σας»
Μαρίνος Αντύπας: Ο «Ρήγας Φεραίος» του αγροτικού διαφωτισμού
9 Μάρτη του 1907 η δολοφονία της μεγαλύτερης μορφής του αγροτικού κινήματος
Ο Μαρίνος Αντύπας, ήταν η μεγαλύτερη μορφή του αγροτικού κινήματος, παρόλο που ο ίδιος δεν ήταν αγρότης.
Γεννήθηκε στο χωριό Φερεντινάτα της Κεφαλονιάς το 1872. Εκεί έμεινε μέχρι που τελείωσε το Γυμνάσιο.
Αμέσως μετά πήγε στην Αθήνα για να βρει δουλειά και να σπουδάσει Νομικά, αφήνοντας πίσω τη δουλειά του ξυλογλύπτη πατέρα του.
Ως φοιτητής της Νομικής ήρθε σε στενή επαφή με προοδευτικούς, δημοκρατικούς κύκλους της Αθήνας και εντάχθηκε στον Κεντρικό Σοσιαλιστικό Ομιλο του Σταύρου Καλλέργη, που επηρρέασε σημαντικά τον ιδεολογικό του προσανατολισμό.
«Είμαι Σοσιαλιστής όνομα και πράγμα»
Ο ίδιος, σε ένα γράμμα του,
προσδιορίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια την ιδεολογική και πολιτική
ταυτότητα στο θολό τότε τοπίο των σοσιαλιστικών θεωριών, απορρίπτοντας
τελικά, τον αναρχισμό και τον «χριστιανικό σοσιαλισμό» δηλώνοντας την πίστη του στον επιστημονικό σοσιαλισμό.
Όταν ξέσπασε η Κρητική επανάσταση του 1896, ο Μαρίνος Αντύπας
– χωρίς δεύτερη σκέψη – παράτησε τις σπουδές του και πήγε ως εθελοντής
στην Κρήτη, όπου σε μια μάχη τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος.
Το 1897 πήρε δραστήριο μέρος στην οργάνωση λαϊκού συλλαλητηρίου στην πλατεία Ομονοίας, όπου κατηγόρησε τη στάση της Βασιλείας και των Μεγάλων Δυνάμεων,
θεωρώντας τους υπεύθυνους για την ήττα της κρητικής επανάστασης και παράλληλα της ήττας στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.
Στην ίδια ομιλία έβαζε ζητήματα Δημοκρατίας και Σοσιαλισμού.
Η ομιλία του ενόχλησε τόσο πολύ το Παλάτι, με αποτέλεσμα να συλληφθεί και τον Γενάρη του 1898 να καταδικαστεί σε φυλάκιση ενός έτους.
Μόλις εκτίει την ποινή του συλλαμβάνεται και πάλι για «ηθική αυτουργία» σε απόπειρα δολοφονίας κατά του Βασιλιά Γεώργιου Ά. Η δήθεν απόπειρα κατά του Γεωργίου ήταν στημένη, για να κατηγορηθεί ο Αντύπας.
Χαρακτηριστικό είναι ότι οι δήθεν αποπειραθέντες να σκοτώσουν τον βασιλιά φυγαδεύτηκαν στην επαρχία, ενώ η κυβέρνηση γνωστοποίησε στον κόσμο ότι δήθεν καταδικάστηκαν σε θάνατο κι εκτελέστηκαν!
Με την κατηγορία αυτή μεταφέρεται στις φυλακές της Αίγινας
και κρατείται για περισσότερους από έξι μήνες, οπότε αποφυλακίζεται κι
οδηγείται βίαια στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Κεφαλονιά.
Εξέδωσε την εβδομαδιαία εφημερίδα «Ανάστασις», όπου το 1ο φύλλο της κυκλοφόρησε στις 29 Ιουλίου του 1900.
Το περιεχόμενο του 1ου φύλλου προκάλεσε νέα δίωξη εναντίον του Μαρίνου Αντύπα και την παραπομπή του σε νέα δίκη και τη διακοπή της έκδοσης της εφημερίδας.
Στη φυλακή παρέμεινε για 3 μήνες και
μετά την αποφυλάκισή του ο Μαρίνος Αντύπας πήγε στο Βουκουρέστι, ως
φιλοξενούμενος του πλούσιου θείου του, Γιώργιου Σκιαδαρέση.
Ο Σκιαδαρέσης είχε στον Αντύπα μεγάλη αδυναμία κι δεν ήταν πολύ δύσκολο
να τον πείσει να αγοράσει κτήματα στον θεσσαλικό κάμπο και να ορίσει
τον γιο του Παναγιώτη και τον Μαρίνο Αντύπα ως επιστάτες του.
Αμέσως μετά ο Αντύπας ξαναγύρισε στην Κεφαλονιά όπου επανεξέδωσε την εφημερίδα του και ίδρυσε το «Λαϊκόν Αναγνωστήριον Η Ισότης», ένα είδος λαϊκού σχολείου.
Κορύφωση της πολιτικής του δραστηριότητας ήταν η υποψηφιότητά του ως Βουλευτή Κρανιάς κατά τις βουλευτικές εκλογές του 1906.
Το κατεστημένο συσπειρώθηκε εναντίον του χάνοντας τις εκλογές.
Όμως η ταξική και ξεκάθαρη πολιτική του θέση συγκέντρωσε 2.550 ψήφους κυρίως εργατών και αγροτών.
Ο «Ρήγας Φεραίος» του αγροτικού διαφωτισμού
Μετά την αποτυχία του να εκλεγεί, πήγε στη Θεσσαλία όπου ανέλαβε τη διαχείρηση των κτημάτων του θείου του.
Εκεί, όλη του την ενέργει την αφιερώνει για την αφύπνιση των σκλάβων της Θεσσαλίας.
Από τη θέση του επιστάτη προπαγανδίζει
τις ιδέες του στον τυραννισμένο κόσμο της γης και με τις ριζοσπαστικές
ιδέες του βάζει μπουρλότο σ’ όλη τη Θεσσαλία.
Στη κτήματα που διαχειριζόταν εφάρμοσε δημοκρατικά μέτρα όπως:
- Η εφαρμογή της Κυριακάτικης Αργίας,
- ο τριπλασιασμός της αμοιβής των κολίγων στο 75% της παραγωγής, από το 25% που ίσχυε τότε σε όλα τα κτήματα
- και διαγραφή των χρεών τους.
Ταυτόχρονα συνέχισε να μιλάει σε συγκεντρώσεις
στα χωριά του κάμπου, κινητοποιώντας και οργανώνοντας τους
εξαθλιωμένους αγρότες της Θεσσαλίας και επέμενε στο να πηγαίνουν όλα τα
παιδιά σχολείο.
Τα τσιφλίκια της Θεσσαλίας – Ιστορικό
Μετά την τουρκοκρατία το 1881 τα τσιφλίκια του Αλή Πασά
αγοράστηκαν και πέρασαν στα χέρια των Ελλήνων τσιφλικάδων. Ο αγώνας των
κολίγων ενάντια στην καταπίεση των τσιφλικάδων ξεκίνησε σχεδόν, αμέσως.
Κι αυτό γιατί οι τσιφλικάδες, που ήταν, κυρίως, Ελληνες της διασποράς (Ρωσία, Ρουμανία, Τουρκία) κι αρκετοί από αυτούς (Ζαρίφης, Ζάππας, Ζωγράφος, Σκυλίτσης, Στεφάνοβικ, Καραπάνος, Μπαλτατζής κ.α.)
ήταν άνθρωποι του κεφαλαίου που ασχολούνταν με χρηματικές και τραπεζικές δραστηριότητες, είχαν διαμορφώσει απάνθρωπες συνθήκες ζωής για τους κολίγους.
Κτήματα κατείχαν επίσης και οι Κεφαλονίτες Αριστείδης Μεταξάς από την πλευρά του Πυργετού κι ο Γιώργιος Σκιαδαρέσης με έδρα το Ομόλιο (Λασποχώρι), σύνολο 300.000 στρεμμάτων.
Οι έλληνες τσιφλικάδες υποχρέωναν τους κολλίγους να εργάζονται 12 ώρες (ήλιο με ήλιο), δεν
τους επέτρεπαν να φιλοξενούν ανθρώπους στα σπίτια τους, να κυκλοφορούν
στους δρόμους μετά τη δύση του ηλίου, ούτε και να παντρεύονται.
Επιπλέον ο τσιφλικάς
είχε δικαίωμα επάνω στο σώμα των ανύπαντρων κορίτσια, να περνά την πρώτη
νύχτα του γάμου με τη νύφη, το επονομαζόμενο «Δικαίωμα της Πρώτης Νύχτας», να έχει τις παντρεμένες γυναίκες να συγυρίζουν το κονάκι του και να του κάνουν το κέφι κτλ.
«Εμένα θα με σκοτώσουν μα θέλω και νεκρός να’μαι ανάμεσά σας»
Ο Μαρίνος Αντύπας συνέχισε τη δράση του και διδάσκε τους κολλίγους τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στις ενέργειές του αυτές είχε την κάλυψη του θείου του.
Στις 27 του Φλεβάρη 1907, έγραφε:
«Συμφώνως προς τας ανωτέρω σκέψεις είμαι επαναστάτης, υποσκάπτων το άγριον καθεστώς μεθ’ όλων μου των δυνάμεων… Φρονώ ότι το δίκαιον είναι εκεί όπου το συμφέρον των πολλών και όχι των ολίγων, επομένως μεταχειρίζομαι τας δυνάμεις μου υπέρ της εξαφανίσεως του τσιφλικιού και της πλήρους ανεξαρτησίας του καλλιεργητού…»
Ο Αντύπας είχε καταλάβει πως το τέλος του πλησίαζε και γιαυτό έλεγε στους αγρότες:
«Εμένα θα με σκοτώσουν, μα όπου κι αν με βρει το κακό να ΄ρθείτε να με πάρετε, θέλω και νεκρός να είμαι ανάμεσά σας».
Η δολοφονία του οργανώθηκε, όπως αποδείχτηκε, από τους μεγαλοτσιφλικάδες της Θεσσαλίας, που έβλεπαν τον Αντύπα να «οργώνει» τον κάμπο και να μεταφέρει το εξεγερτικό του μήνυμα στους κολίγους.
Εκτελεστικό όργανο των τσιφλικάδων ήταν ο Ιωάννης Κυριακός, έμπιστος επιστάτης του μεγαλοτσιφλικά Αριστείδη Μεταξά,ο οποίος πυροβόλησε πισώπλατα με δίκαννο όπλο τον Αντύπα.
Πρέπει να σημειώσουμε πως ο δολοφόνος του Αντύπα ήταν ο ένας από τους δύο δήθεν επίδοξους δολοφόνους του Γεωργίου του Ά.
Ήταν δηλαδή ένας από τους μετέχοντες στη σκευωρία που είχε οργανωθεί τότε για τη σύλληψη του Αντύπα.
Το 1908 ο Κυριακού παραπέμφθηκε στο Κακουργιοδικείο της Λάρισας και αθωώθηκε για την εκτέλεση του αγωνιστή.
Τα τελευταία λόγια του Αντύπα, που ξεψύχησε στην αγκαλιά του εξαδέλφου του Παναγιώτη Σκιαδαρέση, ήταν:
«Ισότης, Αδελφότης, Ελευθερία»,
το σύνθημα της Γαλλικής Επανάστασης.
Οι κολίγοι τον μεταφέρουν νεκρό στα χέρια τους σε μια μεγάλη απόσταση, από τον Πυργετό στα Τέμπη.
Η σορός του εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα και ενταφιάστηκε στο Ομόλιο.
Οι αρχές κάλυψαν τον δολοφόνο του Μαρίνου Αντύπα.
Η δολοφονία του Αντύπα έμελλε να γίνει ο προπομπός, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για την εξέγερση στο Κιλελέρ, 3 χρόνια μετά τον θάνατό του, στις 6 Μαρτίου 1910.
Παραθέτουμε ένα μέρος της αρχής από το τελευταίο του άρθρο, με τίτλο «Τί Είμαι», που φανερώνει τις ιδέες του μεγάλου αγωνιστή:
«Είμαι Σοσιαλιστής όνομα και πράγμα, φέρω τον τίτλο μου πιστώς και υπερηφάνως. Πιστεύω ως Παντοκράτορα, ποιητή ορατών τε και αοράτων, την εργασίαν, και ως ομοούσιον και αχώριστον τριάδα της ευτυχίας και της ειρήνης, την Ελευθερία, την Ισότητα και την Αδελφότητα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου