(1ο μέρος)

Η Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 5 Ιουνίου και αποτελεί την «κύρια εκδήλωση του ΟΗΕ» από το 1972 για την ενημέρωση του παγκόσμιου κοινού σχετικά με περιβαλλοντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα. Είναι ένα σχήμα λόγου όπως και οι άλλες «διεθνείς» μέρες του ΟΗΕ και όχι μόνο, στην υπηρεσία του κυρίαρχου σήμερα καπιταλισμού και των μεγάλων ιμπεριαλιστικών ομίλων …όπως οι «αφιερωμένες» στο παιδί  -με απαγόρευση της παιδικής εργασίας, στο μετανάστη, στην ισότητα, κοινωνικής δικαιοσύνης, μηδενικών διακρίσεων, για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων, για το νερό, για το δικαίωμα στην αλήθεια, για τις κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για την αξιοπρέπεια των θυμάτων, κατά του δουλεμπορίου, ημέρα υγείας …για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία, κατά της διαφθοράς μέχρι και «Διεθνής Ημέρα Ευτυχίας» υπάρχει, δίπλα σε 10ες (πάνω από 100) άλλες -όμορφος κόσμος ηθικός, αγγελικά πλασμένος
Για το περιβάλλον το θέμα για το 2019 «εστιάζεται στην καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης…εννέα στους δέκα ανθρώπους παγκοσμίως εκτίθενται σε επίπεδα ατμοσφαιρικών ρύπων που υπερβαίνουν τα ασφαλή επίπεδα που ορίζει η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας» και ο ΟΗΕ «απευθύνει έκκληση για την καταπολέμηση μιας από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές προκλήσεις της εποχής μας»: «Είναι καιρός να δράσουμε αποφασιστικά. Το μήνυμά μου προς τις κυβερνήσεις είναι ξεκάθαρο: φορολόγηση των ρύπων, τερματισμός των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα και αποφυγή κατασκευής νέων εγκαταστάσεων άνθρακα. Χρειαζόμαστε μια πράσινη οικονομία, όχι μια γκρίζα οικονομία» (sic!) τονίζει στο μήνυμά του ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες.
Στο μεταξύ τους βασικούς άξονες της πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας για το Περιβάλλον παρουσίασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε βίντεο που αναρτήθηκε από τη ΝΔ, «στο πλαίσιο σειράς δράσεων που αναλαμβάνει το κόμμα για την ευαισθητοποίηση των πολιτών και την προβολή του προγράμματος της, με αφορμή την παγκόσμια ημέρα περιβάλλοντος», με τα εξής (κλαυσίγελος) «Το μοναδικό αυτό ελληνικό περιβάλλον δεν μας ανήκει. Είμαστε οι θεματοφύλακές του. Είναι το χρέος μας στις γενιές που πέρασαν κι η παρακαταθήκη μας στις γενιές που θα έρθουν. Είναι ένας πλούτος εθνικός τον οποίο δεν έχουμε δικαίωμα να καταναλώσουμε αλλά υποχρέωση να διατηρήσουμε. Το ελληνικό περιβάλλον υπήρξε θύμα του τρόπου με τον οποίον αναπτύχθηκε η χώρα, αλλά και των διαχρονικών αδυναμιών του ελληνικού κράτους. Τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής είναι ακόμη πιο ευάλωτο. Το βιώσαμε αυτό με τις πρόσφατες εθνικές τραγωδίες στην Μάνδρα και στο Μάτι, αλλά και παλαιότερα με τις πυρκαγιές του 2007», είπε ο Μητσοτάκης προσθέτοντας πως «παρακολουθεί από κοντά τα θέματα περιβάλλοντος από τότε που πρωτοεκλέχθηκε βουλευτής» (ευτυχώς γιατί αν δεν τα «παρακολουθούσε»…)


Από την πλευρά του ο Τσίπρας σε μήνυμά του υπενθύμισε την επιτακτική ανάγκη «να υπάρξουν διεθνώς αλλά και τοπικά, αποτελεσματικές πολιτικές αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, προστασίας του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής» για αποτελεσματικές πολιτικές» (ΣΣ |> αυτά το 2018 γιατί φέτος -αναμενόμενο «μούγκα στη στρούγκα»

Μπορεί αυτός που προκαλεί το πρόβλημα να το λύσει;

Τις προηγούμενες μέρες, με αφορμή την εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινομένων στην Ελλάδα και γενικότερα την Ευρώπη, έχει επανέλθει στο προσκήνιο της δημόσιας συζήτησης, το ζήτημα της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της κλιματικής αλλαγής.
Η συζήτηση βέβαια προσπαθεί να κρύψει τους κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες που επιδρούν στην εξέλιξη του φαινομένου «κλιματική αλλαγή» και στο πού βρίσκεται η πραγματική αντιμετώπισή τους.
Για παράδειγμα, οι «ανησυχίες» των ιμπεριαλιστικών ενώσεων, της ΕΕ, των κομμάτων του κεφαλαίου, των αστικών επιτελείων, ανάμεσά τους και οι ΜΚΟ περιορίζονται μόνο στο ζήτημα του «ενεργειακού μείγματος». Αυτή η επιλεκτική επικέντρωση δεν είναι τυχαία, αφού «κουμπώνει» με την ατζέντα που βάζουν μπροστά οι επιχειρηματικοί όμιλοι και από κοντά η ΕΕ και τα αστικά κόμματα, με βάση τα συμφέροντά τους, τους σχεδιασμούς που έχουν ιεραρχήσει.
Η κλιματική αλλαγή αξιοποιείται για την ενίσχυση των καπιταλιστικών επενδύσεων, ώστε το κεφάλαιο να βγάλει και κέρδος και απ’ τα προβλήματα που το ίδιο προκαλεί. Οι «πράσινες» τεχνολογίες και η λεγόμενη «πράσινη οικονομία» που προωθούνται στο όνομα της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, αποσκοπούν στο να ανοίξουν νέα επενδυτικά πεδία στα μονοπώλια με μεγάλα και γρήγορα κέρδη.
Άλλωστε, ως βασικός μηχανισμός για την καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη στην ΕΕ παρουσιάζεται το «σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων», ένα αισχρό «χρηματιστήριο εκπομπών ρύπων», όπου βιομηχανίες που εκπέμπουν αέρια θερμοκηπίου χαμηλότερα από το πλαφόν που τους έχει τεθεί, μπορούν να πωλούν, για την ποσότητα που δεν κάλυψαν «δικαιώματα ρύπανσης». Από την άλλη, όμιλοι με ενεργοβόρες εγκαταστάσεις μπορούν να αγοράσουν το «περίσσευμα» αυτό, αποκτώντας το «δικαίωμα» να ρυπαίνουν κατά το δοκούν. Πρόκειται δηλαδή για ένα μηχανισμό επικερδούς αγοραπωλησίας της ίδιας της ρύπανσης που προκαλούν οι καπιταλιστές, που όχι απλώς δεν προστατεύει, αλλά αποδεδειγμένα έχει εντείνει την υποβάθμιση του περιβάλλοντος.
Χαρακτηριστικό ακόμη είναι ότι υπάρχουν και επιχειρηματικοί όμιλοι που δεν βλέπουν με κακό μάτι κάποιες μεταβολές που θα φέρει η υπερθέρμανση του πλανήτη, όπως το λιώσιμο των πάγων στην Αρκτική. Για παράδειγμα, τμήματα του κεφαλαίου όπως ο κατασκευαστικός τομέας, προσβλέπουν ως «επιχειρηματική ευκαιρία» την αντιμετώπιση των συνεπειών στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας, που θα πλήξει παράκτιες πόλεις. Αλλά και ενεργειακοί κολοσσοί «πιάνουν θέση» στο ζήτημα της εκμετάλλευσης του υποθαλάσσιου πλούτου που υπάρχει κάτω από το Βόρειο Πόλο.
Σε κάθε περίπτωση, η αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής γίνεται με τους γνωστούς όρους «κόστους – οφέλους» για το κεφάλαιο. Γι’ αυτό και το πραγματικό «ακραίο» σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, όπως και στην Ελλάδα, είναι η έλλειψη ακόμα και στοιχειωδών έργων και μέσων που να υπηρετούν τις λαϊκές ανάγκες, να προστατεύουν τα λαϊκά στρώματα από τις συνέπειες των οξυμένων φαινομένων, με έργα αντιπλημμυρικής, αντιπυρικής, αντισεισμικής προστασίας κλπ. Αλλά και όπου αυτά γίνονται, είναι και πάλι με τους όρους που επιβάλλει η κερδοφορία του κεφαλαίου.
Γι’ αυτό εξάλλου από τη συζήτηση αυτή, σταθερή είναι η προσπάθεια να περάσει ως αντίληψη στους εργαζόμενους το ζήτημα της «ατομικής ευθύνης», ενώ την ίδια αποπροσανατολιστική κατεύθυνση υπηρετούν και συνθήματα όπως π.χ. για την «ευθύνη των γενεών».

Η επικοινωνιακή εικόνα της “προστασίας” του περιβάλλοντος … πλάι σε 10άδες άλλες “αγκαλίτσες” και θωπείες
Πρόκειται για προκλητική επιχείρηση μετατόπισης της ευθύνης από τα μονοπώλια και τις κυβερνήσεις τους στα λαϊκά στρώματα, όταν σύμφωνα με έρευνες «100 εταιρείες αποτελούν την πηγή άνω του 70% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από το 1988».
Σε αυτό τον αποπροσανατολισμό των εργαζομένων, σημαντικό ρόλο παίζουν διάφορες ΜΚΟ που επί της ουσίας ακυρώνουν τους διακηρυγμένους σκοπούς τους για την προστασία του περιβάλλοντος, αφού συμπλέουν τελικά με τις στρατηγικές επιλογές του μεγάλου κεφαλαίου, αποδέχονται τη φιλοσοφία της αντιλαϊκής, βαθιά ταξικής αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», πιέζουν για το παραπέρα χαράτσωμα των εργαζομένων μέσα από την προώθηση των περιβαλλοντικών φόρων, αποδέχονται στο όνομα του εφικτού, αντιπεριβαλλοντικές κατά βάση συνθήκες και αναγνωρίζουν χώρο φιλοπεριβαλλοντικής δράσης στο κεφάλαιο.
Σε κάθε περίπτωση αποτελεί τουλάχιστον πρόκληση, οι πολιτικοί εκπρόσωποι των μονοπωλίων, ΕΕ και κυβερνήσεις, αυτοί που ανεβοκατεβάζουν τα όρια των εκπομπών ρύπων ανάλογα με τα συμφέροντα των βιομηχανιών, να εμφανίζονται ως προστάτες του περιβάλλοντος.
Η μείωση των εκπομπών ρύπων που επιδρούν αρνητικά στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον είναι αναγκαία. Για να επιτευχθεί, απαιτείται να λαμβάνονται μέτρα πρόληψης του κινδύνου στην πηγή, αξιοποιώντας τις δυνατότητες που δίνει η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνολογίας. Τέτοια μέτρα όμως, στο βαθμό που έρχονται σε αντίθεση με το κριτήριο του καπιταλιστικού κέρδους, δεν μπορούν να εφαρμοστούν γενικευμένα στη βάση ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού.
Στον αντίποδα αυτής της πολιτικής, το ΚΚΕ προβάλλει τη θέση ότι η προστασία του περιβάλλοντος, προς όφελος του λαού, προϋποθέτει ένα ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης. Ο πλανήτης κινδυνεύει από την ίδια την καπιταλιστική ανάπτυξη ως σύνολο και γι’ αυτό η αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος είναι αδύνατη κάτω από τις συνθήκες κυριαρχίας των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής. Γι’ αυτό και η προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας των εργαζομένων πρέπει να γίνει στοιχείο της πάλης του λαού για την εργατική εξουσία, την ανατροπή των μονοπωλίων και των ιμπεριαλιστικών ενώσεων που τα υπηρετούν.
με πληροφορίες από το Ριζοσπάστη (Δ. Μ.)

Αύριο το επόμενο 2ο μέρος

Επιμέλεια  Ομάδα ¡H.lV.S!
Επικοινωνία – [ FaceBook |>1<|-|>2<| ] – Blog