Η στυγνή δολοφονία του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ,
στις 25 Μάη από λευκούς αστυνομικούς στη Μινεάπολις, έχει πυροδοτήσει
μαζικές λαϊκές κινητοποιήσεις, που συνεχίζονται αμείωτες, παρά την άγρια
κρατική καταστολή, για την οποία συμπράττουν αστυνομία και στρατός,
προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις και στο εσωτερικό τους.
Ο 47χρονος είναι το πολλοστό θύμα της αστυνομικής βίας στις ΗΠΑ και πέθανε από ασφυξία, στη διάρκεια της σύλληψής του από λευκό αστυνομικό, με βεβαρημένο παρελθόν παραβατικότητας, ο οποίος επί οκτώ περίπου λεπτά τού πατούσε το λαιμό με το γόνατο, παρά το γεγονός ότι ο Αφροαμερικανός ήταν ανήμπορος να αντιδράσει σε οτιδήποτε.
Περιορίστηκε έτσι μάταια να εκλιπαρεί για τη ζωή του επαναλαμβάνοντας τη φράση «I can’t breathe» («Δεν μπορώ να αναπνεύσω»), που έγινε και το σύνθημα των λαϊκών κινητοποιήσεων.
Στην
πραγματικότητα, βέβαια, αυτό που προκαλεί ασφυξία στα λαϊκά στρώματα των
ΗΠΑ είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός που σάπισε και ευθύνεται για το
ρατσισμό, την αστυνομική βία, την άγρια εκμετάλλευση και τις μεγάλες
ανισότητες. Ολα αυτά που δημιουργούν το υπόβαθρο για τις μεγάλες
κινητοποιήσεις, αλλά και για τη μεγάλη καταστολή από την πλευρά της
κυβέρνησης Τραμπ.
Αλλωστε, είναι πολύ νωπά στα μυαλά όλων η ανυπαρξία του κράτους στην προστασία της ανθρώπινης υγείας και ζωής στη διάρκεια της πανδημίας, το ιδιωτικοποιημένο και απλησίαστο για τους πολλούς σύστημα Υγείας, που μεγάλωσε την αγανάκτηση και πυροδότησε τη μαζική διαμαρτυρία, με αφορμή το θάνατο του Αφροαμερικανού. Ξεπερνούν τις 110.000 οι νεκροί από τον κορονοϊό και τα 42.000.000 οι νέοι άνεργοι, συνέπεια της ύφεσης στην οικονομία, όπου η πανδημία επέδρασε καταλυτικά.
Επόμενο βήμα ήταν η επιβολή απαγόρευσης της κυκλοφορίας σε πολλές πολιτείες, με άλλοθι κρούσματα βανδαλισμών σε κινητοποιήσεις, ακόμα και προβοκάτσιες. Ενεργοποιώντας νόμο για την «εθνική ασφάλεια», η κυβέρνηση επιχείρησε να αναθέσει και στο στρατό καθήκοντα καταστολής του πλήθους, προκαλώντας την αντίδραση του υπουργού Αμυνας και φήμες για αποπομπή του.
Ανάλογα φαινόμενα παρατηρήθηκαν και στα πιο χαμηλά κλιμάκια του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας, με πολλούς αξιωματικούς και απλούς ένστολους να συμπαρατάσσονται με τους διαδηλωτές, ή να αρνούνται την καταστολή τους. Δεν λείπουν βέβαια και περιπτώσεις όπου ακροδεξιές ομάδες παίρνουν το νόμο στα χέρια τους, πυροβολώντας ακόμα και ενάντια στο πλήθος των διαδηλωτών.
Η αγανάκτηση και η μαχητικότητα των διαδηλωτών δεν άφησαν φυσικά αδιάφορο τον άλλο πόλο του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, το κόμμα των Δημοκρατικών, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που οι ΗΠΑ βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο. Με παρεμβάσεις τους, στελέχη των Δημοκρατικών, ακόμα και ο πρώην Πρόεδρος Μπ. Ομπάμα, σηκώνουν κουρνιαχτό για το ρατσισμό και τις ανισότητες, κρύβοντας ότι και στην περίοδο της δικής τους διακυβέρνησης δεν έλειψαν οι ανθρωποκτονίες από την αστυνομία, ούτε βέβαια οι κοινωνικές – ταξικές ανισότητες.
Δείχνοντας τα αντανακλαστικά του αστικού πολιτικού συστήματος σε αυτές τις δύσκολες ώρες, και μάλιστα στη Μέκκα του καπιταλισμού, οι Δημοκρατικοί και επιτελεία που συνδέονται μαζί τους επαναλαμβάνουν μονότονα την ανάγκη να αποτελέσει η δολοφονία του 47χρονου Αφροαμερικανού κίνητρο για μαζική προσέλευση στην κάλπη, προσπαθώντας να εκτονώσουν αλλά και να καπηλευτούν τη δίκαιη λαϊκή αγανάκτηση.
Καθόλου τυχαία, η άγρια καταστολή των διαδηλωτών προκάλεσε την αντίδραση της Ρωσίας, της Κίνας και του Ιράν, που έχουν βρεθεί πολλές φορές στο στόχαστρο των ΗΠΑ με κατηγορίες για περιστολή των λαϊκών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Παίρνοντας τη «ρεβάνς» στη σκακιέρα των ανταγωνισμών, τα αντίπαλα κέντρα και κράτη κατηγορούν τις ΗΠΑ για τη βάρβαρη αντιμετώπιση των λαϊκών διαμαρτυριών, ενώ το ζήτημα έφτασε μέχρι τον ΟΗΕ, που συνέστησε «έρευνα» για τους δράστες της δολοφονίας και …μετριοπαθέστερη διαχείριση από την κυβέρνηση της αγανάκτησης για το θάνατο του Φλόιντ.
Ο 47χρονος είναι το πολλοστό θύμα της αστυνομικής βίας στις ΗΠΑ και πέθανε από ασφυξία, στη διάρκεια της σύλληψής του από λευκό αστυνομικό, με βεβαρημένο παρελθόν παραβατικότητας, ο οποίος επί οκτώ περίπου λεπτά τού πατούσε το λαιμό με το γόνατο, παρά το γεγονός ότι ο Αφροαμερικανός ήταν ανήμπορος να αντιδράσει σε οτιδήποτε.
Περιορίστηκε έτσι μάταια να εκλιπαρεί για τη ζωή του επαναλαμβάνοντας τη φράση «I can’t breathe» («Δεν μπορώ να αναπνεύσω»), που έγινε και το σύνθημα των λαϊκών κινητοποιήσεων.
Αλλωστε, είναι πολύ νωπά στα μυαλά όλων η ανυπαρξία του κράτους στην προστασία της ανθρώπινης υγείας και ζωής στη διάρκεια της πανδημίας, το ιδιωτικοποιημένο και απλησίαστο για τους πολλούς σύστημα Υγείας, που μεγάλωσε την αγανάκτηση και πυροδότησε τη μαζική διαμαρτυρία, με αφορμή το θάνατο του Αφροαμερικανού. Ξεπερνούν τις 110.000 οι νεκροί από τον κορονοϊό και τα 42.000.000 οι νέοι άνεργοι, συνέπεια της ύφεσης στην οικονομία, όπου η πανδημία επέδρασε καταλυτικά.
Κρατική καταστολή
Η κυβέρνηση Τραμπ ενεργοποίησε από την πρώτη στιγμή την ομοσπονδιακή αστυνομία, βλέποντας την απροθυμία τοπικών αρχών σε ορισμένες Πολιτείες να επιβάλουν με κάθε τρόπο την τάξη, όπως ζήτησε. Οι διαδηλώσεις έφτασαν τη βδομάδα που μας πέρασε μέχρι τον περίβολο σχεδόν του Λευκού Οίκου, κάνοντας τον Τραμπ και την οικογένειά του να μεταφερθούν για λίγη ώρα σε ασφαλές καταφύγιο.Επόμενο βήμα ήταν η επιβολή απαγόρευσης της κυκλοφορίας σε πολλές πολιτείες, με άλλοθι κρούσματα βανδαλισμών σε κινητοποιήσεις, ακόμα και προβοκάτσιες. Ενεργοποιώντας νόμο για την «εθνική ασφάλεια», η κυβέρνηση επιχείρησε να αναθέσει και στο στρατό καθήκοντα καταστολής του πλήθους, προκαλώντας την αντίδραση του υπουργού Αμυνας και φήμες για αποπομπή του.
Ανάλογα φαινόμενα παρατηρήθηκαν και στα πιο χαμηλά κλιμάκια του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας, με πολλούς αξιωματικούς και απλούς ένστολους να συμπαρατάσσονται με τους διαδηλωτές, ή να αρνούνται την καταστολή τους. Δεν λείπουν βέβαια και περιπτώσεις όπου ακροδεξιές ομάδες παίρνουν το νόμο στα χέρια τους, πυροβολώντας ακόμα και ενάντια στο πλήθος των διαδηλωτών.
Η αγανάκτηση και η μαχητικότητα των διαδηλωτών δεν άφησαν φυσικά αδιάφορο τον άλλο πόλο του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, το κόμμα των Δημοκρατικών, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που οι ΗΠΑ βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο. Με παρεμβάσεις τους, στελέχη των Δημοκρατικών, ακόμα και ο πρώην Πρόεδρος Μπ. Ομπάμα, σηκώνουν κουρνιαχτό για το ρατσισμό και τις ανισότητες, κρύβοντας ότι και στην περίοδο της δικής τους διακυβέρνησης δεν έλειψαν οι ανθρωποκτονίες από την αστυνομία, ούτε βέβαια οι κοινωνικές – ταξικές ανισότητες.
Δείχνοντας τα αντανακλαστικά του αστικού πολιτικού συστήματος σε αυτές τις δύσκολες ώρες, και μάλιστα στη Μέκκα του καπιταλισμού, οι Δημοκρατικοί και επιτελεία που συνδέονται μαζί τους επαναλαμβάνουν μονότονα την ανάγκη να αποτελέσει η δολοφονία του 47χρονου Αφροαμερικανού κίνητρο για μαζική προσέλευση στην κάλπη, προσπαθώντας να εκτονώσουν αλλά και να καπηλευτούν τη δίκαιη λαϊκή αγανάκτηση.
Βαθιές αντιθέσεις
Σε κάθε περίπτωση, οι λαϊκές αντιδράσεις στη δολοφονία Φλόιντ ανέδειξαν ξανά τις βαθιές διαιρέσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ και τις ενδοαστικές αντιθέσεις που κορυφώνονται τα τελευταία χρόνια πάνω στο βασικό ζητούμενο για την αστική τάξη της χώρας: Με ποια πολιτική και με ποιες συμμαχίες θα μπορέσουν οι ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν την άνοδο των ανταγωνιστών τους και να διατηρήσουν τη θέση τους στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.Καθόλου τυχαία, η άγρια καταστολή των διαδηλωτών προκάλεσε την αντίδραση της Ρωσίας, της Κίνας και του Ιράν, που έχουν βρεθεί πολλές φορές στο στόχαστρο των ΗΠΑ με κατηγορίες για περιστολή των λαϊκών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Παίρνοντας τη «ρεβάνς» στη σκακιέρα των ανταγωνισμών, τα αντίπαλα κέντρα και κράτη κατηγορούν τις ΗΠΑ για τη βάρβαρη αντιμετώπιση των λαϊκών διαμαρτυριών, ενώ το ζήτημα έφτασε μέχρι τον ΟΗΕ, που συνέστησε «έρευνα» για τους δράστες της δολοφονίας και …μετριοπαθέστερη διαχείριση από την κυβέρνηση της αγανάκτησης για το θάνατο του Φλόιντ.
Στον αντίποδα, με μεγάλες κινητοποιήσεις σε πολλές χώρες του κόσμου, ανάμεσά τους και στην Ελλάδα, το εργατικό – λαϊκό κίνημα εκφράζει την αλληλεγγύη του στους διαδηλωτές των ΗΠΑ, που συνεχίζουν τις κινητοποιήσεις τους, παρά τις συλλήψεις, την τρομοκρατία και τις απειλές στη «γη της ελευθερίας», όπως θέλουν να παρουσιάζουν την Αμερική…
- Από το 1989 έως το 2016 υπερδιπλασιάστηκε στις ΗΠΑ το χάσμα μεταξύ πάμπλουτων και πάμφτωχων οικογενειών.
Το πλουσιότερο 5% το 1989 υπολογίζεται πως είχε 114 φορές περισσότερο πλούτο και το 2016 είχε 248 φορές περισσότερο πλούτο! - Το 1970 το μέσο οικογενειακό εισόδημα (με σημερινούς όρους) ήταν 23.800 δολάρια και το 2018 ανέβηκε μόλις στα 33.000 δολάρια.
- Αναλογικά, το οικογενειακό εισόδημα των Αφροαμερικανών τη δεκαετία του 1970 ήταν το 56% εκείνου των λευκών Αμερικανών.
Το 2018, το μέσο οικογενειακό εισόδημα των Αφροαμερικανών ήταν το 61% των λευκών! - Οι Αφροαμερικανοί έχουν τριπλάσιες
πιθανότητες απ’ ό,τι οι λευκοί να δολοφονηθούν από αστυνομικούς, καθώς
αποτελούν το 24% των θυμάτων αστυνομικής βίας, αλλά μόλις το 13% του
συνολικού πληθυσμού των ΗΠΑ.
Από το 2013, ο μέσος ετήσιος αριθμός Αφροαμερικανών θυμάτων της αστυνομικής βίας ανέρχεται στους 277. - Οι πιο χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι είναι γυναίκες, Αφροαμερικανοί, Ισπανόφωνοι ή νέοι ηλικίας 18 έως 25 ετών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου