Απλά μαθήματα οικονομίας
Μπορεί σε κάποιους να φαίνεται γραφική η εκτίμηση πως η κυρίαρχη
προπαγάνδα περνάει στον καθένα μας εξ απαλών ονύχων, ακόμα και μέσα από
παιδικά προγράμματα. Αλλά η Walt Disney είναι ένα παράδειγμα, που θα
μπορούσε να πείσει και τον πλέον δύσπιστο.
Ο Μίκυ είναι ένα νομοταγές ποντίκι που συνεργάζεται με την αστυνομία και κυνηγά "κακούς" σε μια πόλη που φέρει το όνομά του. Όπου το έγκλημα είναι σκοτεινό, βασικά γιατί προκύπτει ανεξήγητα, απλώς επειδή υπάρχουν καλοί και κακοί. Και δε θα ξεχάσω ποτέ μια ταινία Μίκυ μεγάλου μήκους, όπου κινείται μια κουρτίνα μες στο σκοτάδι και αντί άλλης αντίδρασης, ο Μίκυ φωνάζει με υστερική βεβαιότητα και τη γελοία, τσιριχτή φωνή του: "Κακοί-οί-οί..."
Ο Σκρουτζ Μακ Ντακ από την άλλη είναι πιο συμπαθής γιατί δεν προσπαθεί να το παίξει καλόκαρδος και δεν παίρνει μόνο το όνομα, αλλά και το χαρακτήρα του Εμπενίζερ Σκρουτζ, από το κλασικό παραμύθι με το πνεύμα των Χριστουγέννων. Από την άλλη όμως δεν ενσαρκώνει απλά ένα σκωτσέζικο (άρα τσιγκούνικο) παπί, αλλά και το "αμερικάνικο όνειρο", το μύθο του αυτοδημιούργητου, που έφτασε στην κορυφή χάρη στη σκληρή δουλειά, τις στερήσεις και τις αιματηρές οικονομίες του.
Πέραν αυτού μας δίνει μια εντελώς στρεβλή ή βασικά ξεπερασμένη εικόνα του καπιταλιστή, που αποθησαυρίζει κεφάλαια, κυρίως για να κάνει βουτιές στα κέρδη του και δευτερευόντως επενδύσεις για να επεκτείνει την επιχειρηματική του δραστηριότητα. Τα πλούτη στοιβάζονται σε σεντούκια και θησαυροφυλάκια (ούτε καν σε τράπεζες) στα πρότυπα της φεουδαρχίας και δε γίνονται κεφάλαια, που οφείλουν να κινούνται συνεχώς, και να μην είναι στάσιμα, για να παραμείνουν τέτοια.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι οι περισσότεροι προτιμούν τους δυο αντι-ήρωες, δηλαδή τον Γκούφι και τον Ντόναλντ. Αν και υπάρχουν και για αυτούς εξιδανικευμένες εκδοχές υπερηρώων, με τον Σούπερ Γκούφι (που στα ιταλικά λέγεται σούπερ-Πίπο, που είναι το παρατσούκλι του Ινζάγκι) και το Φάντομ Ντακ (καλά εσύ μας άφησες, νωρίς...). Ο Ντόναλντ είναι λίγο τεμπέλης, αλλά φιλότιμος, ένα γνήσιο παιδί του λαού, που υποφέρει από τα καμώματα του θείου του, που κολυμπάει (κυριολεκτικά όμως) στο χρήμα.
Δε σκοπεύω να κάνω εδώ μια πλήρη ανάλυση των χαρακτήρων του Ντίσνεϊ. Αφορμή για το κείμενο είναι μία από τις παλιές, κλασικές ιστορίες του Καρλ Μπαρκς, που δεν έφερε τίτλο στο πρωτότυπο, αλλά μεταφράστηκε και μεταφέρθηκε στα ελληνικά ως "μαθήματα οικονομίας", που συνειρμικά μου θυμίζουν κάτι παλιά μαρξιστικά εγχειρίδια με απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας και το δίσκο του Κηλαηδόνη με τον Νεγρεπόντη. Μόνο που εδώ η ταξική σκοπιά είναι εντελώς αντίθετη.
Σύμφωνα με το ιστορικό-εισαγωγικό σημείωμα.
Ας δούμε λοιπόν ποιο είναι το δίδαγμα και το περιεχόμενο.
Η ιστορία αρχίζει με τη μουρμούρα του Ντόναλντ για τις πολλές, κοπιαστικές δουλειές που έχει να κάνει. Τα ανιψάκια του σχολιάζουν ότι είναι ανώριμος, γιατί δεν μπορεί να καταλάβει μερικά απλά πράγματα:
Αν θέλεις να φορέσεις μάλλινο πουλόβερ το χειμώνα, πρέπει να δουλέψεις για να βρεις το μαλλί!
Κι αν θέλεις να τρως σπέσιαλ πρωινό με αυγά μελάτα, θα πρέπει να πας να τα μαζέψεις.
Κι αν θες να γίνεις εκατομμυριούχος, πρέπει να δουλέψεις, γιατί κανείς δε θα στο χαρίσει.
Ο Ντόναλντ εύχεται να μπορούσε να βρει έναν τρόπο να πλουτίσει χωρίς δουλειά. Τότε όλα θα ήταν πιο απλά και δε θα παιδευόταν, γιατί θα μπορούσε να τα αγοράσει. Δεν είναι όμως εγωιστής ούτε και μοναχοφάης, καθώς επιθυμεί να γίνουν όλοι εκατομμυριούχοι. Και τότε κανείς δε θα είχε την ανάγκη να δουλέψει!
Ο Ντόναλντ καταφέρνει να πραγματοποιήσει το σοσιαλιστικό του όραμα χάρη στον τυχεράκια ξάδελφό του, τον Γκαστόνε. Ένας τυφώνας σηκώνει στον αέρα την αποθήκη του Σκρουτζ μαζί με το περιεχόμενό της και μοιράζει τα χρήματα σε όλο τον κόσμο. Ο Σκρουτζ όμως, για μία και μοναδική φορά, δεν ανησυχεί κι είναι σίγουρος ότι τα χρήματα θα επιστρέψουν σε αυτόν, αργά η γρήγορα. Κι έτσι δεν αφήνει τα ανιψάκια του Ντόναλντ να πουν στο δικό του ανιψιό, σε ποιον ανήκουν τα λεφτά που του έπεσαν ουρανοκατέβατα (τίποτα ουρανοκατέβατο δε μας ανήκει, αν δεν έχουμε δουλέψει να το αποκτήσουμε).
Εν τω μεταξύ η αγορά της απροσδιόριστης περιοχής καταρρέει (για την παραγωγή δε μιλάμε καν, αφού κανείς δεν έχει πια ανάγκη να δουλέψει). Ο Ντόναλντ κι ο Γκαστόνε προσπαθούν να κάνουν ένα ταξίδι, τον γύρο του κόσμου, και να χαρούν τα λεφτά τους. Αλλά δεν μπορούν να γεμίσουν το αμάξι τους με βενζίνη, γιατί ο βενζινοπώλης είχε την ίδια ιδέα, έκλεισε το μαγαζί κι έφυγε. Και δεν μπορούν να φύγουν ούτε με το λεωφορείο, γιατί ο οδηγός έφυγε για να κάνει το γύρο του κόσμου. Και το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τον καταστηματάρχη από τον οποίο θα αγόραζαν παπούτσια πεζοπορίας, για να φύγουν με τα πόδια. Έτσι μένουν καταδικασμένοι στην απροσδιόριστη περιοχή, όπου δεν υπάρχουν ούτε ρούχα, ούτε φαγητό, ούτε πρώτες ύλες -αν και κανείς δε μας διευκρινίζει με ποιον τρόπο κατάφεραν τελικά να φύγουν όλοι αυτοί για το γύρο του κόσμου, ενώ τα δυο ξαδέρφια δεν μπορούν να αποδράσουν.
Στο τέλος το χρήμα δεν έχει καμία αξία, κι ο Σκρουτζ κάνει το μαυραγορίτη, που πουλάει τα τελευταία αυγά που έχουν απομείνει προς ένα εκατομμύριο το κάθε ένα. Έτσι ξαναγίνεται πλούσιος κι η ζωή επιστρέφει στους κανονικούς της ρυθμούς, αφού πρώτα πήραν όλοι ένα μάθημα. Ποιο είναι αυτό το μάθημα;
Πως τα χρήματα διαφθείρουν και φέρνουν την τεμπελιά και την παρακμή. Αν γίνουμε όλοι πλούσιοι, θα σταματήσουμε να δουλεύουμε και να ευημερούμε, γιατί δε θα δουλεύει κανείς. Το χρήμα πάντως δε διαφθείρει γενικά, αλλά μόνο όταν μοιράζεται στα χέρια των πολλών και τους στερεί το κίνητρο να γίνουν καλύτεροι για να πλουτίσουν. Αντιθέτως, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, καμία κοινωνική αδικία, διαφθορά, παρακμή, κτλ, όταν το χρήμα βρίσκεται στα χέρια λίγων, που ωστόσο εργάστηκαν σκληρά για να το αποκτήσουν και το δικαιούνται!
Με άλλα λόγια, όλα τα δάχτυλα ίσα δεν είναι, όπως λέει κι ο δίσκος του Νεγρεπόντη.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να περιμένει κανείς περισσότερα στην Αμερική της εποχής του Μακαρθισμού, αλλά η πολιτική της Walt Disney ξεπερνάει και τον αυθόρμητο ζήλο των δημιουργών της. Έτσι σε μια άλλη ιστορία που περιλαμβάνεται στο ίδιο άλμπουμ ("η παλιά Καλιφόρνια") με τον τίτλο "μια του ψεύτη, δυο του ψεύτη" τα ανιψάκια-προσκοπάκια θέλουν να σκαρώσουν μια πρωταπριλιάτικη φάρσα στον Ντόναλντ και πηγαίνουν σε έναν σκουπιδότοπο, όπου ανάμεσα στο σωρό υπάρχει και το χιτλερικό μανιφέστο "Mein Kampf" σε έναν έξοχο πολιτικό συμβολισμό για το σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας. Παρόλα αυτά, η λεπτομέρεια αυτή έχει αφαιρεθεί από τις περισσότερες επανεκδόσεις της ιστορίας, δείχνοντας τις πολιτικές συμπάθειες της επιχείρησης! Κι αυτό που ήταν αρκετά νωπό, για να χωρέσει σε μια ιστορία του 51', κρίθηκε ανεπίκαιρο κι επιζήμιο ως μήνυμα τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Υστερόγραφο: μπορείτε να μπείτε και σε αυτή τη σελίδα, αν και ο διαχειριστής της σελίδα μας προειδοποιεί με χρυσαυγίτικη ορθογραφία: Καλά θα κάνουν να εξέλθουν της σελίδας όσοι είναι ανήλικοι, ανυποψίαστοι, αδύνατοι, κολιόμενοι, τεμπέληδες, ρομαντικοί, σπαστικοί, φυτά, χαζοϊδεαλιστές, συντηριτικοί, σοβαροί και ανιδιοτελείς κάθε ηλικίας.
Εγώ βάζω το σύνδεσμο όμως, γιατί δεν έχω καταλήξει ακόμα αν είναι απλώς αστεία ή ελεεινή -και τι από τα δύο, πιο πολύ από το άλλο.
Ο Μίκυ είναι ένα νομοταγές ποντίκι που συνεργάζεται με την αστυνομία και κυνηγά "κακούς" σε μια πόλη που φέρει το όνομά του. Όπου το έγκλημα είναι σκοτεινό, βασικά γιατί προκύπτει ανεξήγητα, απλώς επειδή υπάρχουν καλοί και κακοί. Και δε θα ξεχάσω ποτέ μια ταινία Μίκυ μεγάλου μήκους, όπου κινείται μια κουρτίνα μες στο σκοτάδι και αντί άλλης αντίδρασης, ο Μίκυ φωνάζει με υστερική βεβαιότητα και τη γελοία, τσιριχτή φωνή του: "Κακοί-οί-οί..."
Ο Σκρουτζ Μακ Ντακ από την άλλη είναι πιο συμπαθής γιατί δεν προσπαθεί να το παίξει καλόκαρδος και δεν παίρνει μόνο το όνομα, αλλά και το χαρακτήρα του Εμπενίζερ Σκρουτζ, από το κλασικό παραμύθι με το πνεύμα των Χριστουγέννων. Από την άλλη όμως δεν ενσαρκώνει απλά ένα σκωτσέζικο (άρα τσιγκούνικο) παπί, αλλά και το "αμερικάνικο όνειρο", το μύθο του αυτοδημιούργητου, που έφτασε στην κορυφή χάρη στη σκληρή δουλειά, τις στερήσεις και τις αιματηρές οικονομίες του.
Πέραν αυτού μας δίνει μια εντελώς στρεβλή ή βασικά ξεπερασμένη εικόνα του καπιταλιστή, που αποθησαυρίζει κεφάλαια, κυρίως για να κάνει βουτιές στα κέρδη του και δευτερευόντως επενδύσεις για να επεκτείνει την επιχειρηματική του δραστηριότητα. Τα πλούτη στοιβάζονται σε σεντούκια και θησαυροφυλάκια (ούτε καν σε τράπεζες) στα πρότυπα της φεουδαρχίας και δε γίνονται κεφάλαια, που οφείλουν να κινούνται συνεχώς, και να μην είναι στάσιμα, για να παραμείνουν τέτοια.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι οι περισσότεροι προτιμούν τους δυο αντι-ήρωες, δηλαδή τον Γκούφι και τον Ντόναλντ. Αν και υπάρχουν και για αυτούς εξιδανικευμένες εκδοχές υπερηρώων, με τον Σούπερ Γκούφι (που στα ιταλικά λέγεται σούπερ-Πίπο, που είναι το παρατσούκλι του Ινζάγκι) και το Φάντομ Ντακ (καλά εσύ μας άφησες, νωρίς...). Ο Ντόναλντ είναι λίγο τεμπέλης, αλλά φιλότιμος, ένα γνήσιο παιδί του λαού, που υποφέρει από τα καμώματα του θείου του, που κολυμπάει (κυριολεκτικά όμως) στο χρήμα.
Δε σκοπεύω να κάνω εδώ μια πλήρη ανάλυση των χαρακτήρων του Ντίσνεϊ. Αφορμή για το κείμενο είναι μία από τις παλιές, κλασικές ιστορίες του Καρλ Μπαρκς, που δεν έφερε τίτλο στο πρωτότυπο, αλλά μεταφράστηκε και μεταφέρθηκε στα ελληνικά ως "μαθήματα οικονομίας", που συνειρμικά μου θυμίζουν κάτι παλιά μαρξιστικά εγχειρίδια με απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας και το δίσκο του Κηλαηδόνη με τον Νεγρεπόντη. Μόνο που εδώ η ταξική σκοπιά είναι εντελώς αντίθετη.
Σύμφωνα με το ιστορικό-εισαγωγικό σημείωμα.
Τα Μαθήματα Οικονομίας έχουν ξεχωριστή θέση στο έργο του Καρλ Μπαρκς. Ο δημιουργός χρησιμοποιεί τους ήρωές του σε ένα σκηνικό αισθητά διαφορετικό από το αστικό τοπίο της Λιμνούπολης. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε μια απροσδιόριστη περιοχή της αμερικανικής υπαίθρου, σε έναν κόσμο που θα μπορούσε να αποτελεί το ντεκόρ για ένα σύγχρονο παραμύθι. Παρόλα αυτά, στην ιστορία αυτή ο Μπαρκς δεν χάνει την ευκαιρία να προσθέσει μερικές πινελιές που θα συμβάλλουν καθοριστικά στην αποκρυστάλλωση της φιγούρας του θείου Σκρουτζ. Πριν ακόμα γίνει λόγος για το Θησαυροφυλάκιό του, ο Μπαρκς τον δείχνει να έχει συγκεντρώσει "τρία κυβικά στρέμματα χρήμα" σε μια πελώρια αποθήκη, ενώ για δεύτερη φορά τον βλέπουμε να κολυμπάει στο χρήμα... στην κυριολεξία.
Τα Μαθήματα Οικονομίας είναι μια ιδιότυπη παραβολή που παρουσιάζει τη λειτουργία της οικονομίας της αγοράς με εξαιρετικά εύστοχο τρόπο, αν και από σχετικά "συντηρητική" οπτική γωνία, και ταυτόχρονα υπογραμμίζει την πίστη του δημιουργού στην ηθική αξία της εργασίας. Όμως, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο και το οποιοδήποτε δίδαγμα, πρόκειται για μία από τις πιο άρτιες δουλειές του δημιουργού της, ένα άψογα δομημένο, με σχεδόν μουσικό τρόπο, εικονογραφημένο αφήγημα... Άλλωστε, ο ίδιος ο Μπαρκς είχε δηλώσει ότι τα Μαθήματα Οικονομίας είναι μία από τις πιο καλογραμμένες ιστορίες του.
Ας δούμε λοιπόν ποιο είναι το δίδαγμα και το περιεχόμενο.
Η ιστορία αρχίζει με τη μουρμούρα του Ντόναλντ για τις πολλές, κοπιαστικές δουλειές που έχει να κάνει. Τα ανιψάκια του σχολιάζουν ότι είναι ανώριμος, γιατί δεν μπορεί να καταλάβει μερικά απλά πράγματα:
Αν θέλεις να φορέσεις μάλλινο πουλόβερ το χειμώνα, πρέπει να δουλέψεις για να βρεις το μαλλί!
Κι αν θέλεις να τρως σπέσιαλ πρωινό με αυγά μελάτα, θα πρέπει να πας να τα μαζέψεις.
Κι αν θες να γίνεις εκατομμυριούχος, πρέπει να δουλέψεις, γιατί κανείς δε θα στο χαρίσει.
Ο Ντόναλντ εύχεται να μπορούσε να βρει έναν τρόπο να πλουτίσει χωρίς δουλειά. Τότε όλα θα ήταν πιο απλά και δε θα παιδευόταν, γιατί θα μπορούσε να τα αγοράσει. Δεν είναι όμως εγωιστής ούτε και μοναχοφάης, καθώς επιθυμεί να γίνουν όλοι εκατομμυριούχοι. Και τότε κανείς δε θα είχε την ανάγκη να δουλέψει!
Ο Ντόναλντ καταφέρνει να πραγματοποιήσει το σοσιαλιστικό του όραμα χάρη στον τυχεράκια ξάδελφό του, τον Γκαστόνε. Ένας τυφώνας σηκώνει στον αέρα την αποθήκη του Σκρουτζ μαζί με το περιεχόμενό της και μοιράζει τα χρήματα σε όλο τον κόσμο. Ο Σκρουτζ όμως, για μία και μοναδική φορά, δεν ανησυχεί κι είναι σίγουρος ότι τα χρήματα θα επιστρέψουν σε αυτόν, αργά η γρήγορα. Κι έτσι δεν αφήνει τα ανιψάκια του Ντόναλντ να πουν στο δικό του ανιψιό, σε ποιον ανήκουν τα λεφτά που του έπεσαν ουρανοκατέβατα (τίποτα ουρανοκατέβατο δε μας ανήκει, αν δεν έχουμε δουλέψει να το αποκτήσουμε).
Εν τω μεταξύ η αγορά της απροσδιόριστης περιοχής καταρρέει (για την παραγωγή δε μιλάμε καν, αφού κανείς δεν έχει πια ανάγκη να δουλέψει). Ο Ντόναλντ κι ο Γκαστόνε προσπαθούν να κάνουν ένα ταξίδι, τον γύρο του κόσμου, και να χαρούν τα λεφτά τους. Αλλά δεν μπορούν να γεμίσουν το αμάξι τους με βενζίνη, γιατί ο βενζινοπώλης είχε την ίδια ιδέα, έκλεισε το μαγαζί κι έφυγε. Και δεν μπορούν να φύγουν ούτε με το λεωφορείο, γιατί ο οδηγός έφυγε για να κάνει το γύρο του κόσμου. Και το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τον καταστηματάρχη από τον οποίο θα αγόραζαν παπούτσια πεζοπορίας, για να φύγουν με τα πόδια. Έτσι μένουν καταδικασμένοι στην απροσδιόριστη περιοχή, όπου δεν υπάρχουν ούτε ρούχα, ούτε φαγητό, ούτε πρώτες ύλες -αν και κανείς δε μας διευκρινίζει με ποιον τρόπο κατάφεραν τελικά να φύγουν όλοι αυτοί για το γύρο του κόσμου, ενώ τα δυο ξαδέρφια δεν μπορούν να αποδράσουν.
Στο τέλος το χρήμα δεν έχει καμία αξία, κι ο Σκρουτζ κάνει το μαυραγορίτη, που πουλάει τα τελευταία αυγά που έχουν απομείνει προς ένα εκατομμύριο το κάθε ένα. Έτσι ξαναγίνεται πλούσιος κι η ζωή επιστρέφει στους κανονικούς της ρυθμούς, αφού πρώτα πήραν όλοι ένα μάθημα. Ποιο είναι αυτό το μάθημα;
Πως τα χρήματα διαφθείρουν και φέρνουν την τεμπελιά και την παρακμή. Αν γίνουμε όλοι πλούσιοι, θα σταματήσουμε να δουλεύουμε και να ευημερούμε, γιατί δε θα δουλεύει κανείς. Το χρήμα πάντως δε διαφθείρει γενικά, αλλά μόνο όταν μοιράζεται στα χέρια των πολλών και τους στερεί το κίνητρο να γίνουν καλύτεροι για να πλουτίσουν. Αντιθέτως, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, καμία κοινωνική αδικία, διαφθορά, παρακμή, κτλ, όταν το χρήμα βρίσκεται στα χέρια λίγων, που ωστόσο εργάστηκαν σκληρά για να το αποκτήσουν και το δικαιούνται!
Με άλλα λόγια, όλα τα δάχτυλα ίσα δεν είναι, όπως λέει κι ο δίσκος του Νεγρεπόντη.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να περιμένει κανείς περισσότερα στην Αμερική της εποχής του Μακαρθισμού, αλλά η πολιτική της Walt Disney ξεπερνάει και τον αυθόρμητο ζήλο των δημιουργών της. Έτσι σε μια άλλη ιστορία που περιλαμβάνεται στο ίδιο άλμπουμ ("η παλιά Καλιφόρνια") με τον τίτλο "μια του ψεύτη, δυο του ψεύτη" τα ανιψάκια-προσκοπάκια θέλουν να σκαρώσουν μια πρωταπριλιάτικη φάρσα στον Ντόναλντ και πηγαίνουν σε έναν σκουπιδότοπο, όπου ανάμεσα στο σωρό υπάρχει και το χιτλερικό μανιφέστο "Mein Kampf" σε έναν έξοχο πολιτικό συμβολισμό για το σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας. Παρόλα αυτά, η λεπτομέρεια αυτή έχει αφαιρεθεί από τις περισσότερες επανεκδόσεις της ιστορίας, δείχνοντας τις πολιτικές συμπάθειες της επιχείρησης! Κι αυτό που ήταν αρκετά νωπό, για να χωρέσει σε μια ιστορία του 51', κρίθηκε ανεπίκαιρο κι επιζήμιο ως μήνυμα τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Υστερόγραφο: μπορείτε να μπείτε και σε αυτή τη σελίδα, αν και ο διαχειριστής της σελίδα μας προειδοποιεί με χρυσαυγίτικη ορθογραφία: Καλά θα κάνουν να εξέλθουν της σελίδας όσοι είναι ανήλικοι, ανυποψίαστοι, αδύνατοι, κολιόμενοι, τεμπέληδες, ρομαντικοί, σπαστικοί, φυτά, χαζοϊδεαλιστές, συντηριτικοί, σοβαροί και ανιδιοτελείς κάθε ηλικίας.
Εγώ βάζω το σύνδεσμο όμως, γιατί δεν έχω καταλήξει ακόμα αν είναι απλώς αστεία ή ελεεινή -και τι από τα δύο, πιο πολύ από το άλλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου