Η Συνθήκη Σένγκεν
Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ιδιαίτερα μετά το Μάαστριχτ, οδήγησε μεγάλα στρώματα εργαζομένων, αγροτών και άλλων μεσαίων στρωμάτων να προβάλουν αντίσταση, που βαθμιαία διευρύνεται και σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Ετσι προκύπτει για τους ιθύνοντες της ΕΕ η ανάγκη να καταγράφονται και να παρακολουθούνται οι δραστηριότητες του κινήματος που αντιστέκεται. Για το σκοπό αυτό ενισχύονται οι κατασταλτικοί μηχανισμοί σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο.
Ακριβώς γι' αυτό προωθείται η εφαρμογή της Συνθήκης Σένγκεν και η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων και του ρόλου της ευρωαστυνομίας (Europol), με μηχανισμούς παρακολούθησης και καταστολής για τη διαφύλαξη της εξουσίας του κεφαλαίου, με αστυνομικούς - στρατιωτικούς θεσμούς για ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων και τη χειραγώγηση των εργαζομένων και των κινημάτων τους.
Στο Αμστερνταμ αποφασίστηκε η Συνθήκη Σένγκεν να ενταχθεί στο Κοινοτικό Δίκαιο, με τη μορφή πρωτοκόλλου, ως κεκτημένο, δηλαδή ως μίνιμουμ σύστημα ασφαλείας της ΕΕ, όπου θα προσχωρήσουν και οι χώρες που θα ενταχθούν μελλοντικά στην Ενωση. Από την υποχρέωση εφαρμογής της Συνθήκης Σένγκεν εξαιρούνται μόνον η Βρετανία και η Ιρλανδία.
Η Συνθήκη Σένγκεν προβλέπει τη δημιουργία μιας τεράστιας τράπεζας πληροφοριών με μερικές χιλιάδες τερματικά, στην οποία θα συγκεντρώνονται δεδομένα για τα πάντα, πρόσωπα και πράγματα. Ο πραγματικός στόχος είναι ο περιορισμός ή και η εξάλειψη των αντιδράσεων για την ασκούμενη πολιτική. Στα πλαίσια αυτά, η Σένγκεν έρχεται επίσης να κάνει πιο αυστηρό και άμεσο έλεγχο προσώπων στην επικράτεια των χωρών της Σένγκεν, τα οποία προέρχονται από τρίτες χώρες, με σκοπό τον περιορισμό της μετανάστευσης και του πολιτικού ασύλου.
Ενα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της Συνθήκης Σένγκεν είναι η ανατροπή μιας βασικής αρχής του νομικού συστήματος, όχι μόνο του ελληνικού, ότι, δηλαδή, ο κάθε άνθρωπος θεωρείται αθώος μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου. Τώρα λοιπόν, όλοι θεωρούνται ένοχοι, χωρίς να έχουν μάλιστα τη δυνατότητα να υποστηρίξουν την αθωότητά τους. Στην αποκορύφωση αυτής της αποτρόπαιης θεωρίας, η Συνθήκη Σένγκεν ορίζει ότι προϋπόθεση για την παρακολούθηση είναι, μεταξύ άλλων, οι ενδείξεις "τέλεσης προπαρασκευαστικών ενεργειών για διάπραξη εγκλήματος" και η αυθαίρετη εκτίμηση ότι το συγκεκριμένο άτομο είναι ύποπτο να διαπράξει στο μέλλον (!) αξιόποινες πράξεις. Με λίγα λόγια, αν οι "αρχές" κρίνουν ότι κάποιος σκέπτεται κάτι που θεωρείται "αξιόποινο", τότε αυτομάτως τίθεται υπό παρακολούθηση!
Πώς και από ποιον θα κρίνονται οι "αξιόποινες" πράξεις, τελικά, ποιες θα είναι οι "αξιόποινες" πράξεις, τις οποίες θέλει, δήθεν, να αντιμετωπίσει η Συνθήκη; Είναι μόνο αυτές που εμπίπτουν στο κοινό Ποινικό Δίκαιο;
Αν ήταν έτσι, τότε μηχανισμός για την αντιμετώπιση αυτών των εγκλημάτων υπάρχει, είναι η Ιντερπόλ, η συνεργασία των αστυνομικών αρχών. Αυτό που ενδιαφέρει τους αρχιτέκτονες της Συνθήκης Σένγκεν είναι να προλάβουν, να ελέγξουν και, τελικά, να καταστείλουν το κίνημα κατά της "κοινοτικής νομιμότητας". Καθώς το κοινοτικό Δίκαιο υπερισχύει πλέον των εθνικών νομοθεσιών, καθώς οι πολιτικές επιλογές του Διευθυντηρίου των Βρυξελλών τείνουν να αποκτήσουν την ισχύ νόμου για τους λαούς των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, απαιτείται ένας τέτοιος μηχανισμός, που θα στρέφεται κατά των μη "πολιτικά ορθών". Οποιος αντιτίθεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όποιος αντιδρά στις επιλογές της, όποιος αντιμάχεται τις συνέπειες από την πολιτική της, όποιος σκέπτεται απλώς να αντιδράσει, αυτός είναι ο "εχθρός".
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
26/10/2006
-- «Μεγάλος αδερφός» 2ης γενιάς...
25/5/1999
-- Παρακολούθηση, χειραγώγηση, καταστολή
24/3/1999
-- ΑΤΙΤΛΟ
7/3/1999
-- Ενισχύουν την καταστολή
9/12/1997
-- ΤΟ "ΚΡΑΤΟΣ" ΤΩΝ ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου