29 Μαΐ 2016

Ξανά η αντιπαράθεση για την οικονομική διακυβέρνηση με αφορμή την Ελλάδα

Ξανά η αντιπαράθεση για την οικονομική διακυβέρνηση με αφορμή την Ελλάδα

Σε άρθρο του «Bloomberg View» («Capital.gr», 20/5/2016), αναφέρονταν τα εξής: «Κανείς όμως στο Βερολίνο δεν πιστεύει ότι η Ελλάδα θα είναι ποτέ σε θέση να εξοφλήσει τα χρέη της. "Πρόκειται επί της ουσίας για μια αναδυόμενη οικονομία κι όχι για μια ανεπτυγμένη", δήλωσε ένας ανώτερος Γερμανός αξιωματούχος (...) Η έλλειψη προόδου στην Ελλάδα αποτελεί σύμπτωμα της μη ανταγωνιστικής οικονομίας όλης της ηπείρου. Μέσα σε έξι χρόνια κρίσης του ευρώ, η Γαλλία έχει μόλις προχωρήσει σε κάποιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (οι Γερμανοί υπουργοί στρέφουν το βλέμμα τους κάθε φορά που αναφέρεται το όνομα του Φρανσουά Ολάντ και η λέξη "μεταρρύθμιση" στην ίδια πρόταση) και η Ιταλία ακόμα προσπαθεί να εξυγιάνει το τραπεζικό της σύστημα. Η ενιαία αγορά είναι ανησυχητικά ατελής. Πολύ λίγα από τα δομικά θεμέλια για ένα επιτυχημένο ενιαίο νόμισμα έχουν μπει στη θέση τους (...) Οι Γερμανοί (...) αρνήθηκαν να δεχτούν τα κοινά ευρωομόλογα και άλλες μακροπρόθεσμες λύσεις για τη διατήρηση του ενιαίου νομίσματος».
Γίνεται φανερό από το παραπάνω απόσπασμα ότι η άποψη που εκφράζεται με αφορμή τις τεράστιες δυσκολίες διαχείρισης της οικονομίας της Ελλάδας γίνεται για μια ακόμη φορά αφορμή να προβληθεί μια «συνταγή» διαχείρισης της οικονομίας της Ευρωζώνης που θα τη βγάλει από την αδυναμία ισχυρής ανάπτυξης, σε συνδυασμό με την αντιμετώπισή της ως «ενιαίας αγοράς». Που μπορεί να ονομάζεται έτσι αλλά απέχει πολύ από το να είναι. Είναι ουσιαστικά η άποψη του ΔΝΤ, των ΗΠΑ και φαίνεται ως μια ακόμη παρέμβαση στο εσωτερικό της Ευρωζώνης.
Υπαρκτή αντιπαράθεση
«Πολύ λίγα από τα δομικά θεμέλια για ένα επιτυχημένο ενιαίο νόμισμα έχουν μπει στη θέση τους», εκτιμά το άρθρο. Πράγματι, το ενιαίο νόμισμα κυκλοφορεί σε 18 διαφορετικές καπιταλιστικές οικονομίες που δεν αποτελούν ενιαία οικονομία. Μπορεί το ευρώ να διευκολύνει την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και εργατικού δυναμικού, αλλά οι καπιταλιστικές οικονομίες των 18 κρατών - μελών της Ευρωζώνης συνεχίζουν να έχουν το δικό τους οικονομικό κύκλο η καθεμιά, ο ανταγωνισμός μεταξύ τους συνυπάρχει και οξύνεται, όσο και αν δυναμώνει στο έπακρο η μεταξύ τους αλληλεξάρτηση. Η ανισομετρία μεταξύ τους μεγαλώνει ενώ η καπιταλιστική οικονομική κρίση την έχει διευρύνει ακόμη περισσότερο, η δε έξοδος από την κρίση σε καθεμία έχει τις δικές της δυσκολίες.
Οσα διατυπώνονται για «κοινά ευρωομόλογα και άλλες μακροπρόθεσμες λύσεις για τη διατήρηση του ενιαίου νομίσματος», που αρνείται η γερμανική κυβέρνηση, αποτελούν μέρος της πολιτικής πρότασης της Γαλλίας στην οποία συμφωνούν και κράτη του Νότου, για την οικονομική διακυβέρνηση (έκφραση οξύτατων ανταγωνισμών Γαλλίας - Γερμανίας).
Οι προτάσεις για την οικονομική διακυβέρνηση εστιάζουν στις πολιτικές για τη διαχείριση των οικονομικών κρίσεων έτσι ώστε αφενός να ελαχιστοποιούνται οι αρνητικές συνέπειες για το κεφάλαιο, αφετέρου αν υπάρξει κρίση σε μια οικονομία να προστατεύονται οι υπόλοιπες από την επίδρασή της λόγω της βαθιάς αλληλεξάρτησης και του κοινού νομίσματος.
Η πρόταση της Γαλλίας, θεωρεί ότι η διαχείριση της κρίσης μιας οικονομίας, που αντικειμενικά αντανακλά στους δείκτες του Συμφώνου Σταθερότητας, πρέπει να αντιμετωπίζεται απ' όλη την Ευρωζώνη, γι' αυτό και η πρόταση για τα ευρωομόλογα για το χρέος. Επίσης, ζητά χαλάρωση ως προς το δείκτη του 3% στα ελλείμματα, αλλά και χρηματοδότηση της οικονομίας που έχει πρόβλημα ώστε μέσω δημόσιων επενδύσεων να αντιμετωπίζεται η κρίση.Αυτήν την πολιτική δημοσιονομικής χαλάρωσης τη χρειάζεται και η ίδια, όπως και οι Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα, κ.ά., λόγω τεράστιων χρεών και ελλειμμάτων.
Αυτή η πολιτική διαχείρισης, όμως, απαιτεί χρήμα που πρέπει να βάλουν όλα τα κράτη - μέλη. Η Γερμανία, ως η μεγαλύτερη οικονομία, αφενός βάζει τα περισσότερα, αφετέρου λόγω ανταγωνισμού με τις υπόλοιπες οικονομίες διαφωνεί ριζικά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, επιμένοντας αυστηρά στο όριο 3% για το έλλειμμα στον κρατικό προϋπολογισμό και στο 60% του ΑΕΠ στο κρατικό χρέος. Και επειδή πιο πάνω αναφέραμε ότι η «συνταγή» του άρθρου εκφράζει την άποψη του ΔΝΤ, των ΗΠΑ, φαίνεται ως παρέμβαση κόντρα στη Γερμανία και υπέρ της Γαλλίας, του Νότου της Ευρωζώνης γενικότερα.
Το Μάαστριχτ και οι δημόσιες επενδύσεις
Σε άλλο άρθρο του «Bloomberg View» («Capital.gr») στις 12/5/2016, αναφέρεται: «Η παλαιότητα των υποδομών στο Βέλγιο είναι ενδεικτική της απουσίας επενδύσεων που μαστίζει ολόκληρη την ήπειρο...
Ο λόγος για την επιδείνωση των υποδομών είναι σαφής. Μεταφέρω τα λόγια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: "Οι δημόσιες επενδύσεις βρίσκονταν διαρθρωτικά χαμηλά για αρκετές δεκαετίες, ως αποτέλεσμα των πολιτικών επιλογών σε ένα πλαίσιο παρατεταμένης δημοσιονομικής εξυγίανσης...".
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τη διεστραμμένη επίδραση που είχαν οι λεγόμενοι δημοσιονομικοί κανόνες του Μάαστριχτ (...) Οι προϋπολογισμοί, επιτάσσει η Συνθήκη του Μάαστριχτ, πρέπει να είναι ισοσκελισμένοι ή τουλάχιστον όχι ανισόρροποι πέρα από ένα καθορισμένο σημείο (3% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος για τα δημοσιονομικά ελλείμματα και 60% του ΑΕΠ για το δημόσιο χρέος). Η αρχή αυτή (...) έχει ενισχύσει την υφέρπουσα τάση μείωσης των επενδύσεων (...) Πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, όπως αυτή του Βελγίου, περικόπτουν τις νέες επενδύσεις (...)
Δεν προκαλεί έκπληξη ότι το απόθεμα των δημόσιων επενδύσεων μειώνεται σταθερά, και, τελικά, η ανάπτυξη έχει σε μεγάλο βαθμό "παγώσει" (...)
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ θα πρέπει να αναθεωρηθεί για να ενσωματώσει έναν "χρυσό κανόνα" για τις επενδυτικές δαπάνες. Δηλαδή, οι επενδύσεις σε μακροπρόθεσμα έργα δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στους υπολογισμούς των ελλειμμάτων. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να αναλάβουν το ρόλο επόπτη, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα γίνει κατάχρηση αυτής της δημοσιονομικής ευελιξίας».
Το συγκεκριμένο άρθρο προχωρά παραπέρα στο ζήτημα της σχέσης των δεικτών του Συμφώνου Σταθερότητας με τη διαχείριση της κρίσης. Προβάλλει τις επενδύσεις ως το κύριο για την έξοδο από την κρίση. Και έχει ιστορικά αποδειχτεί ότι χωρίς δημόσιες επενδύσεις δε γίνονται ιδιωτικές. Αλλά συνδέει το γεγονός ότι δε γίνονται επενδύσεις με τους δείκτες του Συμφώνου Σταθερότητας. Εκλαμβάνει τους δείκτες ως τροχοπέδη στη δυναμική ανάπτυξη.
Ανάπτυξη και χρέη
Γενικά δεν υπάρχει καπιταλιστική οικονομία που να μπορεί να αναπτύσσεται χωρίς χρέη. Οπως και επιχειρηματικοί όμιλοι χωρίς χρέη αφού η ολοένα και μεγαλύτερη διεύρυνση της παραγωγής για την ολοένα διευρυνόμενη αναπαραγωγή κερδών και κεφαλαίου, σε συνδυασμό με τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό, απαιτεί εύρος επενδύσεων, που χρειάζονται συνεχώς νέα κεφάλαια. Τα αναγκαία αυτά κεφάλαια δεν μπορεί να τα έχει όλα ο επιχειρηματικός όμιλος γι' αυτό υπάρχουν οι τράπεζες που δανείζουν. Τα δάνεια είναι χρέος. Αλλά και τα κράτη δημιουργούν χρέη με τις δημόσιες επενδύσεις, τις επιδοτήσεις στους επιχειρηματικούς ομίλους, με τους αναπτυξιακούς νόμους κ.λπ.
Βεβαίως, η καπιταλιστική ανάπτυξη φέρνει υπερσυσσώρευση κεφαλαίων και κρίση. Η έξοδος από την κρίση πράγματι απαιτεί επενδύσεις με πρώτες απ' όλες τις δημόσιες. Αλλά τα μεγάλα κρατικά χρέη, στην προκειμένη περίπτωση στην Ευρωζώνη, δυσκολεύουν την κρατική χρηματοδότηση επενδύσεων, άρα μια δυναμική ανάκαμψη (υπάρχει ανάπτυξη 1,5%, αλλά οι προβλέψεις δεν είναι αισιόδοξες, αναθεωρούνται προς τα κάτω).
Η άποψη για αναθεώρηση της Συνθήκης του Μάαστριχτ και του Συμφώνου Σταθερότητας προβάλλεται και από τη Γαλλία και το Νότο, στο πλαίσιο των προτάσεων για την οικονομική διακυβέρνηση. Διαφωνούν Γερμανία, Ολλανδία, Φινλανδία κ.ά.
Το ΔΝΤ, επίσης, σε έκθεσή του για τη Γερμανία, κάνει λόγο για την ανάγκη δημοσίων επενδύσεων για τόνωση της οικονομίας της (προβλέπεται, σύμφωνα με την κυβέρνησή της, ότι το 2016 θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,7%, αναθεωρημένη προς τα κάτω), με δεδομένο ότι έχει πλεονάσματα, εκτιμώντας ότι θα συμβάλει στην ενδυνάμωση και της οικονομίας της Ευρωζώνης. Αλλά η γερμανική κυβέρνηση αρνείται.
Επειδή πιο πάνω είπαμε ότι τα άρθρα εκφράζουν την άποψη ΔΝΤ και ΗΠΑ και ότι φαίνεται ως παρέμβαση στην Ευρωζώνη, να πούμε ότι η αλληλεξάρτηση των οικονομιών ΗΠΑ - Γερμανίας, ΗΠΑ - Ευρωζώνης σημαίνει και αλληλεπίδραση της πορείας τους. Σε συνδυασμό επίσης με τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς. Βεβαίως, αλληλεξάρτηση υπάρχει και με άλλες οικονομίες, όπως της Ιαπωνίας, της Κίνας, της Ινδίας κ.λπ. Και ταυτόχρονα υπάρχουν ανησυχητικές προβλέψεις προς τα κάτω για τους ρυθμούς ανάπτυξης και για ΗΠΑ και για Ευρωζώνη. Αυτό τους προκαλεί αγωνία για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Εκφράστηκε και από τους υπουργούς Οικονομικών του «G7» στη συνάντησή τους πριν από τη Σύνοδό του για την προετοιμασία της.
ΗΠΑ, Ιαπωνία, αλλά και Γαλλία, Ιταλία ζήτησαν μια πιο χαλαρή δημοσιονομική πολιτική, πιο επεκτατική, μέσω ενίσχυσης των κρατικών επενδύσεων και τόνωσης της ζήτησης, για ανάκαμψη. Η Γερμανία ζητάει δημοσιονομική πειθαρχία και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ως «καταλληλότερο» μείγμα.
Οι ανταγωνισμοί και η Ελλάδα
Ολα τα παραπάνω εκφράζουν έντονη ανησυχία για την πορεία της ευρωενωσιακής οικονομίας και το ενδεχόμενο πισωγύρισμα σε κρίση, σε συνδυασμό με την προάσπιση των ιδιαίτερων συμφερόντων των μονοπωλίων κάθε κράτους αλλά και την επίδραση στην παγκόσμια οικονομία. Γι' αυτό και οι οξύτατοι ανταγωνισμοί, που αντανακλούν διαφορετικά συμφέροντα μονοπωλιακών ομίλων. Αλλά αναδεικνύουν και το βάθος της οικονομικής κρίσης. Που φαίνεται από τις τεράστιες δυσκολίες διαχείρισής της για δυναμική ανάπτυξη. Λένε ότι την εμποδίζει το «πάγωμα των επενδύσεων» - σωστά από τη σκοπιά του καπιταλισμού - αλλά οι καπιταλιστές δεν κάνουν επενδύσεις, αφού δε φαίνεται σίγουρη κερδοφορία. Φαύλος κύκλος μέσα στις αξεπέραστες αντιφάσεις του συστήματος.
Μέσα σε όλα τα παραπάνω και η οικονομία της Ελλάδας, που συνεχίζει να βρίσκεται σε κρίση, και παρά τις βαθιές αντεργατικές - αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις και τις αξιολογήσεις δε φαίνεται άμεσα φως εξόδου, ούτε ξεπέρασμα των δυσκολιών για ανάκαμψη. «Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα», έγραφε η «Ημερησία» στις 24/5/2016, στο κύριο άρθρο της, «γιατί το κρίσιμο στοίχημα είναι να εφαρμοστούν στην κοινωνία τα δύσκολα μέτρα που ψηφίστηκαν, χωρίς να εισέλθει η χώρα σε νέο κύκλο ύφεσης». Ανάλογη συζήτηση έγινε και στο δελτίο του «ΣΚΑΪ», στις 25/5/2016. Τους απασχολούν και οι λαϊκές αντιδράσεις αλλά έχουν αμφιβολίες για το ξεπέρασμα της κρίσης.
Βεβαίως, η εργατική τάξη, τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, αλλάξει - δεν αλλάξει μείγμα πολιτικής διαχείρισης στην Ευρωζώνη, θα ζουν στην ίδια κόλαση. Ακόμη και αν έλθει κάποια ανάκαμψη που στη συνέχεια θα φέρει νέα κρίση.
Η «νόμιμη» κλοπή της δουλειάς των εργαζομένων για να ενισχύονται οι καπιταλιστές είναι μόνιμη και διευρύνεται συνεχώς. Μόνο τέτοια αναδιανομή μπορεί να γίνει και όχι η άλλη, σε όφελος του λαού, που λέει η κυβέρνηση.
Είναι κρίσιμο ζήτημα σε αυτές τις συνθήκες ο λαός όχι μόνο να μην παραδοθεί αλλά, αντίθετα, να οξύνει την αντιπαράθεσή του, να οργανώσει την αντεπίθεσή του. Να μεγαλώσει τις δυσκολίες της κυβέρνησης στην εφαρμογή και αυτών και των επόμενων μέτρων. Να διεκδικήσει την κατάργηση των αντιλαϊκών νόμων, παλιών και νέων, των φόρων, την ανάκτηση απωλειών, όλων όσα έχασε τα προηγούμενα χρόνια, να διεκδικήσει σταθερή δουλειά με δικαιώματα, αποκλειστικά δημόσια δωρεάν Ασφάλιση, Υγεία, Πρόνοια και Παιδεία. Να διεκδικεί ικανοποίηση όλων των σύγχρονων αναγκών του. Που σημαίνει αγώνας κόντρα στο κεφάλαιο και την εξουσία του έως την ανατροπή τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ