Eurokinissi
|
Τα
κολακευτικά σχόλια από τους εκπροσώπους ιμπεριαλιστικών κέντρων προς την
ελληνική κυβέρνηση, τα οποία ακολούθησαν την «επιτυχημένη έξοδο στις
αγορές» την περασμένη βδομάδα, συνοδεύτηκαν από τη σταθερή επισήμανση
για την «ανάγκη» προσήλωσης στην εφαρμογή των αντιλαϊκών
«μεταρρυθμίσεων». Εκπρόσωποι αστικών επιτελείων εντός και εκτός Ελλάδας,
όπως ο ΣΕΒ, το ΔΝΤ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Γραφείο Προϋπολογισμού της
Βουλής κ.λπ., επισημαίνουν με κάθε ευκαιρία ότι η ανάκαμψη της
καπιταλιστικής οικονομίας απαιτεί επίθεση διαρκείας στα εργατικά - λαϊκά
στρώματα και ούτε βήμα πίσω από όσα έχουν συμφωνηθεί μέχρι στιγμής και
περιγράφονται στα μνημόνια.
Αυτός ήταν ο κοινός τόπος των δηλώσεων τόσο της επικεφαλής της αποστολής του ΔΝΤ στην Ελλάδα Ντ. Βελκουλέσκου όσο και του επιτρόπου Οικονομικών Υποθέσεων Π. Μοσκοβισί. Η μεν πρώτη υπενθύμισε τη «φουλ ατζέντα» που έχει η κυβέρνηση μπροστά της, δείχνοντας κυρίως προς το Ασφαλιστικό και σημειώνοντας με νόημα ότι το συνταξιοδοτικό «παραμένει μη βιώσιμο». Εξέφρασε επίσης την επιμονή του Ταμείου σε αυστηρότερους κανόνες για τους συμβασιούχους, για «διεύρυνση της φορολογικής βάσης», αλλαγή του τρόπου έγκρισης των απεργιών κ.λπ. Ο δε Π. Μοσκοβισί, με τη χαρακτηριστική, εκλαϊκευτική τοποθέτηση ότι η Ελλάδα θα πρέπει «να συνεχίσει το "ποδήλατο", γιατί αν σταματήσει, θα πέσει...», ήταν αρκετά σαφής για το πού θα στηριχτεί η «επιστροφή στην κανονικότητα» για το κεφάλαιο: Στην αδιαπραγμάτευτη υλοποίηση όλων των αναδιαρθρώσεων, παλιών και νέων. Μάλιστα ο επίτροπος δεν παρέλειψε να επισημάνει ότι η «Ελλάδα είναι στα μισά του δρόμου», αλλά και το ενδεχόμενο να εφαρμοστούν τα ψηφισμένα από την κυβέρνηση μέτρα νωρίτερα, δηλαδή το 2019 αντί το 2020. Δηλαδή, το «ευνοϊκό μομέντουμ» εξαργυρώνεται με ακόμα πιο γρήγορη μείωση του αφορολόγητου, περικοπές σε συντάξεις κ.λπ. Και όλα αυτά, την ίδια ώρα που συνεχίζεται η κυβερνητική προπαγανδιστική απάτη περί «τέλους της επιτροπείας»...
Αυτήν ακριβώς τη δυσμενή για τα λαϊκά στρώματα προοπτική προσπάθησε η κυβέρνηση να αποσιωπήσει, είτε με τα «μετριοπαθή» πανηγύρια της για την «επιστροφή στις αγορές», είτε με τα παραμύθια της περί «δίκαιης ανάπτυξης», την οποία δήθεν εξασφαλίζει με την πολιτική της.
Για την ιστορία, να θυμίσουμε ότι στην ομολογιακή έκδοση της περασμένης Τρίτης το λεγόμενο «κουπόνι» του πενταετούς ομολόγου (καταβάλλεται στους κατόχους των ομολόγων στη λήξη της χρονικής διάρκειας του ομολόγου) διαμορφώθηκε στο 4,375%, ενώ το ύψος της απόδοσης στο 4,625% (το ποσό που καταβάλλεται ετησίως), τιμές που σε απόλυτους αριθμούς είναι χαμηλότερες από την προηγούμενη έκδοση, του 2014. Με βάση αυτή την «απόδοση», η κυβέρνηση καλεί το λαό να αξιολογήσει το έργο της με κριτήριο τη συμπεριφορά των «αγορών». Ομως οι «αγορές» κάθε άλλο παρά «ευαγή ιδρύματα» είναι. Αυτό που επιβραβεύουν είναι την αποφασιστικότητα των αστικών κυβερνήσεων να προωθήσουν τη φτηνή εργατική δύναμη, δηλαδή τη διαμόρφωση «φιλικού επενδυτικού περιβάλλοντος».
Συνολικά κατατέθηκαν, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών, πάνω από 200 επίσημες προσφορές συνολικού ύψους 6,5 δισ. ευρώ, η πλειοψηφία των οποίων, σύμφωνα με την κυβέρνηση, «αφορούσε πραγματικούς επενδυτές παγκόσμιου βεληνεκούς και όχι κερδοσκοπικά funds, γεγονός που αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας για την πορεία της ελληνικής οικονομίας». Τέλος, το ελληνικό Δημόσιο δανείστηκε το ποσό των 3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα μισά περίπου είναι νέοι επενδυτές, ενώ τα υπόλοιπα αφορούν κατόχους ομολόγων του 2014, που τα αντάλλαξαν με το νεοεκδοθέν.
Σύμπλευση στα ουσιαστικά και καβγάδες στα επιμέρους
Η
διαμάχη που ξεκίνησε στη συνέχεια ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ για τα
«χρόνια που χάθηκαν» από την προηγούμενη «έξοδο στις αγορές» και για την
«επίδοση» που πέτυχε το νέο ομόλογο, δεν μπόρεσε για μια ακόμα φορά να
κρύψει το γεγονός ότι κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση
διαγκωνίζονται για το ποιος είναι πιο αποτελεσματικός στην προώθηση των
«μεταρρυθμίσεων» που έχει ανάγκη το κεφάλαιο. Αυτή άλλωστε είναι και η
βάση της «συναίνεσης» ανάμεσα στις αστικές δυνάμεις, την οποία ζήτησε ο
Αλ. Τσίπρας από τη Λαμία, μιλώντας στο 2ο «Αναπτυξιακό Συνέδριο».Μάλιστα, το Γραφείο Προϋπολογισμού του κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ) ήταν αρκετά διαφωτιστικό για το έδαφος που υπάρχει για αυτή τη «συναίνεση», επισημαίνοντας ότι για να μην διακοπεί η διαφαινόμενη «εύθραυστη ανάκαμψη» δεν πρέπει η χώρα να εγκαταλείψει το «μονοπάτι των μεταρρυθμίσεων», ούτε να υπάρξει «πολιτική αστάθεια». Σημειώνει ότι είναι αναγκαία η άμεση εφαρμογή του συμπληρωματικού μνημονίου και της συμφωνίας με το ΔΝΤ και τονίζει με νόημα: «Στο βαθμό που η κίνηση αυτή θα έχει συνέχεια και σε συνδυασμό με τις εκδηλούμενες τάσεις οικονομικής μεγέθυνσης - έστω και ασθενούς - για το 2017, είναι ένα θετικό βήμα προς τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης, με δεδομένη τη συμφωνία των μεγάλων πολιτικών κομμάτων στα ουσιαστικά στοιχεία του προγράμματος προσαρμογής (παρά τις επιμέρους διαφορές και τη διαφορετική πολιτική φιλοσοφία)».
Ως προς τα πιο συγκεκριμένα αναγκαία για τη «συνέχεια της εξόδου στις αγορές», το ΓΠΚΒ ξεχωρίζει τη ρύθμιση του χρέους, τη συνέχιση των «μεταρρυθμίσεων», τη «σταθερότητα των θεσμών», τον εξορθολογισμό των δαπανών με καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, την ύπαρξη «εθνικού αναπτυξιακού σχεδιασμού» και τη διασφάλιση της «κοινωνικής συνοχής». Οι παραπάνω «προϋποθέσεις» δεν αμφισβητούνται από καμιά αστική πολιτική δύναμη και σηματοδοτούν τη μονιμότητα της επίθεσης στα εργατικά - λαϊκά στρώματα.
Από κοντά κι ο ΣΕΒ ζητά «διευκολύνσεις»
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο ΣΕΒ, που στο τελευταίο οικονομικό δελτίο του υποστηρίζει ότι «η επιτυχής έξοδος στις αγορές ήδη θέτει de facto τέρμα στην πρακτική των καθυστερήσεων στις αξιολογήσεις και την παροχολογία» και προσθέτει ότι «η
χώρα εισέρχεται πλέον σε μια μακροχρόνια περίοδο πλεονασματικής
δημοσιονομικής διαχείρισης, όπου η κανονικότητα θα περιλαμβάνει ετήσια
πρωτογενή πλεονάσματα σε συνεχή βάση». Το γεγονός αυτό, συνεχίζει ο
ΣΕΒ, απαιτεί τη δημιουργία ενός μηχανισμού «ελάφρυνσης» του χρέους, με
χρονική διάρκεια έως το 2060, που σε τακτά διαστήματα θα συμφωνούνται
«διορθωτικές κινήσεις» μεταξύ των δύο πλευρών. Δεδομένο είναι πάντως ότι
σε κάθε περίπτωση η ελληνική οικονομία «για 43 χρόνια (2017 - 2060) είναι αναγκασμένη να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα για να εξυπηρετεί το χρέος».Τέλος, κατά τον ΣΕΒ η ταχύρυθμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας πρέπει να αποτελέσει στο εξής «εθνικό στόχο», και η Ελλάδα να μετατραπεί σε «ένα επενδυτικό Ελντοράντο», όπου τα εισοδήματα θα φορολογούνται «με συνετό τρόπο», ο δημόσιος τομέας θα είναι «μικρού μεγέθους αλλά υψηλής παραγωγικότητας» και φυσικά θα παρέχονται διευκολύνσεις ο ιδιωτικός τομέας να κάνει κερδοφόρες επενδύσεις...
Ολα τα παραπάνω «τσαλακώνουν» το προπαγανδιστικό αφήγημα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ότι δήθεν οι θυσίες του λαού βαίνουν προς το τέλος τους, ότι παύει η «επιτροπεία» και επέρχεται η «κανονικότητα». Οι επισημάνσεις που γίνονται από όλες τις αστικές δυνάμεις στέλνουν το μήνυμα στη σημερινή κυβέρνηση, αλλά και σε κάθε επίδοξο αντικαταστάτη της, να «μην τολμήσει» να υπαναχωρήσει από τα συμφωνηθέντα. Είναι σαφές ότι η διαμόρφωση και η διατήρηση του «φιλικού επενδυτικού περιβάλλοντος» θα κρέμεται σαν πέλεκυς πάνω από τα εναπομείναντα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα, και αυτό θα «αξιολογείται» διαρκώς από κάθε λογής μηχανισμούς, «αγορών», αστικών επιτελείων, κυβερνήσεων, της ΕΕ, του ΔΝΤ κ.λπ. Συνεπώς, η διέξοδος για το λαό δεν έχει καμιά σχέση ούτε με την «εμπιστοσύνη» που δείχνουν οι «αγορές» στο έργο της κυβέρνησης, ούτε στην «επιστροφή της κανονικότητας» της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Βρίσκεται στην πάλη για την ανατροπή αυτής της βαρβαρότητας, ώστε να μπουν στο προσκήνιο οι σύγχρονες ανάγκες του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου