Ρυθμό ανάκαμψης στην ελληνική οικονομία
μόλις στο 1,1% για το 2017 και 2,5% για το 2018 προβλέπει ο ΟΟΣΑ στην
εξαμηνιαία έκθεση σχετικά με τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας,
σε επίπεδα δηλαδή χαμηλότερα από αυτά των «Εαρινών Προβλέψεων» της
Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Μάλιστα, οι εν λόγω προβλέψεις έρχονται να
«κουμπώσουν» με μακροπρόθεσμα σενάρια της Ευρωζώνης σχετικά με τους
ρυθμούς ανάκαμψης, το ύψος των ματωμένων πλεονασμάτων και βέβαια τη
διασφάλιση της «βιωσιμότητας» του κρατικού χρέους σε ορίζοντα πολλών
δεκαετιών. Σε αυτό το φόντο, η πλευρά του ΟΟΣΑ συντάσσεται στη γραμμή
των μακροπρόθεσμων παρεμβάσεων για τη «βιωσιμότητα» του κρατικού χρέους,
έτσι ώστε να αποδεσμευτούν διαθέσιμοι πόροι, προκειμένου στη συνέχεια
να κατευθυνθούν σε παρεμβάσεις ενίσχυσης του εγχώριου κεφαλαίου.
***
«Η ελάφρυνση του χρέους θα άνοιγε το δρόμο
για την ένταξη στο πρόγραμμα αγορών ομολόγων της ΕΚΤ και, σε συνδυασμό
με μία περαιτέρω πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τη
φορολογική συμμόρφωση, θα επέτρεπε τη μείωση των φορολογικών συντελεστών
και μεγαλύτερες δημόσιες δαπάνες σε υψηλής ποιότητας επενδυτικά
προγράμματα», τονίζεται χαρακτηριστικά στην έκθεση, επιβεβαιώνοντας ότι
οποιαδήποτε «λύση» για το χρέος εξυπηρετεί κατ' αποκλειστικότητα το
κεφάλαιο και ότι καμιά σχέση δεν έχει με τα λαϊκά συμφέροντα. Μάλιστα,
τα «υψηλής ποιότητας επενδυτικά προγράμματα», στα οποία εστιάζει η
έκθεση του ΟΟΣΑ, βρίσκονται σταθερά στην ατζέντα των αντιλαϊκών παζαριών
της συγκυβέρνησης με το κουαρτέτο, με άξονα το λεγόμενο «επενδυτικό
πακέτο Γιούνκερ», τη χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων
(ΕΤΕπ) και από άλλους μηχανισμούς, με στόχο βέβαια την ανάκαμψη των νέων
κερδοφόρων επενδύσεων και την τόνωση της ανταγωνιστικότητας του
εγχώριου κεφαλαίου. Εν ολίγοις, η κυβέρνηση ήδη βρίσκεται στην αναζήτηση
περισσότερου και φθηνότερου χρήματος για το κεφάλαιο, παράλληλα με τα
αντεργατικά - αντιλαϊκά μέτρα που παίρνει με το τσουβάλι και τις
αναδιαρθρώσεις που προωθεί για να ανοίξει νέα πεδία κερδοφόρας δράσης
για το κεφάλαιο.
***
Μιλώντας γι' αυτά τα μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις,
ο ΟΟΣΑ ρίχνει τροχιοδεικτικές βολές για την κλιμάκωση της αντιλαϊκής
πολιτικής. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «η διεύρυνση της βάσης της
φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων και ο έλεγχος της
συνταξιοδοτικής δαπάνης είναι πολύ σημαντικοί παράγοντες για την
παγιοποίηση των σημαντικών δημοσιονομικών επιτευγμάτων των τελευταίων
ετών». Με αυτόν τον τρόπο, όπως επισημαίνουν, θα απελευθερώνονται πόροι
«για τα ιδιαίτερα αναγκαία προγράμματα κοινωνικής βοήθειας», δείχνοντας
προς την κατεύθυνση «μοιράσματος της φτώχειας» με τα προγράμματα
διαχείρισης των ακραίων φαινομένων της επίσημης φτώχειας. Ουσιαστικά,
προαναγγέλλουν, από τη μια, την αύξηση της φορολογίας για τα λαϊκά
στρώματα και την παραπέρα μείωση των συντάξεων, όπως ψηφίστηκαν με το
τέταρτο μνημόνιο. Και, από την άλλη, τη μόνιμη πρέσα, τη διάλυση, μέχρι
και την πλήρη κατάργηση των κάθε είδους προνοιακών - κοινωνικών
επιδομάτων, με τον αποκλεισμό από αυτά εκατοντάδων χιλιάδων λαϊκών
νοικοκυριών, μέσα από την εφαρμογή εξευτελιστικών εισοδηματικών και
περιουσιακών κριτηρίων, τέτοιων που να ανταποκρίνονται στις σημερινές
νόρμες της μαζικής φτώχειας και εξαθλίωσης.
***
Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας,
από την πλευρά του, σύμφωνα με το κεντρικό σενάριο, προβλέπει
μακροπρόθεσμους ρυθμούς ανάκαμψης στην ελληνική οικονομία, κατά μέσο όρο
μόλις στο 1,3% το χρόνο για την περίοδο μέχρι το 2060. Να σημειωθεί ότι
η σωρευτική κατρακύλα του παραγόμενου ΑΕΠ, από το 2008 μέχρι σήμερα,
έχει φτάσει στο 26%, ποσοστό που με βάση τις προβλέψεις τους, θα
ανακτηθεί μετά από 20 χρόνια, δηλαδή το 2038. Σε αυτό το φόντο, είναι
χαρακτηριστική και η χτεσινή παρέμβαση από την πλευρά του ΣΕΒ, που
τονίζει: «Η πλεονασματική δημοσιονομική διαχείριση αναδεικνύεται ως μια
από τις οικονομικές πολιτικές που θα προδιαγράψουν εν πολλοίς τις
εξελίξεις τις επόμενες δεκαετίες». Πάνω σε αυτό το έδαφος, σύμφωνα με
τους εγχώριους βιομήχανους, «είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί μέσω
μεταρρυθμίσεων η εύρυθμη λειτουργία του κράτους και της οικονομίας, κάτω
από τον περιορισμό της παραγωγής σταθερών πρωτογενών πλεονασμάτων, ώστε
να μην εμποδίζεται η άσκηση ιδιωτικής οικονομικής δραστηριότητας μέσω
υπερφορολόγησης», μιλώντας πάντα για τη φορολογία επί των κερδών και τις
άλλες «επιβαρύνσεις» στους επιχειρηματικούς ομίλους. Γίνεται έτσι
φανερό ότι στο «κοφίνι» της καπιταλιστικής ανάπτυξης δεν είναι δυνατόν
να χωρέσουν τα καπιταλιστικά κέρδη μαζί με τα εργατικά - λαϊκά
δικαιώματα, πόσο μάλλον οι σύγχρονες ανάγκες του λαού...
Α. Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου