ΣΧΙΖΟΕΙΔΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ;
Και ο πρωθυπουργός το βράδυ της 24ωρης πανελλαδικής απεργίας με το ιδιότυπο διάγγελμά του
συνεχίζει να επαναλαμβάνει πάλι και πάλι τα περί δικαιοσύνης και αλληλεγγύης,
να διαβεβαιώνει «ότι σε κάθε βήμα της Ελλάδας προς την κανονικότητα και την
ανασυγκρότηση, στο μυαλό μας θα είναι πάντα η αποκατάσταση των αδικιών και η
στήριξη των αδυνάτων», καταφεύγοντας και πάλι στο λεξιλόγιο ενός αριστερού
λόγου για να διαφοροποιηθεί και να πείσει ότι πορεύεται σε έναν φιλολαϊκό
δρόμο, ελεώντας με αποφάγια του οικονομικού προγράμματος αυτούς που εξαθλίωσε.
Κι αναρωτιέται κανείς αν είναι δυνατό ακόμα η λεκτική επένδυση, δανεισμένη από
το σοσιαλιστικό λεξιλόγιο, αντιδραστικών πολιτικών δράσεων να παραπλανά.
Όλα αυτά τα χρόνια ο πολιτικός λόγος με την καμουφλαρισμένη ορολογία του
αποκρύπτει το ουσιαστικό και αποσπά την
προσοχή μας από το πιο σημαντικό. Κι όμως η γλώσσα μπορεί να προδώσει τις
προθέσεις αυτού που την χρησιμοποιεί, γιατί τα αποκαλύπτει όλα και από την
εξηγητική της δύναμη δεν είναι δυνατόν να κρυφτείς ούτε να ξεφύγεις. Η γλώσσα
προδίνει ακόμα κι όταν οι λέξεις από
πρώτη ματιά δε λένε τίποτε το ιδιαίτερο,
αλλά φαίνονται κοινές και σαφείς. Τα ζήτημα
είναι να κατανοήσουμε την σημασία τους. Η γλώσσα του κυρίαρχου λόγου λέει πάντα
περισσότερα απ’ όσα λένε εκείνοι που χρησιμοποιούν τις λέξεις, γιατί στις λέξεις είναι εκφρασμένο όχι μόνο εκείνο που λένε οι πολιτικοί
αλλά κι αυτό που δεν λένε. Και ο πρωθυπουργός στις εξαγγελίες του δεν μας
είπε πώς καθορίζεται το πλεονάζον χρήμα, πώς προκύπτουν και πού οι διαθέσιμοι
πόροι, πώς προέκυψαν οι αδύναμοι συμπολίτες. Σ’ όλο το διάγγελμα οι λέξεις που
χρησιμοποιεί σχετίζονται με ανθρωπισμό, αδυναμία, δίκαιο, αλληλεγγύη κλπ. δηλ. λέξεις
με ηθικό περιεχόμενο επιστρατεύονται να δικαιολογήσουν τη ελεημοσύνη που
δίνεται, ενώ συγχρόνως η ηθική λησμονείται στην άσκηση αυτής της πολιτικής που
δημιουργεί τους εξαθλιωμένους.
Από την άλλη η αξιωματική
αντιπολίτευση, υποκρινόμενη την αφελή, αναφέρεται σε κοινωνική κατακραυγή,
κατηγορεί την κυβέρνηση για το μικρό βοήθημα και υπενθυμίζει την αύξηση φόρων
και μείωση συντάξεων που επέβαλλε, ως εάν αυτή να ακολούθησε άλλη πολιτική όταν πριν δυο
χρόνια ήταν στην εξουσία.
Ο κυρίαρχος λόγος καταφεύγει στη
χρήση εννοιών που οι λαϊκοί αγώνες είχαν
δώσει απτό νόημα -χρησιμοποιώντας τες τώρα τα κόμματα εξουσίας για διαφήμιση
της πολιτικής τους- κι επιμένει στην ασάφεια στο νόημα και στο περιεχόμενο που
δίνονται στα γεγονότα. Κι έτσι όλα να χάσουν την αξία τους και το νόημά τους. Και
το εργατικό κίνημα ενάντια στο κεφάλαιο να παγιδεύεται μεταξύ της αντιδραστικής
δεξιάς και της προοδευτικής αριστερής
πτέρυγας με την ολόιδια πολιτική και τον παρεμφερή λόγο.
Η σοσιαλδημοκρατία έχει μείνει
χωρίς πολιτική, έχοντας αποτύχει να αναιρεθούν, όπως υποσχόταν, μέσω του
αστικού κράτους οι συνέπειες της καπιταλιστικής επίθεσης, αποδεικνύοντας
ψευδείς τις ελπίδες που καλλιέργησε, ενώ αποκαλύπτεται η ταύτισή της με τις
πολιτικές που ονόμαζε δεξιές ή φιλελεύθερες και υπηρετούσαν το κεφάλαιο –από τα
πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα ζητήματα.
Η άρχουσα τάξη μέσω των κομμάτων
που την εκπροσωπούν υποβάλλει μια αντίληψη αλλαγής του εν σήψει καθεστώτος στην
πιο αντιδραστική μορφή του με ένα «αριστερό» λεξιλόγιο. Δεν καταδικάζονται οι
απεργίες, οι κινητοποιήσεις κλπ. μόνο που απαξιώνονται, σαμποτάρονται,
χειραγωγούνται κλπ. μέχρι εξαφανίσεως.
Η Ν. Δημοκρατία λοιπόν αναγνωρίζει μεν την νομιμότητα και συνταγματικότητα
των απεργιακών κινητοποιήσεων, αλλά αυτές «δεν πρέπει να εμποδίζουν τους άλλους
παραγωγικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας σε αυτή την πολύ δύσκολη συγκυρία
για τον τόπο», ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ που είναι στην κυβέρνηση, με μια υποτιθέμενη
σχιζοφρενή πολιτική, πουλώντας
αντίδραση σε μια μορφή πιο επαναστατική καλεί σε συμμετοχή στην απεργία «απέναντι στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που
ισοπεδώνουν τα εργασιακά δικαιώματα», ενώ και τα δυο κόμματα ασκώντας
εξουσία ευλαβώς εφαρμόζουν την ίδια πολιτική προς όφελος του κεφαλαίου.
Η φύση και ο σκοπός κάθε πολιτικής εξαρτάται σε ποιες κοινωνικές
δυνάμεις, στρώματα και τάξεις στηρίζεται, σε τι χρησιμοποιεί την εξουσία
και τι υπηρετεί αυτή η εξουσία. Εξάλλου η όποια επιτυχία μιας πολιτικής
εξαρτάται και από την ικανότητά της να διεγείρει πάθη, να κινητοποιεί το νου, να γεννά
συναισθήματα. Από τη φύση της πολιτικής
εξαρτάται τι θα ξυπνήσει και θα υποκινήσει στον άνθρωπο, τι θα αναπτύξει στους ανθρώπους και τι θα
καταπνίξει και αποκοιμίσει. Η πολιτική είναι μέρος της διαπαιδαγώγησης των ανθρώπων, γιατί στην
πολιτική ζωή ξυπνάνε και αναπτύσσονται αυτές ή εκείνες οι ικανότητες και
δυνατότητες των ανθρώπων, αναδύονται αυτά ή εκείνα τα πρότυπα συμπεριφοράς,
πρακτικής και χαρακτήρα. Από τη φύση της πολιτικής εξαρτάται αν, στον αγώνα για
την εξουσία ή τη διαφύλαξή της και κατά τη χρησιμοποίηση και εφαρμογή της,
ξυπνάει στους ανθρώπους αδημονία ατομικών συμφερόντων, προκαταλήψεων, σκοτεινών
ενστίκτων, αποβλακώνει σ’ αυτούς το νόημα για δικαιοσύνη και αλήθεια, τους
παρακινεί στην ωμότητα και στη βία ή αντίθετα μ’ αυτά, προσπαθεί να αναπτύξει
εκείνες τις τάσεις, τα πάθη, τις ικανότητες που κάνουν δυνατό να ζήσει ο άνθρωπος στη γη ελεύθερα και δημιουργικά,
χωρίς κατατρεγμένους και εξαθλιωμένους βορά στο κεφάλαιο.
Κι αν στις μέρες μας η κυρίαρχη
πολιτική αποκτά αυτόν τον παραμορφωμένο
χαρακτήρα και τη στρεβλωμένη μορφή είναι γιατί είναι τόσο μεγάλα τα προβλήματα
που πρέπει να λυθούν για να επιβιώσει το καπιταλιστικό σύστημα. Γι’ αυτό και είναι τόσο σημαντικός ο ρόλος και η ευθύνη του κομμουνιστικού
κόμματος στην καθοδήγηση της εργατικής τάξης και γι’ αυτό η κυρίαρχη πολιτική μέσα στ’ άλλα στοχεύει και στην απαξίωσή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου