ΑΠΟ ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΦΟΡΟΥΜ
Και μιμούμενη τα παγκόσμια φόρα, η ντόπια ελίτ την
προηγούμενη εβδομάδα οργάνωσε το δικό της οικονομικό φόρουμ για δεύτερη φορά
στους Δελφούς. Η επιλογή του τόπου
κραυγαλέα συμβολική στην απλοϊκότητά της
–ο επίτροπος Δ. Αβραμόπουλος δεν παρέλειψε στην ομιλία του τη σύνδεσή του με τη
Δελφική Αμφικτυωνία- και τα θέματά του τα συνήθη των καιρών, ανάπτυξη,
μετανάστευση, το μέλλον της ΕΕ, λαϊκισμός, κλπ με
την οπτική την κυρίαρχης τάξης, που επαληθεύει τις ενέργειές της. Είναι
κι αυτός ένας τρόπος η ντόπια ελίτ να ενισχύσει τη μεγάλη ιδέα που έχει για τις
ενέργειές της και φυσικά τον εαυτό της, δημιουργώντας εκείνα τα μέσα που θα
προβάλλουν τη δραστηριότητά της σαν ωφέλιμη και σπουδαία.
Κι αν η διανόηση εστίαζε στο
εποικοδόμημα, με την Ε. Αρβελέρ να υποστηρίζει πως «η Ευρώπη είναι ηθικό
δίδαγμα και ηθική οντότητα», με τον Β. Καραποστόλη καθηγητή του Πανεπιστηµίου
Αθηνών να χρεώνει, κατά το δελτίο τύπου, το πρόβλημα της κρίσης στην
απουσία του μοχθείν, εντοπίζοντας στην «αποστροφή των νέων απέναντι στην
κοπιώδη προσπάθεια» την απουσία της ανάπτυξης, είναι όμως αυτό που ειπώθηκε, με
αρκετή κυνικότητα, από τον πρώην
πρωθυπουργό Κ. Σημίτη, στα πλαίσια συνομιλίας του με το δημοσιογράφο Π. Τσίμα,
η πιο συμπυκνωμένη και εύστοχη μεταφορική
περιγραφή της ασκούμενης πολιτικής της κυρίαρχης τάξης στην χώρα μας:
«Το ερώτημα αν αντέχει η χώρα την επιλογή της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν
μπορεί να τεθεί. Είναι τόσο άσχετο με την πραγματικότητα, όσο και το ερώτημα αν
αντέχει ο άνθρωπος τη ζωή. Την ζει ή αυτοκτονεί».
Εν πρώτοις, ο αναλογικός
συλλογισμός του Κ. Σημίτη σχετικά την ένταξη στην ΕΕ και την αντοχή στη ζωή,
πέρα από την προσπάθεια φυσικοποίησης μιας πολιτικής επιλογής ενέχει και μια
απειλή που φανερώνει την αναλγησία της κυρίαρχης τάξης. Συγχρόνως, στο λόγο του
εμφανιζόμενου ως πραγματιστή πρώην
πρωθυπουργού εισάγεται η μεταφυσική για να δικαιώσει πολιτικές επιλογές. Σαν να
μην έχει καμιά σημασία ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής που προσδιορίζει και
την γενική διαδικασία της κοινωνικής, πολιτικής και πνευματικής ζωής. Ταυτίζει
πολιτικές επιλογές με υπαρξιακά προβλήματα –ατυχέστατος, το λιγότερο, ο
παραλληλισμός ζωής και ένταξης στην ΕΕ, αλλά ενδεικτικός της αντίληψης της
κυρίαρχης τάξης. Η ένταξη στην ΕΕ
αντιμετωπίζεται σχεδόν σαν φυσικό φαινόμενο, όχι σαν επιλογή συγκεκριμένων
ανθρώπων σε συγκεκριμένη περίοδο και κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες. Σε μια
ένωση κρατών όπου θριαμβεύει ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της παραγωγής το
να αγνοεί κανείς ότι είναι η καπιταλιστική βάση με τις δικές της ανάγκες που
εγκαλεί τους κυβερνώντες σε μονοσήμαντες επιλογές μόνο σκοπιμότητα υποκρύπτει.
Γιατί ακριβώς η προσαρμογή στις ανάγκες του καπιταλισμού είναι η αιτία που
επιβάλλει όλες αυτές τις ανάλγητες πολιτικές από όσους τον διαχειρίζονται και
όχι υπερκόσμιες δυνάμεις.
Κι έχει αλήθεια ενδιαφέρον πώς τα
ίδια τα γεγονότα παρουσιάζονται έτσι που να αποτελούν παιδαγωγικό μύθο.
Παρουσιάζονται τα κακουργήματα ενός πολύ συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής ως
έκφραση μιας αιώνιας ουσίας, που οι δικές μας παραλείψεις ή δράσεις τη στρέφουν
εναντίον μας, όπως π.χ. η ραστώνη που επιδεικνύουμε είναι η αιτία της καταδίκης
μας σε μια εξαθλιωμένη ζωή. Κι είναι αυτή η συνειδητοποίηση που γίνεται
αντικείμενο ηθικής διδασκαλίας για ξεπέρασμα της οκνηρίας, αύξηση της εργατικότητας,
ένταση της επινοητικότητας κλπ. Γι’ αυτό
και η απόδοση ηθικών χαρακτηριστικών στην ένωση των ευρωπαϊκών κρατών δεν είναι
καθόλου …ιδεαλιστική ή αφελής. Αντίθετα έτσι συσκοτίζεται η κυριαρχία του
τρόπου παραγωγής της υλικής ζωής πάνω στην εξέλιξη της κοινωνικής ζωής, την
πολιτική και πνευματική. Κι αυτό σημαίνει αδυναμία των εργαζομένων να συλλάβουν
αυτή τη διαδικασία και να πιστέψουν στις δυνατότητές τους να την αλλάξουν προς
δικό τους όφελος.
Συνέδρια, φόρα, οικονομικές
αναλύσεις δεν αμφισβητούν την καπιταλιστική λογική και θέλουν να αποδείξουν πως
δεν χρειάζεται να επιδιώξει κανείς ριζικές ανατροπές στον τρόπο οργάνωσης της παραγωγής
και σχέσεων εργασίας, αλλά αρκεί να παραμένει όρθια η βασική αρχή –καπιταλιστικός τρόπος
οργάνωσης της παραγωγής- που βοηθούμενη από μικρές διορθωτικές κινήσεις θα
οδηγήσει στην επίλυση όλων των προβλημάτων. Κι αν σ’ αυτά τα φόρα οι συμμετέχοντες δίνουν την
εντύπωση πως σκέπτονται και ομιλούν με
όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και αλληλεγγύης είναι για να μας πείσουν πως η ανισότητα, η φτώχεια, η αβεβαιότητα, το
περιθώριο, η πείνα ή η απελπισία δεν μπορούν να θεμελιώσουν συγκεκριμένες αλληλέγγυες
παρεμβάσεις παρά μόνο σε επίπεδο φιλανθρωπίας. Ενώ στην πραγματικότητα η πείνα,
η φτώχεια και η αβεβαιότητα δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν αλλιώς παρά με
άμεσες μορφές ανακατανομής εισοδήματος. Όλοι
λοιπόν οι προβληματισμοί για το δέον, όλα
τα θεσμικά διλήμματα, όλες οι αξίες, κάθε πρόταγμα κοινωνικής δικαιοσύνης που
μπορεί να επικαλούνται, επί της ουσίας καταργούνται ως πολιτικά διακυβεύματα και δεν
μπορούν να αποτελούν αντικείμενο της πολιτικής σκέψης και δράσης όταν
αναστέλλουν τη μεγιστοποίηση του κέρδους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου