Στις 14 Αυγούστου συμπληρώθηκαν δύο χρόνια
από την ψήφιση του 3ου στη σειρά μνημονίου που έφερε η συγκυβέρνηση
ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, με τη σύμφωνη γνώμη και την υπερψήφισή του και από άλλα
κόμματα της αστικής διαχείρισης (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι). Η νέα αντιλαϊκή
συμφωνία ήρθε να πατήσει πάνω στα προηγούμενα μνημόνια και τους
εφαρμοστικούς τους νόμους, διατηρώντας «μέχρι κεραίας» το σύνολο των
αντιλαϊκών μέτρων και βέβαια να τα πολλαπλασιάσει, στην προοπτική της
ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας στις πλάτες των λαϊκών
στρωμάτων. Το έδαφος είχε στρωθεί ήδη από την «πρώτη φορά αριστερά», με
«σταθμό» τη συμφωνία στο Γιούρογκρουπ της 20ής Φλεβάρη 2015, όπου μπήκαν
τα «θεμέλια» της αντιλαϊκής κλιμάκωσης, των επόμενων συμφωνιών και
μέτρων, που είχαν προδιαγραφεί στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης προς
όφελος και για λογαριασμό των επιχειρηματικών ομίλων. Σ' αυτό το φόντο, η
δήθεν «αντιπρόταση» που παρουσίασε η κυβέρνηση στο πλαίσιο του
δημοψηφίσματος, όπως είχε αναδείξει από την πρώτη στιγμή το ΚΚΕ,
αποτέλεσε άλλοθι για την ίδια και ταυτόχρονα μια καλοστημένη παγίδα,
προκειμένου να συνταχθεί ο λαός με τη μια ή την άλλη «συνταγή» της
αστικής διαχείρισης, να εγκλωβιστεί σε ψευτοδιλήμματα και εκβιασμούς και
τελικά να «καταπιεί» ευκολότερα το 3ο μνημόνιο.
***
Η συνέχεια είναι γνωστή. Τα «έργα και οι ημέρες»
της σημερινής κυβέρνησης, όπως και όλων των προηγούμενων, σφραγίζονται
από την κατακρεούργηση των εργατικών - λαϊκών δικαιωμάτων, με
αλλεπάλληλα χτυπήματα σε μισθούς, συντάξεις, στα κονδύλια για την
Πρόνοια, την απογείωση της φοροληστείας, στο πλαίσιο της «δημοσιονομικής
προσαρμογής» και της «υπερπαραγωγής» των ματωμένων πλεονασμάτων σε
βάθος χρόνου. Την ίδια ώρα, ο πυρήνας της αντιλαϊκής διαπραγμάτευσης,
που βέβαια συνεχίζεται, εντάσσεται στη στρατηγική για την ανάκτηση της
ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων. Ετσι, η σημερινή
κυβέρνηση, όπως και οι προκάτοχοί της, έχει να επιδείξει αποφασιστικό
έργο σε ό,τι αφορά την κλιμάκωση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, του
προγράμματος των ιδιωτικοποιήσεων, των «απελευθερώσεων» με βάση και τις
γενικότερες κατευθύνσεις και οδηγίες της ΕΕ, για την εφαρμογή μέτρων που
θα τονώσουν την «ανταγωνιστικότητα» της οικονομίας. Είναι
χαρακτηριστικό ότι ο ΣΕΒ, την ώρα που ψηφιζόταν το 3ο μνημόνιο, σημείωνε
με έμφαση ότι «μία βασική προϋπόθεση είναι να μπορέσουμε να
έχουμε έναν οδικό χάρτη για το πού θα πάμε και ο οδικός χάρτης αυτή τη
στιγμή είναι μόνο το μνημόνιο, απ' όσο έχει συμφωνηθεί μεταξύ των
εταίρων και της κυβέρνησης».
***
Βέβαια, η ψήφιση του 3ου μνημονίου,
όπως άλλωστε έχει αποδειχτεί σήμερα και στην πράξη, αποτέλεσε έναν
ακόμη κρίκο στην ίδια αλυσίδα. Τα αρχικά προβλεπόμενα μέτρα
πολλαπλασιάστηκαν στη συνέχεια στο πλαίσιο των «αξιολογήσεων», ενώ
έπεται συνέχεια με τη 3η «αξιολόγηση» που θα ξεκινήσει τον Οκτώβρη. Στην
πρώτη γραμμή της επίθεσης που θα ακολουθήσει, βρίσκονται τα επιδόματα
Πρόνοιας, τα νέα χτυπήματα στα Εργασιακά, η «μεταρρύθμιση» των παροχών
αναπηρίας, το νέο «κούρεμα» στο ΕΚΑΣ για όλους τους
χαμηλοσυνταξιούχους, με κατεύθυνση βέβαια την πλήρη κατάργησή του από το
2019 κ.ά. Ταυτόχρονα και παράλληλα, η προοπτική της διατηρήσιμης
διεξόδου του ελληνικού κράτους για φρέσκα δάνεια από τις διεθνείς
χρηματαγορές και η επίτευξη σχετικά σταθερών ρυθμών ανάκαμψης για τους
επιχειρηματικούς ομίλους έχουν όρο και προϋπόθεση τη μονιμοποίηση και
την επέκταση των αντιλαϊκών μέτρων, με φόντο την άρση της
επιχειρηματικής «αβεβαιότητας», τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος
και την προσέλκυση νέων κερδοφόρων για το κεφάλαιο επενδύσεων.
***
Σε αυτό το πλαίσιο, το ζήτημα της διαχείρισης
του ελληνικού κρατικού χρέους αποδείχνεται βασικός μοχλός για την
επιτάχυνση των αντιλαϊκών διεργασιών και μάλιστα σε ορίζοντα πολλών
δεκαετιών, μέχρι το 2060, όπως άλλωστε προβλέπεται και από τη σχετική
απόφαση - συμφωνία, στο Γιούρογκρουπ της 15ης Ιούνη 2017, σχετικά με το
κλείσιμο της 2ης «αξιολόγησης». Σε κάθε περίπτωση, η «κανονικότητα» του
κεφαλαίου θα απαιτεί διαδοχικά αντιλαϊκά μέτρα και παρεμβάσεις, είτε σε
φάση στασιμότητας ή πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας και του ΑΕΠ
είτε σε φάση ανάκαμψης. Οπως χαρακτηριστικά έχουν τονίσει οι εγχώριοι
βιομήχανοι, «η πλεονασματική δημοσιονομική διαχείριση αναδεικνύεται ως
μια από τις οικονομικές πολιτικές που θα προδιαγράψουν εν πολλοίς τις
εξελίξεις τις επόμενες δεκαετίες». Τα πάντα, στην κυριολεξία,
υποτάσσονται στην ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία τους, για όσο
διάστημα τα μονοπώλια και οι επιχειρηματικοί όμιλοι θα έχουν το
«κουμάντο» στην οικονομία και την παραγωγή...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου