συνείδηση. Οι περισσότερες προσπάθειες λογοτεχνικής έκφρασης για όλα αυτά που ζούμε τώρα και ειδικά από εκπροσώπους της νέας γενιάς, βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της προσωπικής εξομολόγησης ή της βιαστικής προσπάθειας να μιλήσει κανείς πρώτος για το παρόν, πράγμα τελείως λογικό και δόκιμο,καθώς η λογοτεχνία το χωράει και αυτό. Ωστόσο θα έλεγα ότι είναι αναγκαία η χρονική απόσταση για να μιλήσεις για μεγάλα πράγματα,ειδικά σε μια τόσο κατακερματισμένη αισθητικά εποχή.
Πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Τραγουδιού της Λυών,ειδικό τιμητικό βραβείο κριτικής επιτροπής στο διαγωνισμό τραγουδιού” Generation Stars ” στην Vesul,μουσικές σπουδές εκτός από τραγούδι και σε ακορντεόν,πιάνο,επίσης μουσικά άλμπουμ σε Γαλλόφωνες χώρες&Η.Π.Α…Η Ελλάδα ως τραγούδι τι ρυθμό έχει και τι είδους είναι;
Η Ελλάδα είναι όλα τα τραγούδια του κόσμου μαζί, ένας αχανής συγκερασμός Ανατολής και Δύσης γραμμένος σε balcan tempo.
Η Ελληνική με την Γαλλική μουσική σκηνή τι ομοιότητες και διαφορές έχουν;
Φοβάμαι ότι πλέον δεν μπορούμε να μιλάμε για ελληνική και γαλλική σκηνή ,δεδομένου ότι δυστυχώς, η επέλαση του -κακού- pop και της τηλεοπτικής μουσικής βιομηχανίας, σάρωσε κυριολεκτικά, τη δημιουργικότητα. Το είδα και στη Γαλλία,παρότι δεν έζησα πολύ καιρό εκεί, το βλέπω και στην Ελλάδα. Φυσικά πάντα υπάρχουν οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Οφείλω όμως να πω ότι στη Γαλλία τουλάχιστον, υπάρχει ακόμη κάποια δομή γύρω από το επάγγελμα -δηλαδή μάνατζερς, παραγωγοί,ραδιόφωνα κλπ η οποία εδώ έχει σχεδόν αφανιστεί και επιβιώνουν μόνο οι ήδη από χρόνια φτασμένοι καλλιτέχνες.
Ίδια η επόμενη ερώτηση βάσει άλλου είδους τέχνης.Ομοιότητες και διαφορές σύγχρονης Ελληνικής με την Γαλλική λογοτεχνία;
Ομολογώ
ότι δεν γνωρίζω σε βάθος τη σύγχρονη γαλλική λογοτεχνική σκηνή, παρά
ορισμένους πεζογράφους και λίγους ποιητές. Αντλώντας από το μικρό μου
δείγμα θα έλεγα ότι οι Γάλλοι είναι αρκετά πιο τολμηροί και
απελευθερωμένοι από τους Έλληνες, ενίοτε νομίζω και πιο “καλά
διαβασμένοι” και προετοιμασμένοι για αυτό που θα γράψουν, πράγμα το
οποίο όμως δε θεωρώ ότι στην πραγματικότητα ξεκινά από την αγάπη τους
για την κουλτούρα αλλά από το δεδομένο ότι εκεί, κακά τα ψέματα, οι
συγγραφείς και οι καλλιτέχνες αντιμετωπίζονται με κάποια σοβαρότητα τόσο
από το κράτος όσο και από το κοινό (που παραμένει κι εκεί μικρό
βέβαια). Στην Ελλάδα δυστυχώς, συγγραφείς και μουσικοί αντιμετωπίζονται,
στην καλύτερη περίπτωση, ως Δον Κιχώτες και θεωρώ ότι αυτό επιδρά,
μοιραία, και στον τρόπο που εργάζονται οι περισσότεροι. Και δεν τους
αδικώ.
Κατά την γνώμη σου,συνεχίζουμε να ”γυρεύουμε την μυθολογία του έρωτα κι όχι αυτόν καθ’εαυτόν”;Ναι. Ο έρωτας είναι καθαρά προσωπική υπόθεση. Ερωτευόμαστε να βλέπουμε τον εαυτό μας ερωτευμένο. Βέβαια, δεν αρνούμαι το ευτυχές της συγκυρίας του να τύχει να συμπορευτούμε με κάποιον που θέλει συνειδητά να βιώσουμε παρέα τις προσωπικές μας οπτασίες. Το μοίρασμα δηλαδή των προσωπικών μυθολογιών μας, κι αυτό είναι κάτι αναγκαίο για τους ανθρώπους. Αλλά,επίσης πιστεύω ότι υπάρχουν και κάποιοι (λίγοι) που όντως τα κατάφεραν και ερωτεύτηκαν τον άλλον.
Υποστηρίζεις ότι δεν χαμπαριάζεις από θέατρα σκιών αλλά από ανθρώπους ενώ δεν ανασύρεις ψευδαισθήσεις μα τις παρασέρνεις. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να παρασύρουν οι ψευδαισθήσεις και τα ποικιλόμορφα θέατρα σκιών,τους ανθρώπους κι αυτοί να μην χαμπαριάζουν;
Νομίζω ότι είναι το πλέον σύνηθες. Και όχι επειδή οι άνθρωποι είμαστε αφελείς,ίσα-ίσα. Απλώς μερικές φορές το ψέμα γλυκαίνει τα πράγματα. Όμως το αντιπαθώ γιατί δεν σε απελευθερώνει, αλλά σε χώνει πιο βαθιά μέσα στη γη. Κι εγώ αγαπώ πολύ την ελευθερία.
Ποιές οδηγίες κρατάς στο χέρι και ποιές ελπίδες στην καρδιά;
Οι οδηγίες μου έχουν πολλάκις αναπροσαρμοστεί, πώς αλλιώς; Η ελπίδα μου,σταθερά, ήταν και είναι να είμαι ειλικρινής με τον εαυτό μου. Δεν τα έχω καταφέρει πάντοτε,ωστόσο.
” Μετά την ενηλικίωση” κι αφού νωρίτερα μας είχες μπάσει στην ”Μαγεία της Άνωσης”, μας έκανες ν’αναρωτιόμαστε αφενός ”σε ποιόν ανήκει μία ιστορία”, αφετέρου για ”το παράδοξο των Διδύμων”.Τι νέο στόχο έχεις να μας προτείνεις για ποιητική θεματική;
Αυτό,νομίζω, πως το υποβάλλει στον γράφοντα το ίδιο το ποίημα,την ώρα που απαιτεί να γραφτεί. Θα ήθελα, πολύ, βέβαια, κάποτε να γράψω ποιήματα σε άλλη γλώσσα-με γοητεύει φοβερά η μάχη με τα νοήματα, και πιστεύω πως αυτά συνιστούν την ποίηση και δευτερευόντως, οι λέξεις. Με άλλα λόγια, αλλάζοντας τη γλώσσα πιστεύω πως θα προκαλούσα τον εαυτό μου σε άλλες συνδηλώσεις,πρωτότυπες. Όσον αφορά στη θεματική, θα ήθελα πάρα πολύ να ετοιμάσω μια συλλογή με ερωτικά ποιήματα μόνο. Το θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο.
Σ’ευχαριστώ από καρδιάς για την συνέντευξη, Χρήστο μου!
Κι εγώ Ελένη!Nα είσαι πάντα καλά και δημιουργική!
Βιογραφικό_______________________________________________________________________________
H Eλένη Τζατζιμάκη γεννήθηκε το 1986 στην Αθήνα.Σπούδασε Νεοελληνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κι ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό της στην Σορβόννη.Εργάστηκε σε πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας πάνω στην διδασκαλία του πολιτισμού και της γλώσσας μας σε μετανάστες ενώ ασχολείται με ζητήματα Φύλλου και Πολιτισμού στην Λογοτεχνία.Η πρώτη ποιητική της συλλογή ”Η μαγεία της Άνωσης”( εκδόσεις Μελάνι) συμπεριλήφθηκε το 2009 στις υποψηφιότητες για το βραβείο του πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού ”Διαβάζω”.
Το 2010 συμμετείχε στο πρώτο Φεστιβάλ Νέων Λογοτεχνών του ΕΚΕΒΙ.
Σπούδασε μουσική (ακορντεόν και πιάνο) και τραγούδι ασχολούμενη κι επαγγελματικά.Έχει κερδίσει το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Τραγουδιού στην Λυών,το ειδικό τιμητικό βραβείο της κριτικής επιτροπής του διαγωνισμού τραγουδιού ”Generation Stars ” στην Vessul, ενώ κυκλοφόρησε δισκογραφία της σε Γαλλόφωνες χώρες και στις Η.Π.Α.
Στις εκδόσεις Μελάνι έχει εκδώσει και τις υπόλοιπες ως τώρα ποιητικές της συλλογές: ”Μετά την ενηλικίωση”(2012), ”Σε ποιόν ανήκει μια ιστορία;”(2015), ”Το παράδοξο των Διδύμων” (2018).
Επίσης συμμετέχει στα συλλογικά λογοτεχνικά έργα:
1) Ταυτότητες στον ελληνικό κόσμο(απ’το 1204 ως σήμερα) – Ευρωπαϊκή Εταιρία Νεοελληνικών Σπουδών (2011).
2) Τριάντα ως τριάντα:Τριάντα ποιητές έως 30 ετών – Κοινωνία των (δε)κάτων (2011).
3)Αμ’έπος ανέργων- Βακχικόν (2013).
4)Μονόλογοι συγγραφέων – Βακχικόν (2015).
5) 35 under 35 – Διεύθυνση Γραμμάτων Υπουργείου Πολιτισμού (2018).
Χρήστος Δημούλας: Εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες κι Ιστορία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο καθώς και Δημοσιογραφία στο Επαγγελματικό Εργαστήρι Δημοσιογραφίας. Συνδημιουργός του Φωτογραφικού Εργαστηρίου ”Φώτο-Προλετάριοι”. Έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές.”Με λάδι του παρόντος ανάβουν του μέλλοντος καντήλια”(2013),”Ο ι λαϊκατζήδες”(2014) και”Γιώργος Φαρσακίδης,ο ζωγράφος του Λαού”(2015).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου