TTIP: Πλαίσιο συνεργασίας ΕΕ-ΗΠΑ ή δικτατορία των πολυεθνικών;
Εδώ και δύο περίπου χρόνια, πραγματοποιούνται διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών, με στόχο την επίτευξη μιας Διατλαντικής Εμπορικής και Επενδυτικής Συνεργασίας (Transatlantic Trade and Investment Partnership, ΤΤΙΡ).
Οι διαπραγματεύσεις τελούνται υπό το καθεστώς μυστικότητας, ενώ παράλληλα, πληθαίνουν οι φωνές που προειδοποιούν ότι πρόκειται για μια συμφωνία που θα επιβάλλει σε Ευρώπη και Αμερική το νόμο της ελεύθερης αγοράς, και υποσκάπτονται όχι μόνο τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και η ίδια η δημοκρατία.
Ε, δεν το λες και δημοκρατία αυτό που βιώνουμε σήμερα: Νομίζετε ότι έχουμε Δημοκρατία;
Βέβαια, από την άλλη, βλέποντας αυτά που ετοιμάζουν, σκέφτεσαι όσο και να `ναι ότι, το μη χείρον βέλτιστον, αν και προσωπικά δεν με εκφράσει καθόλου αυτήν η φράση και η λογική της.
Ακόμη και αξιωματούχοι του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, όπως ο Άλφρεντ Ντε Ζάγιας, προειδοποιούν για τους κινδύνους που κρύβονται πίσω από μια τέτοια συμφωνία. «Δεν επιθυμούμε ένα δυστοπικό μέλλον, όπου οι επιχειρήσεις και όχι οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις θα λαμβάνουν τις αποφάσεις» δηλώνει χαρακτηριστικά ο Ντε Ζάγιας.
Μέχρι στιγμής, έχουν πραγματοποιηθεί εννέα κύκλοι διαπραγματεύσεων, με τον τελευταίο κύκλο να έχει πραγματοποιηθεί στα τέλη Απριλίου. Τον Σεπτέμβριο του 2014, ο τότε ευρωπαίος επίτροπος εμπορίου και εκπρόσωπος της ΕΕ στις διαπραγματεύσεις Κάρελ Ντε Χουχτ, είχε εκφράσει την ανησυχία του ότι πιθανόν να μην επιτευχθεί μια συμφωνία, μέχρι το τέλος του 2015, που είχε τεθεί ως χρονικός ορίζοντας. Αυτό θα σήμαινε, ότι θα καθυστερούσαν οι διαδικασίες εξαιτίας των προεδρικών εκλογών του 2016 στις ΗΠΑ.
Μια αντίστοιχη συνεργασία με το ΤΤΙΡ, συζητιέται και ανάμεσα στις ΗΠΑ με διάφορες χώρες στις δύο όχθες του Ειρηνικού Ωκεανού (Trans-Pacific Partnership, TPP). Σύμφωνα όμως, με έγγραφα που δημοσιεύθηκαν στα WikiLeaks, η εν λόγω συνεργασία δεν θα αφορά το ελεύθερο εμπόριο των συγκεκριμένων κρατών, αλλά την γιγάντωση του ρόλου των μεγάλων πολυεθνικών εταιριών στο οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι.
Πάρτε μία γεύση από την… δράση τους ή έστω μίας από αυτές. Είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα άλλωστε: Monsanto: Η πολυεθνική που «σπέρνει» τη φρίκη.
Πως ξεκίνησε και τι είναι η Διατλαντική Εμπορική και Επενδυτική Συνεργασία;
Πρώτα απ’ όλα, θα πρέπει να αναρωτηθούμε, τι στην ευχή είναι αυτή η Διατλαντική Εμπορική και Επενδυτική Συνεργασία (ΤΤΙΡ). Το εγχείρημα αυτό βασίστηκε σε μια έρευνα που ανέθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση σ’ ένα βρετανικό Think Tank, πάνω σε θέματα οικονομικής πολιτικής, και πιο συγκεκριμένα το CERP (Centre for Economic Policy Research). Τα αποτελέσματα της έρευνας, δημοσιοποιήθηκαν τον Μάρτιο του 2013, και σύμφωνα με τα οποία μια διατλαντική εμπορική συνεργασία ΕΕ και ΗΠΑ, που θα ελαχιστοποιούσε τους δασμούς και θα εξισορροπούσε τους ρυθμιστικούς κανόνες που ισχύουν και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, θα μπορούσε να αποφέρει την ενίσχυση κατά 0,5% του ΑΕΠ της ΕΕ, και κατά 0,4% του ΑΕΠ των ΗΠΑ, μέχρι το έτος 2027.
Επικαλούμενος τις εν λόγω διαπιστώσεις, ο τότε πρόεδρος της Κομισιόν Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο είχε τονίσει το καλοκαίρι του 2013 ότι επιδιώκει μια αμοιβαία επωφελή αμερικανό-ευρωπαϊκή συμφωνία, η οποία θα τόνωνε τις οικονομίες και των δύο, και επιπλέον θα δημιουργούσε 13 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας. Κάπως έτσι λοιπόν, ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών, από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα. Το βασικό σκεπτικό γι’ αυτήν την αναζήτηση συμφωνίας, ήταν η επανεκκίνηση των οικονομιών της ΕΕ και των ΗΠΑ, και αποφυγή μιας κρίσης, αντίστοιχης με αυτήν που μας ταλανίζει από το 2008 και μετά.
Εκτός βέβαια, από την τόνωση των οικονομιών των δύο εταίρων, μια τέτοια συμφωνία θα έχει κι έναν γεωπολιτικό χαρακτήρα. Την στιγμή που οι οικονομίες των ΗΠΑ και της ΕΕ έχουν εισέλθει σ’ έναν φαύλο υφεσιακό κύκλο τα τελευταία χρόνια, κάποιες άλλες οικονομίες όπως αυτή της Κίνας ή της Ινδίας, βρίσκονται σε «άνθιση». Τον τελευταίο καιρό μάλιστα, έχει γίνει πολύς λόγος και για τα περιβόητα BRICS, δηλαδή μια νέα αναπτυξιακή τράπεζα, με τη συμμετοχή χωρών όπως η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία, η Κίνα και η Νότιος Αφρική, και θα αποτελέσει ένα αντίπαλο δέος σε διεθνείς οργανισμούς όπως το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα. Συνεπώς, ένα εγχείρημα σαν το ΤΤΙΡ, θα είχε κι έναν χαρακτήρα θωράκισης των χωρών του ΝΑΤΟ και διατήρησης των ινίων στην παγκόσμια σκακιέρα, απέναντι στις αναδυόμενες οικονομικές δυνάμεις.
Η κριτική πάνω στην προωθούμενη συμφωνία
Μπορεί όλες αυτές οι προβλέψεις για ανάκαμψη της οικονομίας και της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας να ακούγονται αισιόδοξες, ωστόσο οι επικριτές της διατλαντικής συνεργασίας υποστηρίζουν ότι οι ελπίδες αυτές είναι «φρούδες». Κάτι αντίστοιχο είχε γίνει και την περίοδο που δημιουργήθηκε και η Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου (NAFTA), όταν ο τότε Αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον υποσχόταν την δημιουργία 200.000 νέων θέσεων εργασίας σε ετήσια βάση, αλλά στην πραγματικότητα εκατομμύρια θέσεις εργασίας έχουν χαθεί την τελευταία 20ετία σε ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικό.
Επιπλέον, σε ό,τι αφορά τους δασμούς, η προωθούμενη συμφωνία δεν πρόκειται να αλλάξει και πολλά πράγματα, κι αυτό γιατί οι δασμοί εισαγωγής προϊόντων των ΗΠΑ στην ΕΕ και αντίστροφα είναι ήδη αρκετά χαμηλοί.
Το πραγματικό διακύβευμα του ΤΤΙΡ δίνει τη δυνατότητα στις μεγάλες εταιρείες να επιβάλλουν την ατζέντα τους σε εργασιακά δικαιώματα, νομικά κολλήματα επενδύσεων, χαλάρωση των προδιαγραφών στην ποιότητα των προϊόντων, αλλά και σε ζητήματα πνευματικών δικαιωμάτων, μιας και υποστηρίζεται από τους επικριτές της συνεργασίας ότι επαναφέρονται στο τραπέζι οι διατάξεις της συνθήκης ACTA, η οποία είχε καταψηφιστεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2012.
Σύμφωνα με τον executive director (εκτελεστικό διευθυντή) του κινήματος “War on want” και επίτιμο καθηγητή στη σχολή Πολιτικών και Διεθνών Σχέσεων του πανεπιστημίου του Νότιγχαμ Τζον Χίλαρι, η προωθούμενη συμφωνία βασίζεται σε τρεις πυλώνες: την απορρύθμιση, τις ιδιωτικοποιήσεις και τον μηχανισμό επίλυσης διαφορών κράτους και επενδυτών.
Απορρύθμιση και ιδιωτικοποιήσεις
Η απορρύθμιση αφορά την εξίσωση των μεταβλητών που περιορίζουν τα κέρδη των πολυεθνικών εταιριών και των επενδυτικών ομίλων και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Αυτό σημαίνει ότι θα μπορούν να παρακαμφθούν όλοι οι περιορισμοί που εμποδίζουν την κερδοφορία των επιχειρήσεων όπως εργασιακά δικαιώματα, περιβαλλοντικοί περιορισμοί ή ακόμη και οι περιορισμοί που αφορούν τις γενετικά μεταλλαγμένες τροφές.
Έτσι λοιπόν, όταν αναφερόμαστε στα εργασιακά δικαιώματα, εννοούμε ότι θα υπάρξει ένας (προς τα κάτω) εξορθολογισμός των μισθών, προκειμένου να μειωθεί το κόστος παραγωγής, και ότι θα υπάρχει ένα ενιαίο μισθολόγιο και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Πέρα από το καθαρά μισθολογικό κομμάτι, εξυπακούεται ότι τα λοιπά εργασιακά κεκτημένα θα τίθενται στην ευχέρεια της εργοδοσίας.
Σε ό,τι αφορά τους περιβαλλοντικούς περιορισμούς και τους κανονισμούς που αφορούν τα γενετικά μεταλλαγμένα προϊόντα, αυτό σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, που έχει πιο αυστηρούς κανόνες για αυτά τα θέματα, θα πρέπει να συμβαδίσει με τις αμερικάνικες προδιαγραφές. Το αποτέλεσμα αυτής της εξισορρόπησης των περιορισμών, θα είναι να «ξεκλειδώσουν» τα ευρωπαϊκά σύνορα για εταιρείες που θα εισάγουν τέτοιου τύπου προϊόντα, αλλά και να αρχίσει η Ευρώπη να δημιουργεί τα δικά της αντίστοιχα προϊόντα.
Δείτε και Γενετικά Τροποποιημένοι Σπόροι.
Αμερικανικές πιέσεις για παγκόσμια εξάπλωση των γενετικά τροποποιημένων.
Μεταλλαγμένα τρόφιμα: Τι πρέπει οπωσδήποτε να γνωρίζετε!
Η μαύρη λίστα των εταιρειών που χρησιμοποιούν Γενετικά Μεταλλαγμένα
Πώς μία εταιρεία «τέρας» γενετικά μεταλλαγμένων προϊόντων «σπέρνει» τον καρκίνο στον κόσμο!
Οι ιδιωτικοποιήσεις θα επιτρέψουν την απελευθέρωση ακόμη και των δημόσιων υπηρεσιών, όπως για παράδειγμα τα μέσα μαζικής μεταφοράς, η ενέργεια, το νερό, η υγεία και η παιδεία.
Επομένως, όλα τα δημόσια αγαθά θα μπορούν να γίνουν προϊόντα αγοραπωλησίας, τονώνοντας έτσι την «υγιή επιχειρηματικότητα», ακόμη και όταν πρόκειται για φυσικά μονοπώλια, όπως για παράδειγμα το νερό.
Μηχανισμός επίλυσης διαφορών κράτους και επενδυτών
Ο μηχανισμός επίλυσης διαφορών κράτους και επενδυτών (Investor-State Dispute Settlements, ISDS), δίνει το δικαίωμα στις εταιρείες να οδηγούν σε ειδικά δικαστήρια τις κυβερνήσεις των κρατών, όταν επικαλεστούν ότι οι πολιτικές που ακολουθούνται μειώνουν τα κέρδη τους. Αντίθετα, οι κυβερνήσεις δεν θα μπορούν να παραπέμψουν στη δικαιοσύνη τις επιχειρήσεις.
Αυτή η τεχνική, θα δίνει την δυνατότητα στις εταιρείες να διεκδικούν αποζημιώσεις, στην περίπτωση που θα κρίνουν ότι κάποια κυβερνητική απόφαση, της έχει στερήσει έσοδα.
Και φυσικά, τα ειδικά αυτά δικαστήρια, δεν θα έχουν καμία απολύτως σχέση με τους παραδοσιακούς θεσμούς της δικαιοσύνης, όπως για παράδειγμα τα εθνικά δικαστήρια, ευρωπαϊκά δικαστήρια, διεθνή δικαστήρια κλπ.
Όσο παράλογο κι αν ακούγεται, ακόμη και σήμερα υπάρχουν παραδείγματα όπου μια κυβέρνηση οδηγήθηκε στη δικαιοσύνη, επειδή εμπόδισε την κερδοφορία των επιχειρήσεων.
Η καπνοβιομηχανία Philip Morris έκανε μήνυση στην κυβέρνηση της Αυστραλίας, επειδή ψήφισε έναν νέο αντικαπνιστικό νόμο. Η ολλανδική εταιρεία Achmea υπέβαλλε μήνυση κατά της Σλοβακίας, επειδή η κυβέρνηση επανεθνικοποίησε δομές υγείας, ενώ ακόμη, η γαλλική Veolia μήνυσε την κυβέρνηση της Αιγύπτου, επειδή αύξησε τον κατώτερο μισθό.
Οι κινητοποιήσεις ενάντια στο ΤΤΙΡ
Αρκετά συνδικάτα, φορείς και ακτιβιστές αντιτίθενται στο ΤΤΙΡ, και έχουν πραγματοποιήσει αρκετές διαδηλώσεις κατά την διάρκεια αυτών των δύο χρόνων των διαπραγματεύσεων. Βασικός τους στόχος είναι να ενημερώσουν την κοινή γνώμη για το συγκεκριμένο ζήτημα, αλλά και να την κινητοποιήσουν.
Εάν ο κόσμος κινητοποιηθεί, τότε μια τέτοιου είδους συμφωνία θα κατέρρεε, και αυτό βασίζεται και σε ιστορικό προηγούμενο. Το 1995 συγκροτήθηκε μία ομάδα που αποκαλείτο Υπερατλαντικός Επιχειρησιακός Διάλογος και αποτελείτο από τις μεγαλύτερες εταιρίες από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ που συνευρέθηκαν για να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν μία τελωνειακή ένωση όπου θα μπορούσαν να εμπορεύονται και να επενδύουν χωρίς κανέναν περιορισμό στα κέρδη τους. Πρώτα προσπάθησαν μέσω του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) για την επίτευξη της Πολυμερούς Συμφωνίας για τις Επενδύσεις (ΠΣΕ). Αλλά υπήρξε μαζική παγκόσμια κινητοποίηση εναντίον της, με αποτέλεσμα η ΠΣΕ να καταρρεύσει το 1998. Έπειτα, προσπάθησαν ξανά μέσω του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και ακόμη μία φορά οι διαπραγματεύσεις κατέρρευσαν το 2004.
Στέργιος Κότσιρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου