Απολογισμός μιας ημιτελούς μάχης
Γράφοντας για την απεργία στο μετρό η κε του μπλοκ τοποθετείται ως απλός εξωτερικός παρατηρητής, για να καταθέσει κάποιες σκέψεις, χωρίς να διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας ή κάποιας φοβερής ανάλυσης για αυτό το σημείωμα.
Κάνω λόγο για ημιτελή μάχη, γιατί ο αγώνας αυτός σταμάτησε πριν καλά-καλά κλιμακωθεί κι οδηγηθεί στην αποφασιστική σύγκρουση. Όπως φάνηκε δυστυχώς δεν υπήρχε η παραμικρή προετοιμασία για μια απεργιακή μάχη διαρκείας –ούτε καν για γάλα διαρκείας, όπως είπε στη σαββατιάτικη συγκέντρωση κι ο κιούσης από το παμε συγκοινωνιών. Και ενώ απέναντι υπήρχε ένας έτοιμος κρατικός μηχανισμός, χωρίς καμία διάθεση για ανακωχή, που πήρε αμαχητί μία ακόμα επιμέρους νίκη, άνευ αγώνα, με (καλώς τα τα παιδιά, τα) τρία-μηδέν.
Κάποτε όμως πρέπει να δοθεί αυτή η μάχη, σε πανεργατική κλίμακα πια. Κι αν θέλουμε να μιλήσουμε ουσιαστικά, στρατηγική σημαίνει να καθορίζεις τους συσχετισμούς και τους όρους αυτής της σύγκρουσης και τακτική είναι η προετοιμασία που θα φέρει την κατάλληλη στιγμή αυτούς τους όρους.
Στην πορεία αυτή λοιπόν μπαίνουν μια σειρά ζητήματα. Με πρώτο και κυρίαρχο τη στάση του κόσμου, που έχουμε συνηθίσει κακώς να αποκαλούμε κοινή γνώμη. Ακόμα και τα πλήρως ελεγχόμενα ρεπορτάζ των καθεστωτικών μμε, δε μπόρεσαν να βρουν σε καθαρή μορφή την εικόνα του αγανακτισμένου πολίτη, για να την περάσουν στο κοινό τους και να ενεργοποιήσουν αντανακλαστικά κοινωνικού αυτοματισμού, απέναντι στους απεργούς, όπως δείχνει η πολύ εύστοχη γελοιογραφία του πάνου ζάχαρη.
Παρόλα αυτά οι διχασμένες γνώμες, και πρωτίστως η απάθεια που παίρνει τη μορφή ευμενούς ουδετερότητας απέναντι στην κυρίαρχη πολιτική, δείχνουν και κάποια όρια στις διαθέσεις του κόσμου. Αφενός δηλ ότι ένα μεγάλο ποσοστό μένει θλιβερά προσκολλημένο στη λογική «να ψοφήσει και η κατσίκα του γείτονα», είτε αυτός λέγεται δημόσιος υπάλληλος, είτε λέγεται εργαζόμενος στο μετρό, χαλυβουργός, είτε, είτε... Το πολύ να κατέβουμε μια κυριακή στο σύνταγμα να μουντζώσουμε τους τρiακόσιους και να φωνάξουμε «έξω οι (κατσικο)κλέφτες». Αφετέρου ότι ένα εξίσου μεγάλο ποσοστό δεν έχει καταλάβει τι σημαίνει πρακτικά το μέτρο της επίταξης, ποιες είναι οι άμεσες συνέπειές του κι η βαθύτερη προοπτική του (της στρατιωτικοποίησης της εργασίας).
Πολύ περισσότερο δεν έχει συνειδητοποιήσει, παρά το στρατιωτικό όρο επίταξη, πως βρισκόμαστε εν μέσω ενός σκληρού ταξικού πολέμου, με τη σιδερένια φτέρνα του συστήματος να εξαπολύει επίθεση σε όλα τα μέτωπα και να επιβάλλει το νόμο της, κρατώντας σε καθεστώς αιχμαλωσίας έναν ολόκληρο λαό, αλλά τσακίζοντας χωρίς αιχμαλώτους, όσους τολμήσουν να προβάλλουν αντίσταση (αγρότες, κινήσεις κατοίκων ενάντια στα διόδια, κτλ).
Κι εδώ το δίλημμα μπαίνει ξεκάθαρα στον καθένα. Εσύ ποιο στρατόπεδο θα διαλέξεις; Με ποια πλευρά θα (επι)ταχθείς; Με τον αγώνα της τάξης σου ή με τη μπότα της επίταξης στο λαιμό σου; Θα αναπτύξεις αγωνιστική ταξική συνείδηση ή θα τηρήσεις στάση (επι)ταξικής υποταγής;
(Στα παραπάνω χωράει παρενθετικά και μια υποσημείωση για τον «κόσμο του κινήματος» κι ειδικά για μια πτέρυγά του, που κατέβηκε μαζικά στο δρόμο για τις καταλήψεις εγκαταλειμμένων χώρων και για τη βίλα αμαλίας, αλλά δεν επέδειξε φυσικά ίδια αντανακλαστικά κι ευαισθησία για την επίταξη των απεργών, αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά τι αξιολογεί ως σημαντικό και πώς ιεραρχεί τις προτεραιότητές της).
Ένα δεύτερο ζήτημα είναι το κλασικό ερώτημα που μας βασανίζει σε αυτές τις περιπτώσεις: τι παραπάνω θα μπορούσε να γίνει, προκειμένου να μην ηττηθούν οι εργαζόμενοι και να έχει διαφορετική έκβαση ο αγώνας τους; Θα μπορούσαν πχ οι απεργοί να απαιτήσουν επιτακτικά δωρεάν μετακινήσεις ή μειωμένο εισιτήριο για το επιβατικό κοινό –εφόσον οι συγκοινωνίες ανήκουν στο λαό, όπως είπε προκλητικά κι ο σαμαράς- για ν’ απλώσουν τη βάση του αγώνα τους και να κερδίσουν τη μαζική υποστήριξη του κόσμου. Μπορούσαν ίσως να αντέξουν και να κρατήσουν λίγες μέρες ακόμα, μέχρι να μπουν και οι άλλοι κλάδοι των μεταφορών στο απεργιακό μέτωπο, προκειμένου να συντονίσουν από κοινού κι από καλύτερες θέσεις το επόμενο βήμα τους. Κι ίσως να πρέπει συνολικά το εργατικό κίνημα να συσπειρωθεί γύρω από δυο-τρεις κλάδους, που είναι αποφασισμένοι να προχωρήσουν σε κινητοποιήσεις διαρκείας και να γίνουν η αιχμή του δόρατος μιας αντεπίθεσης, που θα πετύχει μερικές νίκες και κατακτήσεις.
Όλα αυτά θίγουν διάφορες πτυχές, που καθεμιά από αυτές πιάνει με το δικό της τρόπο το βασικό ζήτημα: με τι στρατηγούς και τι συσχετισμούς θα δώσουμε αυτή τη μάχη. Λέμε για στρατηγούς γιατί αν η συνδικαλιστική ηγεσία του αγώνα είναι πιασμένη από τον αντίπαλο ή λιπόψυχη κι έτοιμη να λυγίσει και να παραδοθεί πριν καν μπει στη μάχη, τότε είμαστε χαμένοι από χέρι. Και λέμε για συσχετισμούς, γιατί το θέμα δεν είναι να έχουμε κάποιους στρατηγούς να τους χαιρόμαστε χωρίς στρατό να τους ακολουθεί –πόσο μάλλον όταν στο ευρύτερο κίνημα περισσεύουν οι διάφοροι επίδοξοι ναπολέοντες, χωρίς γείωση στον κόσμο των γνωστικών.
Υπάρχει πχ η πτυχή του συντονισμού, που είναι μια πονεμένη ιστορία, με αποκορύφωμα το μέτωπο της παιδείας και το 06-07, όπου μες σε μια ακαδημαϊκή χρονιά είχαμε: απεργία διαρκείας των δασκάλων το φθινόπωρο, μαθητικές καταλήψεις πριν τα χριστούγεννα και νέο γύρο καταλήψεων στα πανεπιστήμια τον φλεβάρτη, χωρίς να συμπέσουν ποτέ χρονικά και να ασκήσουν συντονισμένη πίεση. Συν τοις άλλοις οι κρατούντες γνωρίζουν πολύ καλά το παιχνίδι και προωθούν τις αναδιαρθρώσεις σε φέτες, με την τακτική της σαλαμοποίησης και τη στοχοποίηση του εκάστοτε κλάδου που πλήττεται ως συντεχνία.
Κάτι που μας φέρνει στην επόμενη πτυχή, της συντεχνιακής λογικής. Όχι φυσικά με την έννοια που την χρησιμοποιεί η κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της, αλλά με την έννοια του «συλλογικού εγωισμού», ως επέκταση της πεπατημένης της ατομικής λύσης, που δεν είναι ποτέ η σωστή απάντηση στα συλλογικά προβλήματα. Και που εμφιλοχωρεί σε όσα σωματεία βάζουν ως ορίζοντα την εξαίρεση του δικού τους κλάδου κι όχι συνολικά την ανατροπή της επίθεσης που σαρώνει τα εργατικά δικαιώματα.
Αυτές οι τάσεις βρίσκουν την αντανάκλασή τους με αντιφατικό τρόπο στη συνείδηση των εργαζομένων, που μπορεί κάποτε να «βολεύτηκαν» με την ατομική λύση του μέσου, αλλά σταδιακά αφυπνίζοναι και αντιδρούν. Όπως και στη στάση πχ του πρώην πασκίτη προέδρου σταματόπουλου, που πρωτοστάτησε στις κινητοποιήσεις, κατέβηκε στις εκλογές με την ανταρσύα και το σάββατο στην πορεία του παμε, αλλά λίγο νωρίτερα είχε βγει στον αυτιά κι ευχαριστούσε το σκάι για τη στήριξη της απεργίας!!
Οι ταξικές δυνάμεις σε αυτούς τους χώρους πρέπει να μάθουν να δουλεύουν με αυτά τα δεδομένα, προσπαθώντας να τα αλλάξουν. Πόσο μάλλον που οι εργαζόμενοι στις μεταφορές μπορεί να μην είναι το κλασικό προλεταριάτο στις βιομηχανίες αλλά δουλεύουν σ’ ένα νευραλγικό τομέα στρατηγικής σημασίας για τη δύναμη του εργατικού κινήματος και την πίεση που μπορεί να ασκήσει.
Όπως λέει κι ο σκιαδιώτης σε μια συνέντευξη στον κυριακάτικο ρίζο, αυτό που απαιτεί η σημερινή κατάσταση δεν είναι απλά περισσότερους αγώνες, αλλά συνδικαλιστικό κίνημα με άλλους συσχετισμούς και γενική γραμμή. Η πείρα δε λείπει σήμερα από το εργατικό κίνημα. Το ζητούμενο είναι να βγουν από αυτήν τα απαραίτητα διδάγματα κι αυτά να μπορέσουν να γίνουν υλική δύναμη –όπως έλεγαν οι κλασικοί για τις ιδέες που κατακτούν τις μάζες.
Κι εδώ βρίσκεται ο κόμπος του ζητήματος και της τέχνης της πολιτικής. Γιατί η πείρα γεννιέται μέσα από τα λάθη, που μας κάνουν σοφότερους, αλλά σκορπίζουν κι απογοήτευση. Οι συσχετισμοί αλλάζουν μέσα στο κίνημα και τους αγώνες του, όπου γεννιούνται ριζοσπαστικές συνειδήσεις, αλλά είναι και το προαπαιτούμενο για την επιτυχία τους. Κι οι μεγάλες αλλαγές χρειάζονται μικρές νίκες στο σήμερα ως ένεση ηθικού, για να τονώσουν την αυτοπεποίθηση του κόσμου. Αλλά κάθε μικρή κατάκτηση είναι επισφαλής και πρόσκαιρη αν δε συνδυάζεται με ριζικές αλλαγές και μεγάλες νίκες που να τις εδραιώνουν.
Κι έτσι κάπου πρέπει να σπάσει ο φαύλος κύκλος για να ξετυλιχτεί το νήμα της εξέλιξης..
Προβοκάτσια από Μπρεζνιεφικό απολίθωμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου