***
Στην
Ισπανία, οι ενδοαστικές διαμάχες καθορίζονταν και από τη διαφορετική
στάση και τους διεθνείς προσανατολισμούς των αστικών τάξεων των
Καταλανών και των Βάσκων1, που δεν είχαν αφομοιωθεί από την ισπανική αστική τάξη, ενώ στις περιοχές τους συγκεντρωνόταν η ισχυρότερη βιομηχανία2.
Επίσης, επηρεάζονταν από την υποχώρηση της Ισπανίας στον διεθνή
καπιταλιστικό ανταγωνισμό και την αδυναμία της να συγκρουστεί πολεμικά
με τους ισχυρούς γείτονές της, με αποτέλεσμα να συνδυάζονται με την
ένταση της ταξικής εκμετάλλευσης.Η περίοδος 1918 - 1921 χαρακτηρίστηκε από εκτεταμένες αγροτικές κινητοποιήσεις για το μοίρασμα της γης και οξείες ταξικές συγκρούσεις στα βιομηχανικά κέντρα3. Οι κινητοποιήσεις καθοδηγούνταν κυρίως από την αναρχοσυνδικαλιστική Εθνική Συνομοσπονδία Εργασίας (CNT). Η CNT είχε ταχθεί υπέρ της Οκτωβριανής Επανάστασης και εναντίον της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στην Ουκρανία, και είχε στείλει αντιπρόσωπο στο 2ο Συνέδριο της ΚΔ και στο Ιδρυτικό Συνέδριο της Κόκκινης Διεθνούς των Συνδικάτων, χωρίς να προσχωρήσει τελικά σε αυτές4. Ετσι, τον Απρίλη του 1920 ιδρύθηκε από νεολαίους σοσιαλιστές το ΚΚ Ισπανίας, στο οποίο ένα χρόνο αργότερα προσχώρησαν αποχωρήσαντες από το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ισπανίας (ΣΕΚΙ)5.
Μετά την πτώση της δικτατορίας (1930), την αποκατάσταση του αστικού κοινοβουλευτισμού και την εκδίωξη του βασιλιά (1931), το ΚΚΙ απηύθυνε κάλεσμα για ανατροπή της αστικής κυβέρνησης (στην οποία συμμετείχαν και οι σοσιαλδημοκράτες) και επαναστατική κατάκτηση της εργατικής εξουσίας10. Ωστόσο, η έως τότε παράνομη δράση του, η χαμηλή επιρροή του στην εργατική τάξη και οι εσωκομματικές έριδες εμπόδιζαν τη μαζικοποίησή του. Το 1932 η ΚΔ παρενέβη και άλλαξε την ηγεσία του Κόμματος, ενώ η απόπειρα συγκρότησης ξεχωριστών συνδικάτων υπό κομμουνιστική καθοδήγηση προκάλεσε φυγή μελών του προς τους τροτσκιστές, οι οποίοι ίδρυσαν το Ενοποιημένο Μαρξιστικό Εργατικό Κόμμα (POUM)11.
Σε αυτήν την πρώτη περίοδο, οι Καταλανοί καπιταλιστές δεν αποσκοπούσαν στη δημιουργία αυτόνομου κράτους, αλλά στην αναβάθμιση της Ισπανίας στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων. Γι' αυτό, οι πρώτες φιλοφασιστικές οργανώσεις εμφανίστηκαν στην κοιτίδα των ταξικών συγκρούσεων, τη Βαρκελώνη12. Παρόμοιος ήταν ο προσανατολισμός των Βάσκων καπιταλιστών, οι οποίοι χρηματοδότησαν τη δημιουργία των «Συμβουλίων της Εθνικής Συνδικαλιστικής Αντεπίθεσης» (JONS). Λίγο αργότερα ισπανικοί επιχειρηματικοί κύκλοι χρηματοδότησαν τον γιο του πρώην δικτάτορα, Χοσέ Αντόνιο Πρίμο ντε Ριβέρα, που ίδρυσε την «Ισπανική Φάλαγγα» (Οκτώβρης 1933), η οποία ενσωμάτωσε τα JONS13.
Η συγκρότηση του Λαϊκού Μετώπου
Στις
15 Γενάρη 1936 συγκροτήθηκε το Λαϊκό Μέτωπο, με τη συμμετοχή του ΚΚΙ,
του ΣΕΚΙ, της «Δημοκρατικής Αριστεράς», της «Δημοκρατικής Ενωσης», του
POUM, και με τη στήριξη αυτονομιστικών κομμάτων από Καταλονία και
Γαλικία, καθώς και της CNT και της UGT. Στις εκλογές (16 Φλεβάρη και 4
Μάρτη) το Λαϊκό Μέτωπο κέρδισε οριακά την πλειοψηφία έναντι του Εθνικού
Μετώπου (47,03% έναντι 46,48%)18. Οι υπόλοιπες ψήφοι
μοιράστηκαν ανάμεσα σε κεντρώα κόμματα, ενώ η «Φάλαγγα», αν και
στηριζόταν πλέον οικονομικά από τον ιταλικό φασισμό, έλαβε μόλις 44.000
ψήφους και 0,7%19. Τα αποτελέσματα φανέρωναν τις οξύτατες αντιθέσεις στους κόλπους της ισπανικής αστικής τάξης.Η συγκρότηση της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου συνοδεύτηκε από όξυνση των αντιπαραθέσεων. Οι αντίπαλοί του αναφέρονταν στον «κίνδυνο του μπολσεβικισμού», προκειμένου να συσπειρώσουν μεσαία στρώματα αλλά και καθυστερημένες εργατικές - λαϊκές μάζες. Χαρακτηριστικά, ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Χοσέ Κάλβο Σοτέλο (η δολοφονία του αποτέλεσε το πρόσχημα του πραξικοπήματος) διακήρυττε ότι η κυβέρνηση ήταν ο «πνευματικός κληρονόμος της Οκτωβριανής Επανάστασης»24. Ο κομμουνιστικός κίνδυνος προβλήθηκε για να δικαιολογήσει και το πραξικόπημα (17 - 18 Ιούλη 1936). Στην Ισπανία και στην Ευρώπη κυκλοφόρησαν χαλκευμένα κείμενα, που σύμφωνα με την προπαγάνδα προέρχονταν από το ΚΚΙ και την ΚΔ και αφορούσαν σχεδιασμό για ανατροπή της κυβέρνησης και εγκαθίδρυση Σοβιέτ, σε συνεργασία με το ΚΚ Γαλλίας και με μερίδα των σοσιαλδημοκρατών25.
Η πραγματικότητα ήταν τελείως διαφορετική, αφού οι αστοί πολιτικοί, συμπεριλαμβανομένων των σοσιαλδημοκρατών, ήταν ιδιαίτερα φειδωλοί ακόμα και σε στοιχειώδη φιλολαϊκά μέτρα (π.χ. κάτω και από την πίεση του εργατικού - λαϊκού κινήματος απέλυσαν πολιτικούς κρατουμένους, ενώ δεν τήρησαν ούτε την υπόσχεση μοιράσματος της γης).
Επιπλέον, μετά το ξέσπασμα του πραξικοπήματος, εισακούοντας και τις εκκλήσεις της Γαλλίας και της Βρετανίας, τήρησαν παθητική στάση, καθησύχασαν την κοινή γνώμη και λογόκριναν τις εφημερίδες που μιλούσαν για πραξικόπημα, συμβάλλοντας καθοριστικά στην επικράτησή του σε πολλές περιοχές26. Επίσης, περιφρουρώντας τα ισπανικά αστικά συμφέροντα, αλλά και τα γαλλικά, δεν ευνόησαν μια εθνικοαπελευθερωτική εξέγερση στις ισπανικές κτήσεις της Αφρικής, που θα μπορούσε να συμβάλει στην αποδυνάμωση των πραξικοπηματιών στην εστία γέννησής τους.
Το εργατικό κίνημα
Σε
αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκε το εργατικό - λαϊκό κίνημα. Στις 19 Ιούλη,
οι εργάτες κατέλαβαν τα στρατόπεδα της Βαρκελώνης και όταν η τοπική
κυβέρνηση αρνήθηκε να τους εξοπλίσει, εισέβαλαν σε μαγαζιά κυνηγιού και
σε αποθήκες οικοδομικών υλικών για να προμηθευτούν όπλα και δυναμίτη.
Στη Μαδρίτη στήθηκαν οδοφράγματα και συγκροτήθηκε εργατική πολιτοφυλακή.
Οι ανθρακωρύχοι των Αστουριών συγκρότησαν απόσπασμα 5.000 δυναμιτιστών
και κατευθύνθηκαν στη Μαδρίτη. Στη Μάλαγα, οι άοπλοι εργάτες κύκλωσαν το
λιμάνι και επιτέθηκαν στα πολεμικά πλοία με γκαζολίνη. Στη Βαλένθια
επιτέθηκαν στους στρατώνες με πέτρες και τραπεζομάχαιρα, ώσπου οι
στρατιώτες σκότωσαν τους αξιωματικούς τους. Το ίδιο συνέβη και στα
περισσότερα πολεμικά πλοία27.Παράλληλα, οι εργάτες κατέλαβαν εργοστάσια στη Βαρκελώνη, στη Μαδρίτη και σε άλλα αστικά κέντρα. Στην Καταλονία οργανώθηκε Κεντρική Επιτροπή των Αντιφασιστικών Πολιτοφυλάκων28, ενώ οι αντιφασιστικές εθνοφρουρές της Μαδρίτης οργανώθηκαν στο 5ο Σύνταγμα29.
Ωστόσο, αυτοί οι λαογέννητοι θεσμοί ποτέ δεν αποκόπηκαν από τον έλεγχο της αστικής κυβέρνησης, και αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι οι πολιτικοί φορείς που τους καθοδηγούσαν δεν διέθεταν επαναστατική στρατηγική.
Το ΚΚΙ, στο πλαίσιο της πολιτικής του αντιφασιστικού μετώπου, δεν επιδίωξε την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας. Οπως σημείωνε η Ντολόρες Ιμπαρούρι (Πασιονάρια):
«Το κομμουνιστικό κόμμα σε καμιά στιγμή δεν είχε βάλει σκοπό του να καταλάβει την εξουσία κατά τη διάρκεια του πολέμου (...) Θα ήταν εγκληματική περιπέτεια σε μια Ισπανία χωρισμένη από έναν εμφύλιο πόλεμο με ιδιάζοντα γνωρίσματα σε έναν καπιταλιστικό κόσμο συνένοχο του χιτλερισμού και έτοιμο για τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, αν το κομμουνιστικό κόμμα παραμέριζε τους συμμάχους του του Λαϊκού Μετώπου.
(...) Αν η επανάσταση του 1905 στη Ρωσία έδωσε στις επαναστατικές μάζες της εργατικής τάξης τα εργατικά συμβούλια ή σοβιέτ (...) ο εθνικός επαναστατικός πόλεμος του ισπανικού λαού ενάντια στο φασισμό έδωσε τη λαϊκή δημοκρατία, που μετά από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο έγινε σε μερικές χώρες μια από τις μορφές ειρηνικής μετάβασης στο σοσιαλισμό.
Ποια ανάγκη υπήρχε ν' αποδυθεί το κομμουνιστικό κόμμα σε μια άκαιρη έφοδο ενάντια στην εξουσία, χάνοντας όλους τους συμμάχους, αφού πραγματοποιόντουσαν όλες οι βασικές επαναστατικές δημοκρατικές αλλαγές στην πορεία της πάλης ολόκληρου του λαού ενάντια στη φασιστική εισβολή;»30.
Κάτω από ξένη σημαία
Την
υπαγωγή στην πολιτική διεύθυνση της αστικής τάξης αποδέχονταν και οι
άλλες δυνάμεις του Λαϊκού Μετώπου. Τον Αύγουστο του 1936, οι αναρχικοί
συμμετείχαν στην τοπική βασκική κυβέρνηση μαζί με εκπροσώπους του
βιομηχανικού και χρηματιστικού κεφαλαίου. Το ίδιο έκανε το POUM στη
Βαλένθια. Το Σεπτέμβρη, POUM και αναρχικοί συμμετείχαν στην τοπική
καταλανική κυβέρνηση, και το Νοέμβρη, δύο αναρχικοί συμμετείχαν στην
ισπανική κυβέρνηση η οποία διέλυσε την Κεντρική Επιτροπή Πολιτοφυλακής.
Νωρίτερα η κυβέρνηση, με τη σύμφωνη γνώμη της CNT και του POUM,
προχώρησε στην επαναφορά του παλιού στρατιωτικού κώδικα, ενώ
αφοπλίστηκαν οι εργατικές οργανώσεις από τα μακρύκανα όπλα31.Οι αναρχικοί, αρνούμενοι τη σημασία της εργατικής εξουσίας, και οι τροτσκιστές, δεσμευμένοι στη συνεργασία τους με τους σοσιαλδημοκράτες και τους αναρχικούς, χρησιμοποιούνταν από την αστική εξουσία, παρά τις παλινωδίες τους και τις διακηρύξεις τους για την αναγκαιότητα της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής.
Οσον αφορά τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, εξαρτούσαν τη σύγκρουση με τον Φράνκο από τη βοήθεια των διεθνών συμμάχων της ισπανικής κυβέρνησης. Οι κυριότεροι απ' αυτούς όμως έπαιζαν διπλό παιχνίδι, προωθώντας την πολιτική του κατευνασμού: Οι Βρετανοί αρνήθηκαν να εκπαιδεύσουν Ισπανούς πιλότους και έκαναν εμπόριο με τον Φράνκο. Η Γαλλία, πέρα από την πολιτική της λεγόμενης «μη επέμβασης», αρνήθηκε να επιστρέψει τον χρυσό της Ισπανίας. Επίσης, Γάλλοι και Βρετανοί πίεζαν για τοπικές συμφωνίες ειρήνης, στην Καταλονία και στη Χώρα των Βάσκων αντίστοιχα, το Δεκέμβρη του 1936. Τα μονοπώλια των ΗΠΑ προσέφεραν καύσιμα και φορτηγά στον Φράνκο. Και μάλιστα όλα αυτά συνέβαιναν τη στιγμή που οι φρανκικές δυνάμεις λάμβαναν την καθοριστική υποστήριξη της Ιταλίας και της Γερμανίας σε έμψυχο δυναμικό και πολεμικό υλικό32.
Από την άλλη πλευρά, η ΕΣΣΔ αποτέλεσε τον κύριο αιμοδότη του Δημοκρατικού Στρατού της Ισπανίας, ενώ 42.000 κομμουνιστές και άλλοι ριζοσπάστες αγωνιστές από όλες τις χώρες πολέμησαν στο πλευρό του Δημοκρατικού Στρατού33.
Η ανάμειξη της ΕΣΣΔ δεν εμποδίστηκε από τη Γαλλία και τη Βρετανία, που επιθυμούσαν την αμοιβαία εξασθένιση της ίδιας και του φασιστικού άξονα, αλλά ούτε και από τους αστούς του Λαϊκού Μετώπου, στο βαθμό που το ΚΚΙ δεν επιδίωκε την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας.
Οι πολεμικές επιχειρήσεις
Μέσα
σε αυτήν τη διελκυστίνδα των αντιθέσεων προχώρησαν οι πολεμικές
επιχειρήσεις. Στα τέλη Γενάρη του 1937, ο πρωθυπουργός Καμπαγιέρο
(ανέλαβε το Σεπτέμβρη του 1936) αρνήθηκε την ενίσχυση της Μάλαγας, παρά
τις προειδοποιήσεις των κομμουνιστών, με αποτέλεσμα την κατάληψή της από
τους πραξικοπηματίες. Την ίδια στιγμή, οι αναρχικοί και οι Βάσκοι
αρνούνταν την ενιαία διοίκηση των στρατιωτικών δυνάμεων34.Συνολικότερα η βασκική αστική τάξη, που είχε στενούς δεσμούς με τη Βρετανία, ακολούθησε διακριτή πολιτική. Στη Χώρα των Βάσκων τα εργοστάσια παρέμειναν στα χέρια των ιδιοκτητών τους, ενώ δεν μετατράπηκαν σε πολεμικές βιομηχανίες. Ο Βάσκος καπιταλιστής Μανουέλ Ουρίχο, που συμμετείχε ως υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Νεγκρίν (Μάης 1937), αποφάσισε την απελευθέρωση πολλών φασιστών και διέλυσε τα λαϊκά δικαστήρια που είχαν συγκροτηθεί τον Ιούλη του 1936. Τελικά, τον Αύγουστο του 1937, όταν οι δυνάμεις του Φράνκο καταλάμβαναν τη μία βασκική πόλη πίσω από την άλλη χωρίς ιδιαίτερη αντίσταση, οι Βάσκοι καπιταλιστές τοποθέτησαν φρουρές προκειμένου να εμποδίσουν όσους ήθελαν να καταστρέψουν τα εργοστάσια για να μην πέσουν στα χέρια του Φράνκο35. Η πολιτική τους ηγεσία διέφυγε στη Βρετανία.
Το καλοκαίρι του 1938, έπειτα από πιέσεις της Βρετανίας και της Γαλλίας, η κυβέρνηση Νεγκρίν αποδέχτηκε την απομάκρυνση των Διεθνών Ταξιαρχιών. Το Δεκέμβρη, οι φρανκιστές έσπασαν τη γραμμή άμυνας της Καταλονίας. Ο διοικητής της Μαδρίτης, στρατηγός Μιάχα, ο οποίος στο επιτελείο του είχε ανθρώπους του Φράνκο, αρνήθηκε να στείλει ενισχύσεις. Οι δε επιχειρήσεις αντιπερισπασμού διατάχθηκαν πολύ καθυστερημένα. Οι αρχηγοί των αστικών κομμάτων και των αναρχικών εγκατέλειψαν τη Βαρκελώνη. Οι δυνάμεις του 5ου Συντάγματος διατάχθηκαν να μην αναμειχθούν στην άμυνα της πόλης, ενώ οι 2.000 καλά εξοπλισμένοι στρατιώτες την εγκατέλειψαν, σκορπώντας τον πανικό στον πληθυσμό. Τελικά, μόνο οι μάχες του απείθαρχου 5ου Συντάγματος επέτρεψαν τη μεταφορά πληθυσμού και οπλισμού στη Γαλλία36.
Στις αρχές Γενάρη του 1939, η κυβέρνηση Νεγκρίν, με τη σύμφωνη γνώμη του ΚΚΙ, κήρυξε στρατιωτικό νόμο, μεταφέροντας μεγάλο κομμάτι των εξουσιών στους στρατιωτικούς, που ήδη διαπραγματεύονταν τη συνθηκολόγηση. Στις 30 Γενάρη, ο Νεγκρίν ζήτησε ψήφο εμπιστοσύνης προκειμένου να μεταφέρει την κυβέρνηση στη νότια Ισπανία. Ομως, με εξαίρεση τους κομμουνιστές υπουργούς, οι υπόλοιποι ζήτησαν την παρέμβαση της Βρετανίας και της Γαλλίας στην κατεύθυνση της συνθηκολόγησης37.
Τελικά, στις 5 Μάρτη, ο στρατηγός Κασάδο προχώρησε σε πραξικόπημα στη Μαδρίτη, επιδιώκοντας τη συνθηκολόγηση με τους φρανκιστές. Η χούντα Κασάδο επιτέθηκε στα γραφεία του ΚΚΙ και συνέλαβε εκατοντάδες στελέχη και μέλη του. Τελικά, ο ίδιος ο Κασάδο και τα στελέχη της χούντας του διέφυγαν με βρετανικό καράβι, αφήνοντας τους κομμουνιστές στα χέρια των φρανκιστών38.
Ορισμένα συμπεράσματα
1.
Τόσο στην περίπτωση της Γαλλίας όσο και σε αυτή της Ισπανίας, η
συγκρότηση του αντιφασιστικού μετώπου δεν κατόρθωσε να ανακόψει την
πορεία των φασιστών προς την εξουσία.2. Η συγκεκριμένη έκβαση δεν ήταν αποτέλεσμα ορισμένων κακών χειρισμών των ΚΚ ή λάθος διαχείρισης των αστών πολιτικών, αλλά συνδεόταν με δομικές αδυναμίες του εγχειρήματος και συγκεκριμένα με τις εξής:
α) Οι κυβερνήσεις των Λαϊκών Μετώπων της Γαλλίας και της Ισπανίας, μη αποσκοπώντας στην ανατροπή της αστικής εξουσίας, διατήρησαν την ταξική εκμετάλλευση και την ιμπεριαλιστική πολιτική της κάθε αστικής τάξης, αποξενώνοντας ζωογόνες δυνάμεις που από την ταξική τους θέση είχαν συμφέρον από έναν αγώνα ζωής ή θανάτου με το φασισμό.
β) Οι αστικές πολιτικές δυνάμεις των Λαϊκών Μετώπων φοβόντουσαν περισσότερο το εργατικό - λαϊκό κίνημα από τις φιλοφασιστικές (δηλαδή αστικές) πολιτικές δυνάμεις, με τις οποίες δεν διαχωρίζονταν από σινικά τείχη. Ετσι, αφόπλιζαν το εργατικό - λαϊκό κίνημα, η ριζοσπαστικοποίηση του οποίου τους τρόμαζε, και ανέχονταν τη δράση των φιλοφασιστικών δυνάμεων.
3. Στο πλαίσιο των Λαϊκών Μετώπων, τα ΚΚ προσέφεραν πρωτοφανείς θυσίες για την αντιμετώπιση του φασισμού και τελικά βρέθηκαν προδομένα από τις σύμμαχες «αντιφασιστικές» δυνάμεις.
4. Η πορεία των ιστορικών γεγονότων απέδειξε ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει αποτελεσματική αντιμετώπιση του φασισμού, αν δεν συνδυάζεται με την πάλη για την ανατροπή της αστικής εξουσίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Αναφορικά με τις κοινωνικές, ιστορικές, οικονομικές και γεωπολιτικές ρίζες της αντιπαράθεσης της καταλανικής με την ισπανική αστική τάξη, βλ. Gerald Brenan, «The Spanish Labyrinth», Cambridge University Press, Cambridge, 2014, pp. 40-55. Για τη βασκική αστική τάξη, βλ. Diego Muro, «Ethnicity and Violence. The Case of Radical Basque Nationalism», Routledge Editions, New York, 2008, pp. 39-90.
2. Martin Blinkhorn, «Democracy and Civil War in Spain», Routledge Editions, London & New York, 1988, p. 2.
3. Filipe Ribeiro de Meneses, «Franco and the Spanish Civil War», Routledge Editions, London, 2001, p. 11.
4. Victor Alba, «The Communist Party in Spain», Transaction Books, New Brunswick & London, 1983, pp. 19-29.
5. Francisco J. Romero Salvadό, «The Foundations of Civil War», Routledge Editions, New York & London, 2016, pp. xvi, 177.
6. Julian Casanova - Carlos Gil Andres, «Twentieth-Century Spain», Cambdridge University Press, Cambridge, 2014, p. 84.
7. Stanley Payne, «Fascist Italy and Spain» στο: Rein Raanan, «Spain and the Mediterranean since 1898», Frank Cass Editions, London, 1999, p. 100.
8. Burnett Bolloten, «The Spanish Civil War. Revolution and Counterrevolution», University of North Carolina Press, pp. 191, 196.
9. Jose M. Magone, «Contemporary Spanish Politics», Routledge Editions, London & New York, 2009, p. 158.
10. Joan Botella, «From Red to Green: The Evolution of Catalan Communism» στο: Joan Botella - Luis Ramiro, «The Crisis of Communism and Party Change», Edition of ICPS, Barcelona, 2003, pp. 55-56.
11. Κώστας Σκολαρίκος, «Ευρωκομμουνισμός», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2015, σελ. 156.
12. Στάνλεϊ Πέιν, «Η ιστορία του φασισμού», εκδ. «Φιλίστωρ», Αθήνα, 2000, σελ. 358-359.
13. Στάνλεϊ Πέιν, ό.π., σελ. 364, 366-367.
14. Muja-Leon Eusebio, «Eurocommunism: Spanish Version» στο George Schwab, «Eurocommunism: The Ideological and Political-Theoritical Foundations», Aldwych Press, London, 1981, p. 189.
15. Paul Heywood, «Marxism and the Failure of Organised Socialism in Spain 1879-1936», Cambridge University Press, Cambridge & New York, 2002, pp. 144-145.
16. Πασιονάρια (Ντολόρες Ιμπαρούρι), «Απομνημονεύματα», τόμος 2ος, εκδ. «Ανθολόγιο», χ.χ., χ.τ.ε., σελ. 45-46.
17. Πασιονάρια, «Απομνημονεύματα», τόμος 1ος, εκδ. «Ανθολόγιο», χ.χ., χ.τ.ε., σελ. 218-219.
18. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1939, τόμος Α2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 547-548.
19. Στάνλεϊ Πέιν, ό.π., σελ. 368, 371
20. Stanley G. Payne, «Spain's First Democracy», The University of Wisconsin Press, Wisconsin, 1993, pp. 182-183.
21. Abel Paz, «Durutti in the Spanish Revolution», AK Press, Oakland-Edinburgh, 2007, pp. 330-331.
22. Ο Κόμπανις φυλακίστηκε στη συνέχεια, επειδή στήριξε την εξέγερση των Αστουριών, αλλά απελευθερώθηκε με τη νίκη του Λαϊκού Μετώπου. Μετά την επικράτηση του Φράνκο αυτοεξορίστηκε στη Γαλλία, όπου συνελήφθη από την Γκεστάπο το 1940, απελάθηκε στην Ισπανία και εκτελέστηκε.
23. Φέλιξ Μόρροου, «Επανάσταση και αντεπανάσταση στην Ισπανία», εκδ. «Ατραπός», Αθήνα, 1977, σελ. 31.
24. Rafael Cruz, «Ο μεγάλος φόβος: Η ισπανική πολιτική την Ανοιξη του 1936», στο: Δημήτρης Ε. Φιλίππης (επιμ.), «1936. Ελλάδα και Ισπανία», εκδ. «Βιβλιόραμα», Αθήνα, 2007, σελ. 200.
25. Herbert R. Southworth, «Conspiracy and the Spanish Civil War», Routledge Editions, London & New York, 2004, pp. 3-42.
26. Θανάσης Παπαρήγας, «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1996, σελ. 47-48, 141, και Χιου Τόμας, «Ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος», εκδ. «Τολίδη», Αθήναι, χ.χ., σελ. 230-232.
27. Πασιονάρια, ό.π., σελ. 194-195.
28. Φέλιξ Μόρροου, ό.π., σελ. 36-41.
29. Πασιονάρια, ό.π., σελ. 48.
30. Ο.π., σελ. 248-249.
31. Φέλιξ Μόρροου, ό.π., σελ. 80-87, 103-106.
32. Θανάσης Παπαρήγας, ό.π., σελ. 49, Πασιονάρια, ό.π., σελ. 42-43, Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1939, ό.π., σελ. 548, και Φέλιξ Μόρροου, ό.π., σελ. 264.
33. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1939, ό.π., σελ. 549.
34. Πασιονάρια, ό.π., σελ. 143-150.
35. Ο.π., σελ. 179.
36. Πασιονάρια, ό.π., σελ. 208-209, 220-225, 231-232.
37. Ο.π., σελ. 232-233, 245-246.
38. Ο.π., σελ. 262-270.
Του Κώστα ΣΚΟΛΑΡΙΚΟΥ*
*Ο Κώστας Σκολαρίκος είναι μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ
*Ο Κώστας Σκολαρίκος είναι μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου