21 Ιαν 2012

Μονοπώλια και μονοπωλιακός καπιταλισμός


Σύμφωνα με τον κλασσικό ορισμό του Λένιν τα βασικά οικονομικά γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού είναι: «1) συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου, φτασμένη σε τέτοια υψηλή βαθμίδα ανάπτυξης ώστε να δημιουργεί μονοπώλια που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην οικονομική ζωή, 2) συγχώνευση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό και δημιουργία μιας χρηματιστικής ολιγαρχίας πάνω στη βάση αυτού του χρηματιστικού κεφαλαίου, 3) εξαιρετικά σπουδαία σημασία αποκτά η εξαγωγή κεφαλαίου σε διάκριση από την εξαγωγή εμπορευμάτων, 4) συγκροτούνται διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις των κεφαλαιοκρατών που μοιράζουν τον κόσμο, και 5) έχει τελειώσει το εδαφικό μοίρασμα της γης ανάμεσα στις μεγαλύτερες γεωγραφικές δυνάμεις.» (Λένιν, ‘Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού’, Άπαντα τ22, σελ272)
Το μονοπώλιο αποτελεί συμφωνία, ένωση η συνένωση κεφαλαιοκρατών, που έχουν συγκεντρώσει στα χέρια τους την παραγωγή και την πώληση σημαντικού μέρους των προϊόντων ενός η περισσότερων κλάδων παραγωγής με σκοπό τον καθορισμό υψηλών τιμών στα εμπορεύματα και την αποκόμιση μονοπωλιακά υψηλού κέρδους. Οι απλούστερες μορφές μονοπωλίου αποτελούν:
1.Το καρτέλ: είναι μονοπωλιακή ένωση, που τα μέλη της συμφωνούν για τους όρους πώλησης και τις προθεσμίες πληρωμής, μοιράζονται μεταξύ τους τις αγορές πώλησης, ορίζουν την ποσότητα των εμπορευμάτων που πρέπει να παραχθούν, καθορίζουν τις τιμές.
2.Το συνδικάτο: είναι μονοπωλιακή οργάνωση, που η πώληση των εμπορευμάτων και κάποτε και η αγορά των πρώτων υλών γίνονται από ένα κοινό γραφείο.
3.Το τραστ: αποτελεί μονοπώλιο, όπου είναι συνενωμένη η ιδιοκτησία όλων των επιχειρήσεων, και οι ιδιοκτήτες έχουν γίνει συνεταίροι, που παίρνουν κέρδος ανάλογο με τον αριθμό των μεριδίων ή των μετοχών που τους ανήκουν.
4.Το κονσέρν: είναι μια ένωση μιας σειράς επιχειρήσεων διαφόρων κλάδων της βιομηχανίας, εμπορικών οίκων, τραπεζών, μεταφορικών και ασφαλιστικών εταιριών με βάση την κοινή οικονομική εξάρτηση από μια ομάδα πολύ μεγάλων κεφαλαιοκρατών.
Ο συναγωνισμός όχι μόνο δεν εξαλείφεται άλλα παίρνει ακόμα οξύτερες διαστάσεις: α) στους κόλπους των μονοπωλίων, β) ανάμεσα στα μονοπώλια, γ) ανάμεσα στα μονοπώλια και στις μη μονοπωλιακές επιχειρήσεις.
Η συγκέντρωση της βιομηχανίας και ο σχηματισμός των τραπεζικών μονοπωλίων προκαλούν ουσιαστική αλλαγή των αμοιβαίων σχέσεων τραπεζών και βιομηχανίας. Με το μεγάλωμα των διαστάσεων των επιχειρήσεων αποκτούν ολοένα και περισσότερη σημασία οι μεγάλες μακροπρόθεσμες πιστώσεις που χορηγούν οι τράπεζες στους βιομηχάνους κεφαλαιοκράτες. Η αύξηση του όγκου των καταθέσεων που βρίσκονται στη διάθεση των τραπεζών ξανοίγει πλατιές δυνατότητες για μια τέτοια μακροπρόθεσμη επένδυση τραπεζιτικών κεφαλαίων στη βιομηχανία. Η πιο διαδεδομένη μορφή τοποθέτησης των χρηματικών μέσων των τραπεζών στη βιομηχανία είναι η αγορά της μίας ή της άλλης επιχείρησης.
Το γεγονός ότι οι τράπεζες γίνονται συνιδιοκτήτες των βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων μεταφορών, αποκτώντας μετοχές και ομολογίες τους, ενώ τα μονοπώλια της βιομηχανίας κατέχουν με τη σειρά τους μετοχές των τραπεζών που συνδέονται μεταξύ τους, έχει σαν αποτέλεσμα να συνυφαίνονται το μονοπωλιακό τραπεζικό και βιομηχανικό κεφάλαιο, να γεννιέται ένα νέο είδος κεφαλαίου, το χρηματιστικό κεφάλαιο.
Τα κύρια χαρακτηριστικά και οι κύριες απαιτήσεις του βασικού οικονομικού νόμου του μονοπωλιακού καπιταλισμού συνίσταται στα εξής: «εξασφάλιση του μέγιστου κεφαλαιοκρατικού κέρδους με την εκμετάλλευση, την καταστροφή και την εξαθλίωση της πλειοψηφίας του πληθυσμού μιας δοσμένης χώρας, με την υποδούλωση και την συστηματική καταλήστευση των λαών άλλων χωρών, και ιδιαίτερα των καθυστερημένων χωρών, τέλος με τους πολέμους και τη στρατικοποίηση της εθνικής οικονομίας που χρησιμοποιούνται για να εξασφαλιστούν τα πιο υψηλά κέρδη.» (Στάλιν, ‘Τα οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ’, σελ.42)
Μια από τις πηγές του ανώτατου κέρδους που παίρνουν τα μονοπώλια είναι η αναδιανομή της υπεραξίας με αποτέλεσμα οι μη μονοπωλιακές επιχειρήσεις πολλές φορές να μη βγάζουν ούτε καν το μέσο κέρδος.
Η εκμετάλλευση των βασικών μαζών της αγροτιάς από τα μονοπώλια εκφράζεται πριν από όλα με το γεγονός ότι η κυριαρχία των μονοπωλίων γεννάει μια αυξανόμενη διάσταση ανάμεσα στο επίπεδο των τιμών των αγροτικών προϊόντων και στο επίπεδο των τιμών των βιομηχανικών εμπορευμάτων.
Η αγορά των προϊόντων του αγροτικού νοικοκυριού από τα μονοπώλια σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές δε σημαίνει καθόλου ότι ο καταναλωτής της πόλης αγοράζει φτηνά τρόφιμα. Ανάμεσα στον αγρότη και την καταναλωτή της πόλης παρεμβάλλονται οι ενωμένοι σε μονοπωλιακές ενώσεις, εμπορομεσίτες που ρημάζουν τους αγρότες και γδέρνουν του καταναλωτές της πόλης.
Τα μονοπώλια εισπράττουν τεράστια έσοδα προπαντός από τις επενδύσεις κεφαλαίων τους στις αποικιακές και εξαρτημένες χώρες. Τα έσοδα αυτά είναι αποτέλεσμα τις πιο άγριας, της πιο απάνθρωπης εκμετάλλευσης των εργαζομένων μαζών του αποικιακού κόσμου. Τα μονοπώλια κερδίζουν με τις ανισότιμες ανταλλαγές, δηλαδή, με την πώληση των εμπορευμάτων τους στις αποικιακές και τις εξαρτημένες χώρες σε τιμές που ξεπερνάνε σημαντικά την αξία τους και με την αγορά των εμπορευμάτων που παράγονται σε αυτές τις χώρες με υπερβολικά χαμηλές τιμές, που δεν καλύπτουν την αξία τους. Παράλληλα τα μονοπώλια εισπράττουν από τις αποικίες υψηλά κέρδη για μεταφορικά, και για ασφαλιστικές και τραπεζικές πράξεις.
Τέλος, πηγή κέρδους για τα μονοπώλια είναι οι πόλεμοι και η στρατικοποίηση της οικονομίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ