Ο θρίαμβος στη βασιλεύουσα
δεν ήρθε ποτέ, αλλά η ζωή συνεχίζεται κι είναι γεμάτη στόχους, μικρούς
και μεγαλύτερους, κάτι να έχεις να περιμένεις σαν μαρμαρωμένος βασιλιάς,
και να ελπίζεις να αλλάξει από μόνο του, μία (ακόμα) νίκη στο
Γιούρογκρουπ, ένα ακόμα φως στο τούνελ της κρίσης, ένα ακόμα τέλος του
μνημονίου, που είναι σαν την ιστορία και δεν τελειώνει ποτέ -όχι όσο
μένουμε στην ΕΕ τουλάχιστον.
Η άλλη όψη του νομίσματος της ακινησίας, είναι οι σπασμωδικές κινήσεις χωρίς σκοπό και νόημα, χωρίς πρόγραμμα (εκτός κι αν είναι μεταβατικό), η μικροαστική ανυπομονησία, που δεν κάνει όμως πάντα ταξικές διακρίσεις και μπορεί να φωλιάζει και στις δικές μας συνειδήσεις. Εκεί πατάει και το γνωστό τροπάρι για τη δευτέρα παρουσία του σοσιαλισμού, όπου τάχα τα παραπέμπουμε όλα, αντί ξέρω γω να πιάσουμε ένα μαγικό ραβδάκι και να φτιάξουμε έναν καπιταλισμό ανθρώπινο, στο μπόι της αυταπάτης μας.
Αλίμονο όμως αν λυγίσουμε το κλαδί από την ανάποδη, καθόμαστε ρίχνοντας τάπες βαρελιών και περιμένουμε τις συνθήκες να ωριμάσουν από μόνες τους, σαν ένα ουίσκι, και την επαναστατική κατάσταση που θα έρθει από μόνη της αντικειμενικά κι ανεξάρτητα από τη θέλησή μας, τη δράση μας ή και χωρίς αυτές.
Αλίμονο, επίσης, αν βάλουμε στο ίδιο σακί με αυτά, τους ειλικρινείς προβληματισμούς για το τι πάει στραβά και πώς θα μπορούσε να πάει αλλιώς, τις αδυναμίες μας και τη δύναμη της συνήθειας και της ρουτίνας που πρέπει να σπάσει, πριν μας καταλάβει και μας καταβάλει.
Τα σκεφτόμουν όλα αυτά στις πρόσφατες κινητοποιήσεις, με αφορμή έναν μικρό 20χρονο από ΙΕΚ που κατέβηκε πρώτη φορά μαζί μας, παλεύοντας με τις αντιφάσεις του, τη διάθεσή του που κόχλαζε, την αυθόρμητη γοητεία που του ασκούσαν οι στρακαστρούκες και τα συγκρουσιακά υποκατάστατα, την κοινωνία του θεάματος με "όρους κινήματος": η έφοδος της Ραχήλ, οι μάσκες, οι μολότοφ, όλα σαν πυροτεχνήματα στα μάτια μιας παιδικής πολιτικής συνείδησης, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Κι ενώ συμφωνούσε, όταν του εξηγούσαμε πως είναι κακόγουστη, χιλιοπαιγμένη παράσταση, βάσει σχεδίου, για να μας χτυπήσουν με χημικά και διαλύσουν τη διαδήλωση, πως δεν αρκεί να χτυπάς τα όργανα της τάξης και να αφήνεις στο απυρόβλητο την τάξη που υπηρετούν και προστατεύουν, για να εκτονωθείς και να βαυκαλίζεσαι πως έκανες το συγκρουσιακό σου καθήκον, σα Λουδίτης, ενώ, ενώ, ενώ... ήταν σίγουρο πως το επόμενο λεπτό μετά το τέλος της συζήτησης, θα σκόνταφτε ξανά στα ίδια σημεία, στα ίδια λάθη, σα να μην είχε μεσολαβήσει τίποτα από όσα είπαμε.
Θέλει αρετή και τέχνη το αυθόρμητο για να γίνει συνειδητό και να φύγει από την επιφάνεια και τους πολιτικούς αντικατοπτρισμούς, να καταλάβει πως ό,τι λάμπει δεν είναι αριστερό, ριζοσπαστικό και επαναστατικό σε τελική ανάλυση. Χρειάζονται όμως και κάποια πράγματα στην πράξη, πέρα από τη ζύμωση, τα λόγια που πετάνε και φεύγουν από το συνομιλητή σου, μόλις σταματήσεις να του μιλάς, χωρίς να τα αφομοιώνει.
Χρειάζεται καμιά νίκη για να αναθαρρήσει ο κόσμος, να κερδίσουμε τους ουδέτερους, που τείνουν να πηγαίνουν με το νικητή και γυρίζουν την πλάτη τους στο χαμένο -χωρίς να καταλαβαίνουν πως θα μοιραστούν την ήττα μας, εφόσον δε μοιράζονται τον αγώνα μας.
Χρειάζεται πότε-πότε καμιά ισοπαλία, να σταματήσουμε και να τρενάρουμε το σχεδιασμό τους, τα μέτρα που περνάνε πριν χωνέψουμε τα προηγούμενα. Αν και η ταξική πάλη μοιάζει με το μπάσκετ, που δεν μπορεί να λήξει χωρίς νικητή, δεν έχει ισοπαλία, το πολύ-πολύ παράταση και προσωρινούς συμβιβασμούς.
Χρειάζεται να ξέρει ο κόσμος πως χάσαμε, αλλά παλέψαμε μέχρις εσχάτων, σα λιοντάρια, και δεν κατεβήκαμε απλά για την τιμή των όπλων -χωρίς καν όπλα. Πως δεν παραδεχτήκαμε την ήττα και κάναμε ό,τι περνούσε από το χέρι μας.
Χρειάζεται ευελιξία, φαντασία, να μπορείς να βγαίνεις πιο δυνατός από κάθε μάχη -αυτό είναι το πιο σημαντικό. Να μην εφησυχάζουμε, να μη ρουτινιάζουμε, να μη βουλιάζουμε στη συνήθεια, το φόβο και τους αρνητικούς συσχετισμούς.
Κι εδώ είναι που κάνουν τη χειρότερη ζημιά οι ντεμέκ ψαγμένοι κι ανήσυχοι, αλλά πάντα μικροαστικά ανυπόμονοι και κατά βάση απλά μικροαστοί. Που φαντασιώνονταν πχ πως σε μία από τις παλιότερες περικυκλώσεις της Βουλής εφάρμοζαν -λέει- το σχέδιο που είχε το ΕΑΜ το 43' για να ακυρώσει την επιστράτευση από τους ναζί (το έχω ακούσει με τα αυτιά μου, σε εκδήλωση ρεύματος). Ή σου κουνάνε επιτιμητικά το δάχτυλο, ως επαναστατικές αυθεντίες του πληκτρολογίου, γιατί δεν έχεις σταματήσει μια ψηφοφορία, δεν έχεις ανατρέψει τους σχεδιασμούς του ταξικού εχθρού, κτλ.
Κάνουν τη χειρότερη ζημιά, γιατί ενεργοποιούν φυσιολογικά αμυντικά αντανακλαστικά στους σφους, για την υπεράσπιση της κοινής λογικής και του αυτονόητου -όπου αναλώνεται πολύτιμος χρόνος, αντί να αξιοποιείται δημιουργικά- και δυσφημούν αυτούς που προβληματίζονται ειλικρινά και θέτουν απλά ερωτήματα. Πχ όπως ο εικοσάρης που ήρθε μαζί μας. Και μπορεί να είναι κομμάτι μπερδεμένος, αλλά θα τη βρει την άκρη...
Η άλλη όψη του νομίσματος της ακινησίας, είναι οι σπασμωδικές κινήσεις χωρίς σκοπό και νόημα, χωρίς πρόγραμμα (εκτός κι αν είναι μεταβατικό), η μικροαστική ανυπομονησία, που δεν κάνει όμως πάντα ταξικές διακρίσεις και μπορεί να φωλιάζει και στις δικές μας συνειδήσεις. Εκεί πατάει και το γνωστό τροπάρι για τη δευτέρα παρουσία του σοσιαλισμού, όπου τάχα τα παραπέμπουμε όλα, αντί ξέρω γω να πιάσουμε ένα μαγικό ραβδάκι και να φτιάξουμε έναν καπιταλισμό ανθρώπινο, στο μπόι της αυταπάτης μας.
Αλίμονο όμως αν λυγίσουμε το κλαδί από την ανάποδη, καθόμαστε ρίχνοντας τάπες βαρελιών και περιμένουμε τις συνθήκες να ωριμάσουν από μόνες τους, σαν ένα ουίσκι, και την επαναστατική κατάσταση που θα έρθει από μόνη της αντικειμενικά κι ανεξάρτητα από τη θέλησή μας, τη δράση μας ή και χωρίς αυτές.
Αλίμονο, επίσης, αν βάλουμε στο ίδιο σακί με αυτά, τους ειλικρινείς προβληματισμούς για το τι πάει στραβά και πώς θα μπορούσε να πάει αλλιώς, τις αδυναμίες μας και τη δύναμη της συνήθειας και της ρουτίνας που πρέπει να σπάσει, πριν μας καταλάβει και μας καταβάλει.
Τα σκεφτόμουν όλα αυτά στις πρόσφατες κινητοποιήσεις, με αφορμή έναν μικρό 20χρονο από ΙΕΚ που κατέβηκε πρώτη φορά μαζί μας, παλεύοντας με τις αντιφάσεις του, τη διάθεσή του που κόχλαζε, την αυθόρμητη γοητεία που του ασκούσαν οι στρακαστρούκες και τα συγκρουσιακά υποκατάστατα, την κοινωνία του θεάματος με "όρους κινήματος": η έφοδος της Ραχήλ, οι μάσκες, οι μολότοφ, όλα σαν πυροτεχνήματα στα μάτια μιας παιδικής πολιτικής συνείδησης, ανεξαρτήτως ηλικίας.
Κι ενώ συμφωνούσε, όταν του εξηγούσαμε πως είναι κακόγουστη, χιλιοπαιγμένη παράσταση, βάσει σχεδίου, για να μας χτυπήσουν με χημικά και διαλύσουν τη διαδήλωση, πως δεν αρκεί να χτυπάς τα όργανα της τάξης και να αφήνεις στο απυρόβλητο την τάξη που υπηρετούν και προστατεύουν, για να εκτονωθείς και να βαυκαλίζεσαι πως έκανες το συγκρουσιακό σου καθήκον, σα Λουδίτης, ενώ, ενώ, ενώ... ήταν σίγουρο πως το επόμενο λεπτό μετά το τέλος της συζήτησης, θα σκόνταφτε ξανά στα ίδια σημεία, στα ίδια λάθη, σα να μην είχε μεσολαβήσει τίποτα από όσα είπαμε.
Θέλει αρετή και τέχνη το αυθόρμητο για να γίνει συνειδητό και να φύγει από την επιφάνεια και τους πολιτικούς αντικατοπτρισμούς, να καταλάβει πως ό,τι λάμπει δεν είναι αριστερό, ριζοσπαστικό και επαναστατικό σε τελική ανάλυση. Χρειάζονται όμως και κάποια πράγματα στην πράξη, πέρα από τη ζύμωση, τα λόγια που πετάνε και φεύγουν από το συνομιλητή σου, μόλις σταματήσεις να του μιλάς, χωρίς να τα αφομοιώνει.
Χρειάζεται καμιά νίκη για να αναθαρρήσει ο κόσμος, να κερδίσουμε τους ουδέτερους, που τείνουν να πηγαίνουν με το νικητή και γυρίζουν την πλάτη τους στο χαμένο -χωρίς να καταλαβαίνουν πως θα μοιραστούν την ήττα μας, εφόσον δε μοιράζονται τον αγώνα μας.
Χρειάζεται πότε-πότε καμιά ισοπαλία, να σταματήσουμε και να τρενάρουμε το σχεδιασμό τους, τα μέτρα που περνάνε πριν χωνέψουμε τα προηγούμενα. Αν και η ταξική πάλη μοιάζει με το μπάσκετ, που δεν μπορεί να λήξει χωρίς νικητή, δεν έχει ισοπαλία, το πολύ-πολύ παράταση και προσωρινούς συμβιβασμούς.
Χρειάζεται να ξέρει ο κόσμος πως χάσαμε, αλλά παλέψαμε μέχρις εσχάτων, σα λιοντάρια, και δεν κατεβήκαμε απλά για την τιμή των όπλων -χωρίς καν όπλα. Πως δεν παραδεχτήκαμε την ήττα και κάναμε ό,τι περνούσε από το χέρι μας.
Χρειάζεται ευελιξία, φαντασία, να μπορείς να βγαίνεις πιο δυνατός από κάθε μάχη -αυτό είναι το πιο σημαντικό. Να μην εφησυχάζουμε, να μη ρουτινιάζουμε, να μη βουλιάζουμε στη συνήθεια, το φόβο και τους αρνητικούς συσχετισμούς.
Κι εδώ είναι που κάνουν τη χειρότερη ζημιά οι ντεμέκ ψαγμένοι κι ανήσυχοι, αλλά πάντα μικροαστικά ανυπόμονοι και κατά βάση απλά μικροαστοί. Που φαντασιώνονταν πχ πως σε μία από τις παλιότερες περικυκλώσεις της Βουλής εφάρμοζαν -λέει- το σχέδιο που είχε το ΕΑΜ το 43' για να ακυρώσει την επιστράτευση από τους ναζί (το έχω ακούσει με τα αυτιά μου, σε εκδήλωση ρεύματος). Ή σου κουνάνε επιτιμητικά το δάχτυλο, ως επαναστατικές αυθεντίες του πληκτρολογίου, γιατί δεν έχεις σταματήσει μια ψηφοφορία, δεν έχεις ανατρέψει τους σχεδιασμούς του ταξικού εχθρού, κτλ.
Κάνουν τη χειρότερη ζημιά, γιατί ενεργοποιούν φυσιολογικά αμυντικά αντανακλαστικά στους σφους, για την υπεράσπιση της κοινής λογικής και του αυτονόητου -όπου αναλώνεται πολύτιμος χρόνος, αντί να αξιοποιείται δημιουργικά- και δυσφημούν αυτούς που προβληματίζονται ειλικρινά και θέτουν απλά ερωτήματα. Πχ όπως ο εικοσάρης που ήρθε μαζί μας. Και μπορεί να είναι κομμάτι μπερδεμένος, αλλά θα τη βρει την άκρη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου