Στα άκρα
Εάν μιλάμε για τη θεωρία των άκρων υπάρχουν πολλοί τρόποι και τεχνικές να τη δέσεις.
Υπάρχει πχ το ιστορικό προηγούμενο της περεστρόικα, που για να την προωθήσει ο γκόρμπι χρησιμοποίησε έντεχνα την πίεση των ανοιχτών οπαδών της παλινόρθωσης (τύπου γέλτσιν και γιάκοβλεφ), βαφτίζοντας συντηρητικό το αντίπαλο μπλοκ, για να βγει στον αφρό ο ίδιος, ως ο συνετός ηγέτης κι ο εγγυητής της ενότητας και της πορείας της ένωσης, ο οποίος ορθώνεται πάνω από τις αντιθέσεις και κρατά σταθερά το τιμόνι, μολονότι βάλλεται πανταχόθεν. Παράλληλα το επιτελείο του κατάφερε μια τέλεια αντιστροφή των κλασικών όρων της πολιτικής γεωγραφίας, παρουσιάζοντας ως αριστερούς εξτρεμιστές τις αστικές δυνάμεις που ήθελαν άμεσες και γρήγορες αλλαγές, επιταχύνοντας τη διαδικασία της περεστρόικα, και ως συντηρητικούς οπαδούς της (μπρεζνιεφικής) στασιμότητας, όσους έβλεπαν πού πάει το πράγμα και πρόβαλλαν κάποια αντίσταση.
Όλα αυτά σε μια εποχή πλήρους ιδεολογικής σύγχυσης, που έχαναν οι λέξεις το νόημά τους κι οι κομμουνιστές τη μαμά πατρίδα της εσσδ. Και με ένα δίπολο που πέρα από πλήρως αντεστραμμένο –με το κεφάλι κάτω, που θα έλεγαν κι οι κλασικοί- ήταν κι εν μέρει φτιαχτό, καθώς η περεστρόικα είχε συγκεκριμένο περιεχόμενο, κι οι διάφορες απόψεις για το «πολιτικό μίγμα» και τους ρυθμούς εφαρμογής της (βλέπε περίπτωση λιγκατσόφ) δεν αντανακλούσαν σημαντικές διαφωνίες ως προς την ουσία της.
Με αυτή την έννοια η περίπτωση γκορμπατσόφ θυμίζει σε πολλά τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα και τα ψεύτικα διλήμματα που κατασκευάζει: ευρώ ή δραχμή, μνημόνιο ή σύριζα, κτλ. Κατά πρώτον γιατί κι εδώ υπάρχει (αντί του γέλτσιν) η χρυσή αυγή ως πολιτικός λαγός μιας ακροδεξιάς κυβέρνησης, ο οποίος λειτουργεί και τροχιοδεικτικά για τις επόμενες κινήσεις της. Το «σώφρον κέντρο» κηρύσσει διμέτωπο ενάντια σε δεξιό κι αριστερό ολοκληρωτισμό, ενώ αθωώνει τον πρώτο, συγκλίνοντας στην πράξη μαζί του. Η αφηρημένη καταδίκη της βίας από όπου και αν προέρχεται είναι (εκτός από υποκριτική και) προληπτική, ενάντια στην επαναστατική βία που θα γκρεμίσει την αστική εξουσία και μόνο μία προέλευση μπορεί να ‘χει: εργατική και κομμουνιστική.
Κατά δεύτερον γιατί ο άλλος πόλος προβάλλεται με τρόπο και σε εκδοχές (αναρχική τρομοκρατία, αριστερός κυβερνητισμός) που δεν αποτελούν κάποια ουσιαστική εναλλακτική στην υπάρχουσα κατάσταση, αλλά την άλλη όψη του νομίσματος, που ασκεί πίεση στις συνεπείς ριζοσπαστικές δυνάμεις κι απειλεί να τις ενσωματώσει. Κι είναι κρίμα να βλέπεις έναν κόσμο που συμμετέχει στο κίνημα και τους αγώνες του να μη μπορεί να ξεχωρίσει δυο λογιών άχυρα, την αριστερά από την «αριστερά» (εντός εισαγωγικών και με την πολύ ευρεία έννοια), και να εγκλωβίζεται στους όρους των διλημμάτων που μας βάζουν.
Αυτή είναι μέσες άκρες η λογική του συστήματος κι είναι αλάνθαστη: να παίρνει μια κοινωνία που κάθε της κύτταρο διαπερνάται από ακραίες αντιθέσεις και να κατασκευάζει μια σειρά από άλλα υποτιθέμενα άκρα, που συσκοτίζουν τη βασική και κυρίαρχη αντίθεση. Κι εδώ ερχόμαστε σε μια δεύτερη πτυχή των διλημμάτων αυτού του τύπου, όπου το ένα άκρο νίβει το άλλο και τα δυο το σύστημα. Κι η τεχνητή πόλωση εγκλωβίζει λαϊκές συνειδήσεις, τόσο στην παραδοσιακή μορφή του δικομματισμού, όσο και σε πιο σύγχρονες εκδοχές διπολισμού.
Ένα σχήμα που βρίσκει εφαρμογή και ιστορικό προηγούμενο στην κυρίαρχη κομματική αφήγηση για τα δυο αλληλοτροφοδοτούμενα φραξιονιστικά κέντρα που έδρασαν στις γραμμές του τη διετία 89-91, την ίδια περίοδο που έμπαινε στην τελική της φάση κι η περεστρόικα του γκορμπατσόφ. Με τη συνήθη ανατροπή των όρων –κατά το σοβιετικό πρότυπο- και το διαχωρισμό σε δογματικούς κι ανανεωτικούς. Και με την ιδεολογική σύγχυση που προαναφέραμε ως προς τις έννοιες και το περιεχόμενό τους· τι είναι δεξιά και τι αριστερά (με συνέπεια να υπογράφει σήμερα στις εφημερίδες ως αριστερό εξτρεμάκη ένας οπαδός του κουβέλη και της κυβερνητικής δημάρ)· τι είναι συντήρηση και τι πρόοδος –γιατί όταν δεν έχεις στρατηγική για το πώς να κινηθεί η κοινωνία προς τα μπρος στο σοσιαλιστικό της μέλλον, η υπεράσπιση των κεκτημένων μοιάζει ρετρό και συντηρητική. Η αντίδραση δεν καταπολεμάται με σκέτη αντίδραση, αλλά με θετικά προσδιορισμένη δράση για ένα στρατηγικό στόχο.
Πέρα από τα παραπάνω όμως η λογική των άκρων πατάει στη «σύνεση» του κεντρισμού, της μικροαστικής μετριότητας, της νοοτροπίας «μη με ανακατώνετε» του νοικοκυραίου, του έντιμου κυρ-παντελή, που πιστεύει ότι μπορεί να μείνει ουδέτερος έξω από τον χορό, να ακινητοποιήσει τον τροχό της εξέλιξης στη μέση μιας πλαγιάς. Κι επειδή δεν αντέχει τα ζόρια της ανηφόρας, κατρακυλάει σε έναν κατήφορο δίχως πάτο, ενώ φαντασιώνεται μια πορεία από κορυφή σε κορυφή, χωρίς γείωση στα πραγματικά δεδομένα –η οποία έρχεται πάντα απότομα κι επώδυνα.
Το αιωνίως άχρωμο κέντρο που μένει πάντα στο περιθώριο των εξελίξεων και τις συμπληγάδες του συστήματος, που το βάζουν στη μέση σαν σάντουιτς και το συνθλίβουν. Και αυτό αναπτύσσει το ψυχολογικό σύνδρομο της στοκχόλμης, την αγάπη προς το μονοπωλιακό άκρο που το συντρίβει, την κρυφή επιθυμία να του μοιάσει και να μπει στη θέση του. Και την απέχθεια για το κάτω άκρο προς το οποίο οδηγείται και με το οποίο συμπίπτουν αντικειμενικά τα συμφέροντά του.
Αλλά οι μικροαστοί το βλέπουν με τρόμο, ως εικόνα από τα προσεχώς κι από το άμεσο μέλλον τους, και προτιμούν να στρουθοκαμηλίζουν πολιτικά, για να μην το σκέφτονται. Αποκτούν ακραία αντικοινωνική συμπεριφορά κι ακρωτηριασμένες συνειδήσεις. Ψάχνουν την ατομική λύση και διοχετεύουν τη συσσωρευμένη οργή τους σε extreme sports και λοιπά υποκατάστατα.
Αδυνατούν να βγάλουν μια άκρη και πολιτικά συμπεράσματα από τη συσσωρευμένη πείρα τους. Κι έτσι εμπιστεύονται πολιτικά την ασφάλεια του βιασμού τους. Αυτούς που προσπαθούν να τους χωρέσουν στο αταξικό καλούπι του μέσου πολίτη και της χειραγωγούμενης κοινής γνώμης. Τον φασισμό που θα ξεβρομίσει τον τόπο για πάρτη τους με την ανοχή ή και τη στήριξή τους.
Ή εναλλακτικά τη μικροαστική αριστερά με τις μεσοβέζικες πολιτικές, που θα κριτικάρει ακροθιγώς την αδικία, χωρίς να θίγει τα αίτια που τη γεννάνε. Θα τάσσεται κατά της ακραίας φτώχιας, διαιωνίζοντας τη μέση (φτώχια) που γενικεύεται και γίνεται καθολική. Θα προσπαθεί να συνταιριάξει τα ασυμβίβαστα και να τους ικανοποιήσει όλους, ώστε να μην υπάρχουν πια άκρα, απεργίες, ταξική πάλη κι άλλες τέτοιες ακραίες δυσάρεστες καταστάσεις που απειλούν τη γαλήνη του μικροαστού. Θα καταδικάζει μετριοπαθώς τις εξαλλοσύνες στα λιμάνια και τις ακρότητες στην ακρόπολη.
Μέχρι που τα άκρα να μετατραπούν διαλεκτικά στο αντίθετό τους. Η ακραία απάθεια μετατρέπεται σε αγωνιστική επαναστατική ανυπομονησία που απαιτεί λύσεις εδώ και τώρα (ή ένα απάνεμο ακρωτήρι να στεγάσει την κοινοβιακή της νησίδα) κι από αυτό περνάει πολύ γρήγορα στην απογοήτευση, για να επιστρέψει στην απάθεια. Ένα όπου φυσάει ο άνεμος (οφα), που έγινε προσωρινά θύελλα και μετά ανεμομαζώματα ανεμοσκορπίσματα, που τα μάζεψε ο αγέρας και τα σκόρπισε ο βοριάς, ενώ ψάχνει αντιανεμικό μέτωπο ενάντια στο σαρωτικό αέρα της αλλαγής.
Σήμερα όμως έχουμε πόλεμο, ταξικό κι αμείλικτο. Και είναι άκρως ανόητο να πιστεύει κανείς πως μπορεί να μείνει στη μέση ουδέτερος, για να μην πέσουν τα άκρα και τον πλακώσουν. Κι αν τελικά δε μοιραστεί τον αγώνα μας, θα μοιραστεί την ήττα μας…
Με αγωνιστικούς χαιρετισμούς
Βίκυ Φλέσσα
Προβοκάτσια από Μπρεζνιεφικό απολίθωμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου