Τα έθιμα του Πολυτεχνείου
Το πιο
παραδοσιακό έθιμο στο γιορτασμό (γιατί ή είμαστε δημοτικιστές ή δεν είμαστε)
του Πολυτεχνείου είναι η αναφορά στο τεύχος της Πανσπ… Μάλλον όχι, το πιο
παραδοσιακό έθιμο είναι τα ξύλα και τα σκηνικά εν είδει επαναστατικής
γυμναστικής και χωρίς κανένα λόγο στο χώρο του Πολυτεχνείου, που στην επίσημη,
αρχοντοβλαχική διάλεκτο του Λαϊκού Στρώματος (που κοροϊδεύει ασύστολα τα λαϊκά
στρώματα για το τρίτο μέρος του αφιερώματός του) μεταφέρονται ως εξής:
αντηλλάχθησαν (γιατί ή δεν είμαστε δημοτικιστές ή είμαστε) σπρωξίδια κι
επιδόθηκαν μπουκετίδια…
Ένα έθιμο
που τηρήθηκε πιστά και φέτος, θυμίζοντας λίγο το γαλατικό χωριό και τα… παιδιά
να ξεσπάνε πάνω στο εξωκοινοβούλιο, αφού (κατά δική τους, κυνική ομολογία) δε
βρήκαν Ρωμαίους –δηλ εμάς. Αυτά όμως θα τα δούμε καλύτερα στην ανταπόκριση από
τον τριήμερο γιορτασμό συνολικά –γιατί ή είσαι δημοτ… αν και το Πολυτεχνείο δεν
ήτανε γιορτή, ήτανε εξέγερση και πάλη λαϊκή.
Το δεύτερο
πιο παραδοσιακό έθιμο του Πολυτεχνείου, λοιπόν, είναι η αναφορά στο τεύχος της Πανσπουδαστικής
νο 8. Κινείται στα όρια της νομοτέλειας πως κάθε χρόνο κάποιος, κάπου, κάποτε,
θα το ξεφουρνίσει. Κάποιος-α συνδικαλιστής-στρια ή κάποιος-α μπαχαλάκιας-ισσα ή
κάποιο μέλος κάποιας γκρούπας, σε κάποιο πηγαδάκι ή κάποια τοποθέτηση κάποιας
συνέλευσης σε κάποιο αμφιθέατρο κάποιου φοιτητικού συλλόγου σε κάποια πόλη,
είναι βέβαιο πως θα πει με το ύφος του θριάμβου να λάμπει στα μάτια του.
Και η
Πανσπουδαστική νο 8; Τι έχετε να μας πείτε για την Πανσπουδαστική νο 8; Όλοι
θυμόμαστε τι έγινε με την Πανσπουδαστική νο 8...
Κι όσο
απομακρυνόμαστε από τα γεγονότα, τόσο μεγαλώνει η ακλόνητη σιγουριά για το πώς
ήταν και τόσο πιο χοντροκομμένα τα παρουσιάζει, όποιος θέλει να κερδίσει την
προσοχή (και την ψήφο) του κοινού του, εντυπωσιάζοντάς το. Με όσο περισσότερη
βεβαιότητα ισχυριστεί κανείς πως το ΚΚΕ κατήγγειλε την εξέγερση του
Πολυτεχνείου ως προβοκάτσια, και δε συμμετείχε ποτέ σε αυτήν (ούτε σε όλο τον
αντιδικτατορικό αγώνα, μπορώ να σου πω) ή μπήκε εκ των υστέρων, για να την
καπελώσει, τόσο πιο πιθανό είναι να βρει ακροατήριο και να πείσει κόσμο πως
μιλάει σαν ειδικός επί του θέματος κι ότι όσα λέει είναι αδιαμφισβήτητα.
Κατά τη
γνώμη μου, κάποια πράγματα τείνουν να χάσουν το ενδιαφέρον και το νόημά τους,
δια της τόσο συχνής επανάληψης, σε βαθμό που να αποφεύγεις να έρθεις ξανά σε
επαφή μαζί τους, γιατί έχεις βαρεθεί να τα ακούς, και παρόλα αυτά να διαπιστώνεις
σε κάποια φάση πως αγνοείς ή δε θυμάσαι όλες τις λεπτομέρειες. Και στο καπάκι,
βλέπεις κάτι λίβελους σαν κι αυτόν που δημοσιεύτηκε χτες στην «αντικαπιταλιστική
Παντιέρα», να αναρωτιούνται αν θα μιλήσει κανείς επιτέλους. Μα γιατί δε σπάει
επιτέλους η σιωπή για ένα τέτοιο, μείζον ζήτημα, που ποτέ δε συζητάμε, τέτοιες
μέρες κάθε χρόνο; Αν και ο αρθρογράφος, θα έπρεπε να προβληματιστεί ακριβώς από
αυτό το σημείο. Κάποια από τα στελέχη της Αντι-ΕΦΕΕ, που είχαν καθοδηγητική
ευθύνη (πχ Τζιαντζής, Λαφαζάνης), αποχώρησαν κάποια στιγμή, στην πορεία των
πραγμάτων, από το ΚΚΕ. Δεδομένου πως γνώριζαν από πρώτο χέρι κάποια πράγματα
και ότι έχουν τοποθετηθεί αυτοκριτικά ως προς διάφορες πτυχές του κομματικού
του παρελθόντος, δεν είναι εύλογο πως αν είχαν κάτι να προσάψουν στο Κουκουέ γι’
αυτό το ζήτημα, αν είχαν στη διάθεσή τους κάποιο στοιχείο που να αποδείκνυε πως
έβλεπε την εξέγερση ως προβοκάτσια, αποκλείεται να μην το χρησιμοποιούσαν εις
βάρος του αναδρομικά; Λέω εγώ τώρα…
Με την
ευκαιρία, είχα σκεφτεί πως εν όψει και της συγγραφής του τρίτου τόμου του
δοκιμίου ιστορίας (και την περίοδο 1968-91, που περιλαμβάνει και το
Πολυτεχνείο), θα είχε ενδιαφέρον να μαζευτούν σε ένα νήμα διάφορες παραπομπές
και βιβλιοπροτάσεις, σε μια ανάρτηση του στιλ «πες μου τι να διαβάσω για το
Πολυτεχνείο» και ειδικά για το επίμαχο τεύχος (είναι το νούμερο 8, το ξέρουν
όλοι με αυτό). Δεν είχα όμως το χρόνο να επεξεργαστώ αυτή την ιδέα, κι έτσι
μένει στο ράφι προς μελλοντική αξιοποίηση…
Αυτό πάντως
που έχει περισσότερη αξία είναι να δει κανείς πίσω από αυτά και να αναμετρηθεί
με γενικότερα ερωτήματα, προτού αποφανθεί για… «τον προδοτικό και υπονομευτικό
ρόλο της ΚΝΕ» στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, να αναστοχαστεί για την ίδια την
εξέγερση και να την τοποθετήσει στις πραγματικές της διαστάσεις. Δεν υπονοώ τη
γνωστή παράμετρο της βολεμένης γενιάς του Πολυτεχνείου –αν δεχτούμε αυτόν τον
όρο για να χρονολογούμε την ιστορία- που δεν ακυρώνει στο παραμικρό την αξία της
εξέγερσης και δεν αποτελεί κριτήριο για μια εκ των υστέρων αξιολόγηση, ούτε και
τον ιδεολογικό της απόηχο που καθόρισε εν πολλοίς αυτό που επικράτησε
μεταπολιτευτικά να λέγεται «αριστερά» στη χώρα μας και το περιεχόμενο του όρου.
Αλλά πιο ειδικά ζητήματα για τις δυνατότητες επιτυχίας και τα αποτελέσματά της.
Η εξέγερση
του Πολυτεχνείου δεν έριξε τη χούντα, ούτε κατάφερε τα έξι χρόνια να μη γίνουνε
επτά, όπως έλεγε το σύνθημα των φοιτητών. Πιθανόν να συντέλεσε όμως στο να μη
γίνουν περισσότερα, στην επιτάχυνση του τέλους της. Και σε κάθε περίπτωση, η
μεγάλη της συνεισφορά ήταν πως ανάγκασε τη χούντα να δείξει το πραγματικό της πρόσωπο,
έριξε τις μάσκες του «εκδημοκρατισού» της κι έκαψε οριστικά το χαρτί της «φιλελευθεροποίησής»
της, που μπορούσε να οδηγήσει σε μια μακροχρόνια κατάσταση –πχ κάτι αντίστοιχο
με τη στρατιωτική «δημοκρατία» της γειτονικής Τουρκίας. Αυτά ως προς την αξία της
εξέγερσης και τον κλασικό απαξιωτικό αφορισμό που ισχυρίζεται πως το μόνο
αποτέλεσμα ήταν μια απλή, αλλαγή φρουράς, από τον Παπαδόπουλο στον Ιωαννίδη,
που ήρθε στα πράγματα μία βδομάδα μετά.
Όπως, όμως,
δεν μπορούμε να έχουμε την προσδοκία από ένα ιστορικό υποκείμενο να φέρει εις
πέρας κάτι που δεν έχει τεθεί στο ιστορικό προσκήνιο, κατ’ αντιστοιχία, δεν
μπορούμε να κρίνουμε την εξέγερση του Πολυτεχνείου από τη μη επίτευξη ενός στόχου,
που αντικειμενικά βρισκόταν έξω από την εμβέλεια των δυνατοτήτων της: δηλ να
ρίξει τη χούντα. Από τη στιγμή όμως, που αυτό γινόταν φανερό και στα δρώντα
υποκείμενα της εποχής, τους έθετε κάποιες πολύ συγκεκριμένες παραμέτρους. Η
εξέγερση δεν έπρεπε να παρασυρθεί απ’ το φλογερό ενθουσιασμό της στιγμής και να
πάει πιο μακριά απ’ όσο θα μπορούσε –κάτι που επιδίωκαν πχ τα συνθήματα «κάτω
το κράτος», «κάτω το κεφάλαιο», κτλ, που αντικειμενικά λειτουργούσαν
προβοκατόρικα, αν δε γράφονταν δηλ από μασκαρεμένους ασφαλίτες με πολιτικά. Κι
αυτό δεν έχει να κάνει με κάποια άτολμη, ρεφορμιστική λογική μικρών
μεταρρυθμιστικών βημάτων (αυτή την πρέσβευε κυρίως το ΚΚΕ εσωτερικού, με τη
θετική στάση που τήρησε απέναντι στο εγχείρημα της χουντικής «φιλελευθεροποίησης»),
αλλά με ρεαλιστική εκτίμηση των συσχετισμών και της συγκεκριμένης κατάστασης. Η
συγκέντρωση δυνάμεων δεν είχε φτάσει σε εκείνο το σημείο, που θα επέτρεπε στην
εξέγερση να πάει μέχρι τέλους, μπορούσε όμως να ανέβει κατακόρυφα μέσω αυτής της
εξέλιξης και να ανοίξει τελείως διαφορετικές προοπτικές.
Αυτό στη
δεδομένη στιγμή σήμαινε πως έπρεπε να υπάρχει κι ένα σχέδιο διεξόδου για την
κατάληψη, τόσο για τους φοιτητές που κλείστηκαν στο Πολυτεχνείο, όσο –κυρίως-
για το φοιτητικό και το λαϊκό κίνημα και τη συνέχειά τους, να μην παιχτούν δηλ
όλα (ή τίποτα), σε μια συγκυρία που δεν ήταν ευνοϊκή για κάτι τέτοιο. Αυτά
μπορεί να είναι ψιλά γράμματα για τον κλασικό αριστεριστή, που ζει και αναπνέει
για αυτό το «όλα ή τίποτα», ή για ένα φλεγόμενο, φοιτητικό αμφιθέατρο, αλλά δεν
μπορεί παρά να απασχολούν τη συνειδητή πρωτοπορία του κινήματος. Κι αξίζει να
σημειωθεί πως τους υπόλοιπους οκτώ μήνες της χούντας, που αντιστοιχούν στην «περίοδο
Ιωαννίδη», δεν υπήρχε κάποια αξιόλογη εκδήλωση συλλογικής κι οργανωμένης
αντίδρασης, μολονότι η μέχρι τότε τάση του κινήματος ήταν σαφώς ανοδική, και η χούντα
όδευε προς το τέλος της –ή τη δημοκρατική μετεξέλιξή της.
Με βάση αυτά
τα δεδομένα λοιπόν πρέπει να κριθεί, νηφάλια και ιστορικά, στο πλαίσιο της εποχής
της, η δράση, η στάση και τα όποια πιθανά λάθη της ΚΝΕ, μακριά από εύκολους αφορισμούς
κι απλοϊκά σχήματα.
Στο αρχικό
προσχέδιο είχα υπολογίσει να αναφερθώ και στο ζήτημα της «ενότητας και πάλης
των αντιθέτων» μες σε ένα ενιαίο κίνημα, όπως στο Πολυτεχνείο, και στο
αποτέλεσμα της συνύπαρξης αυτών των αντικρουόμενων πολιτικών σχεδίων. Αλλά ας το
κρατήσουμε κάβα για κάποια μελλοντική ανάλυση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου