Προδιαγεγραμμένη πορεία
Η
προπαγανδιστική μηχανή της συγκυβέρνησης δουλεύει πυρετωδώς,
προκειμένου να αμβλύνει αντιδράσεις από ένα κομμάτι εργαζομένων, λαϊκών
στρωμάτων που πίστεψαν πως ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ανοίξει ένα διαφορετικό
δρόμο προς όφελος των εργατικών - λαϊκών συμφερόντων.
Ετσι διαβάζουμε αυτές τις μέρες πως ο συσχετισμός είναι αρνητικός και τον υποτίμησε η κυβέρνηση, πως το κύριο ζήτημα, ο κύριος στόχος είναι να μην πέσει η συγκυβέρνηση και γι' αυτό κάθε συμβιβασμός είναι αναγκαίος, ότι παρ' όλ' αυτά η συμφωνία (το νέο αντιλαϊκό μνημόνιο) που προωθείται είναι καλύτερη από ένα ενδεχόμενο καταστροφικό grexit και, τελοσπάντων, δεν είναι και τόσο «κακή» αυτή η συμφωνία.
Αναμενόμενη αυτή η προσπάθεια και μάλλον τετριμμένη. Δεν είναι πρώτη φορά στην Ιστορία, που ένα «αριστερό» σοσιαλδημοκρατικό κόμμα αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση με υποσχέσεις για ελάφρυνση του λαού και εφαρμόζει πολιτική σε αντίθετη κατεύθυνση. Πάντα κάτι άλλο υπάρχει, ο συσχετισμός, η κακιά ώρα κ.λπ., που δεν επιτρέπει την άμεση εφαρμογή των φιλολαϊκών υποσχέσεων.
Ομως, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Η πορεία ήταν προδιαγεγραμμένη.
Το περίφημο προεκλογικό πρόγραμμα, που ντύθηκε με τόσο ριζοσπαστική συνθηματολογία, περιλάμβανε, εκτός από αόριστα συνθήματα και υποσχέσεις για λίγα ψίχουλα στο λαό, σημαντικές δεσμεύσεις προς το κεφάλαιο, τους επιχειρηματικούς ομίλους για στήριξη της ανάκαμψης της κερδοφορίας τους (την περίφημη ανάπτυξη).
Γι' αυτόν το στόχο, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ διαπραγματεύτηκε όλους αυτούς τους μήνες, προσπαθώντας να εξασφαλίσει καλύτερους όρους και ελπίζοντας στην πιθανότητα χαλάρωσης του μείγματος δημοσιονομικής διαχείρισης και της περιοριστικής σε επίπεδο ΕΕ, στόχος που προωθούσαν και άλλα κράτη της ΕΕ (π.χ. Γαλλία, Ιταλία) και που στήριζαν οι ΗΠΑ.
Ομως, η δυνατότητα να αλλάξει ή όχι το μείγμα διαχείρισης και προς τα πού καθορίζεται από την κατάσταση στην καπιταλιστική οικονομία σε κάθε κράτος, σε επίπεδο ΕΕ, σε σχέση επίσης και με άλλες διεθνείς εξελίξεις. Για την οποία καπιταλιστική οικονομία τα μηνύματα δεν είναι καλά. Συνεπώς, η αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, τα περιοριστικά μέτρα αποδείχθηκαν μονόδρομος. Πολύ περισσότερο που ενισχύθηκαν στην ΕΕ όσες δυνάμεις, με επικεφαλής τμήμα του γερμανικού κεφαλαίου, επιδιώκουν ένα ακόμα πιο αυστηρό πλαίσιο λειτουργίας της Ευρωζώνης για τη θωράκιση των συμφερόντων της. Οι εξελίξεις, λοιπόν, επιβεβαίωσαν ότι τα περί δυνατότητας αλλαγής της ΕΕ και της Ευρωζώνης και μάλιστα σε φιλολαϊκή κατεύθυνση ήταν φούμαρα.
Ο συσχετισμός δύναμης, λοιπόν, είναι δεδομένος και μάλιστα από δύο πλευρές: Ο συσχετισμός δύναμης είναι αρνητικός για τα συμφέροντα των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων, πρώτα απ' όλα, γιατί είναι το ελληνικό κεφάλαιο, οι ελληνικοί επιχειρηματικοί όμιλοι που ωφελούνται από το τσάκισμα των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων. Ο συσχετισμός όμως είναι συγκεκριμένος και όσον αφορά τη θέση του ελληνικού κράτους μέσα στις διαπραγματεύσεις. Το ελληνικό κράτος, το ελληνικό κεφάλαιο έχει συγκεκριμένη ενδιάμεση θέση στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Είναι λοιπόν υποχρεωμένο να συμβιβάζεται με ισχυρότερα καπιταλιστικά κράτη όπως η Γερμανία. Απλώς το κεφάλαιο έχει τη δυνατότητα να φορτώνει τις επιπτώσεις αυτής της ανισοτιμίας στους εργαζόμενους. Αυτά ήταν γνωστά και προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τα ανακάλυψε μετά τις εκλογές.
Μια κυβέρνηση, λοιπόν, που αναδεικνύεται σε όργανο της εξουσίας των μονοπωλίων, που θέτει ως στόχο την καπιταλιστική ανάπτυξη, που δεσμεύεται από τη συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές ενώσεις, συμμαχίες, όπως η ΕΕ, το ΝΑΤΟ κ.λπ. είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει μια προδιαγεγραμμένη πορεία, τη «λογική της οικονομίας», όπως είχε πει ο πρόεδρος του ΣΕΒ, όταν προεκλογικά δήλωνε πως δεν ανησυχεί για την επόμενη κυβέρνηση.
Είναι, λοιπόν, ευκαιρία όσοι εργαζόμενοι καλοπροαίρετα πίστεψαν, για άλλη μια φορά, σε ένα δρόμο αδιέξοδο, αντί να απογοητευτούν, αντί να οδηγηθούν στην παραίτηση ή να αναζητήσουν νέες αδιέξοδες χίμαιρες, να συνειδητοποιήσουν ότι άλλος δρόμος, άλλο ενδιάμεσο ή μεταβατικό βήμα, έξω από αυτόν της ρήξης με την ΕΕ και όλες τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, το κεφάλαιο, τους επιχειρηματικούς ομίλους και την κρατική τους εξουσία, δεν μπορεί να υπάρξει προς όφελος του λαού. Δρόμο, τον οποίο δεν μπορούν να υπηρετήσουν εναλλαγές αστικής διακυβέρνησης αλλά ένα εργατικό - λαϊκό κίνημα, μια λαϊκή συμμαχία σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση που θα παλέψει για τη λαϊκή εξουσία.
Ετσι διαβάζουμε αυτές τις μέρες πως ο συσχετισμός είναι αρνητικός και τον υποτίμησε η κυβέρνηση, πως το κύριο ζήτημα, ο κύριος στόχος είναι να μην πέσει η συγκυβέρνηση και γι' αυτό κάθε συμβιβασμός είναι αναγκαίος, ότι παρ' όλ' αυτά η συμφωνία (το νέο αντιλαϊκό μνημόνιο) που προωθείται είναι καλύτερη από ένα ενδεχόμενο καταστροφικό grexit και, τελοσπάντων, δεν είναι και τόσο «κακή» αυτή η συμφωνία.
Αναμενόμενη αυτή η προσπάθεια και μάλλον τετριμμένη. Δεν είναι πρώτη φορά στην Ιστορία, που ένα «αριστερό» σοσιαλδημοκρατικό κόμμα αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση με υποσχέσεις για ελάφρυνση του λαού και εφαρμόζει πολιτική σε αντίθετη κατεύθυνση. Πάντα κάτι άλλο υπάρχει, ο συσχετισμός, η κακιά ώρα κ.λπ., που δεν επιτρέπει την άμεση εφαρμογή των φιλολαϊκών υποσχέσεων.
Ομως, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Η πορεία ήταν προδιαγεγραμμένη.
Το περίφημο προεκλογικό πρόγραμμα, που ντύθηκε με τόσο ριζοσπαστική συνθηματολογία, περιλάμβανε, εκτός από αόριστα συνθήματα και υποσχέσεις για λίγα ψίχουλα στο λαό, σημαντικές δεσμεύσεις προς το κεφάλαιο, τους επιχειρηματικούς ομίλους για στήριξη της ανάκαμψης της κερδοφορίας τους (την περίφημη ανάπτυξη).
Γι' αυτόν το στόχο, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ διαπραγματεύτηκε όλους αυτούς τους μήνες, προσπαθώντας να εξασφαλίσει καλύτερους όρους και ελπίζοντας στην πιθανότητα χαλάρωσης του μείγματος δημοσιονομικής διαχείρισης και της περιοριστικής σε επίπεδο ΕΕ, στόχος που προωθούσαν και άλλα κράτη της ΕΕ (π.χ. Γαλλία, Ιταλία) και που στήριζαν οι ΗΠΑ.
Ομως, η δυνατότητα να αλλάξει ή όχι το μείγμα διαχείρισης και προς τα πού καθορίζεται από την κατάσταση στην καπιταλιστική οικονομία σε κάθε κράτος, σε επίπεδο ΕΕ, σε σχέση επίσης και με άλλες διεθνείς εξελίξεις. Για την οποία καπιταλιστική οικονομία τα μηνύματα δεν είναι καλά. Συνεπώς, η αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, τα περιοριστικά μέτρα αποδείχθηκαν μονόδρομος. Πολύ περισσότερο που ενισχύθηκαν στην ΕΕ όσες δυνάμεις, με επικεφαλής τμήμα του γερμανικού κεφαλαίου, επιδιώκουν ένα ακόμα πιο αυστηρό πλαίσιο λειτουργίας της Ευρωζώνης για τη θωράκιση των συμφερόντων της. Οι εξελίξεις, λοιπόν, επιβεβαίωσαν ότι τα περί δυνατότητας αλλαγής της ΕΕ και της Ευρωζώνης και μάλιστα σε φιλολαϊκή κατεύθυνση ήταν φούμαρα.
Ο συσχετισμός δύναμης, λοιπόν, είναι δεδομένος και μάλιστα από δύο πλευρές: Ο συσχετισμός δύναμης είναι αρνητικός για τα συμφέροντα των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων, πρώτα απ' όλα, γιατί είναι το ελληνικό κεφάλαιο, οι ελληνικοί επιχειρηματικοί όμιλοι που ωφελούνται από το τσάκισμα των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων. Ο συσχετισμός όμως είναι συγκεκριμένος και όσον αφορά τη θέση του ελληνικού κράτους μέσα στις διαπραγματεύσεις. Το ελληνικό κράτος, το ελληνικό κεφάλαιο έχει συγκεκριμένη ενδιάμεση θέση στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Είναι λοιπόν υποχρεωμένο να συμβιβάζεται με ισχυρότερα καπιταλιστικά κράτη όπως η Γερμανία. Απλώς το κεφάλαιο έχει τη δυνατότητα να φορτώνει τις επιπτώσεις αυτής της ανισοτιμίας στους εργαζόμενους. Αυτά ήταν γνωστά και προφανώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τα ανακάλυψε μετά τις εκλογές.
Μια κυβέρνηση, λοιπόν, που αναδεικνύεται σε όργανο της εξουσίας των μονοπωλίων, που θέτει ως στόχο την καπιταλιστική ανάπτυξη, που δεσμεύεται από τη συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές ενώσεις, συμμαχίες, όπως η ΕΕ, το ΝΑΤΟ κ.λπ. είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει μια προδιαγεγραμμένη πορεία, τη «λογική της οικονομίας», όπως είχε πει ο πρόεδρος του ΣΕΒ, όταν προεκλογικά δήλωνε πως δεν ανησυχεί για την επόμενη κυβέρνηση.
Είναι, λοιπόν, ευκαιρία όσοι εργαζόμενοι καλοπροαίρετα πίστεψαν, για άλλη μια φορά, σε ένα δρόμο αδιέξοδο, αντί να απογοητευτούν, αντί να οδηγηθούν στην παραίτηση ή να αναζητήσουν νέες αδιέξοδες χίμαιρες, να συνειδητοποιήσουν ότι άλλος δρόμος, άλλο ενδιάμεσο ή μεταβατικό βήμα, έξω από αυτόν της ρήξης με την ΕΕ και όλες τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, το κεφάλαιο, τους επιχειρηματικούς ομίλους και την κρατική τους εξουσία, δεν μπορεί να υπάρξει προς όφελος του λαού. Δρόμο, τον οποίο δεν μπορούν να υπηρετήσουν εναλλαγές αστικής διακυβέρνησης αλλά ένα εργατικό - λαϊκό κίνημα, μια λαϊκή συμμαχία σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση που θα παλέψει για τη λαϊκή εξουσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου