Η δυνατότητα και η πραγματικότητα των οικονομικών κρίσεων «υπερπαραγωγής»
Ο Κ. Μαρξ, στο έργο του «Το Κεφάλαιο», απέδειξε επιστημονικά ότι το προτσές ανταλλαγής των εμπορευμάτων κλείνει μέσα του αντιφατικές και αλληλοαποκλειόμενες σχέσεις. Η εξέλιξη του εμπορεύματος δεν αναιρεί αυτές τις αντιφάσεις. Δημιουργεί, όμως, τη μορφή, μέσα στην οποία μπορούν να κινούνται.
Η αφηρημένη δυνατότητα των κρίσεων βρίσκεται, ήδη, μέσα στα σπλάχνα της απλής εμπορευματικής οικονομίας και συνδέεται άμεσα με τις λειτουργίες του χρήματος σαν μέσου κυκλοφορίας και σαν μέσου πληρωμής.
Στην άμεση ανταλλαγή των εμπορευμάτων (Ε-Ε), η αγορά και η πώληση ταυτίζονται, συμπίπτουν σε τόπο και χρόνο. Κανένας δεν μπορεί να πουλήσει χωρίς να αγοράσει κάποιος άλλος. Δηλαδή, πουλάω για να αγοράσω. Με την ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής και με την εμφάνιση του χρήματος, τα πράγματα αλλάζουν. Κανένας δεν είναι υποχρεωμένος να αγοράσει αμέσως, γιατί πούλησε ο ίδιος. «Η κυκλοφορία εμπορευμάτων - τονίζει ο Μαρξ - σπάει τους φραγμούς της άμεσης ανταλλαγής προϊόντων, ακριβώς, επειδή διασπά σε δύο αντίθετες πράξεις, σε πούληση και αγορά, την άμεση ταυτότητα που υπάρχει εδώ ανάμεσα στο δόσιμο του δικού του προϊόντος και στο πάρσιμο σε αντάλλαγμα του ξένου»1. Παρά το γεγονός ότι τα δύο αυτά προτσές, της πώλησης και της αγοράς (που έρχονται αντιμέτωπα σαν αυτοτελείς πράξεις), αποτελούν μια εσωτερική ενότητα, ωστόσο κινούνται μέσα σε εξωτερικές αντιθέσεις. Το όλο ζήτημα συνίσταται στο ότι το προτσές της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, που εκφράζεται στον τύπο: ε-χ-ε, δηλαδή ε (εμπόρευμα) - χ (χρήμα) - ε (εμπόρευμα), μπορεί να χωριστεί σε χρόνο και τόπο, έτσι που η πράξη της πώλησης (ε-χ) να μην ταυτιστεί, να μη συμπέσει με την πράξη αγοράς (χ-ε). Ομως, «αν συνεχιστεί πέρα από ένα ορισμένο σημείο η εξωτερική αυτοτελοποίηση των προτσές, που εσωτερικά δεν είναι αυτοτελή, επειδή συμπληρώνουν το ένα το άλλο, τότε η ενότητα επιβάλλεται βίαια - με μια κρίση»2.
Γι' αυτό και «η κρίση στην πρώτη της μορφή είναι η μεταμόρφωση του ίδιου του εμπορεύματος, ο χωρισμός της αγοράς από την πώληση»3.
Η δυνατότητα των οικονομικών κρίσεων συνδέεται και με τη λειτουργία του χρήματος σαν μέσου πληρωμής.
Ο κάθε κάτοχος εμπορεύματος δεν έχει καμιά εγγύηση ότι τη στιγμή που θα εκπνεύσει η προθεσμία για το χρέος του θα είναι σε θέση να πληρώσει. Στην περίπτωση μη πληρωμής σε ένα σημείο της αλυσίδας των ανταλλαγών, μια ολόκληρη ομάδα από κατόχους εμπορευμάτων, που συνδέονται μεταξύ τους με πιστωτικές σχέσεις, μπορεί να βρεθεί σε κατάσταση αδυναμίας να πληρώσει τα χρέη της. «Επειδή, όμως, το ίδιο το χρηματικό ποσό λειτουργεί εδώ για πολλές αμοιβαίες συναλλαγές και υποχρεώσεις, παρουσιάζεται εδώ αδυναμία πληρωμής, όχι μόνο σε ένα, αλλά σε πολλά σημεία και απ' όλα αυτά προκαλείται η κρίση». Με τη διακοπή των πληρωμών, μπορεί να επέλθει βαθιά διατάραξη στο προτσές της κυκλοφορίας και της παραγωγής.
Μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η κρίση στην πρώτη της μορφή είναι η μεταμόρφωση του ίδιου του εμπορεύματος, δηλαδή ο χωρισμός της αγοράς από την πώληση. Αυτή η δυνάμει κρίση παραπέρα εμφανίζεται σε δύο διαφορετικές και χρονικά χωρισμένες στιγμές, σε δύο διαφορετικές λειτουργίες - σαν μέτρο των αξιών και σαν πραγματοποίηση της αξίας.
«Δεν μπορεί να υπάρξει κρίση, χωρίς να έχουν χωριστεί η μία από την άλλη και να έχουν έρθει σε αντίθεση η αγορά και η πώληση ή χωρίς να εκδηλωθούν οι αντιφάσεις που περιέχονται στο χρήμα σαν μέσο πληρωμής, χωρίς λοιπόν να προβάλλει, ταυτόχρονα, η κρίση στην απλή μορφή - στην αντίφαση αγοράς και πώλησης, στην αντίφαση του χρήματος σαν μέσου πληρωμής. Αυτές, όμως, είναι επίσης απλές μορφές - γενικές δυνατότητες των κρίσεων και γι' αυτό είναι μορφές αφηρημένες της πραγματικής κρίσης»4.
Επομένως, στις συνθήκες της απλής εμπορευματικής παραγωγής και κυκλοφορίας, η οικονομική κρίση υπάρχει μόνο σαν δυνατότητα, είναι μόνο μια τυπική μορφή.
Η απλή εμπορευματική παραγωγή δεν είναι και δεν ταυτίζεται με την αναπτυγμένη καπιταλιστική εμπορευματική παραγωγή, γι' αυτό και δεν υπήρχε η αντίθεση μεταξύ του τρόπου παραγωγής και του τρόπου ιδιοποίησης, η οποία δημιουργεί τους όρους για τη μετατροπή της δυνατότητας της κρίσης σε πραγματικότητα. Η πραγματική κρίση μπορεί να προκύψει μόνον από την κίνηση της καπιταλιστικής παραγωγής, του ανταγωνισμού και της πίστης. Προκύπτει, όπως τονίζει ο Μαρξ, «από τους καθορισμούς μορφής του κεφαλαίου, που το χαρακτηρίζουν σαν κεφάλαιο και δεν περιλαμβάνονται στην απλή του ύπαρξη σαν εμπορεύματος και χρήματος»5.
Οπως γράφει ο Φρ. Ενγκελς, στις συνθήκες της απλής εμπορευματικής παραγωγής, «δεν μπορούσε να μπει καν το ερώτημα σε ποιον ανήκει το προϊόν της εργασίας. Τότε ο ατομικός παραγωγός κατασκεύαζε, κατά κανόνα, το προϊόν του από πρώτες ύλες που του ανήκαν ή που τις είχε παράγει ο ίδιος, το κατασκεύαζε με τα δικά του μέσα εργασίας και με τη δική του, την προσωπική εργασία ή με την εργασία της οικογένειάς του. Δεν υπήρχε, λοιπόν, καμιά ανάγκη να ιδιοποιηθεί κάτι που του ανήκε δικαιωματικά»6.
Τα πράγματα, όμως, είναι πολύ διαφορετικά στις συνθήκες της καπιταλιστικής παραγωγής. Εδώ ο κοινωνικός χαρακτήρας της εργασίας βρίσκει την έκφρασή του στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, μέσα στα πλαίσια της κάθε μιας καπιταλιστικής επιχείρησης, όπου απασχολούνται πολλές χιλιάδες εργάτες, ο καθένας από τους οποίους εκπληρώνει μόνο μια μερική παραγωγική πράξη. Τα μέσα εργασίας αποτελούνται από σύγχρονες και υπερσύγχρονες μηχανές και άλλα μέσα παραγωγής. Οπως είναι λογικό, αυτά τα σύγχρονα και ισχυρά μέσα παραγωγής μπορούν να μπουν σε κίνηση μόνο με τη συνολική εργασία πολλών εργατών.
«Η αστική τάξη - τονίζει ο Ενγκελς - δε θα μπορούσε ποτέ να μεταβάλει εκείνα τα περιορισμένα, τα ατομικά μέσα παραγωγής, στις τεράστιες σημερινές παραγωγικές δυνάμεις, αν δεν τα μετέβαλε από ατομικά σε κοινωνικά μέσα παραγωγής, αν δεν τα αποσπούσε από την ατομική τους χρήση, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από ένα σύνολο ανθρώπων. Και όπως τα μέσα παραγωγής, έτσι και η ίδια η παραγωγή, από μια σειρά ατομικές εργασίες που ήταν πριν, μετατράπηκε σε μια σειρά συλλογικών εργασιών και τα προϊόντα, από προϊόντα ατόμων, σε κοινωνικά προϊόντα... Κανένα άτομο δεν μπορεί τώρα να πει γι' αυτά τα προϊόντα: Αυτό το έφτιαξα εγώ, αυτό είναι δικό μου προϊόν»7.
Στον καπιταλισμό, τα μέσα παραγωγής έχουν κοινωνικό χαρακτήρα και, παρ' όλα αυτά, είναι ατομική ιδιοκτησία των κεφαλαιοκρατών. Γι' αυτό και τα προϊόντα της κοινωνικής παραγωγής δεν ανήκουν στους παραγωγούς τους, στους εργάτες, αλλά στους καπιταλιστές.
Η βασική αντίθεση της απλής εμπορευματικής παραγωγής μεταξύ της κοινωνικής εργασίας και της ατομικής εργασίας, στις συνθήκες της αναπτυγμένης καπιταλιστικής εμπορευματικής παραγωγής, αναπτύσσεται και μετεξελίσσεται σε βασική αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και της ατομικής καπιταλιστικής μορφής ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της. Στη βάση αυτή, η δυνατότητα των κρίσεων «υπερπαραγωγής», η οποία προϋπάρχει στη μορφή του εμπορεύματος και στην απλή εμπορευματική παραγωγή, γίνεται πραγματικότητα.
Η αιτία των κρίσεων
Ηδη, πάνω από 170 χρόνια, το καπιταλιστικό σύστημα συγκλονίζεται κατά καιρούς από τις οικονομικές κρίσεις.
Ο Κ. Μαρξ τόνιζε γι' αυτές και για την αστική αντίληψη σχετικά με αυτές ότι: «Δεν επρόκειτο πια για μεμονωμένα οικονομικά φαινόμενα... αλλά για τις μεγάλες θύελλες της παγκόσμιας αγοράς, στις οποίες ξεσπάει η αντίφαση όλων των στοιχείων του αστικού προτσές παραγωγής, η προέλευση και η απόκρουση των οποίων αναζητούνται μέσα στην πιο επιφανειακή και πιο αφηρημένη σφαίρα αυτού του προτσές, στη σφαίρα της χρηματικής κυκλοφορίας»8.
Η αιτία των οικονομικών κρίσεων είναι η βασική αντίθεση του καπιταλισμού ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την ατομική καπιταλιστική μορφή ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της. Η βασική αυτή αντίθεση εκδηλώνεται στις συγκεκριμένες αντιθέσεις του καπιταλιστικού προτσές αναπαραγωγής, η όξυνση των οποίων περιοδικά οδηγεί στις κρίσεις. Η λειτουργία των κρίσεων είναι η βίαιη λύση των εμφανιζόμενων αντιθέσεων στο προτσές αναπαραγωγής και η αποκατάσταση των παραβιασμένων αναλογιών. Η λύση, όμως, αυτή των αντιθέσεων έχει πάντα προσωρινό και μερικό χαρακτήρα. Γι' αυτό κάθε κυκλική κρίση, ταυτόχρονα, δημιουργεί τις συνθήκες για μια νέα όξυνση των αντιθέσεων και το ξέσπασμα μιας νέας κρίσης.
Σχετικά με το τι είναι οι οικονομικές κρίσεις, ο Κ. Μαρξ γράφει ότι: «Στις κρίσεις - ξεσπά μια κοινωνική επιδημία, που σε κάθε άλλη προηγούμενη εποχή θα φαινόταν σαν παραλογισμός, η επιδημία της υπερπαραγωγής»9. Ακόμη ότι: «Η κρίση (...) είναι ακριβώς η στιγμή της διατάραξης και της διακοπής του προτσές αναπαραγωγής»10 και «για να είναι μια κρίση (επομένως και η υπερπαραγωγή) γενική, φτάνει να αγκαλιάσει τα κύρια είδη του εμπορίου»11. Σύμφωνα με τον Β. Ι. Λένιν, οι κρίσεις είναι: «Υπερπαραγωγή, παραγωγή εμπορευμάτων, που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν, δεν μπορούν να βρουν ζήτηση»12.
Οι οικονομικές κρίσεις από δυνατότητα γίνονται πραγματικότητα μόνο στις συνθήκες της αναπτυγμένης καπιταλιστικής εμπορευματικής παραγωγής. Η καθιέρωση της μεγάλης μηχανικής παραγωγής αποτέλεσε και την απαρχή των οικονομικών κρίσεων, που περιοδικά παραβιάζουν την ομαλή πορεία της κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγικής διαδικασίας. Αρχίζοντας από το 1825, η οικονομία των καπιταλιστικών χωρών περιοδικά διακόπτεται από την καταστρεπτική επίδραση των οικονομικών κρίσεων, που επαναλαμβάνονται κάθε τόσο μέσα σε ορισμένα χρονικά διαστήματα.
Οι καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις εκδηλώνονται πρώτα απ' όλα με την υπερπαραγωγή εμπορευμάτων και την απότομη όξυνση των δυσκολιών ρευστοποίησής τους. Μέσα στις συνθήκες αυτές, οι επιχειρήσεις είτε κλείνουν, είτε περιορίζουν σημαντικά την παραγωγή τους, αυξάνεται η στρατιά των ανέργων, επιδεινώνεται απότομα το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, αποδιοργανώνεται το εμπόριο, παραβιάζονται οι χρηματικές και οι πιστωτικές σχέσεις, χρεοκοπούν οι βιομηχανικές - εμπορικές και τραπεζικές επιχειρήσεις.
Η υπερπαραγωγή εμπορευμάτων στις συνθήκες του καπιταλισμού δεν μπορεί και δεν είναι απόλυτη, γιατί αυτό σημαίνει απλά περίσσευμα εμπορευμάτων, σε σύγκριση με την αγοραστική ικανότητα των λαϊκών μαζών.
1. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμος 1, σελ. 126.
2. Στο ίδιο.
3. Κ. Μαρξ: «Θεωρίες για την υπεραξία», τ. IV, μέρος δεύτερο, σελ. 599.
4. Κ. Μαρξ: «Θεωρίες για την υπεραξία», τ. IV, μέρος δεύτερο, σελ. 599.
5. Στο ίδιο, σελ. 596-597.
6. Φρ. Ενγκελς: «Αντι-Ντύρινγκ», εκδόσεις «Αναγνωστίδης», σελ. 398.
7. Στο ίδιο, σελ. 396-397.
8. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 3, σελ. 687.
9. Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς: «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 32.
10. Κ. Μαρξ: «Θεωρίες για την υπεραξία», μέρος 2ο, σελ. 586.
11. Στο ίδιο, σελ. 589.
12. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», «Χαρακτηρισμός του οικονομικού ρομαντισμού», τόμος 2, σελ. 170.
Ο Κ. Μαρξ, στο έργο του «Το Κεφάλαιο», απέδειξε επιστημονικά ότι το προτσές ανταλλαγής των εμπορευμάτων κλείνει μέσα του αντιφατικές και αλληλοαποκλειόμενες σχέσεις. Η εξέλιξη του εμπορεύματος δεν αναιρεί αυτές τις αντιφάσεις. Δημιουργεί, όμως, τη μορφή, μέσα στην οποία μπορούν να κινούνται.
Η αφηρημένη δυνατότητα των κρίσεων βρίσκεται, ήδη, μέσα στα σπλάχνα της απλής εμπορευματικής οικονομίας και συνδέεται άμεσα με τις λειτουργίες του χρήματος σαν μέσου κυκλοφορίας και σαν μέσου πληρωμής.
Στην άμεση ανταλλαγή των εμπορευμάτων (Ε-Ε), η αγορά και η πώληση ταυτίζονται, συμπίπτουν σε τόπο και χρόνο. Κανένας δεν μπορεί να πουλήσει χωρίς να αγοράσει κάποιος άλλος. Δηλαδή, πουλάω για να αγοράσω. Με την ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής και με την εμφάνιση του χρήματος, τα πράγματα αλλάζουν. Κανένας δεν είναι υποχρεωμένος να αγοράσει αμέσως, γιατί πούλησε ο ίδιος. «Η κυκλοφορία εμπορευμάτων - τονίζει ο Μαρξ - σπάει τους φραγμούς της άμεσης ανταλλαγής προϊόντων, ακριβώς, επειδή διασπά σε δύο αντίθετες πράξεις, σε πούληση και αγορά, την άμεση ταυτότητα που υπάρχει εδώ ανάμεσα στο δόσιμο του δικού του προϊόντος και στο πάρσιμο σε αντάλλαγμα του ξένου»1. Παρά το γεγονός ότι τα δύο αυτά προτσές, της πώλησης και της αγοράς (που έρχονται αντιμέτωπα σαν αυτοτελείς πράξεις), αποτελούν μια εσωτερική ενότητα, ωστόσο κινούνται μέσα σε εξωτερικές αντιθέσεις. Το όλο ζήτημα συνίσταται στο ότι το προτσές της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, που εκφράζεται στον τύπο: ε-χ-ε, δηλαδή ε (εμπόρευμα) - χ (χρήμα) - ε (εμπόρευμα), μπορεί να χωριστεί σε χρόνο και τόπο, έτσι που η πράξη της πώλησης (ε-χ) να μην ταυτιστεί, να μη συμπέσει με την πράξη αγοράς (χ-ε). Ομως, «αν συνεχιστεί πέρα από ένα ορισμένο σημείο η εξωτερική αυτοτελοποίηση των προτσές, που εσωτερικά δεν είναι αυτοτελή, επειδή συμπληρώνουν το ένα το άλλο, τότε η ενότητα επιβάλλεται βίαια - με μια κρίση»2.
Γι' αυτό και «η κρίση στην πρώτη της μορφή είναι η μεταμόρφωση του ίδιου του εμπορεύματος, ο χωρισμός της αγοράς από την πώληση»3.
Η δυνατότητα των οικονομικών κρίσεων συνδέεται και με τη λειτουργία του χρήματος σαν μέσου πληρωμής.
Ο κάθε κάτοχος εμπορεύματος δεν έχει καμιά εγγύηση ότι τη στιγμή που θα εκπνεύσει η προθεσμία για το χρέος του θα είναι σε θέση να πληρώσει. Στην περίπτωση μη πληρωμής σε ένα σημείο της αλυσίδας των ανταλλαγών, μια ολόκληρη ομάδα από κατόχους εμπορευμάτων, που συνδέονται μεταξύ τους με πιστωτικές σχέσεις, μπορεί να βρεθεί σε κατάσταση αδυναμίας να πληρώσει τα χρέη της. «Επειδή, όμως, το ίδιο το χρηματικό ποσό λειτουργεί εδώ για πολλές αμοιβαίες συναλλαγές και υποχρεώσεις, παρουσιάζεται εδώ αδυναμία πληρωμής, όχι μόνο σε ένα, αλλά σε πολλά σημεία και απ' όλα αυτά προκαλείται η κρίση». Με τη διακοπή των πληρωμών, μπορεί να επέλθει βαθιά διατάραξη στο προτσές της κυκλοφορίας και της παραγωγής.
Μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η κρίση στην πρώτη της μορφή είναι η μεταμόρφωση του ίδιου του εμπορεύματος, δηλαδή ο χωρισμός της αγοράς από την πώληση. Αυτή η δυνάμει κρίση παραπέρα εμφανίζεται σε δύο διαφορετικές και χρονικά χωρισμένες στιγμές, σε δύο διαφορετικές λειτουργίες - σαν μέτρο των αξιών και σαν πραγματοποίηση της αξίας.
«Δεν μπορεί να υπάρξει κρίση, χωρίς να έχουν χωριστεί η μία από την άλλη και να έχουν έρθει σε αντίθεση η αγορά και η πώληση ή χωρίς να εκδηλωθούν οι αντιφάσεις που περιέχονται στο χρήμα σαν μέσο πληρωμής, χωρίς λοιπόν να προβάλλει, ταυτόχρονα, η κρίση στην απλή μορφή - στην αντίφαση αγοράς και πώλησης, στην αντίφαση του χρήματος σαν μέσου πληρωμής. Αυτές, όμως, είναι επίσης απλές μορφές - γενικές δυνατότητες των κρίσεων και γι' αυτό είναι μορφές αφηρημένες της πραγματικής κρίσης»4.
Επομένως, στις συνθήκες της απλής εμπορευματικής παραγωγής και κυκλοφορίας, η οικονομική κρίση υπάρχει μόνο σαν δυνατότητα, είναι μόνο μια τυπική μορφή.
Η απλή εμπορευματική παραγωγή δεν είναι και δεν ταυτίζεται με την αναπτυγμένη καπιταλιστική εμπορευματική παραγωγή, γι' αυτό και δεν υπήρχε η αντίθεση μεταξύ του τρόπου παραγωγής και του τρόπου ιδιοποίησης, η οποία δημιουργεί τους όρους για τη μετατροπή της δυνατότητας της κρίσης σε πραγματικότητα. Η πραγματική κρίση μπορεί να προκύψει μόνον από την κίνηση της καπιταλιστικής παραγωγής, του ανταγωνισμού και της πίστης. Προκύπτει, όπως τονίζει ο Μαρξ, «από τους καθορισμούς μορφής του κεφαλαίου, που το χαρακτηρίζουν σαν κεφάλαιο και δεν περιλαμβάνονται στην απλή του ύπαρξη σαν εμπορεύματος και χρήματος»5.
Οπως γράφει ο Φρ. Ενγκελς, στις συνθήκες της απλής εμπορευματικής παραγωγής, «δεν μπορούσε να μπει καν το ερώτημα σε ποιον ανήκει το προϊόν της εργασίας. Τότε ο ατομικός παραγωγός κατασκεύαζε, κατά κανόνα, το προϊόν του από πρώτες ύλες που του ανήκαν ή που τις είχε παράγει ο ίδιος, το κατασκεύαζε με τα δικά του μέσα εργασίας και με τη δική του, την προσωπική εργασία ή με την εργασία της οικογένειάς του. Δεν υπήρχε, λοιπόν, καμιά ανάγκη να ιδιοποιηθεί κάτι που του ανήκε δικαιωματικά»6.
Τα πράγματα, όμως, είναι πολύ διαφορετικά στις συνθήκες της καπιταλιστικής παραγωγής. Εδώ ο κοινωνικός χαρακτήρας της εργασίας βρίσκει την έκφρασή του στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, μέσα στα πλαίσια της κάθε μιας καπιταλιστικής επιχείρησης, όπου απασχολούνται πολλές χιλιάδες εργάτες, ο καθένας από τους οποίους εκπληρώνει μόνο μια μερική παραγωγική πράξη. Τα μέσα εργασίας αποτελούνται από σύγχρονες και υπερσύγχρονες μηχανές και άλλα μέσα παραγωγής. Οπως είναι λογικό, αυτά τα σύγχρονα και ισχυρά μέσα παραγωγής μπορούν να μπουν σε κίνηση μόνο με τη συνολική εργασία πολλών εργατών.
«Η αστική τάξη - τονίζει ο Ενγκελς - δε θα μπορούσε ποτέ να μεταβάλει εκείνα τα περιορισμένα, τα ατομικά μέσα παραγωγής, στις τεράστιες σημερινές παραγωγικές δυνάμεις, αν δεν τα μετέβαλε από ατομικά σε κοινωνικά μέσα παραγωγής, αν δεν τα αποσπούσε από την ατομική τους χρήση, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν από ένα σύνολο ανθρώπων. Και όπως τα μέσα παραγωγής, έτσι και η ίδια η παραγωγή, από μια σειρά ατομικές εργασίες που ήταν πριν, μετατράπηκε σε μια σειρά συλλογικών εργασιών και τα προϊόντα, από προϊόντα ατόμων, σε κοινωνικά προϊόντα... Κανένα άτομο δεν μπορεί τώρα να πει γι' αυτά τα προϊόντα: Αυτό το έφτιαξα εγώ, αυτό είναι δικό μου προϊόν»7.
Στον καπιταλισμό, τα μέσα παραγωγής έχουν κοινωνικό χαρακτήρα και, παρ' όλα αυτά, είναι ατομική ιδιοκτησία των κεφαλαιοκρατών. Γι' αυτό και τα προϊόντα της κοινωνικής παραγωγής δεν ανήκουν στους παραγωγούς τους, στους εργάτες, αλλά στους καπιταλιστές.
Η βασική αντίθεση της απλής εμπορευματικής παραγωγής μεταξύ της κοινωνικής εργασίας και της ατομικής εργασίας, στις συνθήκες της αναπτυγμένης καπιταλιστικής εμπορευματικής παραγωγής, αναπτύσσεται και μετεξελίσσεται σε βασική αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και της ατομικής καπιταλιστικής μορφής ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της. Στη βάση αυτή, η δυνατότητα των κρίσεων «υπερπαραγωγής», η οποία προϋπάρχει στη μορφή του εμπορεύματος και στην απλή εμπορευματική παραγωγή, γίνεται πραγματικότητα.
Η αιτία των κρίσεων
Ηδη, πάνω από 170 χρόνια, το καπιταλιστικό σύστημα συγκλονίζεται κατά καιρούς από τις οικονομικές κρίσεις.
Ο Κ. Μαρξ τόνιζε γι' αυτές και για την αστική αντίληψη σχετικά με αυτές ότι: «Δεν επρόκειτο πια για μεμονωμένα οικονομικά φαινόμενα... αλλά για τις μεγάλες θύελλες της παγκόσμιας αγοράς, στις οποίες ξεσπάει η αντίφαση όλων των στοιχείων του αστικού προτσές παραγωγής, η προέλευση και η απόκρουση των οποίων αναζητούνται μέσα στην πιο επιφανειακή και πιο αφηρημένη σφαίρα αυτού του προτσές, στη σφαίρα της χρηματικής κυκλοφορίας»8.
Η αιτία των οικονομικών κρίσεων είναι η βασική αντίθεση του καπιταλισμού ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την ατομική καπιταλιστική μορφή ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της. Η βασική αυτή αντίθεση εκδηλώνεται στις συγκεκριμένες αντιθέσεις του καπιταλιστικού προτσές αναπαραγωγής, η όξυνση των οποίων περιοδικά οδηγεί στις κρίσεις. Η λειτουργία των κρίσεων είναι η βίαιη λύση των εμφανιζόμενων αντιθέσεων στο προτσές αναπαραγωγής και η αποκατάσταση των παραβιασμένων αναλογιών. Η λύση, όμως, αυτή των αντιθέσεων έχει πάντα προσωρινό και μερικό χαρακτήρα. Γι' αυτό κάθε κυκλική κρίση, ταυτόχρονα, δημιουργεί τις συνθήκες για μια νέα όξυνση των αντιθέσεων και το ξέσπασμα μιας νέας κρίσης.
Σχετικά με το τι είναι οι οικονομικές κρίσεις, ο Κ. Μαρξ γράφει ότι: «Στις κρίσεις - ξεσπά μια κοινωνική επιδημία, που σε κάθε άλλη προηγούμενη εποχή θα φαινόταν σαν παραλογισμός, η επιδημία της υπερπαραγωγής»9. Ακόμη ότι: «Η κρίση (...) είναι ακριβώς η στιγμή της διατάραξης και της διακοπής του προτσές αναπαραγωγής»10 και «για να είναι μια κρίση (επομένως και η υπερπαραγωγή) γενική, φτάνει να αγκαλιάσει τα κύρια είδη του εμπορίου»11. Σύμφωνα με τον Β. Ι. Λένιν, οι κρίσεις είναι: «Υπερπαραγωγή, παραγωγή εμπορευμάτων, που δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν, δεν μπορούν να βρουν ζήτηση»12.
Οι οικονομικές κρίσεις από δυνατότητα γίνονται πραγματικότητα μόνο στις συνθήκες της αναπτυγμένης καπιταλιστικής εμπορευματικής παραγωγής. Η καθιέρωση της μεγάλης μηχανικής παραγωγής αποτέλεσε και την απαρχή των οικονομικών κρίσεων, που περιοδικά παραβιάζουν την ομαλή πορεία της κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγικής διαδικασίας. Αρχίζοντας από το 1825, η οικονομία των καπιταλιστικών χωρών περιοδικά διακόπτεται από την καταστρεπτική επίδραση των οικονομικών κρίσεων, που επαναλαμβάνονται κάθε τόσο μέσα σε ορισμένα χρονικά διαστήματα.
Οι καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις εκδηλώνονται πρώτα απ' όλα με την υπερπαραγωγή εμπορευμάτων και την απότομη όξυνση των δυσκολιών ρευστοποίησής τους. Μέσα στις συνθήκες αυτές, οι επιχειρήσεις είτε κλείνουν, είτε περιορίζουν σημαντικά την παραγωγή τους, αυξάνεται η στρατιά των ανέργων, επιδεινώνεται απότομα το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, αποδιοργανώνεται το εμπόριο, παραβιάζονται οι χρηματικές και οι πιστωτικές σχέσεις, χρεοκοπούν οι βιομηχανικές - εμπορικές και τραπεζικές επιχειρήσεις.
Η υπερπαραγωγή εμπορευμάτων στις συνθήκες του καπιταλισμού δεν μπορεί και δεν είναι απόλυτη, γιατί αυτό σημαίνει απλά περίσσευμα εμπορευμάτων, σε σύγκριση με την αγοραστική ικανότητα των λαϊκών μαζών.
1. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμος 1, σελ. 126.
2. Στο ίδιο.
3. Κ. Μαρξ: «Θεωρίες για την υπεραξία», τ. IV, μέρος δεύτερο, σελ. 599.
4. Κ. Μαρξ: «Θεωρίες για την υπεραξία», τ. IV, μέρος δεύτερο, σελ. 599.
5. Στο ίδιο, σελ. 596-597.
6. Φρ. Ενγκελς: «Αντι-Ντύρινγκ», εκδόσεις «Αναγνωστίδης», σελ. 398.
7. Στο ίδιο, σελ. 396-397.
8. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 3, σελ. 687.
9. Κ. Μαρξ - Φρ. Ενγκελς: «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 32.
10. Κ. Μαρξ: «Θεωρίες για την υπεραξία», μέρος 2ο, σελ. 586.
11. Στο ίδιο, σελ. 589.
12. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», «Χαρακτηρισμός του οικονομικού ρομαντισμού», τόμος 2, σελ. 170.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου