Αμηχανία
Σημειώσεις
για την ουκρανία
Οι πιο
προσεκτικοί αναγνώστες της βάσης του μπλοκ θα έχουν παρατηρήσει ίσως πως τα
κείμενα της κε που αναφέρονται στην ουκρανία έχουν περισσότερο τη μορφή
σκόρπιων σημειώσεων παρά ενιαίου σημειώματος. Μια αντίστοιχη αποσπασματικότητα
διακρίνει ίσως συνολικά τις αναλύσεις που συναντά κανείς στην κόκκινη
μπλογκόσφαιρα, για να το θέσω έτσι σχηματικά –ή τέλος πάντων σε εκείνο το τμήμα
του διαδικτύου, που αυτοπροσδιορίζεται με την ευρεία έννοια ως τέτοιο. Και
ακόμα περισσότερο τις «ολοκληρωμένες» αφηγήσεις, που απομονώνουν ένα κομμάτι
του παζλ και το προβάλλουν ως γενική εικόνα, που την κουμπώνουν σε ένα συνήθως
έτοιμο, προκατασκευασμένο σχήμα, εγκαλώντας όσους αρνούνται να το αποδεχτούν και να συμφωνήσουν
υποχρεωτικά με αυτό. Το αποτέλεσμα είναι μια γενικότερη αμηχανία, που δεν
προκύπτει μόνο από τη σύνθετη πραγματικότητα και τη δυσκολία να την
προσεγγίσουμε σφαιρικά, αλλά έχει περισσότερα επίπεδα ανάγνωσης και βαθύτερα
αίτια κατά τη γνώμη μου.
Η βασική
δυσκολία έγκειται στην εκτίμηση της συγκεκριμένης κατάστασης, που δεν εμφανίζεται
πάντα με καθαρές μορφές, έτοιμες να ταιριάξουν στις γενικές θεωρητικές αρχές
και τα ερμηνευτικά μας σχήματα, αλλά είναι ιστορικά πρωτότυπη και σύνθετη, ιδίως
σε μια περίοδο όξυνσης των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων και μιας πολεμικής σύγκρουσης.
Ας θυμηθούμε πχ τη δυσκολία, όχι των τροτσκιστών, αλλά ενός αγωνιστή σαν τον
πλουμπίδη, με οξυμένο κριτήριο, ιδεολογική κατάρτιση, κτλ, να εκτιμήσει σωστά
ποιο ήταν το διακύβευμα κι η σωστή τακτική στον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 40’, όπου
αντέγραψε μηχανιστικά τη λενινιστική φόρμουλα από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.
Ποια στοιχεία
και τι παραμέτρους έχουμε λοιπόν στη σημερινή συγκυρία; Αφενός την απειλή γενίκευσης
μιας πολεμικής σύγκρουσης και τη συνέχιση του ματοκυλίσματος των λαών της ευρύτερης
περιοχής –και όχι μόνο. Αφετέρου ένα πείραμα γενικότερης πολιτικής σημασίας και
εμβέλειας, με τις πολύχρωμες «επαναστάσεις» να αφήνουν στην άκρη το ειρηνικό
προσωπείο και να δείχνουν τα δόντια τους και το «δημοκρατικό» τους περιεχόμενο.
Αφενός δηλ είναι επιτακτική ανάγκη οι λαοί να χαράξουν δική τους αυτόνομη πορεία
απεμπλοκής από την ιμπεριαλιστική διελκυστίνδα και να αποφύγουν την παγίδα να
επιλέξουν τον «καλό» ιμπεριαλιστή και να συμμαχήσουν μαζί του. Αφετέρου είναι
επίσης κρίσιμο να αποκρουστεί η επίθεση των φασιστικών δυνάμεων με την ανοιχτή
ανοχή και στήριξη της δημοκρατικής δύσης, που –ας μην αμφιβάλλουμε- μπορεί να
λειτουργήσει ως μοντέλο και προπομπός εξελίξεων και για άλλες χώρες-περιπτώσεις.
Η αμηχανία
λοιπόν προκύπτει βασικά γύρω από το κομβικό ζήτημα: με ποιους να πας και ποιους
να αφήσεις. Κι αν το δεύτερο σκέλος είναι μάλλον εύκολο να απαντηθεί, το πρώτο
είναι που προκαλεί εύλογα τα περισσότερα ερωτήματα. Κάποιοι ισχυρίζονται πως κάθε
συγκεκριμένη εκτίμηση της κατάστασης πρέπει να ορίζει το βασικό κίνδυνο κάθε
φορά και να καθορίζει αντίστοιχα την τακτική που πρέπει να ακολουθήσουμε. Αλλά ο
δρόμος προς την κόλαση πολλές φορές είναι στρωμένος με καλές προθέσεις και το
παραπάνω σχήμα στην πράξη μπορεί να οδηγήσει στις τελικές του συνέπειες στην
αδιέξοδη λογική του μικρότερου κακού, που καταλήγει σχεδόν πάντα στο μεγαλύτερο,
που θέλουμε θεωρητικά να αποφύγουμε.
Άλλοι πάλι
βλέπουν τις ένοπλες λαϊκές πολιτοφυλακές που συγκροτούνται στην ανατολική
ουκρανία, τις σοβιετικές σημαίες με την πολύ έντονη σημειολογία τους –ιδίως σε
αυτές τις περιοχές και σε τόσο χαλεπούς καιρούς-, την ανακήρυξη λαϊκών
δημοκρατιών, και κάνουν λόγο για αντιφασιστική εξέγερση, που δεν πρέπει να την
κοιτάμε στα δόντια και να την κρίνουμε υπό το πρίσμα μιας απογειωμένης καθαρότητας
(του τύπου σοσιαλισμός ή τίποτα). Κάποιοι μάλιστα φέρνουν ως επιχείρημα την περίπτωση
των δικών μας πλατειών και της «ελπιδοφόρας κινητοποίησης των λαϊκών μαζών» παρά
την παρουσία ενός διακριτού πυρήνα φασιστών στην άνω πλατεία. Ας μην μπούμε όμως
στον πειρασμό να θυμίσουμε πχ την ουκρανική εκδοχή των πλατειών (μεϊντάν) και
το ρόλο που έπαιξαν, γιατί θα ξεφύγουμε από την ουσία του θέματος.
Προκύπτει
λοιπόν κατά πρώτον ένα ζήτημα, κατά πόσο αυτή η αυθόρμητη νοσταλγία κι οι
αναφορές στο σοβιετικό παρελθόν (που σε κάποιες περιπτώσει επιβιώνουν με τη
μορφή της ρωσοφιλίας) εκφράζουν ένα βαθύτερο επίπεδο συνειδητοποίησης, πίσω από
το περίβλημα των πολιτοφυλακών και της λαϊκής δημοκρατίας. Και κατά δεύτερον, πόσο
«καθαρός» είναι αυτός ο αγώνας, όχι
από πολιτική άποψη, αλλά από την ανάμειξη και τον έλεγχο των ρώσικων μυστικών
υπηρεσιών –που είναι κομβικό και άκρως ουσιαστικό σημείο, κι όχι διύλιση του κώνωπα.
Το πιο εντυπωσιακό
όμως είναι πως η όξυνση των αντιθέσεων οδηγεί στην εκδήλωσή τους με ολοένα πιο
καθαρές μορφές: φασισμός εναντίον κομμουνισμού. Η αστική δημοκρατία δυτικού τύπου
χάνει το φύλλο συκής της, φανερώνοντας το αληθινό της πρόσωπο. Ενώ ο
κομμουνιστικός πόλος, ακόμα κι αν δεν υπήρχε, θα έπρεπε να εφευρεθεί, γιατί είναι
το μόνο εχέγγυο απέναντι στην προέλαση του φασισμού.
Η όποια αμηχανία
προκύπτει σε τελική ανάλυση από την απουσία αυτού του παράγοντα, ενός ισχυρού
κομμουνιστικού πόλου, που να παρεμβαίνει αποφασιστικά και να δίνει το στίγμα
του στις εξελίξεις, από τη στρατηγική ανεπάρκεια και τις αντιφάσεις του ρωσόφιλου
κκ ουκρανίας –τα μέλη του οποίου ωστόσο βρίσκονται υπό ανηλεή διωγμό- και
δευτερευόντως από το σύνθετο και πολύπλοκο χαρακτήρα των αντιθέσεων (να πω παρεμπιπτόντως,
θεωρώ πολύ προσεκτική κι εύστοχη τη διατύπωση στην ανακοίνωση της κετουκε για απροκάλυπτη επέμβαση των ηπα και της εε στο
πλαίσιο του σφοδρού ανταγωνισμού τους με τη ρωσία για την ένταξη της ουκρανίας
στη μία ή στην άλλη καπιταλιστική διακρατική ένωση). Είναι επίσης πολύ χαρακτηριστικό
ότι σε διεθνή κλίμακα, αυτοί που ανέλαβαν μια πρωτοβουλία αλληλεγγύης σε όσους
αντιστέκονται σε αυτή την επέμβαση, δεν είναι κάποιο κόμμα ή συλλογικός φορέας
αλλά τα μέλη της γνωστής μπάντα μπασότι από την ιταλία!
Η όποια
αμηχανία συνεπώς δεν πρέπει να μεταφραστεί σε αδράνεια και παθητική παρακολούθηση
των εξελίξεων, αλλά να αντιμετωπιστεί με δυνάμωμα της αλληλεγγύης, με ανεβασμένη,
πολύμορφη δράση σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, ενάντια στο ματοκύλισμα, τη
φασιστική επίθεση και –στα καθ’ ημάς- την αγαστή σύμπραξη της ελληνικής κυβέρνησης
στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς στην περιοχή.
Και κατά
τη γνώμη μου είμαστε ακόμα πολύ κάτω από τον πήχη των απαιτήσεων..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου