Παγκόσμιο χρέος (μια προσέγγιση)
Γράφει ο Cogito ergo sum //Σύμφωνα με έκθεση του McKinsey Global Institute, κατά την περίοδο 2007-2014 το παγκόσμιο χρέος αυξήθηκε κατά 57 τρισ. δολλάρια, αγγίζοντας στις 31/12/2014 το ιλιγγιώδες ύψος των διακοσίων τρισεκατομμυρίων δολλαρίων. Κι επειδή είναι πολύ πιθανό να μη σας λένε τίποτε αυτοί οι αριθμοί, ας προσθέσω ένα στοιχείο ακόμη, το οποίο θα τους καταστήσει εξαιρετικά εύγλωττους: κατά το 2014, το παγκόσμιο ΑΕΠ δεν ξεπέρασε το ύψος των 70 τρισ. δολλαρίων.
Τα στοιχεία είναι ανατριχιαστικά: το παγκόσμιο χρέος είναι σχεδόν τριπλάσιο του παγκόσμιου ΑΕΠ! Με άλλα λόγια: για να ξοφληθεί αυτό το χρέος, πρέπει όλοι οι κάτοικοι αυτού του πλανήτη να δουλεύουν τελείως νηστικοί επί τρία ολόκληρα χρόνια και όλο το προϊόν της δουλειάς τους να πηγαίνει στην αποπλήρωση του χρέους. Φαίνεται πως δεν είναι μόνο οι έλληνες που «καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν» και πως δεν έχει μόνο ο τόπος μας το χαρακτηριστικό να «τα τρώμε όλοι μαζί»…
Αφού ξεκαθαρίσουμε ότι εδώ μιλάμε για παγκόσμιο χρέος (δηλαδή, για το άθροισμα δημόσιου και ιδιωτικού χρέους), καλό είναι να έχουμε κατά νου μερικές ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες. Όπως, για παράδειγμα, ότι στις 31/12/2014 το συνολικό χρέος της Ιαπωνίας φτάνει το 517% του ΑΕΠ της και του Ηνωμένου Βασιλείου το 494%. Ή ότι η Ιρλανδία, την οποία μας δείχνουν ως παράδειγμα για το πόσο καλά μπορεί να πάει μια χώρα που τηρεί σωστά τις δεσμεύσεις και τις συμβουλές των μνημονίων της, κατά την περίοδο 2007-2014 παρουσιάζει αύξηση του χρέους της 172% ενώ η «ανυπάκουη» Ελλάδα 103%. Οι δε ΗΠΑ, με ΑΕΠ λίγο πάνω από 15,5 τρισ., έχουν συνολικό χρέος σχεδόν 45 τρισ., δηλαδή οι κάτοικοι των ΗΠΑ χρωστάνε περίπου το 25% όσων χρωστάει όλος ο πλανήτης. Ζαλάδα…
Με όλα αυτά τα στοιχεία υπ’ όψη, είναι λογικό να αναρωτιέται ο αδαής πολίτης: αφού όλες οι χώρες του κόσμου χρωστάνε και δημόσια (οι κυβερνήσεις) και ιδιωτικά (οι πολίτες και οι επιχειρήσεις), σε ποιόν χρωστάνε, επί τέλους; Η απάντηση είναι εύκολη. Το γεγονός ότι π.χ. η Ελλάδα έχει συνολικό χρέος πάνω από 580 δισ. δολλάρια, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν μια χούφτα ολιγάρχες που απομυζούν τον παραγόμενο πλούτο, στέλνοντας τον λογαριασμό στο κράτος και στους έλληνες πολίτες.
Αν το ποσό των 580 δισ. δολλαρίων που προανέφερα σας φαίνεται τεράστιο, πώς θα αντιδρούσατε αν σας έλεγα πως το μικροσκοπικό Λουξεμβούργο (του Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ, για να μη ξεχνιόμαστε) έχει συνολικό χρέος (κρατηθείτε!) πάνω από 3,5 τρισ.; Να σας το δώσω και ολογράφως, για να μη νομίζετε ότι έκανα λάθος: οι λουξεμβούργιοι χρωστάνε πάνω από τριάμισυ τρισεκατομμύρια δολλάρια, δηλαδή σχεδόν από 6,5 εκατομμύρια δολλάρια έκαστος. Προφανώς, οι κεφαλαιοκράτες που εδρεύουν στο Μεγάλο Δουκάτο, στέλνουν στους κατοίκους άλλων χωρών τους λογαριασμούς τους για πληρωμή. Καταλάβαμε τώρα πώς δημιουργείται το παγκόσμιο χρέος; Μπράβο σας και πάμε παρακάτω.
Από όσα είπαμε ως εδώ, μπορούμε να βγάλουμε το ασφαλές συμπέρασμα ότι η διαφορά μεταξύ των πλουσιώτερων και των φτωχότερων κρατών έγκειται στον τρόπο αντιμετώπισης του χρέους. Δηλαδή, χώρες με εξέχουσα θέση στο καπιταλιστικό σύστημα (όπως οι ΗΠΑ) έχουν την δυνατότητα να μετακυλίουν ευκολώτερα ένα μεγάλο μέρος του προβλήματος στις ασθενέστερες τάξεις ακόμη και άλλων χωρών. Πάντως, το κοινό χαρακτηριστικό πλούσιων και φτωχών κρατών είναι η επίθεση κατά της εργατικής τάξης, κατά του εισοδήματος και των δικαιωμάτων της. Κι είναι γεγονός ότι το παραμύθι της ανταγωνιστικότητας, το οποίο ακούγεται και στις ΗΠΑ και στη Γερμανία και στην Ελλάδα, εξαντλείται στην μείωση του -μισθολογικού ή μη- κόστους εργασίας.
Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεχωρίζουν από τις υπόλοιπες πλουσιώτερες χώρες του κόσμου στο εξής: παρουσιάζουν υψηλότερη ανάπτυξη με πολύ λιγώτερες θέσεις εργασίας. Οι δυτικοτραφείς αναλυτές σπεύδουν να αποδώσουν αυτή την εξέλιξη στην παραγωγικότητα των αμερικανών εργαζομένων. Στην πραγματικότητα, όμως, οφείλεται στο ξεζούμισμα των εργαζομένων. Ένα ξεζούμισμα που γίνεται με την διαρκή υποτίμηση της εργατικής δύναμης, μέσω της συμπίεσης του κόστους εργασίας σε συνδυασμό με την κατάργηση σειράς δικαιωμάτων και συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Με άλλα λόγια, οι αμερικανικές επιχειρήσεις παράγουν και κερδίζουν σήμερα περισσότερα απ” ότι πριν την ύφεση. Σημειώθηκε μεν μια αύξηση των θέσεων εργασίας αλλά πολύ λίγων σε σχέση με τις 7,5 εκατομμύρια θέσεις που χάθηκαν στη διάρκεια της ύφεσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ευρώπη και την Ιαπωνία παρουσιάστηκε, στη διάρκεια της κρίσης, μείωση της παραγωγικότητας κατά 3,7% και 2,9% αντίστοιχα. Αντιθέτως, στις ΗΠΑ ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας διπλασιάστηκε στη διετία 2008-2009 και ξαναδιπλασιάστηκε και το 2010!
Το 2008, όταν άρχισε να βαθαίνει η ύφεση στις ΗΠΑ, οι κεφαλαιοκράτες αξιοποίησαν το -έντεχνα καλλιεργημένο- κλίμα πανικού και προχώρησαν σε μια άνευ προηγουμένου επίθεση κατά των εργαζομένων, με μαζικές απολύσεις στο όνομα της σωτηρίας των επιχειρήσεων και της χώρας. Το πρώτο τρίμηνο του 2009 είχαμε την κορύφωση αυτού του πογκρόμ με καταστροφή 2.340.000 θέσεων εργασίας! Στην συνέχεια, οι εργοδότες «ανακάλυψαν» ότι με λιγώτερο αλλά σκληρότερα εργαζόμενο προσωπικό μπορούσαν να βγάζουν περισσότερα κέρδη. Μέσα από τέτοιου είδους αύξηση της παραγωγικότητας, φθάσαμε στο τρίτο τρίμηνο του 2010 στο να έχουν οι πολιτειακές επιχειρήσεις κέρδη κατά 12% μεγαλύτερα σε σχέση με την έναρξη της ύφεσης.
Η εξήγηση του πολιτειακού φαινομένου δεν έχει καμμία σχέση με όσα υποστηρίζουν οι «αναλυτές» της κακιάς ώρας. Η εξήγηση βρίσκεται στην επίθεση κατά των μισθών, των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, των εργασιακών σχέσεων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων. Η Έρικα Γκρόσσεν, αντιπρόεδρος της FED, είναι σαφής: «Οι αμερικανικές επιχειρήσεις έχουν περισσότερη βοήθεια στην αντιμετώπιση της κρίσης καθώς οι εργοδότες διευκολύνονται να καταργούν τις θέσεις σταθερής εργασίας στις επιχειρήσεις τους και δεν περιορίζονται από τις παραδοσιακές πρακτικές αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού ή τις συλλογικές συμβάσεις με τα συνδικάτα».
Αυτά, λοιπόν, με το περίφημο «πολιτειακό θαύμα», το οποίο πετυχαίνει ανάπτυξη με λιγώτερους -και χειρότερα αμειβόμενους- εργαζομένους. Κι αν επιμένετε να αναρωτιέστε για την πραγματική ρίζα του ζητήματος, ορίστε η απάντηση: λιγώτεροι από το 12% των αμερικανών εργαζομένων είναι οργανωμένοι σε συνδικάτα. Λιγώτεροι από 12%! Ποσοστό λίαν απογοητευτικό μεν, εξαιρετικά διδακτικό δε για όλους εμάς. Και ο νοών, νοήτω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου