Υπάρχει λύση
Κοίταξε
το αυτοσχέδιο αφισάκι και τη συνέχεια, κάτω από το κεντρικό σύνθημα: θα μιλήσει
ο γγ του ΕΠΑΜ, Δημήτρης Καζάκης. Ώρα, ημερομηνία, μέρος, κτλ. Εκτίμησε την ακούσια
ρίμα (λύση-μιλήσει), τη μετριοφροσύνη του Καζάκη που τιτλοφορούνταν απλώς ως γγ
και δεν είχε αυτοανακηρυχθεί ακόμα Μεσσίας, και το χιούμορ των διοργανωτών, που
εντόπιζαν τη λύση του προβλήματος στην ομιλία ενός τηλεσωτήρα.
Η
αλήθεια είναι στο Δημήτρη Καζάκη. Γκέγκε;
Κρίμα
μόνο που δεν ήταν εκεί, να το δει για να γελάσει, κι η σφισσα με την οποία μιλούσε
πριν από λίγο. Θα ήταν ένα ευχάριστο διάλειμμα από τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς
για το τι μέλλει γενέσθαι. Ή και μια πραγματική διέξοδος. Ποτέ δεν ξέρεις…
Είχαν
ξεκινήσει με αγνό και άδολο τρολάρισμα, παραλληλίζοντας την ομοφοβία με την
πρωην(ο)φοβία, για τους παλιούς συντρόφους που (πήγαν στον παράδεισο και) όλοι τους
αποφεύγουν στην αρχή, για ένα διάστημα, λες και φοβούνται μη τυχόν κολλήσουν τη
ρετσινιά τους ή κάποια αρρώστια. Αλλά είναι (και) στο δικό τους χέρι να μην
μπουν στο περιθώριο και να σπάσουν την προκατάληψη, αναλόγως πώς θα χειριστούν
την περίπτωση. Στο κάτω-κάτω της γραφής, όπως έλεγε και μια άλλη σφισσα, δε
χρειάζεται να είμαστε όλοι οργανωμένοι, γιατί πρέπει να μείνουν κάποιοι απέξω
να κάνουν το μέτωπο.
Αναρωτήθηκαν
πότε πέρασαν 16 χρόνια, ένας ολόκληρος έφηβος, από το περιβόητο μιλένιουμ, όταν
ήταν αυτοί έφηβοι, και πώς έφυγαν τόσο άδεια, σαν άμμος που γλιστράει από τα χέρια,
ή κινούμενη (άμμος) που τους καταπίνει, αργά και σταθερά. Και να φανταστείς πως
υπήρχαν στο ενδιάμεσο μερικές κινηματικές παρενθέσεις, σαν τη διετία 10-12’ ή
το φοιτητικό Μαϊούνη, που είχε κι ένα σύνθημα που ταίριαζε με την περίσταση. Να
δεις πώς πήγαινε…
Ω
δεκαέξι, κι άμα βρέξει, θα είμαι εδώ…
-Και
μετά;
-Τι
μετά; Εννοείς τι άφησε ο Μαϊούνης;
-Όχι,
μετά πώς πήγαινε το σύνθημα;
Είπανε
για τους φίλους τους, που φεύγουν στο εξωτερικό, με την ψευδαίσθηση πως θα είναι
κάτι προσωρινό, ενώ στην πραγματικότητα, κλείνουν εισιτήριο, χωρίς επιστροφή.
Και με τι μούτρα θα τους πεις: φίλε, είναι παγίδα, μη φύγεις, κάτσε εδώ να το
παλέψεις; Έχεις καμιά προοπτική να τους δείξεις, κάποια λύση από το αδιέξοδο;
(και όχι δεν εννοώ τον Καζάκη). Και γιατί να θεωρήσεις την επιλογή τους φυγομαχία;
Σάμπως κι εμείς που μένουμε, από φόβο (για το άγνωστο, κτλ) δεν το κάνουμε κατά
βάθος; Ή μήπως μένουμε γιατί βλέπουμε κάποια απτή προοπτική μπροστά μας;
Κάποιες
φορές, ξέρεις, κι η ενασχόληση με το κίνημα, με τα κοινά, τα μεγάλα και γενικά
ζητήματα, είναι και αυτή ένας τρόπος φυγής από τα δικά μας, καθημερινά προβλήματα,
που έχουν τη ρίζα τους όμως στο γενικό. Και δεν το κάνουμε για να τα συνδέσουμε
και να συμπληρώσουμε την εικόνα, αλλά για να ξεφύγουμε, και να τα παραπέμψουμε
στο απώτερο μέλλον, που θα τα λύσει όλα. Γιατί στην τελική όλα πολιτικά είναι,
ακόμα και τα προσωπικά.
Κι
από την άλλη πάλι, δεν είναι λογικό να ζητάς ατομικές λύσεις πρώτα στα δικά
σου, ξέχωρα από τη γενική εικόνα. Να μπορέσω πρώτα να πατήσω στα πόδια μου, να
βολευτώ, να βρω μια σταθερή δουλειά, περιβάλλον, κτλ, και τότε θα μπορέσω κι εγώ
να αφοσιωθώ στον αγώνα, ψυχή τε και σώματι. Ενώ τώρα τι ακριβώς να κάνεις, όταν
δεν έχεις κανένα σημείο αναφοράς, κανένα μαζικό χώρο, για να δράσεις, παρά μόνο
μια σταθερή αίσθηση προσωρινότητας, σαν το μετανάστη; Ούτε σταθερή δουλειά, ούτε
σταθερή κατοικία, πότε από εδώ, πότε από εκεί, τα πάντα ρει, και ουδέν μένει,
τη διαλεκτική μου μέσα.
Ποια
διαλεκτική μου λες όμως, όταν περιμένεις τελείως μεταφυσικά μια δική σου σχετική
σταθεροποίηση, κόντρα στη ροή των πραγμάτων, σαν εξαίρεση στον κανόνα του χυλού
και της φουρτούνας, για να ανοίξεις μετά πανιά εκ του ασφαλούς, μες σε απάνεμα
λιμάνια, γιατί μπούχτισες πια τόσα χρόνια (δεκαέξι σύνολο, έξι παραπάνω και από
την Οδύσσεια) με ένα καρυδότσουφλο μεσοπέλαγα, θάλασσες μας ζώνουν, κύματα μας κλειούν,
σε μια σχεδία χωρίς σχέδιο, και η Ιθάκη να μη φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα,
και οι σύντροφοι να λιγοστεύουν, να τους μεταμορφώνει σε βολεμένα γουρούνια η Κίρκη
του συστήματος ή να τους πλανεύει ο ροζ Πολύφημος, γιατί μες στους τυφλούς
βασιλεύει ο μονόφθαλμος, και ο κοψοχέρης υπήκοος που έβαλε τα χεράκια του κι έβγαλε
τα ματάκια του με την ψήφο του.
Πώς
νομίζεις δηλ ότι στράφηκε τόσος κόσμος, ακόμα και υποψιασμένος, στο Σύριζα; Δεν
ήταν η ελπίδα που έρχεται, αλλά η απελπισία, σαν έμμεση παραδοχή πως δε βλέπει
αλλού διέξοδο, στον αγώνα, την ταξική πάλη. Γι’ αυτό μην κρατάς πολύ μεγάλο καλάθι
πως όλοι αυτοί θα δουν το φως το αληθινό και θα γυρίσουν κοντά μας, σαν άσωτοι
υιοί, μόλις καταλάβουν τι γίνεται.
Αλλά
δεν είναι αυτοί το πρόβλημα. Το πρόβλημα είμαστε εμείς. Αν εμείς δε βλέπουμε διέξοδο
σε αυτό που κάνουμε, και δεν το πιστεύουμε, αν δεν ξυπνάμε και κοιμόμαστε με
την αγωνία πώς θα γίνει καλύτερο, πιο μαζικό και ισχυρό, για να φέρει αποτελέσματα,
αν εμείς οι ίδιοι δεν είμαστε πεισμένοι κατά βάθος, πώς περιμένουμε να πείσουμε
τους άλλους;
Το
πρόβλημα είναι πως δεν πρέπει να περιμένεις να βρεις κάτι έτοιμο, σταθερό, μεγάλο
και σίγουρο, για να ρίξεις το δικό σου λιθαράκι ως συμβολή, αλλά να βάλεις τα
θεμέλια από την αρχή. Να πέσεις κατευθείαν στα βαθιά και να τραβήξεις κουπί, κι
ας μη βλέπεις πουθενά κοντά τη θάλασσα, να γίνεις ο γραφικός, ο τρελός του
χωριού, γιατί μόνο από αυτούς μαθαίνεις την αλήθεια, μέχρι που να κονομήσουν
πολλοί την τρέλα σου και τότε να σκεφτούμε με άλλους όρους και συσχετισμούς
ποιος είναι ο γνωστικός και ποιος όχι, και τι είναι λογικό να κάνουμε.
Γι’
αυτό, κράτα γερά, σύντροφε. Γιατί πρέπει να δούμε εμείς πρώτα και να δείξουμε
μετά και στους άλλους την προοπτική. Και αν δεν υπάρχει δρόμος, πρέπει να τον
ανοίξουμε. Και γιατί, όντως, τα πάντα είναι πολιτικά. Ακόμα κι η εύλογη ανάγκη μας
να ζήσουμε απλά, να μην ασχολούμαστε με την πολιτική, το μαζικό άνοιγμα, κτλ,
κτλ. Γιατί (μόνο) στον κομμουνισμό, δε θα υπάρχουν τάξεις, κόμματα και κατά συνέπεια
πολιτική, με την τρέχουσα σημασία του όρου…
Καλούς αγώνες, για να μην είναι (και) η φετινή χρονιά δίσεκτη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου