Τα έσοδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Τις προάλλες, κάποιος αναγνώστης ανέβασε ένα σχόλιο, οπου παρατηρεί πως "κάποτε είχες πει θα γράψεις για το ΕΣΠΑ και γενικά τα κονδύλια που
παίρνουμε από την ΕΕ, ότι δεν μας χαρίζουν δηλαδή λεφτά" και προσθέτει: "Είναι χρόνιο
επιχείρημα ότι η ΕΕ μας έδινε λεφτά και μας στήριζε και εμείς τα φάγαμε
οπότε καλά να πάθουμε κλπ. Περιμένω με ενδιαφέρον αυτή την ανάρτηση, αν
έρθει". Λέω, λοιπόν, να βγάλω εν μέρει αυτή την υποχρέωση σήμερα.
Εισαγωγικά, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο προϋπολογισμός τής Ε.Ε. έχει ένα βασικό χαρακτηριστικό: απαγορεύεται να είναι ελλειμματικός. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή, δεν έχει την δυνατότητα να προσφεύγει σε δανεισμό για να ισοσκελίσει τις χρηματοοικονομικές εισροές με τις εκροές της. Έτσι, οι ετήσιοι προϋπολογισμοί της βρίσκονται συνεχώς στο μικροσκόπιο και υπόκεινται σε συνεχείς αναμορφώσεις.
Τα έσοδα του ευρωπροϋπολογισμού, προέρχονται από τρεις βασικές πηγές:
(α) Δασμοί που επιβάλλονται στις εισαγωγές από τρίτες χώρες. Τα κράτη-μέλη εφαρμόζουν κοινό δασμολόγιο και οι δασμοί επιβάλλονται πάντοτε στην χώρα απ' όπου μπαίνουν στην Ευρώπη τα ξένα προϊόντα, άσχετα αν προορίζονται για την ίδια ή για άλλη χώρα. Δηλαδή, για τα κινεζικά προϊόντα που φτάνουν στον Πειραιά, υπεύθυνη για την επιβολή και την είσπραξη δασμών είναι η Ελλάδα, ακόμη και αν αυτά τα προϊόντα φύγουν αμέσως για Ολλανδία. Από τους εισπραττόμενους δασμούς, η χώρα κρατά ένα ποσοστό (σήμερα 25%) για κάλυψη των λειτουργικών της εξόδων και αποδίδει τα υπόλοιπα χρήματα στις Βρυξέλλες.
Λεπτομέρεια: Στην ίδια πηγή πρέπει να καταχωρίσουμε και τα έσοδα που προέρχονταν από τους λεγόμενους "γεωργικούς δασμούς" (εισφορά γνωστή παλιότερα ως "εξισωτικά ποσά"), οι οποίοι επιβάλλονταν μέχρι τα μέσα τής δεκαετίας τού 1990 στα εισαγόμενα γεωργικά προϊόντα. Η ιδέα τής επιβολής τους ήταν να ακριβήνουν οι εισαγωγές, ώστε οι ευρωπαίοι καταναλωτές να στρέφονται προς τα κοινοτικά προϊόντα. Στους δασμούς αυτής της μορφής ανήκει και η συνεισφορά ζάχαρης και γλυκόζης, η οποία επιβαλλόταν στους παραγωγούς για να μειωθούν τα πλεονάσματα.
(β) Ο Φ.Π.Α.. Η Ευρωπαϊκή Ένωση εισπράττει από όλα τα κράτη-μἐλη της ένα ποσό που προέρχεται από την εφαρμογή ομοιόμορφου συντελεστή πάνω στη βάση υπολογισμού του ΦΠΑ κάθε κράτους-μέλους. Η βάση ΦΠΑ και ο συντελεστής που εφαρμόζεται υπέστησαν αρκετές διαφοροποιήσεις από τη θέσπιση του πόρου έως σήμερα: ξεκίν ησε από 1%, ανέβηκε μέχρι το 1,4% και στην συνέχεια υποχώρησε μέχρι το σημερινό 0,3%. Η βάση υπολογισμού δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το ήμισυ του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΕΕ) κάθε χώρας. Κι αφού ΑΕΕ =ΑΕΠ, στην περίπτωση της Ελλάδας η βάση υπολογισμού μπορεί να φτάσει μέχρι τα 87 δισ. ευρώ περίπου, άρα η εθνική μας συνεισφορά πρέπει να είναι κάπου 260 εκατομμύρια ετησίως.Ίσως κάπου εδώ πρέπει να αναζητηθεί ο λόγος που οι ευρωπαίοι έχουν σκυλιάσει με την υστέρησή μας στην είσπραξη του ΦΠΑ.
(γ) Πόροι βάσει Α.Ε.Π.. Κάθε κράτος-μέλος υποχρεούται να συνεισφέρει κάθε χρόνο ένα ποσό στο κοινό ταμείο. Το ποσό αυτό ορίζεται ως ποσοστό επί του παραγόμενου ΑΕΠ και ως οροφή ορίζεται το 1,23% αυτού αλλά το ύψος του εξαρτάται από την πορεία τής οικονομίας κάθε κράτους-μέλους χωριστά. Δηλαδή, το ταβάνι για την Ελλάδα είναι σήμερα περίπου 2,125 δισ. ευρώ αλλά η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν χτυπήσαμε ταβάνι στο παρελθόν.
Λεπτομέρεια: Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις, η Θάτσερ κατάφερε να πετύχει μια "έκπτωση" ύψους 66% στις εισφορές τής Μεγάλης Βρεττανίας, με την δικαιολογία ότι οι απολαβές της από τα ευρωπαϊκά ταμεία είναι δυσανάλογα χαμηλές σε σχέση με τις εισφορές της. Η αλήθεια είναι ότι και μετά την ως άνω "έκπτωση", η Βρεττανία εξακολουθεί να παραμένει "καθαρός συνεισφέρων" (δίνει περισσότερα από όσα παίρνει). Τα ποσά που επιστρέφονται στην Βρεττανία, επιμερίζονται στις άλλες χώρες. Το 2013, η Ελλάδα πλήρωσε γι' αυτόν τον λόγο 96,4 εκατομμύρια ευρώ. Πλην της Βρεττανίας, "έκπτωση" παίρνουν πλέον και η Γερμανία, η Αυστρία, η Ολλανδία, η Σουηδία και, τελευταία, η Δανία.
(δ) Λοιπά. Εκτός από τα παραπάνω, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει και κάποια άλλα, μικρότερα έσοδα από την φορολογία των υπαλλήλων της, από τόκους και από πρόστιμα που επιβάλλονται στα κράτη-μέλη της για παραβιάσεις τής ευρωενωσιακής νομοθεσίας.
Λόγω των διαρκών αναμορφώσεων του ευρωπροϋπολογισμού αλλά και της ελλειπούς ενημέρωσης, δεν είναι εύκολη η εύρεση στοιχείων σχετικά με το ακριβές ύψος των συνολικών εισφορών κάθε κράτους-μέλους χωριστά. Πάντως, από τα στοιχεία που παραθέσαμε, μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι η οροφή συνεισφοράς τής Ελλάδας στα ευρωπαϊκά ταμεία βρίσκεται λίγο κάτω από τα τρία δισ. ευρώ ενώ, από τα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί, προκύπτει ότι στην πραγματικότητα συνεισφέρουμε περί τα δύο δισ. ετησίως.
Εκείνο που είναι σίγουρο, όμως, είναι πως η Ελλάδα ανήκει στην πλειοψηφία των κρατών-μελών τής Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία είναι "καθαροί λήπτες", δηλαδή εισπράττουν από τα ευρωπαϊκά ταμεία περισσότερα από όσα πληρώνουν. Εδώ στηρίζονται όσοι επιμένουν ότι η συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ωφελεί τον τόπο. Λένε, δηλαδή, πως η Ελλάδα μπορεί να πληρώνει 3 δισ. τον χρόνο αλλά εισπράττει πολύ περισσότερα.
Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Μέσα σε 23 χρόνια, από το 1981 μέχρι το 2014, εγκρίθηκαν συνολικά για την Ελλάδα 70,8 δισ. ευρώ από τους ευρωκοινοτικούς και ευρωενωσιακούς προϋπολογισμούς, μέσω των διαφόρων προγραμμάτων (ΜΟΠ: 2,6 - Α' ΚΠΣ: 7,2 - Β' ΚΠΣ: 14 - Γ' ΚΠΣ: 22,7 - ΕΣΠΑ: 24,3). Με την απορροφητικότητα να μη ξεπερνάει σε καμμιά περίπτωση το 90%, δεν υπάρχει περίπτωση να πήραμε συνολικά πάνω από 63 δισ. ευρώ. Αν σ' αυτό το ποσό προσθέσουμε και 40 δισ. περίπου που εισπράξαμε από την ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική), φτάνουμε περί τα εκατό δισεκατομμύρια (**).
Το ερώτημα είναι πού πήγαν αυτά τα χρήματα. Ο προϋπολογισμός τής Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ένα πανίσχυρο αναδιανεμητικό εργαλείο, το οποίο μεταφέρει πλούτο από τους πολλούς που τον παράγουν προς τους λίγους που τον εκμεταλλεύονται. Ενώ, δηλαδή, ο ΦΠΑ και οι πόροι βάσει ΑΕΠ βγαίνουν από την δουλειά και τον πλούτο που παράγουν όλοι οι εργαζόμενοι αυτού του τόπου, τα κονδύλια που χορηγούνται από την Ε.Ε. ενθυλακώνονται από λίγους και εκλεκτούς μεγαλόσχημους. Για παράδειγμα, από τα 24,3 δισ. του ΕΣΠΑ, οι εταιρείες συμφερόντων Μπόμπολα καρπώθηκαν τα εννιά ενώ καμμιά δεκαριά μεγάλες εταιρείες και μονοπώλια απορρόφησαν συνολικά το 90% αυτού του ποσού. Έτσι, με την υπεραισιόδοξη υπόθεση ότι θα απορροφήσουμε από το ΕΣΠΑ γύρω στα 22 δισ., δεν περισσεύουν πάνω από δύο για να μοιραστούν μέσα σε έξι χρόνια στους μικρούς και τους μικρομεσαίους όλης της χώρας, δηλαδή κάπου 350 εκατομμύρια τον χρόνο για πάνω από μισό εκατομμύριο επαγγελματίες, αγρότες και άνεργους που ψάχνουν στον ήλιο μοίρα. Όσο για τα δισεκατομμύρια της ΚΑΠ, ακόμη και οι πέτρες γνωρίζουν σε ποιων τις τσέπες κατέληξαν.
Για να ολοκληρώσουμε την εικόνα, ας συνυπολογίσουμε ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό τού κερδους που δημιουργείται από την εκμετάλλευση του ευρωενωσιακού χρήματος, μεταφέρεται από τους καρπωτές του στο εξωτερικό, με τις γνωστές διαδικασίες (οφσόρ κλπ). Μόνο έτσι μπορούμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για το αν και κατά πόσο ο απλός πολίτης ωφελείται από το ότι "μένει Ευρώπη"...
ΥΓ: Θα μπορούσα να αναφερθώ και σε κάποιες "παράπλευρες απώλειες" όπως το κλείσιμο των ζαχαρουργείων λόγω ποσόστωσης, το ξεπάστρεμα των μικρών αλιέων μέσω της καταστροφής των ψαροκάικων ή την καταστροφή τής αγροτικής παραγωγής λόγω της νέας ΚΑΠ αλλά έτσι δεν θα τελειώναμε ποτέ.
-------------------------------
(*) Από την μελέτη των πανεπιστημιακών Κάμπος, Κοριτσέλλι και Μορέττι "Economic Growth and European Integration: A Counterfactual Analysis", 2013. Το διάγραμμα βρίσκεται στην σελίδα 31.
(**) Αν η διαφορά εισπράξεων-πληρωμών τής Ελλάδας σας φαίνεται μεγάλη, έχετε υπ' όψη σας ότι πρωταθλήτρια σ' αυτή την διαφορά είναι η Πολωνία. Για παράδειγμα, μόνο το 2013 η Πολωνία είχε μια "ωφέλεια" 12 δισ. ευρώ αφού συνεισέφερε 4,2 δισ. στα ευρωενωσιακά ταμεία και εισέπραξε 16,2 δισ., χωρίς να υπολογίσουμε τις εισπράξεις από την ΚΑΠ.
Εισαγωγικά, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο προϋπολογισμός τής Ε.Ε. έχει ένα βασικό χαρακτηριστικό: απαγορεύεται να είναι ελλειμματικός. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή, δεν έχει την δυνατότητα να προσφεύγει σε δανεισμό για να ισοσκελίσει τις χρηματοοικονομικές εισροές με τις εκροές της. Έτσι, οι ετήσιοι προϋπολογισμοί της βρίσκονται συνεχώς στο μικροσκόπιο και υπόκεινται σε συνεχείς αναμορφώσεις.
[Πηγή: EC Budget - Επεξεργασία διαγράμματος: Cogito ergo sum] |
Τα έσοδα του ευρωπροϋπολογισμού, προέρχονται από τρεις βασικές πηγές:
(α) Δασμοί που επιβάλλονται στις εισαγωγές από τρίτες χώρες. Τα κράτη-μέλη εφαρμόζουν κοινό δασμολόγιο και οι δασμοί επιβάλλονται πάντοτε στην χώρα απ' όπου μπαίνουν στην Ευρώπη τα ξένα προϊόντα, άσχετα αν προορίζονται για την ίδια ή για άλλη χώρα. Δηλαδή, για τα κινεζικά προϊόντα που φτάνουν στον Πειραιά, υπεύθυνη για την επιβολή και την είσπραξη δασμών είναι η Ελλάδα, ακόμη και αν αυτά τα προϊόντα φύγουν αμέσως για Ολλανδία. Από τους εισπραττόμενους δασμούς, η χώρα κρατά ένα ποσοστό (σήμερα 25%) για κάλυψη των λειτουργικών της εξόδων και αποδίδει τα υπόλοιπα χρήματα στις Βρυξέλλες.
Λεπτομέρεια: Στην ίδια πηγή πρέπει να καταχωρίσουμε και τα έσοδα που προέρχονταν από τους λεγόμενους "γεωργικούς δασμούς" (εισφορά γνωστή παλιότερα ως "εξισωτικά ποσά"), οι οποίοι επιβάλλονταν μέχρι τα μέσα τής δεκαετίας τού 1990 στα εισαγόμενα γεωργικά προϊόντα. Η ιδέα τής επιβολής τους ήταν να ακριβήνουν οι εισαγωγές, ώστε οι ευρωπαίοι καταναλωτές να στρέφονται προς τα κοινοτικά προϊόντα. Στους δασμούς αυτής της μορφής ανήκει και η συνεισφορά ζάχαρης και γλυκόζης, η οποία επιβαλλόταν στους παραγωγούς για να μειωθούν τα πλεονάσματα.
(β) Ο Φ.Π.Α.. Η Ευρωπαϊκή Ένωση εισπράττει από όλα τα κράτη-μἐλη της ένα ποσό που προέρχεται από την εφαρμογή ομοιόμορφου συντελεστή πάνω στη βάση υπολογισμού του ΦΠΑ κάθε κράτους-μέλους. Η βάση ΦΠΑ και ο συντελεστής που εφαρμόζεται υπέστησαν αρκετές διαφοροποιήσεις από τη θέσπιση του πόρου έως σήμερα: ξεκίν ησε από 1%, ανέβηκε μέχρι το 1,4% και στην συνέχεια υποχώρησε μέχρι το σημερινό 0,3%. Η βάση υπολογισμού δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το ήμισυ του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΕΕ) κάθε χώρας. Κι αφού ΑΕΕ =ΑΕΠ, στην περίπτωση της Ελλάδας η βάση υπολογισμού μπορεί να φτάσει μέχρι τα 87 δισ. ευρώ περίπου, άρα η εθνική μας συνεισφορά πρέπει να είναι κάπου 260 εκατομμύρια ετησίως.Ίσως κάπου εδώ πρέπει να αναζητηθεί ο λόγος που οι ευρωπαίοι έχουν σκυλιάσει με την υστέρησή μας στην είσπραξη του ΦΠΑ.
(γ) Πόροι βάσει Α.Ε.Π.. Κάθε κράτος-μέλος υποχρεούται να συνεισφέρει κάθε χρόνο ένα ποσό στο κοινό ταμείο. Το ποσό αυτό ορίζεται ως ποσοστό επί του παραγόμενου ΑΕΠ και ως οροφή ορίζεται το 1,23% αυτού αλλά το ύψος του εξαρτάται από την πορεία τής οικονομίας κάθε κράτους-μέλους χωριστά. Δηλαδή, το ταβάνι για την Ελλάδα είναι σήμερα περίπου 2,125 δισ. ευρώ αλλά η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν χτυπήσαμε ταβάνι στο παρελθόν.
Λεπτομέρεια: Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις, η Θάτσερ κατάφερε να πετύχει μια "έκπτωση" ύψους 66% στις εισφορές τής Μεγάλης Βρεττανίας, με την δικαιολογία ότι οι απολαβές της από τα ευρωπαϊκά ταμεία είναι δυσανάλογα χαμηλές σε σχέση με τις εισφορές της. Η αλήθεια είναι ότι και μετά την ως άνω "έκπτωση", η Βρεττανία εξακολουθεί να παραμένει "καθαρός συνεισφέρων" (δίνει περισσότερα από όσα παίρνει). Τα ποσά που επιστρέφονται στην Βρεττανία, επιμερίζονται στις άλλες χώρες. Το 2013, η Ελλάδα πλήρωσε γι' αυτόν τον λόγο 96,4 εκατομμύρια ευρώ. Πλην της Βρεττανίας, "έκπτωση" παίρνουν πλέον και η Γερμανία, η Αυστρία, η Ολλανδία, η Σουηδία και, τελευταία, η Δανία.
(δ) Λοιπά. Εκτός από τα παραπάνω, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει και κάποια άλλα, μικρότερα έσοδα από την φορολογία των υπαλλήλων της, από τόκους και από πρόστιμα που επιβάλλονται στα κράτη-μέλη της για παραβιάσεις τής ευρωενωσιακής νομοθεσίας.
Λόγω των διαρκών αναμορφώσεων του ευρωπροϋπολογισμού αλλά και της ελλειπούς ενημέρωσης, δεν είναι εύκολη η εύρεση στοιχείων σχετικά με το ακριβές ύψος των συνολικών εισφορών κάθε κράτους-μέλους χωριστά. Πάντως, από τα στοιχεία που παραθέσαμε, μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι η οροφή συνεισφοράς τής Ελλάδας στα ευρωπαϊκά ταμεία βρίσκεται λίγο κάτω από τα τρία δισ. ευρώ ενώ, από τα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί, προκύπτει ότι στην πραγματικότητα συνεισφέρουμε περί τα δύο δισ. ετησίως.
Εκείνο που είναι σίγουρο, όμως, είναι πως η Ελλάδα ανήκει στην πλειοψηφία των κρατών-μελών τής Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία είναι "καθαροί λήπτες", δηλαδή εισπράττουν από τα ευρωπαϊκά ταμεία περισσότερα από όσα πληρώνουν. Εδώ στηρίζονται όσοι επιμένουν ότι η συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ωφελεί τον τόπο. Λένε, δηλαδή, πως η Ελλάδα μπορεί να πληρώνει 3 δισ. τον χρόνο αλλά εισπράττει πολύ περισσότερα.
Η εξέλιξη του ελληνικού κατά κεφαλή ΑΕΠ μέχρι το 2008. Με συνεχόμενη γραμμμή η πραγματικότητα, με διακεκομμένη γραμμή η πιθανή εξέλιξη αν δεν είχαμε ενταχθεί στην ΕΟΚ το 1981. (*) |
Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Μέσα σε 23 χρόνια, από το 1981 μέχρι το 2014, εγκρίθηκαν συνολικά για την Ελλάδα 70,8 δισ. ευρώ από τους ευρωκοινοτικούς και ευρωενωσιακούς προϋπολογισμούς, μέσω των διαφόρων προγραμμάτων (ΜΟΠ: 2,6 - Α' ΚΠΣ: 7,2 - Β' ΚΠΣ: 14 - Γ' ΚΠΣ: 22,7 - ΕΣΠΑ: 24,3). Με την απορροφητικότητα να μη ξεπερνάει σε καμμιά περίπτωση το 90%, δεν υπάρχει περίπτωση να πήραμε συνολικά πάνω από 63 δισ. ευρώ. Αν σ' αυτό το ποσό προσθέσουμε και 40 δισ. περίπου που εισπράξαμε από την ΚΑΠ (Κοινή Αγροτική Πολιτική), φτάνουμε περί τα εκατό δισεκατομμύρια (**).
Το ερώτημα είναι πού πήγαν αυτά τα χρήματα. Ο προϋπολογισμός τής Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ένα πανίσχυρο αναδιανεμητικό εργαλείο, το οποίο μεταφέρει πλούτο από τους πολλούς που τον παράγουν προς τους λίγους που τον εκμεταλλεύονται. Ενώ, δηλαδή, ο ΦΠΑ και οι πόροι βάσει ΑΕΠ βγαίνουν από την δουλειά και τον πλούτο που παράγουν όλοι οι εργαζόμενοι αυτού του τόπου, τα κονδύλια που χορηγούνται από την Ε.Ε. ενθυλακώνονται από λίγους και εκλεκτούς μεγαλόσχημους. Για παράδειγμα, από τα 24,3 δισ. του ΕΣΠΑ, οι εταιρείες συμφερόντων Μπόμπολα καρπώθηκαν τα εννιά ενώ καμμιά δεκαριά μεγάλες εταιρείες και μονοπώλια απορρόφησαν συνολικά το 90% αυτού του ποσού. Έτσι, με την υπεραισιόδοξη υπόθεση ότι θα απορροφήσουμε από το ΕΣΠΑ γύρω στα 22 δισ., δεν περισσεύουν πάνω από δύο για να μοιραστούν μέσα σε έξι χρόνια στους μικρούς και τους μικρομεσαίους όλης της χώρας, δηλαδή κάπου 350 εκατομμύρια τον χρόνο για πάνω από μισό εκατομμύριο επαγγελματίες, αγρότες και άνεργους που ψάχνουν στον ήλιο μοίρα. Όσο για τα δισεκατομμύρια της ΚΑΠ, ακόμη και οι πέτρες γνωρίζουν σε ποιων τις τσέπες κατέληξαν.
Για να ολοκληρώσουμε την εικόνα, ας συνυπολογίσουμε ότι το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό τού κερδους που δημιουργείται από την εκμετάλλευση του ευρωενωσιακού χρήματος, μεταφέρεται από τους καρπωτές του στο εξωτερικό, με τις γνωστές διαδικασίες (οφσόρ κλπ). Μόνο έτσι μπορούμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για το αν και κατά πόσο ο απλός πολίτης ωφελείται από το ότι "μένει Ευρώπη"...
ΥΓ: Θα μπορούσα να αναφερθώ και σε κάποιες "παράπλευρες απώλειες" όπως το κλείσιμο των ζαχαρουργείων λόγω ποσόστωσης, το ξεπάστρεμα των μικρών αλιέων μέσω της καταστροφής των ψαροκάικων ή την καταστροφή τής αγροτικής παραγωγής λόγω της νέας ΚΑΠ αλλά έτσι δεν θα τελειώναμε ποτέ.
-------------------------------
(*) Από την μελέτη των πανεπιστημιακών Κάμπος, Κοριτσέλλι και Μορέττι "Economic Growth and European Integration: A Counterfactual Analysis", 2013. Το διάγραμμα βρίσκεται στην σελίδα 31.
(**) Αν η διαφορά εισπράξεων-πληρωμών τής Ελλάδας σας φαίνεται μεγάλη, έχετε υπ' όψη σας ότι πρωταθλήτρια σ' αυτή την διαφορά είναι η Πολωνία. Για παράδειγμα, μόνο το 2013 η Πολωνία είχε μια "ωφέλεια" 12 δισ. ευρώ αφού συνεισέφερε 4,2 δισ. στα ευρωενωσιακά ταμεία και εισέπραξε 16,2 δισ., χωρίς να υπολογίσουμε τις εισπράξεις από την ΚΑΠ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου