Την Αλεξάνδρεια που χάνουμε
Στο σημερινό σημείωμα θα επιχειρήσω
να αναλύσω εκτενέστερα κάποια πράγματα που αναφέρθηκαν ακροθιγώς στο
κλείσιμο της προηγούμενης ανάρτησης, παίρνοντας ως αφορμή και ορισμένα
σημεία που μου εντυπώθηκαν από μια εκδήλωση-βιβλιοπαρουσίαση της
μπροσούρας «κόμμα παντός καιρού» από την αλέκα, που έτυχε να
παρακολουθήσω πρόσφατα. (Κι από την οποία, παρενθετικά και
παρεμπιπτόντως, το πιο ζουμερό στιγμιότυπο ήταν προς το τέλος οι
σπαρταριστές διηγήσεις της τέως γγ από την προσωπική της πείρα στον χώρο
δουλειάς της κόβας της και από μια εξόρμηση συνταξιούχων στο καπη του
μαραθώνα, που είναι δύσκολη περιοχή, αλλά πήγαινε ανέλπιστα καλά, μέχρι
που η αλέκα τόλμησε να πει κάτι ενάντια στο δήμαρχο ψινάκη και... «τι
το’ θελα;» Αποδείχτηκε πως όλοι τον είχανε ψηφίσει, «μα συντηρητικοί, μα
ξέρω ‘γω...» και το κλίμα γύρισε μπούμερανγκ. «Και δεν το λέω επειδή
είναι... Αυτός προσβάλλει τους σοβαρούς ομοφυλόφιλους. Αφού δεν μπορείς
να τον πλησιάσεις, μη τυχόν του πέσει το...» κι έριξε δυο μπατσάκια στο
μάγουλό της για να δείξει ποιο σημείο εννοεί και σε τι αναφέρεται
(λίφτινγκ ή επί το ελληνικότερο ανόρθωση). Κι είπε και για κάποιους
εργάτες που ήρθαν στο σπίτι της, στη νέα μάκρη για κάτι επιδιορθώσεις
και τη ρώτησαν «τι κάνει ο ηλίας;». Και η αλέκα νόμισε πως λένε για ένα
γείτονα και άρχισε να λέει πως «καλά είναι», μέχρι που κατάλαβε ποιον
εννοούσαν και.. τους περιέλαβε. Κλείνει η παρένθεση).
Καταρχάς, όταν λέμε παντός καιρού, εννοούμε κατά βάση.. τον κακό μας τον καιρό. Δηλ κακοκαιρία κι αντίξοες συνθήκες. Όχι απαραίτητα τα χιόνια και τον παγετό που είχαν να αντιμετωπίσουν στα βουνά οι αντάρτες, αλλά τον.. ψυχρό λίβα της αλλαγής και της αντεπανάστασης, που τραγουδούσαν οι σκόρπιονς, και τη θύελλα την οποία έβλεπε το κόμμα και για την οποία προειδοποιούσε το λαό πριν από τις εκλογές του 09’. Ούτε ο λαός ούτε πολύ περισσότερο το κομματικό δυναμικό μπορεί σήμερα να επαναπαυτεί και να βαυκαλίζεται πως πρόκειται για μια προσωρινή αντιλαϊκή καταιγίδα, όπου τα χειρότερα έχουν μείνει πίσω μας, αλλά εφεξής θα αρχίσει να ανοίγει σταδιακά ο καιρός, για να ξαναβρεί και το καρυδότσουφλό μας ένα απάνεμο λιμάνι και κάποιες από τις αρχικές μας ισορροπίες. Γιατί το σημείο ισορροπίας, μετά την κατρακύλα του βιοτικού επιπέδου και των κατακτήσεων της εργατικής τάξης, δε θα βρεθεί στους ‘επωφελείς συμβιβασμούς’ του ‘χρυσού κεϊνσιανού’ παρελθόντος, που εξαγόραζαν εργατικές συνειδήσεις, διαμορφώνοντας ένα προνομιούχο στρώμα (εργατική αριστοκρατία) και τις συμμαχίες της αστικής τάξης που έσπασαν με απότομο κι επώδυνο τρόπο για τους μικροαστούς, αφήνοντάς τους μετέωρους. Αλλά σε αυτό το σημείο που θα εξασφαλίζει στους καπιταλιστές φτηνό ευέλικτο εργατικό δυναμικό, χωρίς πολλές απαιτήσεις και δικαιώματα, καθώς και την περιβόητη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, με μεροκάματα και μισθούς που θα προσεγγίζουν και θα ανταγωνίζονται τα δεδομένα του τρίτου κόσμου.
Αυτή η γενική τάση μπορεί ίσως να σταθεροποιηθεί προσωρινά αλλά δεν είναι δυνατόν να μεταστραφεί στο σημερινό πλαίσιο. Αυτό ορίζει παράλληλα ένα πολύ συγκεκριμένο φάσμα για τις δυνατότητες του ελληνικού και του παγκόσμιου καπιταλισμού να ανακάμψει από την κρίση του και να παρακάμψει τους νόμους κίνησης και τα δεδομένα που την καθορίζουν. Και κατ’ επέκταση (ορίζει) την εγκυρότητα της αναπτυξιολογίας, κυβερνητικής ή αντιπολιτευτικής-αντιμνημονιακής απόχρωσης, και των πολιτικών υποσχέσεων για έξοδο από το τούνελ και τα οφέλη που θα προσκομίσουν θεωρητικά τα λαϊκά στρώματα. Όσο ο λαός παραμένει με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν και την αλεξάνδρεια που χάνει, χωρίς να στοχεύει στην ιθάκη και το ταξίδι που απαιτεί για να τη φτάσουμε, θα παραμένει στήλη άλατος, αδρανής κι ακινητοποιημένος· κατ’ ουσίαν πολιτικά ανάπηρος, να περιμένει με ανοιχτό το στόμα την άνωθεν λύση ως μάννα εξ ουρανού και να χάφτει ό,τι δόλωμα του προσφέρουν και κάθε αστικό ιδεολόγημα που του σερβίρουν, για να παραλύουν τις αντιδράσεις του, δηλητηριάζοντας τη συνείδησή του.
Εξίσου καταστροφική θα απέβαινε ωστόσο η ενδόμυχη αυταπάτη, ως ασυνείδητη τάση πολλές φορές, για επιστροφή στις ισορροπίες του πρόσφατου παρελθόντος, με τις σταθερές που συνηθίσαμε και το γνώριμο τρόπο δουλειάς, την οικεία κομματική ρουτίνα με τα κουτάκια, χωρίς εκπλήξεις και σκαμπανεβάσματα. Ο πήχης των απαιτήσεων μπαίνει ψηλότερα, καθιστώντας ανεπαρκείς τις παλιές συμβατικές μεθόδους. Ο στόχος να πολιτικοποιηθούν οι αγώνες και το κίνημα για να ‘χουν ουσία κι αποτέλεσμα οι κινητοποιήσεις που ξεδιπλώθηκαν τα τελευταία χρόνια, περνάει μέσα από την ποιοτική άνοδο στην προσωπική δουλειά κάθε συντρόφου και την προώθηση πρωτοπόρων, ανεβασμένων μορφών. Όπως οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να περιμένουν καμία εκεχειρία στον κοινωνικό ταξικό πόλεμο και την αντιλαϊκή επίθεση, για να επιστρέψουμε στα προκρισιακά δεδομένα, έτσι κι οι κομμουνιστές δεν επτρέπεται να εφησυχάζουν και να μένουν προσκολλημένοι στην πεπατημένη οδό μιας αφηρημένης κανονικότητας, που μπορεί ωστόσο να φέρει αποτελέσματα, αρκεί να τη βαδίσουμε με μεγαλύτερη συνέπεια κι επιμονή.
Παντός καιρού σημαίνει επίσης να προετοιμάζεις τη δική σου πλευρά για ολομέτωπη σύγκρουση, ακόμα και σε συνθήκες φαινομενικής «κοινωνικής ειρήνης» και νηνεμίας, η οποία προμηνύει δια της κάλυψης-απόκρυψης την επερχόμενη καταιγίδα και όπου μοιάζει να μην κουνιέται φύλλο, ή να πηγαίνει το κίνημα όπου φυσάει ο άνεμος, να έχει την ψευδαίσθηση ότι πετάει και να ξαναπέφτει οριστικά μετά από λίγο. Ή σε συνθήκες γενικευμένης απογοήτευσης, όπου θα ‘ρθει ο αριστερόζ ιππότης καβάλα στο πράσινο άλογο της πασοκικής αλαζονείας να χαρίσει ψίχουλα στους ιθαγενείς, που θα του φαίνονται χρυσάφι. Όταν το κόμμα μιλάει για το ενδεχόμενο μιας πρόσκαιρης, αναιμικής ανάκαμψης κι ανάπτυξης της οικονομίας, δεν έρχεται να προσδώσει αξιοπιστία στην κούφια κυβερνητική (και όχι μόνο) αναπτυξιολογία, αλλά να τονίσει ακριβώς τον αναιμικό χαρακτήρα της και το ταξικό της πρόσημο, κρούοντας το καμπανάκι του κινδύνου στις υπνωτισμένες ταξικές συνειδήσεις, που τις νανουρίζουν με ένα φωτάκι στο τούνελ, για να μη φοβούνται το σκοτάδι και τον ερργασιακό μεσαίωνα.
Τα βασικά ζητήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ταξικές δυνάμεις είναι αυτά που αναφέρονται ονομαστικά και περιληπτικά στην τελευταία παράγραφο του προηγούμενου σημειώματος. Αλλά για να μη στριμώξω τους σχετικούς προβληματισμούς στον επίλογο του κειμένου, ας τους κρατήσουμε κάβα για μια επόμενη συνέχεια.
Αντί επιλόγου λοιπόν, θα περιοριστώ να σημειώσω πως η αλέκα ανήκει σε εκείνα τα μέλη της κετουκε, που έχει συγγραφικό έργο και πλούσια αρθρογραφία, πριν ακόμα γίνει γγ, στα κομματικά όργανα και θα ήταν χρήσιμο κι ενδιαφέρον να τη δούμε να αξιοποιείται το επόμενο διάστημα, πάντα βέβαια στο βαθμό των δυνάμεων και των δυνατοτήτων της, σε αντίστοιχες εκδηλώσεις-παρουσιάσεις και γενικότερα στη θεωρητική δουλειά του κόμματος.
Καταρχάς, όταν λέμε παντός καιρού, εννοούμε κατά βάση.. τον κακό μας τον καιρό. Δηλ κακοκαιρία κι αντίξοες συνθήκες. Όχι απαραίτητα τα χιόνια και τον παγετό που είχαν να αντιμετωπίσουν στα βουνά οι αντάρτες, αλλά τον.. ψυχρό λίβα της αλλαγής και της αντεπανάστασης, που τραγουδούσαν οι σκόρπιονς, και τη θύελλα την οποία έβλεπε το κόμμα και για την οποία προειδοποιούσε το λαό πριν από τις εκλογές του 09’. Ούτε ο λαός ούτε πολύ περισσότερο το κομματικό δυναμικό μπορεί σήμερα να επαναπαυτεί και να βαυκαλίζεται πως πρόκειται για μια προσωρινή αντιλαϊκή καταιγίδα, όπου τα χειρότερα έχουν μείνει πίσω μας, αλλά εφεξής θα αρχίσει να ανοίγει σταδιακά ο καιρός, για να ξαναβρεί και το καρυδότσουφλό μας ένα απάνεμο λιμάνι και κάποιες από τις αρχικές μας ισορροπίες. Γιατί το σημείο ισορροπίας, μετά την κατρακύλα του βιοτικού επιπέδου και των κατακτήσεων της εργατικής τάξης, δε θα βρεθεί στους ‘επωφελείς συμβιβασμούς’ του ‘χρυσού κεϊνσιανού’ παρελθόντος, που εξαγόραζαν εργατικές συνειδήσεις, διαμορφώνοντας ένα προνομιούχο στρώμα (εργατική αριστοκρατία) και τις συμμαχίες της αστικής τάξης που έσπασαν με απότομο κι επώδυνο τρόπο για τους μικροαστούς, αφήνοντάς τους μετέωρους. Αλλά σε αυτό το σημείο που θα εξασφαλίζει στους καπιταλιστές φτηνό ευέλικτο εργατικό δυναμικό, χωρίς πολλές απαιτήσεις και δικαιώματα, καθώς και την περιβόητη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, με μεροκάματα και μισθούς που θα προσεγγίζουν και θα ανταγωνίζονται τα δεδομένα του τρίτου κόσμου.
Αυτή η γενική τάση μπορεί ίσως να σταθεροποιηθεί προσωρινά αλλά δεν είναι δυνατόν να μεταστραφεί στο σημερινό πλαίσιο. Αυτό ορίζει παράλληλα ένα πολύ συγκεκριμένο φάσμα για τις δυνατότητες του ελληνικού και του παγκόσμιου καπιταλισμού να ανακάμψει από την κρίση του και να παρακάμψει τους νόμους κίνησης και τα δεδομένα που την καθορίζουν. Και κατ’ επέκταση (ορίζει) την εγκυρότητα της αναπτυξιολογίας, κυβερνητικής ή αντιπολιτευτικής-αντιμνημονιακής απόχρωσης, και των πολιτικών υποσχέσεων για έξοδο από το τούνελ και τα οφέλη που θα προσκομίσουν θεωρητικά τα λαϊκά στρώματα. Όσο ο λαός παραμένει με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν και την αλεξάνδρεια που χάνει, χωρίς να στοχεύει στην ιθάκη και το ταξίδι που απαιτεί για να τη φτάσουμε, θα παραμένει στήλη άλατος, αδρανής κι ακινητοποιημένος· κατ’ ουσίαν πολιτικά ανάπηρος, να περιμένει με ανοιχτό το στόμα την άνωθεν λύση ως μάννα εξ ουρανού και να χάφτει ό,τι δόλωμα του προσφέρουν και κάθε αστικό ιδεολόγημα που του σερβίρουν, για να παραλύουν τις αντιδράσεις του, δηλητηριάζοντας τη συνείδησή του.
Εξίσου καταστροφική θα απέβαινε ωστόσο η ενδόμυχη αυταπάτη, ως ασυνείδητη τάση πολλές φορές, για επιστροφή στις ισορροπίες του πρόσφατου παρελθόντος, με τις σταθερές που συνηθίσαμε και το γνώριμο τρόπο δουλειάς, την οικεία κομματική ρουτίνα με τα κουτάκια, χωρίς εκπλήξεις και σκαμπανεβάσματα. Ο πήχης των απαιτήσεων μπαίνει ψηλότερα, καθιστώντας ανεπαρκείς τις παλιές συμβατικές μεθόδους. Ο στόχος να πολιτικοποιηθούν οι αγώνες και το κίνημα για να ‘χουν ουσία κι αποτέλεσμα οι κινητοποιήσεις που ξεδιπλώθηκαν τα τελευταία χρόνια, περνάει μέσα από την ποιοτική άνοδο στην προσωπική δουλειά κάθε συντρόφου και την προώθηση πρωτοπόρων, ανεβασμένων μορφών. Όπως οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να περιμένουν καμία εκεχειρία στον κοινωνικό ταξικό πόλεμο και την αντιλαϊκή επίθεση, για να επιστρέψουμε στα προκρισιακά δεδομένα, έτσι κι οι κομμουνιστές δεν επτρέπεται να εφησυχάζουν και να μένουν προσκολλημένοι στην πεπατημένη οδό μιας αφηρημένης κανονικότητας, που μπορεί ωστόσο να φέρει αποτελέσματα, αρκεί να τη βαδίσουμε με μεγαλύτερη συνέπεια κι επιμονή.
Παντός καιρού σημαίνει επίσης να προετοιμάζεις τη δική σου πλευρά για ολομέτωπη σύγκρουση, ακόμα και σε συνθήκες φαινομενικής «κοινωνικής ειρήνης» και νηνεμίας, η οποία προμηνύει δια της κάλυψης-απόκρυψης την επερχόμενη καταιγίδα και όπου μοιάζει να μην κουνιέται φύλλο, ή να πηγαίνει το κίνημα όπου φυσάει ο άνεμος, να έχει την ψευδαίσθηση ότι πετάει και να ξαναπέφτει οριστικά μετά από λίγο. Ή σε συνθήκες γενικευμένης απογοήτευσης, όπου θα ‘ρθει ο αριστερόζ ιππότης καβάλα στο πράσινο άλογο της πασοκικής αλαζονείας να χαρίσει ψίχουλα στους ιθαγενείς, που θα του φαίνονται χρυσάφι. Όταν το κόμμα μιλάει για το ενδεχόμενο μιας πρόσκαιρης, αναιμικής ανάκαμψης κι ανάπτυξης της οικονομίας, δεν έρχεται να προσδώσει αξιοπιστία στην κούφια κυβερνητική (και όχι μόνο) αναπτυξιολογία, αλλά να τονίσει ακριβώς τον αναιμικό χαρακτήρα της και το ταξικό της πρόσημο, κρούοντας το καμπανάκι του κινδύνου στις υπνωτισμένες ταξικές συνειδήσεις, που τις νανουρίζουν με ένα φωτάκι στο τούνελ, για να μη φοβούνται το σκοτάδι και τον ερργασιακό μεσαίωνα.
Τα βασικά ζητήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ταξικές δυνάμεις είναι αυτά που αναφέρονται ονομαστικά και περιληπτικά στην τελευταία παράγραφο του προηγούμενου σημειώματος. Αλλά για να μη στριμώξω τους σχετικούς προβληματισμούς στον επίλογο του κειμένου, ας τους κρατήσουμε κάβα για μια επόμενη συνέχεια.
Αντί επιλόγου λοιπόν, θα περιοριστώ να σημειώσω πως η αλέκα ανήκει σε εκείνα τα μέλη της κετουκε, που έχει συγγραφικό έργο και πλούσια αρθρογραφία, πριν ακόμα γίνει γγ, στα κομματικά όργανα και θα ήταν χρήσιμο κι ενδιαφέρον να τη δούμε να αξιοποιείται το επόμενο διάστημα, πάντα βέβαια στο βαθμό των δυνάμεων και των δυνατοτήτων της, σε αντίστοιχες εκδηλώσεις-παρουσιάσεις και γενικότερα στη θεωρητική δουλειά του κόμματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου